Αγάπη μου, συρρίκνωσα τους πόντους σου!
Ο φίλος μου ο (Ιταλός δημοσιογράφος, από το περιοδικό Superbasket) Στέφανο Βαλέντι ανέβασε σήμερα το πρωί στον τοίχο του στο Facebook ένα εξόχως αυτοσαρκαστικό μήνυμα: «Ιn partenza per Vilnius. Comincia l' altro Europeo. O, meglio, l' Europeo degli altri», που σε απλά ελληνικά σημαίνει «Στην αναχώρηση για το Βίλνιους. Αρχίζει το άλλο Ευρωμπάσκετ. Ή, καλύτερα, το Ευρωμπάσκετ των άλλων»!
Η πάλαι ποτέ κραταιά Ιταλία δεν βρίσκεται ανάμεσα στους άλλους, σε αντίθεση με την Ελλάδα, που (μπορεί να μην κοκορεύεται για τρεις NBAers και να έχασε δύο εκ των τριών φιλικών αγώνων από τους «ατζούρι», αλλά) είναι απίκο! Μια Εθνική που βρίσκεται ήδη στο Βίλνιους και σε μια εβδομάδα από σήμερα φιλοδοξεί να μας στείλει (όπως ο απογοητευμένος Ιταλός φιλαράκος μου) το μήνυμα ότι μετακομίζει στο Κάουνας. Αυτό, άλλωστε, είναι το σκοπούμενο στη συγκεκριμένη αποστολή: πρώτα η οκτάδα, εν συνεχεία η εξάδα (που σφραγίζει το πασαπόρτι για το προ-ολυμπιακό τουρνουά) και...
Βάζω επίτηδες τα αποσιωπητικά και επιφυλάσσομαι για το τρίτο σκέλος των στόχων της Εθνικής, όχι μόνο διότι η κουβέντα για τη διεκδίκηση ενός μεταλλίου είναι άκαιρη, αλλά κι επειδή δεν θέλω να το... γρουσουζέψω! Δεν είμαι προληπτικός, απλώς σέβομαι τα γούρια του Γιώργου Κολοκυθά, ο οποίος (απ’ ό,τι έμαθα) συνεχίζει απτόητος τη φάμπρικα που άνοιξε το 2005, φεύγοντας από το γήπεδο στο ημίχρονο όλων των αγώνων. Πάλι καλά, διότι βλέπει τουλάχιστον το πρώτο ημίχρονο, ενώ πέρυσι στο Μουντομπάσκετ της Τουρκίας δεν εμφανιζόταν καν στο γήπεδο ή σε δημόσιους χώρους και νομίζαμε ότι τον κατάπιε η γης!
Για να πω την αμαρτία μου, λυπάμαι που δεν βρίσκομαι στη Λιθουανία για να δω από κοντά αυτή την ομάδα, όμως επιφυλάσσομαι, άλλωστε τόσο πολύ που διαρκεί αυτό το Ευρωμπάσκετ, ποτέ δεν (θα) είναι αργά! Λυπάμαι διότι ήμουν παρών στα προηγούμενα 14 Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα και σε όλα τα Μουντομπάσκετ, τα Ολυμπιακά και τα προ-ολυμπιακά τουρνουά στα οποία έχει συμμετάσχει η Εθνική και χόρτασα από χαρές και λύπες. Δεν χόρτασα όμως από το αξιοπερίεργον του πράγματος που κουβαλάει η τωρινή ομάδα και την κάνει να ξεχωρίζει από τις προηγούμενες, αλλά και από τις επόμενες: μια Εθνική η οποία μολονότι της κολλήσαμε την ταμπέλα της ομάδας μιας χρήσεως, μπορεί εντέλει να μην είναι τόσο αναλώσιμη...
Μου αρέσει αυτή η ομάδα, διότι κάθε μέρα παίζει και μαθαίνει! Με εξαίρεση τους «τρεις καμπαλέρος στο ίδιο το μέρος», οι υπόλοιποι έχουν λιγοστές ώρες πτήσεως και σε κάθε αγώνα νιώθουν σαν να ανακαλύπτουν την... Αμερική: σαν τον Χριστόφορο Κολόμβο ένα πράγμα, διότι κι ο μεγάλος θαλασσοπόρος όταν απέπλευσε δεν ήξερε πού πηγαίνει κι όταν έφτασε δεν ήξερε πού βρίσκεται!
Ναι, συμφωνώ ότι αυτή η ομάδα κουβαλάει μεγάλη ιστορία, μπόλικα παράσημα και την ανάλογη κληρονομιά, αλλά όπως είπε ο (ιστορικός) Ντέιβιντ Μακάλοου, «αυτό που αποκαλούμε παρελθόν δεν υπάρχει, διότι η Ιστορία δημιουργείται στο παρόν από ζωντανούς ανθρώπους». Συμφωνώ και επαυξάνω, γιατί αυτοί οι δώδεκα ζωντανοί άνθρωποι πορεύονται επί τη βάσει μιας tabula rasa: ενός άγραφου χάρτη, που τον γεμίζουν κάθε μέρα με τις δικές τους σημειώσεις...
Ο άγραφος χάρτης δεν σημαίνει ότι πορεύονται κιόλας χωρίς σχέδιο. Τουναντίον, και σχέδιο έχουν, αλλά και plan-B και plan-C, για να τα επικαλούνται όταν στραβώσει η δουλειά και πρέπει να το πάρουν αλλιώς! Δεν το γράφω αυτό για να κολακεύσω τον Ζούρο και τους συνεργάτες του, αλλά για να ενισχύσω ακόμη περισσότερο αυτό που έγραφα παραπάνω για τον αξιοπερίεργο χαρακτήρα και την ελκυστικότητα της ομάδας.
Τεκμαίρεται και στατιστικώς αυτό, διότι είχαμε και άλλες φορές μια ομάδα που φιγουράριζε στις πρώτες θέσεις του πίνακα με τις καλύτερες άμυνες, αλλά δεν θυμάμαι πότε άλλοτε η Ελλάδα ήταν Νο 1 στα ριμπάουντ και στις τάπες και τρίτη σε αριθμό (άνευ παρατάσεως μάλιστα) και σε ποσοστό ευστοχίας σε ελεύθερες βολές !
Μην τις υποτιμάτε τις ελεύθερες βολές, διότι όπως είχε πει ο Τζον Γούντεν, σε μια εποχή που οι ομάδες τoυ UCLA ήταν ανίκητες, «χάσαμε κάμποσα ματς, μόνο και μόνο διότι αστοχούσαμε από τη γραμμή του φάουλ»!
Παρεμπιπτόντως, εάν στον άλλο όμιλο της δεύτερης φάσης γίνει ο... θάνατος της αλεπούς (με Ισπανία, Σερβία, Γερμανία, Τουρκία, Λιθουανία και Γαλλία, που αν όχι όλες, τουλάχιστον οι πέντε είναι δυνητικές πρωταθλήτριες), στον δικό μας δεν βλέπω κανένα ματς να πηγαίνει πάνω από τους 60 πόντους! Το γράφω αυτό, διότι στον πίνακα με τις καλύτερες αμυντικές επιδόσεις της Α' φάσης, πρώτη είναι η Ρωσία με παθητικό 64,2 πόντους κατά μέσο όρο, ακολουθούν με 64,8 η Σλοβενία και η Ελλάδα, ενώ έκτη είναι η πγδΜ με 67,4 και έβδομη η Γεωργία με 68,6.
Ασφαλώς (όπως μας έμαθε πριν από είκοσι χρόνια ο τότε ομοσπονδιακός προπονητής Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου) «η στατιστική είναι ο επιστημονικότερος τρόπος για να πει κάποιος ψέματα», αλλά διάβολε μερικά νούμερα λένε την αλήθεια –και μπορούν από δω και πέρα– να την υποστηρίξουν κιόλας: προσπερνώ επίτηδες κάποιες άλλες ενδιαφέρουσες στατιστικές διακρίσεις της Εθνικής και φτάνω στην ικανότητά της να καταστρέφει το παιχνίδι των αντιπάλων της, όχι μόνο επειδή τις υποχρεώνει να σημειώνουν 64,8 πόντους, αλλά επειδή ταυτόχρονα τις εξαναγκάζει να σουτάρουν με ποσοστό μόλις 37,3%, που μεταφράζεται σε 114 στα 306 σουτ εντός παιδιάς.
Μεταξύ μας και μη γίνει κουβέντα παραέξω, για κάθε 37,3% που σουτάρουν οι αντίπαλοί μας, υπάρχει ένα 42% που σουτάρουμε εμείς (με 121 στα 288), αλλά αυτό διορθώνεται. Έσπασε ήδη το ρόδι ο Βασιλειάδης και κάποια στιγμή θα τον ακολουθήσουν και ο Μπράμος με τον Ζήση. Άλλωστε είναι προτιμότερος ένας παίκτης που σουτάρει αλλά αστοχεί, παρά ένας ο οποίος τα κάνει πάνω του από τον φόβο και πετάει τις μπάλες αριστερά και δεξιά!
Το είπε άλλωστε αυτό και ο Μπράμος, ο οποίος παραπέμφθηκε σε τακτική δικάσιμο από τον δήμαρχο του Αλίτους για φθορά ξένης ιδιοκτησίας (καθότι έχει σπάσει τα καλάθια με 2/14 τρίποντα) ότι «τα σουτ μου είναι ελεύθερα, απλώς δεν μπαίνουν, αλλά έχω αυτοπεποίθηση και ο κόουτς μού λέει να συνεχίσω να σουτάρω». Παρεμπιπτόντως οι τέσσερις παίκτες που έχουν χρησιμοποιηθεί ως τώρα στη θέση του σούτιγκ γκαρντ έχουν μαζί 14/63 σουτ από τα 6,75μ. (Βασιλειάδης 8/26, Μπράμος 2/14, Ζήσης 2/13, Καλάθης 2/10)και για αυτό η Εθνική δεν υπάρχει στον χάρτη αυτής της στατιστικής κατηγορίας: εάν δεν με πιστεύετε ψάξτε τη στη λίστα με το ποσοστό ευστοχίας στα τρίποντα στην επίσημη ιστοσελίδα της διοργάνωσης και αν δείτε πουθενά τον συντετμημένο κωδικό GRE να μου τρυπήσετε τη μύτη!
Για φανταστείτε, λοιπόν, πόσο καλύτεροι θα είμαστε αν φύγουν τα βαρίδια από τα χέρια των... σουτέρηδων μας (όπως τους αποκαλούσε ο Λάζαρος Λέτσιτς) και ξεπεράσουμε αυτό το 27%...
Κλείνω εδώ την (απαραίτητη) στατιστική παρένθεση και επιστρέφω στη δεύτερη φάση του τουρνουά, που δεν είναι βεβαίως μια Βαλκανιάδα όπως ο Γ' όμιλος, αλλά μοιάζει με πρόσκληση σε σεμινάριο για την άμυνα. Αυτό δεν πιστοποιείται μόνο από τις αμυντικές επιδόσεις των ομάδων, αλλά και από το ποιόν των ανθρώπων που τις καθοδηγούν - άλλωστε «δείξε μου τον προπονητή σου, να σου πω πόσους πόντους θα τρως»! Ο Ηλίας Ζούρος διακήρυξε από την πρώτη στιγμή... πίστη και υποταγή στο αμυντικό Σύνταγμα της χώρας και όλες αυτές τις μέρες στο Βίλνιους θα νιώθει σαν στο... σπίτι του, όχι επειδή είναι οικονομικός μετανάστης στη Λιθουανία, αλλά διότι και οι τρεις αντίπαλοί του ανήκουν στο ίδιο δόγμα και μάλιστα κουβαλάνε και τα σχετικά γαλόνια!
Στον πάγκο της Σλοβενίας βρίσκεται ο γνωστός και μη εξαιρετέος για την προσήλωσή του στην άμυνα Μπόζινταρ Μάλκοβιτς και εδώ σταματάει κάθε κουβέντα! Απλώς για να ενισχύσω ακόμη περισσότερο την ίντριγκα γύρω από τον προπονητή που οδήγησε τον Παναθηναϊκό στην κατάκτηση του παρθενικού για την Ελλάδα τίτλου στο Κύπελλο Πρωταθλητριών (1996), θα υπενθυμίσω ότι κατηγορήθηκε ως καταστροφέας του μπάσκετ εξαιτίας του «delay basketball», το οποίο λανσάρισε με τη Λιμόζ. Είναι επίσης ο ίδιος άνθρωπος που σχολιάζοντας την εικόνα του Κόμπε Μπράιαντ σε ένα ματς των Λέικερς, είχε πει ότι «αν είναι μπάσκετ αυτό στο οποίο ένας παίκτης κάνει 33 σουτ, τότε εγώ προτιμώ να συστήνομαι ως προπονητής του χάντμπολ»!
Γνωστός και μη εξαιρετέος (και όχι μονάχα από τη νωπή πλην αποτυχημένη θητεία του στον Άρη) είναι και ο έτερος Καππαδόκης, ο Ντέιβιντ Μπλατ. Σε αντίθεση με τον «Μπόζα», που από παλιά έπαιζε καθαρό man to man και μάλιστα πάνω από τα (υστερότερα ως ορολογία) όρια του φάουλ, ο απόφοιτος του Πρίνστον έχει ως θυρεό της αμυντικής φιλοσοφίας του τις περίφημες ζώνες προσαρμογής (match up), κυρίως σε διάταξη 2-3.
Τον είχα ρωτήσει μετά τον θρίαμβο της Ρωσίας στο Ευρωμπάσκετ του 2007 (με 60-59 στον τελικό επί της οικοδέσποινας Ισπανίας) πώς κατάφερε να... ψήσει τους ρέμπελους παίκτες του να «σκοτώνονται» στην άμυνα και μου είχε δώσει την εξής αλληγορική, ως συνήθως, απάντηση: «Είναι απλό. Η άμυνα, τους είπα, είναι σαν ένα ζουμερό φρούτο που το βλέπεις ωραίο στο μανάβικο και ξέρεις ότι άμα το φας θα αποκτήσεις δύναμη. Το αγοράζεις, λοιπόν, απλώς μέχρι να το φας έχεις την αγωνία αν εκτός από δυναμωτικό είναι και γευστικό. Τους όξυνα την περιέργεια και ιδού τα αποτελέσματα»! Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Μπλατ παραμένει πιστός στο αμυντικό αγαθό, άλλωστε όπως έχει πει πάλι ο ίδιος, «η λεοπάρδαλη δεν αλλάζει ποτέ τις βούλες στο δέρμα της»!
Τώρα που το σκέπτομαι οι πάγκοι των ομάδων στον 6ο Όμιλο είναι πραγματικό σταυροδρόμι των λαών: Η Σερβία έχει προπονητή έναν κοσμοπολίτη Σέρβο, που οι συμπατριώτες του τον κατηγορούν ως αποστάτη και φίλο των Κροατών! Ο (επίσης ομιλών απταίστως την γαλλικήν) Ζούρος έχει γεννηθεί στο Κονγκό και μετά τον Λίβανο και τη Γαλλία, τώρα δουλεύει στη Λιθουανία.
Όσο για τον προπονητή της Γεωργίας, ο οποίος αποτελεί μια (αλλά όχι τη μόνη, ελέω Φινλανδίας) Σταχτοπούτα της δεύτερης φάσης, ο δικός της πάγκος είναι στην κυριολεξία υπερατλαντικός: ο σαραντάχρονος Ιγκόρ Κόκοσκοφ γεννήθηκε στο Πάντσεβο και είναι Σέρβος, αλλά εδώ και δέκα χρόνια ζει στις ΗΠΑ, έχει παντρευτεί Αμερικανίδα, είναι (από πέρυσι) Αμερικανός υπήκοος και έχει να επιδείξει αξιοσημείωτη καριέρα στους πάγκους του ΝΒΑ.
Ο Κόκοσκοφ ήταν ένας πολλά υποσχόμενος παίκτης, αλλά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την ενεργό δράση σε ηλικία μόλις 24 ετών, ύστερα από ένα σοβαρότατο τροχαίο ατύχημα και το ’ριξε στο προπονητιλίκι.
Ανέλαβε αμέσως την Μπέογκραντ και έγινε ο νεαρότερος προπονητής ομάδας Α1 στα χρονικά του σερβικού πρωταθλήματος. Διετέλεσε βοηθός του Ομπράντοβιτς στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και στο Ευρωμπάσκετ του 2005, ενώ από τις 18 Απριλίου είναι προπονητής της εθνικής ομάδας της Γεωργίας.
Όντας ανήσυχο και φιλόδοξο πνεύμα ο Κόκοσκοφ βρήκε την άκρη με το αμερικανικό μπάσκετ, στο οποίο σταδιοδρομεί εδώ και δώδεκα χρόνια και μάλιστα έχει σημειώσει δύο ρεκόρ: το 1999 έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος προπονητής ο οποίος προσλήφθηκε ως ασίσταντ (του Τζον Χάμοντ) από ομάδα της πρώτης κατηγορίας του NCAA (Μιζούρι), ενώ το 2000 έγραψε Ιστορία ως ο πρώτος μη Αμερικανός προπονητής που εντάχθηκε στο επιτελείο ομάδας του ΝΒΑ (Κλίπερς).
Το 2003 κλήθηκε από τον Λάρι Μπράουν και μετακόμισε στο Ντιτρόιτ, όπου το επόμενο καλοκαίρι πανηγύρισε την κατάκτηση του τίτλου του ΝΒΑ. Από τον Ιούνιο του 2008 ο Κόκοσκοφ ανήκει στο τεχνικό επιτελείο των Φίνιξ Σανς, υπό τον (προϊστάμενό του και στους Κλίπερς) Άλβιν Τζέντρι, μαζί με τον Μπιλ Καρτράιτ, τον Νταν Μάρλι και τον Νόελ Γκιλέσπι.
Δεδομένου ότι στο ΝΒΑ οι assistant coaches έχουν συγκεκριμένες αρμοδιότητες και και διακριτούς ρόλους, (εξυπακούεται ότι) ο Κόκοσκοφ ασχολείται με τον αμυντικό τομέα!
Ε, χωριό (της Γεωργίας) που φαίνεται, κολαούζο δεν θέλει!
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.