Η Ελένη και ο έρημος...
Πάλι έβρεχε. Θα μπορούσε να είναι μια συνηθισμένη φθινοπωρινή βραδιά, αλλά δεν ήταν, γιατί παρότι ο καρόδρομος μπροστά στο σπίτι μου ήταν βρεγμένος, ο Μαστρομανέλος ήταν στεγνός από ποτό κι από παρέα...
Πρόσφατα είχα μετακομίσει. Από το σπίτι μου στην αυλή του σπιτιού μου. Σε ένα καμαράκι που παλιότερα χρησιμοποιούσαν οι παππούδες, πρώτα για σπίτι και μετά για αποθήκη. Πήρα τη μεγάλη απόφαση να... ξενιτευτώ, για να αποκτήσω την ανεξαρτησία μου. Έτσι είπα όταν το ανακοίνωσα στους γονείς μου. Ήταν φυσικά μια πολύ βολική μορφή ανεξαρτησίας, που σήμαινε να τρώω μόνος μου τα λεφτά που έβγαζα από την πρώτη δουλειά μου και παράλληλα να τρώω το φαΐ της μάνας μου, να πλένομαι (και να σιδερώνομαι) στο σπίτι των γονιών μου, να πληρώνουν εκείνοι το ρεύμα κι εγώ να έχω δικό μου «σπίτι», τη λάτρα του οποίου επίσης είχε αναλάβει η μάνα μου. «Θα με πεθάνεις, άρρωστη γυναίκα (δεν ήταν...). Δεν μου έφτανε το ένα σπίτι, τώρα θα έχω δύο να κουμαντάρω».
Παρά τις γκρίνιες μετακόμισα. Τζιτζιλόνι το έφτιαξα το καμαράκι. Πέταξα όλη τη σαβούρα, κράτησα τα αντικείμενα με συναισθηματική αξία (για μένα), μετέφερα κάμποσα και στο σπίτι, βάστηξα την παλιά μασίνα για να ζεσταίνω το χώρο, στρίμωξα και σε μια γωνιά τον αργαλειό της γιαγιάς και κουβάλησα από το σπίτι όλα τα υπάρχοντά μου και ό,τι περίσσευε και χρησίμευε: κρεβάτι (διπλό, την παλιά, σιδερένια καριόλα της γιαγιάς), γραφείο, βιβλία, τηλεόραση, ραδιοκασετόφωνο και φυσικά τη μεγάλη συλλογή μου με τα πλεϊμπόι. Τα οποία ήταν ένας από τους βασικούς λόγους της αναστάτωσης. Άλλο να μπορείς να τα έχεις χύμα στο σπίτι σου κι άλλο να τα κρύβεις κάτω από το στρώμα, για να μην... πεθάνεις την άρρωστη μάνα σου έτσι και τρακάρει τη Ζωή Λάσκαρη να λιάζεται ξαπλωτή και ξώβυζη...
Ένα τέτοιο πλεϊμπόι κοίταζε τώρα ο Φώτης. Με εξώφυλλο την Ελένη Ερήμου. Από όταν την είχα δει πρώτη φορά στην τηλεόραση, σε κάποια παλιά ταινία, είχα σκαλώσει με τα μάτια της. Τώρα ο Φώτης σκάλωνε με άλλο σημείο της ανατομίας της. «Πο πο, έτσι και σε πετύχει αυτή η ρώγα στο μάγουλο, θα πρέπει να σου κάνουν ράμματα», σχολίασε πριν πάρει την αναμενόμενη απάντηση από τον Δεμπασκαλά: «Δεν πας καλά». Από το ανοιχτό παράθυρο που μυρίζαμε και βλέπαμε τη βροχή, είδαμε και τον Μαστρομανέλο. Αλλά... δεν τον μυρίσαμε. Περιέργως, δεν ήταν πιωμένος. «Μάστορα, έλα λίγο να μας πεις την άποψή σου», τον φώναξε ο Φώτης για να σπάσουμε πλάκα. Ο Μαστρομανέλος ήταν εκ φύσεως... αποψίας και όποτε ζητούσαμε τη γνώμη του, ερχόταν. Όχι για να την πει, αλλά για να την επιβάλει!
«Κοίτα ρώγα, μάστορα. Τι λες;» έριξε την πάσα ο Φώτης. «Σαν τρυπάνι... μπλακεντέκερ είναι», έκρινε ο Μαστρομανέλος συγκρίνοντας με το πρόσφατο απόκτημά του κι έπιασε να ξεφυλλίζει το περιοδικό φτύνοντας τα δάχτυλα για να γυρίζει τις σελίδες. «Αυτό ήταν, μάγκες. Κάνατε την τύχη σας. Απόψε θα σας πάω στα “κορίτσια”. Είπα», είπε και πρόσθεσε: «Πείτε στους δικούς σας ότι θα πάμε βόλτα απόψε. Πάω να φέρω το Τουότα κι έρχομαι. Ετοιμαστείτε. Είπα».
Αφού είπε, ο Δεμπασκαλάς πήγε να ενημερώσει τους δικούς του, ο Φώτης δεν πήγε να ενημερώσει κανέναν, κι εγώ που δεν είχα κανέναν να ενημερώσω επειδή οι δικοί μου είχαν πάει στο χωριό της μάνας για να «φυτέψουν» μια θεια, ξέκοψα πως δεν θα πήγαινα πουθενά: «Δεν έχω λεφτά. Δουλεύω το πρωί. Περιμένω τηλέφωνο από την Ελένη», ήταν τα τρία μου επιχειρήματα. Λεφτά είχα, αλλά όχι για να τα φάω στο κωλάδικο που σύχναζε ο Μαστρομανέλος. Το πρωί όντως δούλευα. Συμβασιούχος στην υπηρεσία καθαριότητας του δήμου, αλλά με... δικό μου γραφείο. Βγάλτε συμπέρασμα τι καθάριζα με την τσουγκράνα όλη μέρα. Όσο για την Ελένη; Ήμουν και με αυτή πολύ ερωτευμένος και την αγαπούσα για πάντα εκείνη τη βδομάδα. Πάντως, πράγματι θα έπαιρνε τηλέφωνο για να με τσεκάρει, ενώ ήδη με είχε υποχρεώσει κατά τη μετακόμιση να τραβήξω ένα καλώδιο από το σπίτι στο καμαράκι, για να το κάνω... ντούμπλεξ.
Έτσι, έμεινα σπίτι... έρημος με την Ελένη Ερήμου και με την απειλή της άλλης Ελένης, ενώ ο Φώτης κι ο Δεμπασκαλάς έφυγαν με τον Μαστρομανέλο για να πάνε στα «κορίτσια». Έπεσα για ύπνο. Πιθανότατα ονειρευόμουν ερήμους και Ελένες και δεν ξέρω αν η υγρασία οφειλόταν περισσότερο στα υγρά μου όνειρα ή στη βροχή που συνέχιζε να πέφτει όλη νύχτα. Όμως, αυτό το «νταπ, νταπ» που άκουσα στο παραθυρόφυλλο, δεν ήταν η βροχή. Κάποιος χτύπαγε. Τι ώρα ήταν; Κοίταξα το ρολόι. Κόντευε έξι το πρωί. Ποιος να ήταν τέτοια ώρα; Είχα τρεις πιθανότητες. Να είναι ο Φώτης, η μία και πιο πιθανή, γιατί συνήθιζε να με ξυπνάει αυγές και μεσάνυχτα. Να είναι ο Δεμπασκαλάς, η άλλη. Να είναι ο Φώτης με τον Δεμπασκαλά η τρίτη. Πιο κοντά έπεσα στην τρίτη.
Ήταν ο Φώτης κι ο Δεμπασκαλάς, αλλά όχι οι δύο τους. Ήταν κι ο Μαστρομανέλος. Ήταν και το Τουότα του Μαστρομανέλου, που είχε κωλώσει στο παράθυρο να... ξεφορτώσει. Κι η καρότσα ήταν φορτωμένη ντανιασμένα πιάτα, γύψινα, από αυτά που σπάγανε τότε στα μπουζούκια. Μύριζε βροχή και οινόπνευμα. Ο Φώτης πήδηξε πρώτος μέσα. Στο ένα χέρι βάσταγε μια μπουκάλα ουίσκι Μακένζι, από αυτό που ο Μακένζι δεν πρέπει να το είχε δοκιμάσει ποτέ. Αν το δοκίμαζε, ή δεν θα το έφτιαχνε ή θα μέθαγε μια και καλή. Και τελευταία. Στο άλλο χέρι ο Φώτης βάσταγε μια κασέτα και πήγε κατευθείαν -τρόπος του λέγειν, τρεκλίζοντας πήγε και όχι ευθεία- να τη βάλει στο ιστορικό Σάνυο. «Την έδωσαν στον Μαστρομανέλο από το μπουζουξίδικο. Είναι το πρόγραμμα. Άκου φωνάρες». Φωνάρες. Όντως, φώναζαν. Ντουέτο, η Μάγια Βελάζω κι ο Κώστας Μάτωμας. Ηχορύπανση. Αγουροξυπνημένος, έβλεπα και άκουγα φαντάσματα. Ο Μαστρομανέλος πάσχιζε, με τη βοήθεια του Δεμπασκαλά, να σκαρφαλώσει στο παράθυρο για να έρθει μέσα. Του έδειξα να μπει από την πόρτα. Ήθελε από το παράθυρο. «Μπορώ. Είπα».
Είπε, αλλά δεν μπορούσε...
Μπήκε από την πόρτα, ενώ απέξω ακούστηκε θόρυβος από άλλο αυτοκίνητο. Στην αυλή μπήκε δεύτερο αγροτικό. Κατέβηκαν ο Πέτρος της Κουφής κι ο βαφτιστήρας του, ο Κεβόρκ ο Αρμένης, που τον βάφτισε Πέτρο κι αυτόν. Οι δύο Πέτροι πήραν από μια πέτρα, μπήκαν στην κάμαρα κι άρχισαν να σπάνε τα πιάτα ακούγοντας τις «φωνάρες» σε σπάνιες, κυριολεκτικές εκτελέσεις τραγουδιών από τη Μάγια Βελάζω, που νόμιζε πως ήτανε η Τζένη Βάνου. Ίδια, χωρίς τη φωνή...
Ο Φώτης κι ο Δεμπασκαλάς, που ήδη είχαν σερβιριστεί Μακένζι σε κάτι άπλυτες κούπες από καφέ, άνοιξαν την εργαλειοθήκη που είχε ο Μαστρομανέλος στο Τουότα, άπλωσαν κάμποσα μπισικλέτια στο πάτωμα, πήραν ο ένας ένα σφυράκι, ο άλλος μια τανάλια κι άρχισαν να σπάνε κι αυτοί. Στο πάτωμα της κάμαρας, που ευτυχώς ήταν τσιμεντένιο. Προς στιγμήν, χάσαμε τον Μαστρομανέλο. Επανεμφανίστηκε στην πόρτα κρατώντας το μπλακεντέκερ. «Εγώ τα πλήρωσα, εγώ τα κουβάλησα, να μη σπάσω μερικά; Πού έχει μπρίζα;»
Τα έβλεπα όλα αυτά σαν όνειρο, με την τσίμπλα στο μάτι. Δαυλιά όλοι τους, κατεδάφιζαν το σπίτι μου. «Μπαφ», ακουγόταν κάθε τόσο, επειδή τρέκλιζαν όλοι τους και δεν μπορούσαν να βαστήξουν ισορροπία όταν σήκωναν πολλά πιάτα μαζεμένα. Σηκωνόταν σκόνη. Μπουχός. Έβλεπα δίπλα μου τον Φώτη με άσπρα μαλλιά και τους δύο Πέτρους απέναντι σαν τοπίο στην ομίχλη. Όταν ολοκλήρωσαν την καταστροφή των πιάτων και τέλειωσαν το ουίσκι, οι Πέτροι κι ο Μαστρομανέλος αποχώρησαν. Εγώ τίναξα όσο μπορούσα τα ρούχα του Φώτη και του Δεμπασκαλά, τους ξαπλωσα στο κρεβάτι να κοιμηθούν, ντύθηκα κι έφυγα για δουλειά, αφήνοντας πίσω μου το χάος και τους φίλους μου που το δημιούργησαν.
Όταν γύρισα, ο Φώτης κι ο Δεμπασκαλάς είχαν φύγει, αλλά το χάος παρέμενε. Πήρα ένα φτυάρι κι ένα καρότσι οικοδομής που είχε ο πατέρας μου στην αυλή κι άρχισα να αδειάζω το σπίτι από τα μπάζα. Δεν ξέρω πόσα δρομολόγια έκανα φορτωμένος, μέχρι να τα βγάλω στο δρόμο. Μ' έπιακε η μέση, αλλά μέχρι το βράδυ και πριν γυρίσουν οι δικοί μου, το είχα καθαρίσει το σπίτι. Στην προσπάθεια συνέβαλε κι η Ελένη, που προθυμοποιήθηκε να με βοηθήσει. Μέχρι τη στιγμή που κάτω από το σωρό με τα μπάζα εμφανίστηκε το πλεϊμπόι με το... μπλακεντέκερ της άλλης Ελένης.
Χωρίσαμε την ίδια στιγμή. Έμεινα έρημος με την Ερήμου. Επειδή οι κολλητοί μου αποφάσισαν να μου κάνουν... πάρτι για να με εκδικηθούν που δεν τους ακολούθησα στα «κορίτσια». Τώρα, πώς από μια τριάδα στα «κορίτσια», βρέθηκαν πεντάδα στα μπουζούκια και μετά πάλι πεντάδα στο καμαράκι μου, είναι μια άλλη ιστορία. Ε, όλα σήμερα θα τα πούμε;
Μέχρι την άλλη ιστορία, εγώ ο Μίλτος να ’μαι καλά...
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.