Από το γκέτο στην κορυφή του ΝΒΑ!
Εκείνα τα χρόνια, όπως ήταν λογικό, κανείς από την οικογένειά του δεν μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό το μικροκαμωμένο νεογέννητο παιδάκι, το 1981 θα επιλεγόταν στα ντραφτ του ΝΒΑ από τους Ντιτρόιτ Πίστονς και θα ήταν ο άνθρωπος ο οποίος θα τους έβγαζε από την αφάνεια και θα τους μετέτρεπε από ένα απογοητευμένο σύνολο που είχε χάσει το δρόμο του σε μιαομάδα γεμάτη περηφάνια και τόσο σκληροτράχηλη, που τα επόμενα χρόνια θα έμενε στην Ιστορία σαν τα Bad Boys (Κακά Παιδιά) του ΝΒΑ.
Ειδικά όταν λίγο μετά τη γέννησή του η εταιρεία όπου εργαζόταν ο πατέρας του έκλεισε, με αποτέλεσμα ο μπαμπάς Τόμας να μείνει άνεργος και να πασχίζει χωρίς επιτυχία για μήνες να βρει δουλειά, το μέλλον του μικρού Αζάια φάνταζε δύσκολο και δυσοίωνο. Ο πατέρας του λύγισε μπροστά την ανεργία, έπαθε κατάθλιψη και λίγο αργότερα εγκατέλειψε την οικογένεια χωρίς να αφήσει ένα μήνυμα. Το περιστατικό αυτό όπως ήταν λογικό σημάδεψε τόσο τον ίδιο, με τα όσα μπορούσε να συνειδητοποιήσει τότε, όσο και τα αδέλφια του για το υπόλοιπο της ζωής τους. Η μητέρα του, Μαίρη Τόμας, είχε μείνει μόνη της στη μάχη να αναθρέψει τα οκτώ παιδιά της, αλλά οι καιροί ήταν δύσκολοι και ειδικά για μια οικογένεια Αφροαμερικάνων, χωρίς πατέρα, τα εμπόδια για τη μάχη της επιβίωσης έμοιαζαν βουνά. Το ψυγείο ήταν άδειο και τα παιδιά ήταν αναγκασμένα να ζητιανέψουν για ένα κομμάτι ψωμί και γάλα που θα τους κρατούσε στη ζωή - τόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα.
Η μάνα-πατέρας
Η μητέρα του, η οποία το 1989 έγινε και ταινία μάλιστα και την υποδύθηκε η Άλφερντ Γούνταρντ, δούλευε σκληρά και όπου έβρισκε ένα μεροκάματο προκειμένου να βοηθήσει την οικογένειά της να βγει από τη φτώχεια και να μείνει μακριά από τις εγκληματικές γειτονιές του γκέτο. Το πρώτο πράγμα που φρόντισε να κάνει είναι να μη στερήσει από τα παιδιά της την αγάπη και τη θαλπωρή που είχαν ανάγκη. Όσα χρήματα στερούνταν τα παιδιά, τόση αγάπη εισέπρατταν από τη μητέρα τους και ειδικά ο Βενιαμίν της οικογένειας, ο Αζάια. Φρόντισε να παίξει και τον ρόλο του πατέρα (απόντος του συζύγου της, ο οποίος είχε εγκαταλείψει εύκολα και γρήγορα το καράβι) δείχνοντας τον σωστό και ηθικό δρόμο στα παιδιά της. Στην ταινία μάλιστα είχαμε σκηνές από δύσκολα περιστατικά που κλήθηκε να αντιμετωπίσει μόνη της.
Αρχικά αφηγείται την ιστορία όταν πήγε η ίδια και βρήκε τον δήμαρχο της πόλης, Ρίτσαρντ Ντάλεϊ, για να διαμαρτυρηθεί και να ζητήσει προστασία από τον εκβιασμό και τις απειλές μελών κατασκευαστικής εταιρείας που ήθελε το οικόπεδο του σπιτιού της, για να το απαλλοτριώσει προκειμένου να χτίσει καινούργια σπίτια στα οποία δεν θα είχε η οικογένειά της όμως δικαίωμα να μείνει. Στη συνέχεια αναγκάστηκε να υπερασπιστεί τον μικρό Αζάια, όταν οι συμμορίες έφτασαν στην αυλόπορτα του σπιτιού της προκειμένου να στρατολογήσουν, όπως συνηθιζόταν άλλωστε, τον Αζάια και τα αδέλφια του. Η κυρία Τόμας δεν δίστασε να πάρει την καραμπίνα που είχε στο σπίτι και να απειλήσει τα μέλη της συμμορίας ότι αν ξαναενοχλήσουν τα παιδιά τους θα τους τινάξει στον αέρα και θα αφήσει τα πτώματά τους μέσα στο δρόμο προς παραδειγματισμό. Μάλιστα αστειευόμενη στην ταινία είπε: «Στο σπίτι μου μπορούσε να υπάρχει μόνο μία συμμορία, η συμμορία των Τόμας».
Η μητέρα του Τόμας αποτέλεσε το πρότυπο και την πηγή έμπνευσης και άλλων μητέρων που είχαν μπροστά τους μεγάλες προκλήσεις της ζωής για τις ίδες και την οικογένειά τους· η ταινία μάλιστα που αναφέραμε νωρίτερα και γυρίστηκε προς τιμήν της κέρδισε και βραβείο Emmy.
Η πείνα και το όνειρο για ένα γεμάτο ψυγείο...
Ο ίδιος ο Τζόνσον σε ένα από τα βιβλία που έγραψε μετά το τέλος της καριέρας του στο ΝΒΑ, κάνοντας φλας μπακ στην παιδική του ηλικία, είχε πει ότι θυμάται τον εαυτό του σαν μικρό παιδάκι να περιφέρεται στους δρόμους της γειτονιάς του με την κοιλιά του άδεια και πεινασμένη, προσπαθώντας να βρει ένα περιτύλιγμα χαρτιού από φαγητό φαστ φουντ που να έχει πάνω απομεινάρια από κολλημένο τυρί, για να μπορέσει να φάει λίγο και να ξεγελάσει την πείνα του. Επίσης γυάλιζε παπούτσια προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα, για να φάει κάτι αυτός και τα αδέλφια του με τη μάνα του και θυμόταν την αγωνία του στο δρόμο του γυρισμού προς το σπίτι, με λίγα σεντς στις τσέπες του, να μην τον ληστέψουν και του πάρουν τα λεφτά.
Ο ίδιος επίσης είχε αποκαλύψει ότι τα πρώτα όνειρα που έκανε σαν παιδί, δεν ήταν σε καμία περίπτωση να γίνει επαγγελματίας μπασκετμπολίστας του ΝΒΑ… Είχε πει χαρακτηριστικά μάλιστα: «Το παιδικό μου όνειρο ήταν να πάρουμε στο σπίτι μας ένα μεγάλο ψυγείο, το οποίο θα ήταν γεμάτο με κοτόπουλα, με πιάτα που θα είχαν μέσα μακαρονάδες και μεγάλες ζουμερές μπριζόλες και θα μπορούσα να πάρω και να φάω ό,τι επιθυμούσα».
Τα πρώτα δείγματα του ταλέντου του
Το στομάχι του μπορεί να ήταν σχεδόν καθημερινά άδειο, αλλά το πλούσιο ταλέντο του στο μπάσκετ δεν άργησε να φανεί. Ο μεγάλος του αδελφός, Λάρι, ήταν μέλος της Καθολικής ομάδας της περιοχής και ο τρίχρονος τότε Αζάια δεν άργησε πολύ να γίνει η μεγάλη ατραξιόν και το μικροσκοπικό ανθρωπάκι που στις ανάπαυλες των ημιχρόνων ψυχαγωγούσε με τις ικανότητές του το κοινό της ομάδας. Με ένα μπλουζάκι, το οποίο το πατούσε σχεδόν, έκανε κόλπα με την μπάλα όπου μάγευαν τους θεατές. Όσο μεγάλωνε, όλο και περισσότερη ώρα περνούσε στα γήπεδα της γειτονιάς του, μαζί με τον άλλο του αδελφό, Χένρι, ο οποίος ήταν τότε από τα ταλέντα της περιοχής και όπως παραδέχθηκε ο Αζάια, έμαθε πολλά κόλπα από αυτόν. Οι ατελείωτες ώρες στο γήπεδο δεν ήταν απλά ένας τρόπος για να περάσει όμορφα, αλλά ήταν κυρίως μια ενασχόληση που τον βοηθούσε να ξεχάσει την πείνα του, να μείνει μακριά από τη βία των δρόμων και τις συμμορίες, όπου δεν θα είχε καμία τύχη με την κοψιά του να επιβιώσει.
Δεν ήταν ο πρώτος Τόμας που επιλέχθηκε από το ΝΒΑ!
Η οικογένεια διαπίστωσε ότι το μπάσκετ και ενδεχόμενη επαγγελματική καριέρα στο ΝΒΑ θα τη βοηθούσε να ξεπεράσει τα δεινά της, θα της έδινε τη δυνατότητα να μετακομίσει σε μια ασφαλέστερη γειτονιά και από την απόλυτη φτώχεια θα μπορούσε να ζήσει αξιοπρεπή ζωή. Όμως για όσους θελήσουν να προτρέξουν, δεν ήταν ο Αζάια ο πρώτος Τόμας που είχε την ευκαιρία να αγωνιστεί στο ΝΒΑ. Αντίθετα ο μεγάλος του αδελφός, ο Λάρι, ήταν αυτός ο οποίος κλήθηκε από τους Σικάγο Μπουλς να συμμετάσχει στα δοκιμαστικά τους. Αλλά για μία ακόμα φορά η μοίρα τούς έπαιξε άσχημο παιχνίδι, αφού ο Λάρι γύρισε τον αστράγαλό του και έχασε τη μοναδική του ευκαιρία. Σειρά πήρε ο Χένρι, ο οποίος είχε επίσης την ευκαιρία του να δοκιμαστεί στο ΝΒΑ, αλλά τη σπατάλησε αφού πιάστηκε να έχει κάνει χρήση ναρκωτικών. Μετά τη δεύτερη σερί αποτυχία, όλες τις ελπίδες της η οικογένεια τις είχε εναποθέσει στον μικρό Αζάια.
Όλοι έπεσαν πάνω του και ειδικά τα δύο του αδέλφια που είχαν χάσει τις δικές τους ευκαιρίες. Μάλιστα ο Λάρι ανέλαβε και τον ρόλο του προσωπικού του προπονητή, πηγαίνοντάς τον καθημερινά στο ανοιχτό γήπεδο της γειτονιάς τους με το τσιμεντένιο τερέν, όπου τον έβαζε ατελείωτες ώρες να κάνει ασκήσεις δεξιοτήτων και να επιχειρεί άπειρα σουτ προκειμένου να βελτιωθεί. Μάλιστα στην αρχή και στο τέλος κάθε προπόνησης φρόντιζε να τον συμβουλεύει να μένει μακριά από τις συμμορίες και τους τσακωμούς και πως έπρεπε να κυνηγήσει το όνειρο, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για την οικογένειά του προκειμένου να βρει διέξοδο.
Το πρώτο βήμα.. ο ρατσισμός και οι επιπλέον θυσίες
Ο Τόμας ακολούθησε τη συμβουλή του αδελφού του, έμεινε μακριά από τα προβλήματα και δούλεψε σκληρά. Έφτασε στην 8η τάξη του Γυμνασίου, όπου ως παίκτης της ομάδας του σχολείου του έκανε πράγματα και θαύματα μέσα στο παρκέ. Σύντομα τράβηξε την προσοχή του προπονητή του Σεντ Τζόσεφ, Τζιν Πινγκατόρε, ο οποίος μάλιστα αν δεν ήταν αυτός για να εξασφαλίσει χρηματική βοήθεια για τον Τόμας προκειμένου να μετακομίσει στο σχολείο του, ίσως η εξέλιξη και η πορεία του στη συνέχεια να μην ήταν αυτή που ξέρουμε σήμερα.
Για την οικογένεια το να φοιτά ο Αζάια στα προάστια της πόλης ήταν ένα ακόμα πρόβλημα. Η νέα αυτή πρόκληση δεν είχε μόνο θετικά και οι δυσκολίες ήταν και πάλι πολλές. Την εποχή εκείνη ένα μαύρο παιδί σε ένα σχολείο όπου η συντριπτική πλειονότητα ήταν λευκοί μαθητές, φαντάζεται κανείς τι είχε να αντιμετωπίσει. Οι φραστικές και όχι μόνο επιθέσεις και όλα τα συναφή θα μπορούσαν να τον λυγίσουν. Αλλά αυτός είχε κάνει το πρώτο μεγάλο βήμα και είχε μάθει να επιβιώνει σε πολύ χειρότερες συνθήκες. Ακόμα και το γεγονός ότι ήταν αναγκασμένος να σηκώνεται καθημερινά στις 05.30 το πρωί για να πάρει το λεωφορείο για μιάμιση ώρα και στη συνέχεια να έχει ποδαρόδρομο περίπου 45 λεπτών για να φτάσει στο σχολείο δεν τον έκανε ποτέ να βαρυγκωμήσει· ήξερε ότι και αυτή του η θυσία γινόταν για να επιτευχθεί ένας μεγαλύτερος στόχος. Το μόνο που τον ένοιαζε πλέον, ήταν να τον προσέξουν για τις ικανότητές του στο μπάσκετ. Η ώρα αυτή δεν άργησε να έρθει και πώς θα αργούσε άλλωστε όταν σκόραρε 40άρες στα παιχνίδια της σχολικής ομάδας από την πρώτη κιόλας χρονιά. Ήταν ο παίκτης που οδήγησε το Σεντ Τζόσεφ σε ρεκόρ 57-5 και το οδήγησε στη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα του Ιλινόις.
Standing ovation στο πέρασμά του και το δίλημμα
Η συνέχεια ήταν εύκολοτερη. Κολέγια από όλα τα μήκη και τα πλάτη των ΗΠΑ έτρεξαν να παρακολουθήσουν από κοντά τα παιχνίδια του και να τον προσεγγίσουν προκειμένου να τα προτιμήσει. Ο ίδιος όμως επέλεξε την Ιντιάνα του Μπόμπι Νάιτ. Ο Τόμας δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν μόλις 1,85 σε ύψος, αλλά όσο μπόι τού έλειπε φρόντιζε να το αντισταθμίζει με τις ικανότητές του στο χειρισμό της μπάλας και με την ικανότητα που είχε να σουτάρει υπό δύσκολες συνθήκες. Τη χρονιά του ως ρούκι οδήγησε την Ιντιάνα σε 21-8 ρεκόρ και ήταν ο πρώτος σκόρερ της (423 πόντοι), ο πρώτος σε ασίστ (152 ασίστ) και είχε και 62 κλεψίματα. Μπήκε στην καλύτερη δεκάδα του πρωταθλήματος και έγινε ο πρώτος πρωτοετής που το κατάφερε. Μάλιστα, παράλληλα με τα κατορθώματά του μέσα στο παρκέ αυξανόταν και η δημοτικότητά του στην Ιντιάνα και είναι χαρακτηριστικό ότι οι συμμαθητές του τον υποδέχονταν με standing ovation όταν έμπαινε στην τάξη για να παρακολουθήσει μάθημα, τη μέρα που ακολουθούσε ύστερα από παιχνίδι.
Η φήμη του άρχισε να απλώνεται σταδιακά και έξω από τα σύνορα της πολιτείας. Το 1981 όταν πήρε με την Ιντιάνα τον τίτλο του NCAA, επικρατώντας με 63-50 στο 5ο παιχνίδι της σειράς με τη Νορθ Καρολάινα έχοντας σκοράρει 23 πόντους, έγινε εξώφυλλο στο Sports Illustrated. Τότε ήταν που βρέθηκε και μπροστά στο μεγάλο δίλημμα. Να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τις σπουδές του ή να επιχειρήσει το άλμα στο ΝΒΑ και να πάρει τη μητέρα του και τα αδέρφια του μακριά από το γκέτο. Τελικά η οικογένεια επικράτησε της δικής του επιθυμίας και το 1981 επιλέχθηκε στα ντραφτ από τους Ντιτρόιτ Πίστονς, με ετήσιες απολαβές στις 400.000 δολάρια το χρόνο, όπου μαζί με τα μπόνους θα έφταναν κοντά στο ένα εκατομμύριο. Το πρώτο πράγμα που έκανε μετά τις υπογραφές ήταν να αγοράσει στη μητέρα του ένα σπίτι στα προάστια, η οποία όμως έβαλε τον γιο της να της υποσχεθεί ότι θα αποφοιτήσει από το κολέγιο. Ο Τόμας της το υποσχέθηκε και μάλιστα κράτησε την υπόσχεση του, αφού παρακολουθούσε τα μαθήματα κατά τη διάρκεια της διακοπής του ΝΒΑ και κατάφερε να πάρει πτυχίο στο ποινικό δίκαιο το 1987.
Η γέννηση των Bad Boys και οι κλεμμένες σαμπάνιες
Ο Τόμας έφερε την αναγέννηση στο Ντιτρόιτ και από την ανυποληψία το έβγαλε στον αφρό. Ο Αζάια ήταν έξυπνο παιδί, ήξερε ότι οι Πίστονς ήθελαν ένα νέο πρόσωπο το οποίο θα μπορούσε να τους εμπνεύσει και να τους κάνει ανταγωνιστικούς. Τα επόμενα χρόνια, από ομάδα λούζερ, οι Πίστονς έγιναν τα Bad Boys (Κακά Παιδιά) του ΝΒΑ. Η αλήθεια είναι ότι η όλη ιστορία ήταν ένα τρικ του Τόμας. Με το χαρακτήρα της σκληρής ομάδας, βελτιώθηκε παράλληλα και το παιχνίδι της και είχε και την ευκαιρία να επιλέξει και καλύτερους παίκτες, όπως για παράδειγμα τον Ντένις Ρόντμαν το 1986. Το Ντιτρόιτ κατάφερε μέσα σε λιγότερο από επτά χρόνια, από την αφάνεια να φτάσει μέχρι τους τελικούς κόντρα στους Λέικερς του Μάτζικ Τζόνσον.
Στη σειρά των τελικών της σεζόν 1987-88 προηγήθηκε με 3-2 και απείχε μόνο μία νίκη από τον τίτλο. Στο 6ο παιχνίδι των τελικών, στο ημίχρονο το Ντιτρόιτ ήταν πίσω στο σκορ με 53-46, ο Τόμας βγήκε πρώτος από τη φυσούνα του γηπέδου με μάτι που γυάλιζε και αποφασισμένος να αναστρέψει την εις βάρος κατάσταση της ομάδας του. Με 14 σερί προσωπικούς πόντους, έβαλε και πάλι την ομάδα του για τα καλά στη διεκδίκηση της νίκης, αλλά σε εκείνο το σημείο υπέστη βαρύ διάστρεμμα. Κατευθύνθηκε προς τον πάγκο όπου έμεινε μόνο 35 δευτερόλεπτα και στη συνέχεια ζήτησε επίμονα από τον προπονητή του να μπει και πάλι στο παιχνίδι, κάτι που έγινε και παρά τους πόνους σκόραρε άλλους 11 πόντους. Με τους 25 αυτούς πόντους που πέτυχε σε εκείνη την 3η περίοδο έκανε ρεκόρ ΝΒΑ, αφού κανένας άλλος παίκτης δεν είχε πετύχει περισσότερους πόντους σε μία περίοδο σε παιχνίδι τελικών ΝΒΑ. Ολοκλήρωσε το παιχνίδι με 43 πόντους συνολικά στο ενεργητικό του, αλλά δεν ήταν αρκετοί για να δώσουν τη νίκη στην ομάδα του. Οι Λέικερς επικράτησαν με 103-102 και ισοφάρισαν τη σειρά σε 3-3.
Στο τελευταίο παιχνίδι που θα έκρινε και τον τίτλο του πρωταθλητή, ο Τόμας έσφιξε και πάλι τα δόντια, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του, αλλά και πάλι δεν ήταν αρκετό· η ομάδα του έχασε με 108-105, αλλά το Ντιτρόιτ ακόμα φωνάζει ότι αδικήθηκε από τους διαιτητές με ένα αυστηρό φάουλ που δόθηκε στον Μπιλ Λαμπρίρ και έστειλε τους Λέικερς στις βολές, όπου ευστόχησαν και πήραν τη νίκη. Οι φήμες μάλιστα λένε ότι ο Τόμας μαζί με τον Λαμπίρ μετά το τέλος εκείνου του παιχνιδιού, μπήκαν κρυφά στα αποδυτήρια των Λέικερς και έκλεψαν όλες τις σαμπάνιες και στη συνέχεια τις ήπιαν μαζί με τους συμπαίκτες τους και λούστηκαν με αυτές, θεωρώντας ότι ο τίτλος τούς άξιζε περισσότερο από τους Λέικερς. Ο Αζάια παρά την αποτυχία της ομάδας του, είχε μπει για τα καλά στη συνείδηση του ΝΒΑ ως ο παίκτης που θα κατακτούσε σύντομα τον τίτλο. Το ταλέντο του και η αποφασιστικότητά του δεν τίθεντο υπό αμφισβήτηση από κανέναν.
Η ώρα του τίτλου και της δικαίωσης
Τη σεζόν 1988-89 οι Πίστονς είχαν ρεκόρ 63-19, πέρασαν όποιον βρήκαν μπροστά τους στα πλέι οφ και στον τελικό βρέθηκαν και πάλι μπροστά στους Λέικερς. Το Ντιτρόιτ ήταν πιο αποφασισμένο από ποτέ, ήθελε τη ρεβάνς και την εκδίκησή του για τους περσινούς χαμένους τελικούς. Κάτι που συνέβη τελικά. Το αξιοσημείωτο είναι ότι παρά τον τίτλο εκείνη τη σεζόν κανένας παίκτης του Ντιτρόιτ δεν συμεπριλήφθηκε στην All-NBA ομάδα.
Τα «Κακά παιδιά» και την επόμενη χρονιά, 1989-1990, με τον αέρα του πρωταθλητή πλέον, ολοκλήρωσαν την κανονική περίοδο με 59-23 ρεκόρ, πέρασαν τα πλέι οφ και έφτασαν στους τελικούς. Αυτή τη φορά βρήκαν μπροστά τους τους Πόρτλαντ Τρέιλ Μπλέιζερς. Ο Τόμας ήταν εξαιρετικός στο πρώτο παιχνίδι της σειράς, με 12 δικούς του πόντους στα τελευταία επτά λεπτά της αναμέτρησης έδωσε τη νίκη στην ομάδα του με 105-99. Στο τέταρτο ματς της σειράς είχε 22 πόντους στην 3η περίοδο, το Ντιτρόιτ επικράτησε τελικά και κατέκτησε για δεύτερη σερί σεζόν το πρωτάθλημα. Όπως ήταν φυσικό ο Τόμας κέρδισε τον τίτλο του MVP των τελικών.
Άδοξο τέλος και ένα αντίο που μετάνιωσε
Η ομάδα των «Κακών Παιδιών» ήταν δημιούργημα του Τόμας. Αυτή ομάδα έκλεισε τον κύκλο της τη σεζόν 1993-94, τη χρονιά δηλαδή που αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Ο Αζάια πλέον είχε μεγαλώσει, αγωνίστηκε εκείνη τη σεζόν στο 12ο All-Star game της καριέρας του, αλλά το Ντιτρόιτ ήταν στη «δύση» του. Έκανε τραγική κανονική περίοδο με 20-62 ρεκόρ. Ο Τόμας στο τελευταίο εντός έδρας παιχνίδι της ομάδας του για τη σεζόν, έπαθε ζημιά στον αχίλλειο τένοντα. Οι φήμες οργίαζαν ότι το Ντιτρόιτ ήθελε να τον ανταλλάξει στη Νέα Υόρκη και να πάρει το νούμερο 1 στα ντραφτ της επόμενης χρονιάς. Ο ίδιος δεν μπορούσε τη δεδομένη χρονική στιγμή να φανταστεί τον εαυτό του να αγωνίζεται με τη φανέλα άλλης ομάδας και ανακοίνωσε την απόσυρσή του από την ενεργό δράση. Αυτό που τον στενοχώρησε περισσότερο από όλα είναι ότι άφησε το Ντιτρόιτ στο σημείο που το βρήκε. Αργότερα στο βιβλίο του παραδέχθηκε ότι μετάνιωσε για την απόφασή του να εγκαταλείψει τα παρκέ εκείνη τη σεζόν. «Εύχομαι να το είχα σκεφτεί περισσότερο… Νομίζω ότι είχα ακόμα μπάσκετ μέσα μου, δεν το είχα καταλάβει τότε. Δεν θα ήταν άσχημο να κερδίζω ένα δύο πρωταθλήματα με τους Νικς και μετά να κρεμούσα τα παπούτσια μου. Θα μου άρεσε περισσότερο αυτό το τέλος» έγραψε σε τρεις γραμμές προς το τέλος του βιβλίου.
Το τραγούδι «Motor City Bad Boys» και οι Jordan Rules
Για όσους ήταν αρκετά μεγάλοι εκείνα τα χρόνια για να παρακολουθούν αγώνες του ΝΒΑ, θα θυμούνται ότι το Ντιτρόιτ έγραψε στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές της δεκαετίας του ’90 τη δική του χρυσή σελίδα στην ιστορία του ΝΒΑ και ο Τόμας ήταν αυτός ο οποίος συνέβαλε στα μέγιστα για να γίνει αυτό. Ήταν ο αρχηγός της ομάδας σε όλους τους τομείς. Στις ΗΠΑ εκείνη την εποχή όποιος δεν ήταν φίλαθλος του Ντιτρόιτ μισούσε το τραγούδι «Motor City Bad Boys». Αλλά όποιος το άκουγε του ερχόταν αμέσως στο μυαλό και ήξερε ότι ήταν για το Ντιτρόιτ. Οι Πίστονς έπαιζαν την πιο επιθετική άμυνα, ήταν η πιο σκληρή και η πιο μαχητική ομάδα που είχε εμφανιστεί ποτέ στο ΝΒΑ. Προκειμένου να τιμήσει τον τίτλο που με τόσο κόπο είχε αποκτήσει, κανένας αντίπαλος παίκτης δεν ήταν ασφαλής απέναντί του όταν ένιωθε ότι τον απειλούσε. Ούτε ο Μπάρκλεϊ ούτε ο Μπερντ ούτε ο Μάτζικ Τζόνσον και φυσικά ούτε και ο Τζόρνταν.
Ειδικά για τον τελευταίο, ο προπονητής των Πίστονς Τσακ Ντάλι έδωσε όρκο τιμής ότι όσο είναι στην ομάδα, δεν θα επιτρέψει ποτέ ξανά στον Τζόρνταν να γευτεί τη χαρά της νίκης απέναντί του. Τότε έβγαλε το περίφημο «Jordan Rules». Ουσιαστικά όμως ο κανόνας ήταν ένας και απλός. Με οποιοδήποτε τρόπο, θεμιτό ή μη να μην του επιτρέπουν να σκοράρει. Ίσως μάλιστα είναι η μοναδική ομάδα που δημιούργησε τόσα προβλήματα και έβαλε τόσους άλυτους γρίφους στον θρυλικό Air Mike. Το Ντιτρόιτ έριξε από το θρόνο, τόσο τους Λέικερς όσο και τη Βοστόνη, που κυριαρχούσαν τη δεκαετία του ’80 στο ΝΒΑ, έχοντας κερδίσει οι δυο τους όλα τα πρωταθλήματα από το 1980 έως το 1988. Ο Τόμας και η παρέα των «Κακών Παιδιών» του Ντιτρόιτ, με τους δύο σερί τίτλους τις επόμενες χρονιές, έφερε πίσω και τις δύο ομάδες. Χρειάστηκε μάλιστα να περάσουν 12 χρόνια για να πάρει κάποια από τις δύο και πάλι το πρωτάθλημα, αφού μετά το Ντιτρόιτ ήρθε η σειρά του Σικάγο του Τζόρνταν να κυριαρχήσει.
Σκληρή άμυνα αλλά όχι κατενάτσιο, λένε οι αριθμοί
Προς αποκατάσταση της αλήθειας και με αφορμή την αναφορά μας στον Τόμας, η ομάδα εκείνη του Ντιτρόιτ δεν ήταν αντιαισθητική μπασκετικά και δεν έπαιζε μόνο ξύλο και σκληρή άμυνα. Το αντίθετο μάλιστα, ήταν και πολύ παραγωγική και πολύ επιθετική. Εδώ είναι καμιά φορά που διαπιστώνουμε ότι ένας χαρακτηρισμός ή ένα προσωνύμιο που δίνεται, όπως το «Bad Boys» σε εκείνη τη φουρνιά παικτών του Ντιτρόιτ, στο πέρασμα των χρόνων μπορεί να αλλοιώσει την πραγματική εικόνα και να αδικήσει μια ομάδα η οποία έφτασε σε τρεις σερί τελικούς, κέρδισε τους δύο και δικαιούται ακόμα και σήμερα να φωνάζει ότι την αδίκησαν τη σεζόν 1987-88.
Οι Πίστονς την σεζόν 1989-90 που πήραν τον τίτλο κόντρα στους Λέικερς είχαν 49,4% στα σουτ εντός πεδιάς και μέσο όρο 106,6 πόντους ανά παιχνίδι, ενώ δέχονταν 100,8 π. μέσο όρο ανά παιχνίδι όπου αποτελούσε την δεύτερη καλύτερη άμυνα στο ΝΒΑ. Την επόμενη σεζόν, 1989-90, είχαν 104,3 πόντους μέσο όρο και δέχονταν 98,3 π. μέσο όρο, που εκείνη την σεζόν ήταν η καλύτερη αμυντική επίδοση στην λίγκα.
Το Ντιτρόιτ εκείνης της εποχής είναι από τις ελάχιστες ομάδες στην ιστορία του ΝΒΑ που είχαν στο ρόστερ τους τρεις εξαιρετικούς σκόρερ. Όχι σουτέρ αλλά σκόρερ - όσοι ασχολούνται με το μπάσκετ μπορούν και να αντιληφθούν τη διαφορά. Ο ένας φυσικά ήταν ο Αζάια Τόμας, ο άλλος ήταν ο Ντούμαρς και ο τρίτος ήταν ο Βίνι Τζόνσον, ο οποίος είχε το παρατσούκλι «The Microwave» (Μικροκύματα).
Το συμπέρασμα είναι ότι εκείνο το Ντιτρόιτ μπορεί να είναι η πρώτη ομάδα στο ΝΒΑ που κράτησε αντιπάλους κάτω από τους 100 πόντους, μπορεί να είναι η πιο σκληρή και αντιαθλητική που εμφανίστηκε, αλλά παράλληλα ήταν και αρκετά παραγωγική. Η σκληράδα του έβγαζε και επιθετική γοητεία· ήταν εποχές που το δυναμικό μπάσκετ και η άμυνα δεν συνεπάγονταν κατενάτσιο και αποκρουστικό θέαμα. Αποτέλεσε πραγματική σχολή για το ΝΒΑ, ασχέτως αν καμία ομάδα δεν μπόρεσε να τους μιμηθεί μέχρι σήμερα παρότι προσπάθησαν πολλές.
Αυτοί ήταν οι Bad Boys
Ο Τσακ Ντάλι ο προπονητής. Πριν αναλάβει αυτός το τιμόνι της ομάδας, οι Πίστονς δεν είχαν καταφέρει ποτέ να κάνουν δύο σερί χρονιές με θετικό ρεκόρ στην κανονική περίοδο. Με αυτόν όχι μόνο το πέτυχαν, αλλά μπόρεσαν να κατακτήσουν δύο σερί τίτλους και να φτάσουν σε τρεις συνεχόμενους τελικούς. Το έργο του αναγνωρίστηκε και τιμήθηκε από τις ΗΠΑ, αφού ήταν ο προπονητής της Ολυμπιακής ομάδας του 1992 των ΗΠΑ που πήρε το χρυσό μετάλλιο.
Αζάια Τόμας ο αρχηγός και αυτός που πέρα από την τρομερή του συνεισφορά μέσα στο παρκέ, έχτισε μαζί με τον προπονητή την ομάδα. Ο Τόμας ήταν αυτός που έφερε στο Ντιτρόιτ τον φίλο του από το Σικάγο, Μαρκ Αγκουίρε, με τους Πίστονς να δίνουν σαν αντάλλαγμα τον Άντριαν Ντάντλεϊ στους Ντάλας Μάβερικς. Μάλιστα ο Ντάντλεϊ δυσαρεστήθηκε τόσο πολύ, που στο πρώτο του παιχνίδι ως αντίπαλος του Τόμας πήγε κοντά του και του ψιθύρισε στο αυτί. «Όσο είμαι ζωντανός δεν πρόκειται ποτέ να σου συγχωρήσω αυτό που μου έκανες.». Ο Τόμας παραμένει ο πρώτος στην ιστορία του Ντιτρόιτ σε πόντους (18,822), σε ασίστ (9,061), κλεψίματα (1,861) και σε συμμετοχές (979).
Μπιλ Λαμπρίρ, ίσως ο παίκτης που έχουν μισήσει περισσότερο από κάθε άλλο οι αντίπαλοί του στο ΝΒΑ, αλλά και ένας από τους πλέον αγαπημένους του φίλαθλου κοινού του Ντιτρόιτ. Χωρίς αμφιβολία από τους πιο σκληρούς και τους πιο βρόμικους παίκτες που έχουν περάσει από το ΝΒΑ. Πραγματικά φτιαγμένος από ατσάλι, από το 1980 μέχρι το 1990 είχε χάσει μόνο δύο αναμετρήσεις της ομάδας του και αυτές εξαιτίας τιμωρίας και όχι λόγω τραυματισμού. Αγωνίστηκε σε 685 συνεχόμενα παιχνίδια, πήρε μέρος σε τέσσερα All-Star Games, είναι ο 5ος σκόρερ στην ιστορία του Ντιτρόιτ και από το 1982 έως το 1990 είχε μαζέψει περισσότερα αμυντικά ριμπάουντ από οποιονδήποτε άλλο παίκτη στο ΝΒΑ.
Τζόε Ντούμαρς, το πιο ήσυχο παιδί ίσως των «Κακών Παιδιών» και ίσως η μοναδική «παραφωνία» στην εξωτερική τους εικόνα. Αλλά αγωνιστικά ταίριαζε γάντι. Θεωρήθηκε ως ένας από τους πιο αδικημένους παίκτες αφού βρέθηκε σε μια ομάδα με παίκτες πρωταγωνιστές και με τεράστιους «εγωισμούς», όπως των Λαμπίρς και Μαχόρν. Η δικαίωσή του ήρθε το 1990 όταν επιλέχθηκε να αγωνιστεί στο All-Star με τη φανέλα της Ανατολής, ενώ λίγο νωρίτερα στους τελικούς του 1989 είχε ψηφιστεί MVP με 27,3 πόντους μέσο όρο. Κρίμα που είχε ακουστεί για ελληνικούς συλλόγους και δεν μπορέσαμε να τον θαυμάσουμε στα γήπεδά μας.
Βίνι Τζόνσον, από τους πιο παραγωγικούς παίκτες του Ντιτρόιτ, στον οποίο ο Ντάνι Έιντζ είχε δώσει το παρατσούκλι «The Microwave», γιατί ήταν γκαρντ που ζεσταινόταν πολύ γρήγορα στο παρκέ ερχόμενος από τον πάγκο και άρχιζε να σκοράρει αμέσως. Ίσως ο καλύτερος έκτος παίκτης που έχει υπάρξει. Όλοι θυμούνται το νικηφόρο καλάθι του στο 5ο παιχνίδι της σειράς των τελικών με το Πόρτλαντ το 1990, όπου το ταμπλό έγραφε 90-90 και απέμεναν 7 δευτερόλεπτα όταν πήρε την μπάλα και σούταρε, φτάνοντας αργά και βασανιστικά στο καλάθι των Μπλέιζερς· ο ήχος που έκανε το διχτάκι είναι ίσως από τους πιο γλυκούς που έχουν ακούσει ποτέ οι οπαδοί των Πίστονς.
Μαρκ Αγκουίρε, ο παίκτης ο οποίος ήταν μερικές φορές από τους καλύτερους, αλλά και με τις λιγότερες συμπάθειες τόσο στους συμπαίκτες του όσο και στους φίλους της ομάδας. Όταν μετακόμισε από το Ντάλας στο Ντιτρόιτ, με τους φίλους των Μάβερικς να πανηγυρίζουν που απαλλάχθηκαν από αυτόν, σε δείπνο της νέας του ομάδας, οι παλιοί και ειδικά ο Λαμπίρ φρόντισαν να τον βάλουν στη θέση του και να του δώσουν να καταλάβει ότι για να έχει θέσει σε αυτή θα πρέπει να συμμορφωθεί με τους κανόνες της. Ευτυχώς για τον ίδιο, πήρε το μήνυμα και ήταν από τους βασικούς συντελεστές για τον τίτλο του 1989.
Τζέιμς Έντουαρντς, ακολούθησε τον προπονητή του Τσακ Ντάλι και τον συμπαίκτη του Μπιλ Λαμπρίρ για τρεις σεζόν στους Κλίβελαντ Καβαλίερς, στο Ντιτρόιτ και δεν το μετάνιωσε καθόλου. Από τότε που αποκτήθηκε, οι Πίστονς κατάφεραν να φτάσουν σε τρεις τελικούς και είχαν βρει έναν παίκτη με μεγάλο κορμί που μπορούσε να σκοράρει πολύ εύκολα. Το παρατσούκλι του ήταν «Βούδας».
Ρικ Μαχόρν, ίσως το πιο κακό παιδί από την ομάδα των «Κακών Παδιών» του Ντιτρόιτ. Ο πιο σκληρός παίκτης τόσο μέσα στο παρκέ όσο και εκτός αυτού. Είχε μακράν τη χειρότερη σχέση από όλους τους συμπαίκτες του με τα media και ήταν πρωταγωνιστής στους μεγαλύτερους καβγάδες και στις κοκορομαχίες με τους αντιπάλους.
Ντένις Ρόντμαν, το παρατσούκλι του «Worm» που σημαίνει σκουλήκι. Αν και ποτέ δεν έπαιξε μπάσκετ σε σχολική ομάδα, επελέγη στο νούμερο 27 των ντραφτ του 1986 και υπό τις οδηγίες του Τσακ Ντάλι κέρδισε δύο συνεχόμενες φορές τον τίτλο του καλύτερου αμυντικού της χρονιάς και πολλές περισσότερες τον τίτλο του καλύτερου ριμπάουντερ του πρωταθλήματος.
Τζον Σάλεϊ η «αράχνη», με τα μακριά πόδια και χέρια, έγινε ο πρώτος στην ιστορία του Ντιτρόιτ σε κοψίματα. Η φανέλα του με το νούμερο 22 αποσύρθηκε αργότερα ως ένδειξη αναγνώρισης της συνεισφοράς του. Με το που έγινε μέλος των Πίστονς έγινε και κολλητός φίλος του Ντάντλεϊ, ο οποίος ήταν λάτρης της καλής διατροφής, της εκγύμνασης και της προπόνησης. Μάλιστα τον αποκαλούσε δάσκαλό του. Κολλητός του φίλος ήταν και ο ηθοποιός Έντι Μέρφι, με τον οποίο μάλιστα δεν δίστασε να κάνει κοινές εμφανίσεις στις περιόδους των διακοπών σε κόμεντι κλαμπς. Τον θυμόμαστε επίσης από το πέρασμά του στην Ελλάδα με τη φανέλα του Παναθηναϊκού.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.