Μόνο εσύ ρε Ζοζέ!

Πώς το είπε προχθές ο σύντροφος Πεπ; «Δεν μπορείς να είσαι συνεχώς στην κορυφή, αλλά είναι η αλήθεια ότι πρόκειται για την πρώτη φορά που βρισκόμαστε κάτω από κάποιον στη βαθμολογία. Αυτό μπορεί να συμβεί».
Όχι, τις λέξεις «Real Madrid» δεν τις ξεστόμισε. «Γνωρίζουμε ότι έχουμε έναν πολύ δυνατό αντίπαλο, αλλά είμαστε έτοιμοι να προσπαθήσουμε να τους ξεπεράσουμε. Για να γίνει αυτό όμως πρέπει να βελτιωθούμε. Σε άλλη περίπτωση δεν θα μπορέσουμε να τους φτάσουμε. Είμαστε σε ένα καλό επίπεδο αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να βρισκόμαστε στην πρώτη θέση της βαθμολογίας. Θα προσπαθήσουμε μέχρι και την τελευταία ημέρα.
Δεν ξέρω αν αυτό είναι αρκετό αλλά ξέρω ότι θα το παλέψουμε» ήταν τα λόγια ενός υπέροχου (όπως μου έχει περιγράψει πρώην συνεργάτης του στην Μπρέσια) ανθρώπου, ενός προπονητή που έχει ήδη γράψει ιστορία, παρουσιάζοντας μια ομάδα η οποία κατάφερε να μπει στη λίστα των κορυφαίων όλων των εποχών, δίπλα στην Μπάγερν της εξαετίας ’71-76’, τη Λίβερπουλ της δεκαετίας ΄76-’85, την Ρεάλ Μαδρίτης της οκταετίας ’53-’60, τον Αγιαξ της οκταετίας ’65-’73 (αυτές θεωρούνται από τους σημαντικότερους ξένους αναλυτές οι ομάδες που άλλαξαν από εποχή σε εποχή το ποδόσφαιρο μαζί με την τωρινή Μπάρτσα), ή αν θέλετε και την καταπληκτική Μίλαν των Ολλανδών και την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Αλεξ τη δεκαετία 1999-2008.
Δεν ξέρω αν έρχεται το τέλος της παντοκρατορίας της Μπαρτσελόνα. Οι κουβέντες του Πεπ αναδύουν ανησυχία, ίσως και φόβο. Πολλοί εκτιμούν ότι αυτή η Μπάρτσα θα «τελειώσει» όταν φύγει ο Γκουαρντιόλα, άλλοι πως δεν θα βρει ποτέ ξανά τη χημεία της αν φύγει ένας εκ των Τσάβι, Ινιέστα, Μέσι. Διαφωνώ. Είναι τόσο βαριά η σφραγίδα που έχει μπει ποδοσφαιρικά σ΄ αυτή την ομάδα, είναι τόσο βαρύ το ISO στην υπέροχη ταυτότητά της, που αποκλείεται να σβηστεί ή να ξεθωριάσει με την απώλεια ενός μέλους της. Εκτός κι αν αυτός είναι (όχι ο Γκοαυρντιόλα, αλλά) ο Μέσι. Επειδή, όμως, ο κατ’ εμέ καλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών (ταχύτητα, δύναμη, αντοχή, ντρίμπλα, γκολ, πάσα, οξύνοια) δεν θα φύγει τα επόμενα χρόνια από την πρωταθλήτρια Ευρώπης, το θέμα για την Μπαρτσελόνα και συνολικά για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο δεν είναι αυτό.
Το θέμα είναι ότι πλέον υπάρχει απέναντί της μια ομάδα εξίσου θεαματική (με διαφορετικό στυλ, συμφωνούμε), η οποία έχει πετύχει (μετά και το χθεσινό Μπαρτσελόνα – Ράγιο Βαγιεκάνο 4-0) τέσσερα γκολ περισσότερα με ένα ματς λιγότερο, έχει εδραιωθεί στην κορυφή, έχει σχεδόν εκμηδενίσει την χαώδη απόσταση που την χώριζε από τους Καταλανούς πριν από δύο χρόνια. Ναι, η Ρεάλ είναι εδώ! Ελκυστική, όχι βαρετή, ούτε «βρώμικη». Και το οφείλει μόνο σε έναν. Αυτόν τον αντιπαθητικό στην πλειονότητα των φιλάθλων προπονηταρά, ο οποίος σε όλες τις ομάδες του (Πόρτο, Τσέλσι) τα κατάφερε πολύ καλύτερα τον δεύτερο χρόνο.
Ο Ζοσέ Μουρίνιο έχει αδικήσει τον Ζοσέ Μουρίνιο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν έξοχο επιστήμονα του ποδοσφαίρου, όχι για έναν αλαζόνα κάφρο. Πρόκειται για τον μοναδικό ο οποίος κατάφερε να σπάσει την κυριαρχία και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (με την Πόρτο και με την Τσέλσι) και της Μπαρτσελόνα. Είναι ο μοναδικός που της πήρε τους μοναδικούς τίτλους που έχασε τα τρία τελευταία χρόνια: ένα Τσάμπιονς Λιγκ και ένα… κυπελλάκι. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει και εφέτος. Ξέρω όμως, ότι καμία Μπάγερν, καμία Τσέλσι, καμία Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν μπορεί να διεκδικήσει από την Μπάρτσα εφέτος το Τσάμπιονς Λιγκ . Μόνο εκείνος! Προσωπικά θα το ήθελα για την «ποικιλία». Η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα έχτισε τον μύθο της, ο οποίος δεν θα καταρρεύσει ακόμη κι αν χάσει ένα πρωτάθλημα ή μια ευρωπαϊκή κούπα. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, όλα θα αποκτήσουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Πώς θα «αντιδράσει» η Μπάρτσα; Θα μείνει ο Πεπ; Θα κάνει μεταγραφές; Θα μείνουν όλοι στην Βαρκελώνη; Θα προσελκύσει την «αφρόκρεμα» των παικτών η Ρεάλ; Μήπως αρχίσει δική της δυναστεία γιατί έχει μικρό μέσο όρο ηλικίας; Θα χτίσει ολοκληρωτικά τη δική της ταυτότητα, το δικό της στυλ; Ωραία ερωτήματα για το ποδόσφαιρο, το οποίο μπορεί να πάει ακόμη παραπέρα, να εξελιχθεί ακόμη περισσότερο, να «βασανίσει» προπονητές, γυμναστές, αναλυτές, παίκτες, γιατρούς, για ακόμη πιο δύσκολα, σύνθετα, τέλεια, χάρη μόνο σε αυτόν τον ανταγωνισμό των δύο κορυφαίων ισπανικών ομάδων.
Υ.Γ: Προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Ως παιδί των 80’s εξακολουθεί να με εξιτάρει περισσότερο το αγγλικό πρωτάθλημα, το οποίο θεωρούσα ανέκαθεν το δυσκολότερο, το πιο απαιτητικό, το πιο καθαρό και πιο συναρπαστικό, αυτό στο οποίο όλοι μπορούν να νικήσουν όλους. Όχι το αγγλικό ποδόσφαιρο. Το αγγλικό πρωτάθλημα! Ποτέ δεν συμπάθησα την εθνική Αγγλίας, αν και μου άρεσαν μεμονωμένα πολλοί παικταράδες της. Ανέκαθεν γούσταρα την εθνική Γερμανίας (λίγο ταλέντο- πολλή προσπάθεια πάντα εκτός από το Μουντιάλ του ’90 και… τώρα) και παραμένω… στις χαρές και τις λύπες μαζί. Ποτέ δεν ήμουν λάτρης του ισπανικού πρωταθλήματος. Και ανήκω και σε μια πολύ «κλειστή» κάστα Ελλήνων φιλάθλων που δεν είναι ταυτόχρονα Μπαρτσελόνα, Μάντσεστερ, Μπάγερν και Μίλαν ή Ρεάλ, Γιούβε, Λίβερπουλ και δεν ξέρω τι άλλο (από Π.Σ.Ζ και Μπορντό μέχρι Σέλτικ, Ομόνοια, Ερυθρό Αστέρα, Αντερλεχτ και… Μπενφίκα).
Αγαπάω και θα αγαπάω πάντα πρώτα Λίβερπουλ και μετά Τότεναμ. Μ’ αυτές μεγάλωσα. Τίποτα άλλο. Και από Ισπανία η «αδυναμία» λέγεται Λα Κορούνια, γιατί εκεί στα τέλη των 90’s είδα live στο «Ριαθόρ» από μια «επαρχιακή» ισπανική ομάδα το ωραιότερο ποδόσφαιρο που είχα παρακολουθήσει ως τότε στη ζωή μου με το οποίο η ομάδα έφτασε να αγγίξει και την κούπα πέντε χρόνια αργότερα, όταν μια διαιτητική απόφαση στη ρεβάνς και ο… Ζοζέ μας απέκλεισαν από τον τελικό. Με αντίπαλο τη Μονακό δεν το έχανα…
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.