Στον πόλεμο με σκαρπίνια
Από το ξεκίνημα, κιόλας, του Eurobasket, παρατήρησα ένα πρόβλημα που ξεχάστηκε με την αντεπίθεση του τελευταίου επταημέρου, αλλά επέστρεψε αδυσώπητο και καταδίκασε την Εθνική μας σε αποκλεισμό από τα ημιτελικά.
Η ελληνική ομάδα είχε φαιά ουσία, είχε καρδιά, αλλά της έλειπαν τα πόδια.
Οι Ρώσοι εντόπισαν την αχίλλειο πτέρνα της και χτύπησαν στο ψαχνό, όταν οι δικοί μας έμοιαζαν κυρίαρχοι του παιχνιδιού.
Όσο προχωρούσε το μοιραίο ματς, η μία ομάδα κατέρρεε και η άλλη πετούσε σαν να βρισκόταν ακόμη στο πρώτο ημίχρονο.
Οι παίκτες του Μπαζάρεβιτς δεν είναι ιδιαίτερα αθλητικοί ούτε ιδιαίτερα εκρηκτικοί. Ούτε δα ξεχειλίζουν από ταλέντο.
Ήρθαν όμως στην Κωνσταντινούπολη άρτια προετοιμασμένοι και αποτίναξαν από πάνω τους το αιώνιο κλισέ, που θέλει τους Ρώσους ανεύθυνους ή και τεμπέληδες.
Η Εθνική μας έπαιξε τόσο καλά, που βρέθηκε να προηγείται με +13 και αργότερα με +12, απέναντι σε αντίπαλο λίγο ως πολύ ισοδύναμο.
Προδόθηκε, όμως, από το εξαρχής μισοάδειο ρεζερβουάρ της. Για να το πω διαφορετικά, ήταν σήμερα μία καταπληκτική ομάδα των 25 λεπτών.
Σε αυτό το διάστημα, έμοιαζε ικανή να χτυπήσει ακόμα και το χρυσό μετάλλιο. Έπειτα, παρέδωσε το πνεύμα και κινήθηκε με μοναδικό καύσιμο τις αναθυμιάσεις.
Το επί μέρους 22-38 που ακολούθησε μάλλον εκείνη κολακεύει, παρά τους θριαμβευτές.
Τα πρώτα ορατά σημάδια κόπωσης εμφανίστηκαν λίγο πριν το τέλος της γ’ περιόδου, όταν η Εθνική μας αγκομαχούσε να περάσει τη σέντρα απέναντι στην ευέλικτη (χωρίς τον «δεινόσαυρο» Μαζγκόφ) πεντάδα των Ρώσων και καλά καλά δεν μπορούσε να σηκώσει τα χέρια.
Ο Μπουρούσης έχασε ανενόχλητος δύο βολές και ένα λέι-απ, ο Καλάθης σούταρε αίρμπολ από τα 7 μέτρα, ο Σλούκας και ο Πρίντεζης έδωσαν πάσες σε αντίπαλο, ο Πρίντεζης σπατάλησε και ένα «πεταχτάρι» δίχως πίεση.
Όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε ένα τρίλεπτο και έφεραν το ματς από το 49-39 στο 51-51.
Ο Κώστας Μίσσας αποφάσισε ότι η ομάδα έπρεπε να ζήσει ή να πεθάνει με τους πέντε έμπειρους και είμαι βέβαιος ότι θα κληθεί να απολογηθεί ξανά και ξανά για αυτή την επιλογή του, αφού η ομάδα παρέδωσε το πνεύμα με την ίδια συνταγή που την έβγαλε ασπροπρόσωπη στα δύο προηγούμενα ματς.
Τα 36 λεπτά του Καλάθη και τα 37,5 του Παπανικολάου δικαιολογούνται από την απόδοσή τους, αλλά ο Σλούκας των 35:49 ένιωθε από νωρίς τα πόδια του βαριά και οι Πρίντεζης-Μπουρούσης δεν βρίσκονται σε ηλικία που να αντέχει 33-34 λεπτά υψηλής έντασης, ανεξαρτήτως απόδοσης και απαιτήσεων.
Αλλά και πώς να ποντάρει ο προπονητής στους παγκίτες, όταν αυτοί τον διαψεύδουν στην πράξη; Το ομολόγησε και ο ίδιος στη συνέντευξη Τύπου και έχει απόλυτο δίκαιο.
Ο Παππάς πρόλαβε να γράψει -9 σε ένα πεντάλεπτο, ο τύποις βασικός Παπαγιάννης -10 σε ένα εξάλεπτο, ο Μάντζαρης -8 σε ένα τετράλεπτο.
Αν το rotation της ομάδας θύμιζε μάλλον 1987 παρά 2005, αυτό οφείλεται εν πολλοίς στην αρνητική εμφάνιση των παικτών που κλήθηκαν να το υποστηρίξουν.
Αλήθεια, θυμάστε ότι κάτι ανάλογο επιχείρησε ο Καζλάουσκας στο μοναδικό νοκ-άουτ παιχνίδι που έδωσε η Εθνική μας το 2010 στο ίδιο γήπεδο;
Εκείνος βέβαια είχε -και αχρήστευσε- εφεδρείες επιπέδου Τσαρτσαρή και Πρίντεζη. Δεν υπάρχει σύγκριση. Και τέλος πάντων, ας τον αφήσουμε στην ησυχία του.
Εάν πρέπει να μιλήσουμε για τον Μίσσα, που δεν το θεωρώ ιδιαίτερα δίκαιο αφού ο άνθρωπος έκανε ό,τι μπορούσε και άλλωστε παρουσίασε ένα σχέδιο που δούλεψε τέλεια όσο η ομάδα είχε δυνάμεις, θα έλεγα ότι περισσότερο ξάφνιασε το άτολμο κοουτσάρισμα, σε επίπεδο μάλλον σχημάτων παρά προσώπων.
Οι Ρώσοι γύρισαν το παιχνίδι με στοχευμένη πίεση απέναντι στους Έλληνες περιφερειακούς, αλλά δεν είδαμε ούτε για μία στιγμή πεντάδα με τρεις κοντούς, ούτε αποτολμήθηκε small ball π.χ. με τον Αντετοκούνμπο ή τον Αγραβάνη δίπλα σε Πρίντεζη όταν οι Ρώσοι έπαιζαν δίχως σέντερ.
Η ατολμία του πάγκου έκανε την Εθνική μας πιο προβλέψιμη και πιο ευάλωτη, όχι μόνο στις διαθέσεις του αντιπάλου, αλλά και στην κόπωση.
Όσο τα πόδια βάραιναν, το μυαλό θόλωνε.
Από το 23ο λεπτό (σκορ 43-36) μέχρι τα τελευταία δευτερόλεπτα του αγώνα, η Εθνική μέτρησε 0/9 τρίποντα, 7/14 βολές ενώ οι άλλοι δεν έχαναν ούτε μισή, -5 ριμπάουντ, 8 λάθη και μόλις 23 πόντους, ενώ στο πρώτο ημίχρονο ήταν να την πιεις στο ποτήρι και να τη μπερδέψεις με σαμπάνια.
Το έχει αυτό το κακό η σαμπάνια, ξινίζει γρήγορα και εύκολα.
Όταν ο εκρηκτικός αλλά παρορμητικός Σβεντ ένιωσε τη συσσωρευμένη κούραση των προσωπικών του αντιπάλων, οι οποίοι αρχικά τον έκαναν να μοιάζει παρλιακό παιχτάκι της σειράς, άναψε τα τούρμπο και γέμισε το ελληνικό καλάθι με 22 πόντους, από την ανάπαυλα και μετά.
Στο τέλος βέβαια παρασύρθηκε και βοήθησε περισσότερο τη δική μας ομάδα, αλλά εκείνη δεν μπορούσε, όσο και αν ήθελε.
Τα δύο πιο κρίσιμα σουτ, στο 66-68, έγιναν χωρίς να κυκλοφορήσει η μπάλα και με χαμηλές πιθανότητες επιτυχίας. Αν βέβαια έμπαινε το ένα, είτε το πρώτο, του Σλούκα, είτε το δεύτερο, του Καλάθη, μπορεί και να κερδίζαμε. Αλλά θα ήταν μία μικρή κλοπή.
Τα έφερε έτσι η μοίρα, ώστε να πετύχει το πιο κρίσιμο καλάθι ένας λιπόσαρκος ρολίστας, ο Χβοστόφ, που μοιάζει σαν απομεινάρι από την εποχή του υπαρκτού σοσιαλισμού, με τα 75 κιλά του.
Η ελληνική άμυνα υποχρέωσε τον Φρίτζον σε δύο απανωτά σουτ της πυρκαγιάς, φιλοδώρησε τον Μαζγκόφ με μία τάπα που φώναζε «θέλω» (Μπουρούσης), αλλά έχασε τον κοντοπίθαρο την πιο κρίσιμη στιγμή, στα 44 δευτερόλεπτα.
Όταν οι Ρώσοι ξέφυγαν με 4 πόντους, ξαναβρήκαν τη, χαμένη για λίγο, αυτοκυριαρχία τους και κράτησαν αποστάσεις.
Ειδάλλως, θα υπήρχε ελπίς. Ένα ρημαδοτρίποντο μπορεί να βάλει κάποιος και από το κρεβάτι του πόνου, που λέει ο λόγος.
Τα της μεθεπόμενης ημέρας θα τα αναλύσουμε όταν πουν δίκαιοι και άδικοι το μακρύ τους και το κοντό τους και κοπάσει ο κουρνιαχτός, δηλαδή τη μεθεπόμενη μέρα.
Προς το παρόν, θα μου επιτρέψετε να γίνω αυστηρός και να γράψω ότι φέτος, σε αντίθεση με το 2015 ή με το 2016, η ομάδα απέτυχε.
Αγωνιστικά μπορεί να έφτασε πιο μακριά από εκεί που περιμέναμε (εγώ την είχα για τις θέσεις 9-16), αλλά δεν είναι μόνο αυτό.
Απέτυχε, επειδή μετέτρεψε την προετοιμασία για το Eurobasket σε απέραντο τρελοκομείο.
Αντί να αφοσιωθεί στην προπόνηση και να γίνει ομάδα ώστε να καμουφλάρει τις αδυναμίες της, σπατάλησε τις μέρες της με ίντριγκες, μπουνοκλωτσιές, ζηλοφθονίες και σκανδαλάκια.
Και δεν εξαιρώ κανέναν από την ευθύνη, ούτε καν τον ουρανοκατέβατο στο πόστο Μίσσα, τον μοναδικό που ξάπλωσε το κεφάλι του στον ντορβά.
Ένα ψάρι μπορεί να βρωμάει από το κεφάλι, αλλά η μυρωδιά εξαπλώνεται εύκολα μέχρι την άλλη άκρη αν δεν υπάρχουν αντισώματα.
Η έλλειψη φυσικών δυνάμεων δεν είναι βέβαια τυχαίο γεγονός ούτε εγγενής αδυναμία των παικτών.
Οφείλεται στο γενικότερο κλίμα αδιαφορίας, το οποίο πότισε και τις κρίσιμες ώρες της δουλειάς. Το ματς με τη Ρωσία δεν χάθηκε χθες, αλλά τον Αύγουστο.
«Επιτέλους, μία καλή προπόνηση», έλεγε κάποιος στο Ελσίνκι, την παραμονή του τουρνουά. Επαναλαμβάνω, την παραμονή του τουρνουά.
Πάλι καλά, λοιπόν, που μας έμεινε στο τραπέζι η νίκη επί της Λιθουανίας και τα 3 εκτυφλωτικά ημίχρονα του Σινάν Ερντέμ, για να έχουμε να θυμόμαστε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, εάν η ομάδα εμφανιζόταν εδώ συγκεντρωμένη, πλήρης και πανέτοιμη.
Γιατί δηλαδή το ματς ήταν ευκαιρία για εμάς και δεν ήταν ευκαιρία για τους Ρώσους, που ήρθαν στην Πόλη πλήρεις και φορτσάτοι, για να συναντήσουν μία Ελλάδα σκορπισμένη και ελλιπή;
Όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, το πλασάρισμα στις θέσεις 5-8 είναι το περισσότερο που μπορούσαμε να περιμένουμε.
Και μπράβο στους παίκτες και στους προπονητές, που ανασκουμπώθηκαν και παρέδωσαν ένα κάποιο αποτέλεσμα μέσα από συνθήκες χαοτικές.
Το 47-36 του 25ου λεπτού μας έκανε να μονολογούμε ότι η πρόκριση στα ημιτελικά ήταν «τόσο κοντά», αλλά αν απομακρυνθούμε λίγο για να δούμε τη συνολική εικόνα θα συμφωνήσουμε ότι στην πραγματικότητα ήταν «τόσο μακριά».
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.