Εύκολο να ανησυχείς, δύσκολο να πιστεύεις…

Εύκολο να ανησυχείς, δύσκολο να πιστεύεις…

Μιχάλης Τσόχος Μιχάλης Τσόχος
Εύκολο να ανησυχείς, δύσκολο να πιστεύεις…
Ο Μιχάλης Τσόχος γράφει για το «φαινόμενο» Μπαρτζώκας στον ελληνικό αθλητισμό. Εκείνος λέει «περιμένετε να μας δείτε όλους μαζί και θα δείτε μια καλή ομάδα…», το ερώτημα είναι ποιος προτιμά να περιμένει από το να κριτικάρει στην Ελλάδα.

Παρακολουθώ το «φαινόμενο» Μπαρτζώκας εδώ και αρκετό καιρό, για την ακρίβεια χρόνια πολλά, όχι ασφαλώς με το μάτι του ειδικού, ούτε φυσικά του γνώστη, αλλά με αυτό του παρατηρητή. Μοιάζει σχεδόν σαν ένα αθλητικό πείραμα για τον τόπο μας.

Δεν υπερβάλω ούτε κάνω πλάκα. Νομίζω ότι κάποιο (εδώ θα φτάσω στην υπερβολή για να συνεννοηθούμε καλύτερα) αόρατο χέρι, έφερε στο προσκήνιο του ομαδικού αθλητισμού στη χώρα μας αυτόν τον τύπο για να δοκιμαστεί σε όλες τις εκφάνσεις του το μοντέλο «προπονητής της κερκίδας» που ανθεί σε τούτη δω την γωνιά της Ευρώπης περισσότερο από κάθε άλλη γωνιά του κόσμου.

Το «φαινόμενο» Μπαρτζώκας

Το φαινόμενο Μπαρτζώκας λοιπόν δεν είναι τωρινό, είναι ετών. Εμφανίστηκε απότομα και ξαφνικά στο προσκήνιο, ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά, μέχρι την κορυφή και όταν έφτασε εκεί, αμφισβητήθηκε περισσότερο από τον καθένα.

Ο Μπαρτζώκας ανέλαβε τον Ολυμπιακό μετά από επιτυχημένα περάσματα ως πρώτος προπονητής σε Ολύμπια Λάρισας, Μαρούσι και Πανιώνιο. Δεν το έγραψα σωστά. Ο Μπαρτζώκας δεν ανέλαβε απλώς τον Ολυμπιακό το 2012, αλλά τον πρωταθλητή Ευρώπης Ολυμπιακό, ο οποίος λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχε κατακτήσει την Ευρωλίγκα και διαδέχτηκε τον τεράστιο και αείμνηστο Ντούσαν Ιβκοβιτς.

Συνήθως, για να μην γράψω σχεδόν πάντα, οι προπονητές που στον ομαδικό αθλητισμό διαδέχονται μύθους του αθλήματος στον πάγκο και μάλιστα στη στιγμή της απόλυτης επιτυχίας «καίγονται» αμέσως. Συνήθως κάπως έτσι καταστρέφονται καριέρες. Ο Μπαρτζώκας δεν το σκέφτηκε έτσι. Μάλλον όπως ο ίδιος μου έχει πει σε μία παλιότερη συζήτησή μας, δεν το σκέφτηκε καθόλου. «Τι να σκεφτώ; Με καλούσε ο Ολυμπιακός να τον αναλάβω, δεν είχα να σκεφτώ κάτι…».

Ο Μπαρτζώκας στην πρώτη του θητεία στον Ολυμπιακό

Εκείνη, η σε πρώτη ανάγνωση, ευλογημένη μέρα για τον κόουτς Μπαρτζώκα, έμελλε να είναι ένας σχεδόν εφιάλτης αμφισβήτησης για τον ίδιο για μπόλικους μήνες. Από την ημέρα που ανακοινώθηκε η πρόσληψή του, από εκείνο το πρώτο λεπτό, γιγαντώθηκε και η αμφισβήτηση προς το πρόσωπό του. «Who the f…k is Bartzokas» ήταν το αρχικό σχόλιο και ακολούθησαν χιλιάδες αντίστοιχα που είχαν να κάνουν με τον διάδοχο του Ιβκοβιτς. Κάθε ματς στην αρχή εκείνης της σεζόν ήταν μία αφορμή για ένα μίνι και κάποιες φορές, καθολικό συλλαλητήριο σε βάρος του, από τους ίδιους τους οπαδούς του Ολυμπιακού. Δεν περίμεναν καν να χάσει ένα ματς, έφτανε να είναι πίσω στο σκορ, στην πρώτη περίοδο ή το ημίχρονο για να τον αποδοκιμάζουν ή και να τον βρίζουν οι οπαδοί της δικής του ομάδας. Αν νομίζετε ότι υπάρχει έστω και ίχνος υπερβολής σε ό,τι γράφω ρωτήστε την σύζυγό του και την κόρη του, οι οποίες μετά από ένα από τα πρώτα παιχνίδια του στο ΣΕΦ, δεν ξαναπάτησαν στο γήπεδο διότι δεν άντεχαν να καθυβρίζουν τον άνθρωπό τους οι οπαδοί της αγαπημένης του ομάδας.

«Πληρώνομαι για να φταίω»

Ο Μπαρτζώκας δεν άντεξε απλώς, αλλά θριάμβευσε! Το τέλος εκείνης της πρώτης σεζόν τον βρήκε πρωταθλητή Ευρώπης, ο Ολυμπιακός έκανε το back to back και ο ίδιος έγραψε ιστορία και έγινε ο πρώτος Ελληνας προπονητής που κατέκτησε την Ευρωλίγκα. Θα πίστευε κανείς ότι αυτή θα ήταν μία ιστορία παραμυθιού που δεν θα είχε άλλους δράκους. Νομίζετε. Τότε γεννήθηκαν ακόμη περισσότεροι δράκοι. Η λατρεία κράτησε λίγο. Μόλις ήπιαν όλοι το νέκταρ μιας αδιανόητης επιτυχίας, λες και ήπιαν το νερό της λησμονιάς, την ξέχασαν κιόλας.

Η επόμενη σεζόν ήταν ξανά δύσκολη για τον θριαμβευτή της προηγούμενης. Για κάθε ήττα έφταιγε πάντα αυτός. Ο ίδιος το έχει φιλοσοφήσει βαθιά. Μου το είπε κάποια στιγμή τόσο πεζά και ωμά που με σόκαρε. «Πληρώνομαι για να φταίω, το ξέρω και έχω συμβιβαστεί με αυτό…». Και την επόμενη σεζόν λοιπόν σε κάθε ήττα έφταιγε κι’ αν η ήττα δε ήταν από τον Παναθηναϊκό, τόσο το καλύτερο για τους αμφισβητίες του. Αντεξε έναν χρόνο, στο πρώτο ντέρμπι της μεθεπόμενης σεζόν (ήττα από τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ) συνέβη ό,τι συνέβη (μία νύχτα ντροπής για τον Ολυμπιακό για να το πούμε με το όνομά της) στο πάρκινγκ του ΣΕΦ και ο Μπαρτζώκας έφυγε κυνηγημένος. Για την ακρίβεια παραιτήθηκε διότι δεν άντεχε άλλο…

Ο ίδιος έχει πει ότι έκανε μήνες για να ξαναδεί τον αγαπημένο του Ολυμπιακό, μετά από εκείνο το βράδυ. Παλιά ιστορία και δεν χρειάζεται να την σκαλίζει κανείς περισσότερο, την αναφέρω για να δείξω πόσο μοναδικό «φαινόμενο» είναι αυτό του Μπαρτζώκα στον ελληνικό αθλητισμό.

Μια μπασκετική ιδιοφυΐα

Ο κόουτς βρήκε τον δρόμο του. Για την ακρίβεια έγινε αυτό που είναι σήμερα, ο καλύτερος προπονητής στην Ευρώπη, σε ξένα μέρη, πριν επιστρέψει ξανά στα δικά μας. Ο «who the f…k is Bartzokas» είχε γίνει πρωταθλητής Ευρώπης πλέον και ήταν πασίγνωστος. Ο κόουτς Μπαρτζώκας λοιπόν αποφάσισε να κάνει το επόμενο βήμα του με την «who the f…k is Λοκομοτίβ Κουμπάν». Εκεί έγινε αυτό που είναι σήμερα, όταν πήρε μία άγνωστη και ασήμαντη ομάδα της Ρωσίας και την έκανε μία από τις καλύτερες ομάδες στην Ευρώπη φτιάχνοντάς την ο ίδιος από το μηδέν.

Ο Μπαρτζώκας στον πάγκο της Λοκομοτίβ Κουμπάν

Εκεί κατάλαβαν όλοι, πιθανόν ακόμη και ο ίδιος, ότι δεν ήταν ο προπονητής που πήρε την ομάδα του Ιβκοβιτς και απλώς την οδήγησε ξανά στην κορυφή της Ευρώπης, αλλά μία μπασκετική ιδιοφυΐα. Ακολούθησαν πολλά και γνωστά ως που φτάσαμε στην επιστροφή στον Ολυμπιακό, στα δύο φάιναλ φορ, στο νταμπλ, στη δόξα, στην αποθέωση, στο (ποιος να το φανταζόταν για προπονητή του Ολυμπιακού σε οποιοδήποτε ομαδικό σπορ) «ο κόουτς ξέρει…» και την τυφλή εμπιστοσύνη με κλειστά μάτια. Ο Μπαρτζώκας κόντεψε να γίνει ότι πιο κοντά σε ιερή αγελάδα έχουμε δει στον ομαδικό αθλητισμό στη χώρα μας.

Και από εκεί φτάσαμε στο σήμερα, στο σήμερα κυριολεκτικά. Το ο «κόουτς ξέρει» ισχύει σε γενικές γραμμές ακόμη, αλλά δίπλα έχει αρχίσει να μπαίνει και το «μήπως ο κόουτς κάνει λάθος;». Και αυτό το δεύτερο θα μεγαλώνει έχεις την αίσθηση μετά από κάθε ήττα, τώρα στην αρχή της σεζόν. Και εδώ είναι που ως παρατηρητής έχω την μεγάλη απορία να δω την εξέλιξη αυτής της ιστορίας.

Ο ίδιος ο Μπαρτζώκας ζητά λίγη υπομονή. «Περιμένετε να μας δείτε όλους μαζί και τότε θα δείτε μία καλή ομάδα» λέει γεμάτος σιγουριά. Το ερώτημα είναι πόσο καλή κόουτς; Τόσο καλή που το κοινό θα είναι ήσυχο και θα συνεχίζει να στηρίζει αυτή την ομάδα. Και αλήθεια ποιος είναι αυτός που κρίνει το «καλή ομάδα», εκτός από τον ίδιο τον κόουτς. Θα είναι μία καλή ομάδα ο φετινός Ολυμπιακός αν δεν πάει στο F4 στα μάτια του κόσμου; Θα συνεχίζει σε αυτή την περίπτωση να στηρίζει τον προπονητή και να πιστεύει ότι ο «κόουτς ξέρει…», θα φτάσει στο σημείο να τον αμφισβητήσει έντονα ή ακόμη και να ζητήσει την απομάκρυνσή του αν ο Παναθηναϊκός του πάρει το πρωτάθλημα;

«Ο κόουτς ξέρει» μόνο όταν κερδίζει;

Το φαινόμενο Μπαρτζώκας μοιάζει αλλά δεν είναι μία σαπουνόπερα που κρατά το ενδιαφέρον του κόσμου αμείωτο για πάνω από μία δεκαετία. Μοιάζει, αλλά δεν είναι ένα ριάλιτι επιβίωσης που χτυπάει κόκκινο στα νούμερα τηλεθέασης για πάνω από δέκα χρόνια. Το φαινόμενο Μπαρτζώκας είναι ένα πείραμα στην ιστορία του ομαδικού αθλητισμού στην Ελλάδα. Προφανώς και θα ήθελα να τα καταφέρει ξανά και να δικαιωθεί, αλλά ως παρατηρητής θα έχω την απορία να δω πόσο ένα απαιτητικό κοινό, στα όρια της παράνοιας απαιτητικό κοινό, όπως αυτό του Ολυμπιακού, θα στηρίζει αυτόν τον προπονητή. Θα μπορέσει να γίνει ο Μπαρτζώκας ο πρώτος Ελληνας προπονητής που δεν θα αμφισβητηθεί ακόμη και σε μία χρονιά που δεν θα τα καταφέρει; Θα μπορέσει να αλλάξει το συλλογισμό του Ελληνα οπαδού και την κουλτούρα του και το dna του, ώστε να τον στηρίξει ακόμη κι’ αν δεν τα καταφέρει φέτος; Ακόμη κι’ αν δεν οδηγήσει τον Ολυμπιακό στο F4 για μία ακόμη χρονιά, ακόμη κι’ αν χάσει στο τέλος το πρωτάθλημα από τον Παναθηναϊκό. Η μήπως τελικά το «ο κόουτς ξέρει…» ισχύει για όσο ο κόουτς κερδίζει;

Του εύχομαι πραγματικά να πετύχει και να μην χρειαστεί να μάθουμε την απάντηση στο ερώτημα «κι’ αν δεν τα καταφέρει…». Ακόμη περισσότερο εύχομαι όμως, όχι τόσο στον ίδιο, όσο στον ομαδικό αθλητισμό της χώρας μας και στην κουλτούρα του Ελληνα οπαδού, αν δεν τα καταφέρει και τελικά το ερχόμενο καλοκαίρι δεν τον βρει ούτε πρωταθλητή Ευρώπης, ούτε πρωταθλητή Ελλάδας, το κοινό να εξακολουθεί να υποστηρίζει στη συντριπτική πλειοψηφία του ότι «ο κόουτς ξέρει…».

Αν ο κόουτς Μπαρτζώκας καταφέρει να γίνει ο πρώτος που θα αλλάξει νοοτροπίες δεκάδων ετών, αν καταφέρει να πείσει τον Ελληνα οπαδό ότι μπορεί να υπάρξει και μία χρονιά που δεν θα έχει επιτυχίες και τρόπαια, δεν συμβαίνει κάτι και δεν αλλάζει κάτι, στα μάτια μου θα είναι σαν να έχει σηκώσει τρεις Ευρωλίγκες ταυτόχρονα.

Υ.Γ. Και επειδή κάποιος μπορεί να με κατηγορήσει ότι υπεκφεύγω σε σχέση με το ερώτημα αν ο κόουτς όντως ξέρει, ας απαντήσω. Δεν έχω αμφιβολία ότι ο Ολυμπιακός και φέτος θα είναι καλή ομάδα. Ισως όχι τόσο καλή όσο πέρυσι, αλλά σίγουρα καλή. Το αν θα φτάσει σε τίτλους, σε διακρίσεις, ακόμη και για την καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη κανείς δεν μπορεί να το απαντήσει τον Οκτώβριο…

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Μιχάλης Τσόχος
Μιχάλης Τσόχος

Ο Μιχάλης Τσόχος γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε πιστεύοντας ότι θα γίνει ψυχολόγος. Τελικά η ψυχολογία… γλίτωσε, όχι όμως και η δημοσιογραφία με την οποία ασχολείται επαγγελματικά για 25 χρόνια. Ξεκίνησε από τις εφημερίδες, τις οποίες θεωρεί ακόμη και σήμερα το μοναδικό πραγματικό σχολείο της δημοσιογραφίας και το ραδιόφωνο, το οποίο παραμένει η μεγάλη αγάπη του. Εργάστηκε στο «ΦΩΣ», στο «Βήμα», ενώ υπήρξε αρχισυντάκτης του Sportime και διευθυντής της SportDay. Η πρώτη του δουλειά ήταν ο Bwin ΣΠΟΡ FM, ενώ στο διαδίκτυο παραμένει πιστός στο gazzetta για πάνω από μία δεκαετία. Πέραν όλων των άλλων, τον… αντέχει και η τηλεόραση για πάνω από 10 χρόνια (Cosmote TV) και ο ίδιος αντέχει την ίδια γυναίκα που παντρεύτηκε πριν από 20 χρόνια (ήρωας είμαι!!!). Όλα τα παραπάνω τα… αντέχουν υπομονετικά οι δύο κόρες του.