Το... αυθεντικό «Zisis the end»

Σταύρος Σουντουλίδης Σταύρος Σουντουλίδης
Το... αυθεντικό «Zisis the end»

bet365

Ο ΠΑΟΚ ετοιμάζεται να υποδεχθεί σήμερα στην Τούμπα το Λεβαδειακό και ο Σταύρος Σουντουλίδης θυμάται ένα παιχνίδι, προ δεκαετίας, την ίδια μέρα, που αποτέλεσε το «αντίο» του Ζήση Βρύζα.

Ηταν δεύτερη ημέρα του 2008, πριν δέκα χρόνια, όταν η ΠAE ΠΑΟΚ με ανακοίνωσή της γνωστοποιούσε την απόφαση του Ζήση Βρύζα να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, ύστερα από δεκαέξι χρόνια επαγγελματικής καριέρας, να βγάλει από πάνω του το κοντό παντελονάκι του ποδοσφαιριστή και να να βάλει το κοστούμι του τεχνικού διευθυντή.

Η απόφαση είχε παρθεί μέσα στα Χριστούγεννα, σ’ ένα από τα πολλά «τετ α τετ» εκείνης της εποχής με τον πρόεδρο της ΠΑΕ και πρώην συμπαίκτη στον ΠΑΟΚ και στην εθνική ομάδα, Θόδωρο Ζαγοράκη, έχοντας την σύμφωνη γνώμη του Φερνάντο Σάντος. Ο «μίστερ» δεν είχε κανένα πρόβλημα να τοποθετηθεί δίπλα του και ουσιαστικά η τριανδρία ξεκινάει το «χτίσιμο» της ομάδας, που για μια τριετία θα λατρευτεί από την (απαιτητική) Τούμπα και θα αποτελεί, ακόμη και σήμερα, σημείο αναφοράς.

«Αποφάσισα να σταματήσω την ποδοσφαιρική μου καριέρα. Ενημέρωσα τον Πρόεδρο και τον Προπονητή για την απόφαση που πήρα και έγινε απόλυτα σεβαστή. Από κοινού αποφασίσαμε ο τελευταίος μου αγώνας να είναι αυτός απέναντι στην ΑΕΛ, στην Τούμπα. Ευχαριστώ όλους τους προπονητές και τους συμπαίκτες με τους οποίους συνεργάστηκα στον ΠΑΟΚ, την Ξάνθη, την Περούτζια, την Φιορεντίνα, την Τορίνο, τη Θέλτα και την Εθνική Ομάδα. Μα πιο πολύ ευχαριστώ τον κόσμο του ΠΑΟΚ που με έκανε να δεθώ τόσο πολύ με αυτόν το Σύλλογο και τους Έλληνες φιλάθλους που μου δείχνουν με κάθε ευκαιρία την εκτίμησή τους», εξηγούσε σε γραπτή δήλωσή του.

Προτού αναλάβει τα καθήκοντά του τεχνικού διευθυντή της «ασπρόμαυρης» ΠΑΕ ο Βρύζας ήθελε να αγωνιστεί για μια τελευταία φορά, με το παιχνίδι στις 6 Ιανουαρίου του 2008 εναντίον της Λάρισας να είναι το πρώτο μετά τη διακοπή του πρωταθλήματος.

 

Ο Σάντος δεν του χάλασε το χατήρι, παρότι ο «Δικέφαλος» καιγόταν για τους βαθμούς της νίκης και το ματς απέναντι στους «βυσσινί» του Γιώργου Δώνη ήταν κρίσιμο. Ένα γρήγορο γκολ (15’) έβαλε τον ΠΑΟΚ μπροστά στο σκορ, οι φιλοξενούμενοι έμειναν με δέκα παίκτες μετά την αποβολή του Γιώργου Φωτάκη (72’) και στο 81ο λεπτό ο Βρύζας σηκώθηκε από τον πάγκο και στάθηκε στη γραμμή.

Η φωτεινή ταμπέλα έδειξε για τελευταία φορά το νούμερο «15» και ο Καβαλιώτης ποδοσφαιριστής πέρασε στον αγωνιστικό χώρο στη θέση του σκόρερ της αναμέτρησης, Λάζαρου Χριστοδουλόπουλου. Το ματς έληξε με νίκη (1-0) του ΠΑΟΚ, ο κόσμος χειροκρότησε τον Ζήση Βρύζα, που την επόμενη μέρα νωρίς νωρίς βρέθηκε στα γραφεία της Τούμπα και έπιασε δουλειά ως τεχνικός διευθυντής.

Έκτοτε, η διαδρομή του γεννημένου πριν από 44 χρόνια στο Χρυσοχώρι Καβάλας, είχε πολλές «στάσεις» στο κομμάτι της εκτός γηπέδων καριέρας, με πολλές αλλαγές και διαφορετικά πόστα. Τεχνικός διευθυντής, πρόεδρος ΠΑΕ ΠΑΟΚ, αντιπρόεδρος και τεχνικός διευθυντής. Βοηθός προπονητής στην Εθνική Ελλάδας. Τεχνικός διευθυντής και αντιπρόεδρος. Πρόεδρος της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, αργότερα μέλος του Δ.Σ. και ξανά τεχνικός διευθυντής. Τεχνικός διευθυντής στην ΠΑΕ Βέροια. Και σήμερα επικεφαλής της διεύθυνσης αγωνιστικού της ΕΠΟ.

Η μεταγραφή στον ΠΑΟΚ

Κατά σύμπτωση η Λάρισα ήταν η πρώτη ομάδα και η τελευταία ομάδα, που αντιμετώπισε ο Ζήσης Βρύζας, καθώς το ντεμπούτο του στην Α’ Εθνική, με τη φανέλα της Ξάνθης, έγινε στις 9 Φεβρουαρίου του 1992. Η ομάδα της Θράκης ηττήθηκε με 2-0 και ύστερα από τεσσεράμισι χρόνια ήρθε η μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ.

Το ημερολόγιο έδειχνε «30 Μαΐου 1996» όταν ο Γιώργος Μπατατούδης, που ακόμη δεν έχει αποκτήσει το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, κάνει το «κόλπο γκρόσο». Συμφωνεί σ’ όλα με τον Χρήστο Πανόπουλο και καλεί στην Αθήνα τον Ζήση Βρύζα, ένα από τα πιο «καυτά» ονόματα εκείνης της περιόδου στο ελληνικό ποδόσφαιρο, για να κλείσει η μεταγραφή.

Σκοπός του «Μπάτμαν» ήταν να κάνει… δώρο τον 22χρονο, τότε, Ελληνα επιθετικό στο «Δικέφαλο». Και το έκανε αφού πρώτα κατέβαλλε «ζεστά - ζεστά» 450.000.000 δραχμές στην Ξάνθη και στον ποδοσφαιριστή πάνω από 75 εκατομμύρια δραχμές το χρόνο για πενταετές συμβόλαιο. Οι υπογραφές «έπεσαν» στα γραφεία της ΒΙΑΜΑΡ στην Αθήνα, εκεί όπου βρέθηκαν Μπατατούδης και Καλύβας. Κάποια στιγμή ο Μπατατούδης αποχώρησε και όλοι κατάλαβαν ότι η μεταγραφή είχε τελειώσει. «Ευχαριστούμε την Ξάνθη και τον κ. Πανόπουλο, που αποδέχθηκαν την πρόταση μας αν και είχαν καλύτερες προσφορές. Από σήμερα η Ξάνθη είναι αδερφό σωματείο με τον ΠΑΟΚ», δηλώνει αποχωρώντας από τα γραφεία ο τότε πρόεδρος της ΠΑΕ, Γιώργος Καλύβας.

Οι ΠΑΟΚτσήδες τρελαίνονται και… βουλιάζουν το αεροδρόμιο της Μίκρας στην υποδοχή του Βρύζα, ο οποίος απορημένος κοιτάζει αμίλητος τις αντιδράσεις του κόσμου στο αεροδρόμιο, αλλά και στην Τούμπα, όπου είχε στηθεί πάρτι!

«Τρελάθηκα με το λαό του ΠΑΟΚ. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι μπορούν να γίνουν τέτοια πράγματα για έναν ποδοσφαιριστή», δηλώνει ο Βρύζας και ντύνεται στα ασπρόμαυρα καθιστώντας τότε τη μεταγραφή του ως την ακριβότερη στην ιστορία του «Δικεφάλου».

Η πρώτη περίοδος του στα ασπρόμαυρα ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2000 (152 συμ., 26 γκολ) όταν μετά από ένα φιλικό στην Τούμπα με την Περούτζια, η ιταλική ομάδα καταθέτει πρόταση και τον αγοράζει από τον ΠΑΟΚ.

Σίγουρα το γκολ του στο «Χάιμπουρι» θα σημαδεύει για πάντα το πρώτο του πέρασμα από την Τούμπα. Ένα γκολ που κανείς ΠΑΟΚτσής δεν πρόκειται να ξεχάσει, όσα χρόνια κι αν περάσουν.

Η καριέρα στο εξωτερικό

«Δεν ήξερα που θα έπαιζα ή αν θα έπαιζα ποτέ στο εξωτερικό, αλλά πάντα ήθελα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου εκτός Ελλάδας», έλεγε ως ποδοσφαιριστής της Περούτζια. Αν δεν υπήρχαν τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, ο Γιώργος Μπατατούδης δεν θα παραχωρούσε ποτέ τον Βρύζα με το ποσό των περίπου 130 εκατομμυρίων το οποίο εισέπραξε. «Δεν ξέρω αν έχει συναινέσει το σύμπαν ή όχι. Απλώς χαίρομαι που είχα την ευκαιρία να αγωνιστώ στο Καμπιονάτο. Το πιο δυνατό πρωτάθλημα στον κόσμο», δήλωνε πριν από δεκαεπτά χρόνια.

Το ενδιαφέρον των μεγάλων ομάδων της Ιταλίας για τον Βρύζα ξεκίνησε μετά τα τρία γκολ που πέτυχε σ’ ένα παιχνίδι με τη Φιορεντίνα και κορυφώθηκε μετά το γκολ που πέτυχε μέσα στο Μεάτσα επί της Μίλαν, κάνοντας το 1-2 και χαρίζοντας τη νίκη στην ομάδα της Περούτζια. «Όταν σκόραρα για πρώτη φορά με τη Φιορεντίνα, ένιωσα ανακούφιση. Έπαιζα, ήδη, έναν μήνα στην Περούτζια και δεν είχα σκοράρει. Ο προπονητής μου μου έλεγε να μην ανησυχώ και πως το γκολ θα έρθει. Σε εκείνο το παιχνίδι αναζητούσα ένα γκολ και πέτυχα τρία. Η αίσθηση ήταν μοναδική. Από κει και πέρα η αυτοπεποίθησή μου τονώθηκε. Εξίσου φοβερό συναίσθημα ήταν και το γκολ που πέτυχα στο Μεάτσα», εξηγούσε.

Τελικά θα αποφασίσει να πάει το 2004 στη Φιορεντίνα και μάλιστα στα χρόνια της Serie B, ακολούθησαν οι δανεισμοί του σε Θέλτα και Τορίνο πριν επιστρέψει στην Ελλάδα και την Ξάνθη το καλοκαίρι του 2006, όντας πρωταθλητής Ευρώπης και πρωταγωνιστής στην πορεία της εθνικής ομάδας στα γήπεδα της Πορτογαλίας δύο χρόνια νωρίτερα.

Το καλοκαίρι του 2007 ο Ζαγοράκης αναλαμβάνει τη διοίκηση της ΠΑΕ και ένα από τα πρώτα πράγματα που αποφασίζει είναι να φέρει πίσω τον Βρύζα για να κλείσει την καριέρα του στον ΠΑΟΚ. «αισθάνομαι ότι έχω επιστρέψει στο σπίτι μου», δηλώνει την Παρασκευή 06 Ιουλίου του 2007, όταν ανακοινώθηκε η υπογραφή μονοετούς συμβολαίου από τους «ασπρόμαυρους», με τους οποίους την τελευταία μισή χρονιά του αγωνίστηκε σε 14 παιχνίδια και πέτυχε ένα γκολ.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Σταύρος Σουντουλίδης
Σταύρος Σουντουλίδης

Στα 17 του έκανε τα πρώτα του βήματα, ανεβαίνοντας με «κοντό παντελονάκι» τα σκαλοπάτια του κτιρίου της «Μακεδονίας», επί της Μοναστηρίου, χαζεύοντας από απόσταση «ιερά τέρατα» της θεσσαλονικιώτικης δημοσιογραφίας. Ένας κλασικός «εφημεριδάς» ολκής, ο αείμνηστος Σταύρος Μπαλτίδης φρόντισε και του έδωσε τα κατάλληλα εφόδια στα πρώτα του βήματα, άλλωστε η εφημερίδα παραμένει η πρώτη και μοναδική αγάπη του.

Έχοντας περάσει από το σύνολο των εντύπων της Θεσσαλονίκης («Μακεδονία», «Αγγελιοφόρος», «Σπορ του Βορρά»), αποτέλεσε βασικό στέλεχος του περιοδικού «Φωνή των Σπορ», μιας πρωτοποριακής προσπάθειας για τα δεδομένα της Βόρειας Ελλάδας στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Το 1995 η τηλεόραση μπήκε στη ζωή του με το Star Channel, ακολούθησε η ΕΡΤ-3, βίωσε τη «μαγεία» του ραδιοφώνου (FM-100, Helexpo 105 FM, Flash 96.0) και αρκετά νωρίς, κάπου γύρω στο 2005, «κολύμπησε» στον ωκεανό του διαδικτύου, με τις πρώτες αμιγώς αθλητικές ιστοσελίδες, το «Sportnews.gr», πολύ πριν δηλαδή αποτελέσει μέλος της μεγάλης παρέας του Gazzetta.

Η ενασχόληση του με το ρεπορτάζ του ΠΑΟΚ τον οδήγησε να περάσει το κατώφλι της Τούμπας και να ζήσει «από μέσα», ως μέλος του Γραφείου Τύπου, την περίοδο της… επανάστασης του Ζαγοράκη.