Εργάτης... πολυτελείας!
Ο Άντριου και το εργοστάσιο σοκολάτας!
Το Χάρισμπουργκ στην Πενσυλβανία μπορεί να είναι ένας ευλογημένος τόπος για ένα παιδί. Το εργοστάσιο σοκολάτας κάνει την πόλη να μοιάζει με γλυκό πειρασμό και ο δρόμος προς το Hershey’s μια όμορφη κυριακάτικη εκδρομή. Με τέτοιες εικόνες ξεκίνησε η ζωή του Άντριου Τζον του τρίτου, ο οποίος γεννήθηκε στις 29 Νοεμβρίου του 1977 στην πρωτεύουσα της έκτης πιο διάσημης πολιτείας των Ηνωμένων Πολιτειών. Το αριστοκρατικό του όνομα μαρτυρά και την πλούσια οικογένεια, στην οποία μεγάλωσε. Ο πατέρας του ήταν επιφανής πολίτης και καταξιωμένος γιατρός, ενώ ο θείος του τιμημένος βετεράνος πολέμου.
Τίποτα απ’ όλα δεν θα είχαν σημασία τον Μάρτιο του 1979. Ούτε το εργοστάσιο σοκολάτας, ούτε η καταγωγή, ούτε ο πλούτος. Οι μεγάλες καμινάδες που φαίνονταν από το Χάρισμπουργκ μαρτυρούσαν μια άλλη βιομηχανία στην περιοχή. Σε απόσταση περίπου 19 μιλίων το πρωί της 28ης Μαρτίου το πρώτο πυρηνικό ατύχημα θα σήμανε τον συναγερμό. «Ήμουν πολύ μικρός για να θυμάμαι τι έγινε, μόλις δύο ετών», θα περιγράψει ο ίδιος, όμως η μικρή του πόλη θα ζήσει τον πανικό. 49.000 άνθρωποι θα κληθούν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, ώστε να προφυλαχτούν απ’ το ατύχημα, το οποίο ήταν εντάσεως πέντε σε κλίμακα του εφτά.
«Πήγαμε και ζήσαμε στα βουνά, στο Σκράντον, μαζί με τους παππούδες μου». Δε θα πήγαιναν, όμως, όλοι. «Ο πατέρας μου, που ήταν γιατρός, έμεινε στην περιοχή. Δούλεψε σε ένα μικρό νοσοκομείο που στήθηκε εκτάκτως κοντά στο περιστατικό, μήπως και χρειαστεί να βοηθήσει. Ήταν από τους ελάχιστους γιατρούς που είχαν το θάρρος να μείνουν πίσω». Ο αντιδραστήρας που δουλεύει ακόμα ζωντανεύει τις αναμνήσεις, αλλά και τη φρίκη του Πάνκο σχεδόν κάθε χρόνο. «Το μέρος που έγινε το ατύχημα είναι δίπλα στην περιοχή που παίζω γκολφ. Είναι περίεργο όταν πηγαίνω εκεί το καλοκαίρι. Με τρομάζει λίγο για να είμαι ειλικρινής».
Το ίδιο τρομακτικός υπήρξε και εκείνος ένα καλοκαίρι. Ο Άντι, όπως ήταν χαϊδευτικό του από μικρή ηλικία, ήταν ένα δραστήριο παιδί που καταπιανόταν με πολλά και διαφορετικά αθλήματα. Τένις, μπέιζμπολ και μπάσκετ… Συνήθιζε να παίζει το καλοκαίρι και να πηγαίνει σε καμπ, αφού σε αντίθεση με πολλά παιδιά της ηλικίας του, δεν είχε ανάγκη να πιάσει δουλειά. Και η αλήθεια είναι πως με ύψους 1μ.80 το μπάσκετ δεν ήταν το επικρατέστερο να τον κερδίσει… Μέχρι που στην ηλικία των 16 ετών ψήλωσε 18 πόντους μέσα σε τρεις μήνες και ουδείς μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του όταν γύρισε στο σχολείο.
Κάπως έτσι ο Άντριου Πάνκο βρέθηκε να παίζει φόργουορντ, έχοντας όμως την τεχνική και την αντίληψη του πλέι μέικερ! Κάτι που αποδείχθηκε πολύ σημαντικό για την καριέρα του. Όσο σημαντική ήταν και η επιλογή κολεγίου.
Πρώτος στο… χωριό!
«Υπήρχαν προτάσεις από κολέγια πρώτης κατηγορίας. Όμως δεν ήθελα να κάθομαι στον πάγκο. Ήθελα να παίξω κατευθείαν». Κάπως έτσι γράφτηκε η ιστορία… Ο Άντριου απέρριψε τα καλά κολέγια και αποφάσισε να σπουδάσει στο Lebanon Valley College, ένα μικρό σχολείο τρίτης κατηγορίας το οποίο ήταν κοντά στο σπίτι του. Εκεί θα έσκυβε το κεφάλι και θα δούλευε σκληρά, ώστε να μπορέσει να ξεχωρίσει. Λέγεται πως κατόρθωσε μέσα σε τρία χρόνια να υπερδιπλασιάσει τα κιλά που μπορούσε να σηκώσει στον πάγκο και άλλαξε εντελώς το σώμα του.
Παράλληλα, όμως, κράτησε το παιχνίδι του σε υψηλά επίπεδα.
«Ήμουν ένα λεπτοκαμωμένο λευκό αγόρι που πήγε σε ένα κολέγιο τρίτης κατηγορίας και τα κατάφερε. Δεν χρειάζεται να είσαι ο πιο αθλητικός, ο πιο ψηλός, ο πιο γυμνασμένος παίκτης για να παίξεις επαγγελματικό μπάσκετ. Δεν πήγα στο Duke. Δεν πήγα στο N. Carolina. Τα κατάφερα από την τρίτη κατηγορία, από το Lebanon Valley College. Λέω συνέχεια πως απ’ τη στιγμή που βγάζω εγώ λεφτά παίζοντας μπάσκετ, τότε ο καθένας μπορεί να το κάνει. Δεν χρειάζεται να είσαι ο πιο χαρισματικός αθλητής ή να πας στο καλύτερο κολέγιο. Απλά πρέπει να δουλέψεις σκληρά, να είσαι καλός άνθρωπος και θα σε βρουν».
Φυσικά και το μόνο προσόν του Πάνκο δεν ήταν ο καλός του χαρακτήρας. Κατάφερε σε ένα παιχνίδι να πετύχει 58 πόντους σε 28 λεπτά με 8/10 τρίποντα. Στην πρώτη του σεζόν είχε 14,8 πόντους και 5,1 ριμπάουντ μέσο όρο και βελτιωνόταν κάθε χρόνο για να αποφοιτήσει με 26 πόντους, 9,1 ριμπάουντ, 3,4 ασίστ και μια πρόσκληση για το ΝΒΑ! Ο Marty Blake ταξίδεψε για να τον δει και του πρόσφερε την πρόσκληση για το pre-draft camp του 1999 στο Πόρτσμουθ. «Όταν αποφασίζεις να παίξεις μπάσκετ προφανώς και ονειρεύεσαι να φτάσεις στο ΝΒΑ, να παίξεις επαγγελματικά, να βγάλεις λεφτά. Πόσοι, όμως, στ’ αλήθεια το καταφέρνουν; Ήμουν πολύ τυχερός και μόνο που πήρα την ευκαιρία από κολέγιο τρίτης κατηγορίας να δοκιμαστώ».
Δεν τα πήγε άσχημα… Έμεινε στο training camp των Λέικερς μέχρι την τελευταία μέρα και ήταν ο τελευταίος παίκτης που κόπηκε από τους μετέπειτα πρωταθλητές του ΝΒΑ. Στο όνειρο του ΝΒΑ θα επανερχόταν το 2001, με ένα 10μερο συμβόλαιο που θα υπέγραφε με τους Χοκς και μια ένα λεπτό συμμετοχής στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. «Το συμβόλαιό μου ήταν για δέκα μέρες κι έχει πλάκα ότι έπαιξα μόνο ένα λεπτό κόντρα στο Γκόλντεν Στέιτ. Συνέβαλα να κερδίσουμε!! Δεν πρόκειται να παραπονεθώ, να λυπηθώ ή να το μετανιώσω. Ήταν μια εμπειρία κι ένα διασκεδαστικό βήμα. Θα λέω κάποτε και στο γιο μου ότι έπαιξα στο ΝΒΑ!».
Χιρόνα της… επαγγελίας!
Για την επιστροφή του στο ΝΒΑ και την ευκαιρία να παίξει… ένα λεπτό, ο Άντι Πάνκο δούλευε σχεδόν δύο χρόνια. «Έμεινα 1,5 χρόνο σε ένα ξενοδοχείο στο Αλμπουκέρκε στο Νέο Μεξικό, το οποίο με χρέωνε σχεδόν 5.000 το μήνα. Δεν ήταν ειδυλλιακά, όμως στόχος μου ήταν να μην σταματήσω να προπονούμαι». Επιπλέον, αγωνιζόμενος στην IBL θα γνώριζε και τη μετέπειτα σύζυγό του. Η Ευρώπη θα έμπαινε στη ζωή του το 2001. Με μια πόλη που είναι αρκετά έντονη, διαφορετική και με ξεχωριστή προσωπικότητα για έναν… ήρεμο άνθρωπο. Το πρώτο συμβόλαιο που υπέγραψε στη Γηραιά Ήπειρο, ο Αμερικάνος φόργουορντ ήταν στα 24 του χρόνια και ήταν στη Νάπολη.
«Η Ιταλία ήταν η πρώτη μου επαφή με την Ευρώπη. Δεν την εκτίμησα και ιδιαίτερα. Ούτε τη διαφορετική κουλτούρα. Δεν ήξερα τι να περιμένω, ούτε γνώριζα τίποτα για την πόλη. Κατέληξε να μου αρέσει το μέρος, οι άνθρωποι, η νοοτροπία και ιδιαίτερα το φαγητό. Όμως όλη η εμπειρία ήταν λίγο τρελή για μένα». Με 12,7 πόντους και πέντε ριμπάουντ μέσο όρο επέστρεφε το 2002 στην Αμερική και στο CBA.
Το όνειρο του ΝΒΑ κάθε χρόνο απομακρυνόταν και περισσότερο και ο Άντι θα άλλαζε προσανατολισμό. Αρραβωνιάστηκε και αποφάσισε ότι «έφτασε η ώρα να βγάλω λεφτά από αυτό που κάνω». Τότε ήταν που ήρθε η πρόταση που θα άλλαζε τη ζωή του. «Εγώ δεν ήξερα το πρωτάθλημα, ούτε την ομάδα. Ο μάνατζέρ μου, μου είπε ότι είναι καλή ευκαιρία, η γυναίκα μου γνώριζε λίγα ισπανικά και αποφάσισα να την αποδεχτώ». Υπέγραψε στην Χιρόνα και άρχισε να γνωρίζει τη δεύτερη πατρίδα του. «Μερικές φορές νιώθω ότι στην Ισπανία είναι το σπίτι μου και στην Αμερική το εξοχικό μου. Έτσι κι αλλιώς εδώ κι εννέα χρόνια, μόνο το καλοκαίρι πηγαίνω εκεί».
Η Χιρόνα θα ήταν ο πρώτος σταθμός. Θα ακολουθούσαν Σεβίλλη, Μπιλμπάο και Σαν Σεμπαστιάν με έναν ενδιάμεσο σταθμό στην Ελλάδα. «Ήθελα να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό σε μια ομάδα με καλό όνομα και ιστορία στην Ευρώπη. Δεν ήταν όπως το περίμενα. Εκεί κατάλαβα ότι υπάρχουν πολλοί επαγγελματίες που δεν ενδιαφέρονται για το μπάσκετ, αλλά για την καλή ζωή», θα πει για το πέρασμα από τον ΠΑΟΚ, με τον οποίο έπαιξε μόλις σε τέσσερα παιχνίδια. «Προτίμησα να φύγω και να περιμένω για μια άλλη δουλειά».
Η επόμενη δουλειά θα ήταν και η καλύτερη. «Οι άνθρωποι στην πόλη με δέχτηκαν σα να είμαι δικός τους. Μ’ αρέσει η αίσθηση ότι η ομάδα είναι μια οικογένεια», θα πει και σε αυτή την οικογένεια θα γίνει ο… πατέρας! Θα υπογράψει το 2007, με την ομάδα να βρίσκεται στη δεύτερη κατηγορία και θα φύγει το 2012, με την ομάδα του να παίζει στα πλέι οφ και τον ίδιο να αναδεικνύεται MVP του πρωταθλήματος. «Εδώ παίζεις για την πόλη σου και την ομάδα σου. Κερδίζεις ένα ματς και είναι σα να έχεις κερδίσει στο Super Bowl. Χάνεις ένα ματς και είναι σα να ήρθε το τέλος της ζωής. Οι εφημερίδες θα σε διαλύσουν», περιγράφει στους συμπατριώτες του για τους Βάσκους. Έτοιμος για Ελλάδα! Στο Σαν Σεμπαστιάν θα γνώριζε και τον Μανόλη Παπαμακάριο. To... πνευματικό παιδί του Αργύρη Πεδουλάκη συνέβαλε καθοριστικά στην απόκτηση του Πάνκο από τον Παναθηναϊκό, αφού έδωσε πρώτα σε προσωπικό επίπεδο τις συστάσεις του στον κόουτς και εν συνεχεία μίλησε δημοσίως για τον «καλύτερο επαγγελματία που έχω συναντήσει», προσθέτοντας όλες τις αρετές που είχε δει να ξεδιπλώνονται στο ισπανικό πρωτάθλημα. Αποδείχθηκε πως δεν έκανε σε καμία λάθος.
Ένας… ήσυχος άνθρωπος!
Στα 34 του χρόνια θυμίζει κάτι από τον Ντάριλ Μίντλετον, που ήρθε στον Παναθηναϊκό στην ίδια ηλικία από το ισπανικό πρωτάθλημα, όπου και παίζει ακόμα. Η αυταπάρνησή του θυμίζει επίσης κάτι από τον Αμερικανό φόργουορντ, αλλά και η ήρεμη εξωγηπεδική του ζωή. Ένα χαρακτηριστικό περιστατικό ήταν όταν αρνήθηκε τοπική αναισθησία, προκειμένου ο γιατρός να επαναφέρει τη μύτη του στη σωστή θέση, μετά από σπάσιμο, ενώ δε δέχτηκε να παίξει με μάσκα στο επόμενο παιχνίδι. Όλα αυτά, αφορούν το κομμάτι που παίκτη. Στο κομμάτι του ανθρώπου είναι μια άλλη ιστορία…
«Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να γυρίζω σπίτι και να είμαι με το παιδί μου και τη γυναίκα μου. Προτιμώ να είμαι καλός πατέρας, απ’ το να ξοδέψω παραπάνω ώρες στο γυμναστήριο. Είμαι βαρετός τύπος. Δεν πίνω, δεν μ’ αρέσουν τα πάρτι και με νοιάζει μόνο να είμαι καλός πατέρας και καλός σύζυγος. Αν είσαι ευτυχισμένος στην προσωπική σου ζωή, θα παίξεις και καλύτερα. Μερικοί Αμερικάνοι έρχονται στην Ευρώπη μόνο για να μαζέψουν λεφτά και φήμη. Το είδα να συμβαίνει στην Ελλάδα».
Ο Άντι έχει πάθος με την κατασκοπία και θα ήθελε να δουλεύει στη CIA, θεωρεί ότι θα έπρεπε να απαγορευτεί να υπάρχει MVP από τους ηττημένους, του αρέσει να τρώει αυγά πριν το παιχνίδι και κρατάει την ίδια νοοτροπία από την πρώτη μέρα που μπήκε στο παιχνίδι. «Έμαθα από τους γονείς μου να είμαι ταπεινός και ευγνώμων που έχω δουλειά. Είμαι 33 ετών και νιώθω τώρα καλύτερα απ’ ό,τι ένιωθα ποτέ. Έκανα την καλύτερή μου χρονιά ατομικά, αλλά τι σημασία έχει; Ξέρω, πλέον, ότι μετράει να κερδίζει η ομάδα. Κι αυτό θέλω να κάνω και τα επόμενα χρόνια»… Δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να μετατρέψει την επιθυμία του σε πράξη.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.