Αυτή η στάνη, αυτό το τυρί βγάζει...
Μάγκες, μια χαρά τα πήγε η Εθνική στο Γιούρο, επειδή ακριβώς ...πήγε στο Γιούρο, ενώ στην προ 2004 εποχή ακούγαμε «Γιούρο» και διευκρινίζαμε «χωρίς τζατζίκι». Το ποδόσφαιρό μας δεν είναι για παραπάνω. Και πολύ είναι, δηλαδή, που καταφέρνει τόσα χρόνια συνεχόμενα η Εθνική να βρίσκεται σε τόσο υψηλό επίπεδο ώστε να συμμετέχει σε τρία κολλητά Γιούρα και ένα Μουντιάλ και μάλιστα για δεύτερο Γιούρο να περνάει από τη φάση των ομίλων. Παλιά όταν ακούγαμε «Μουντιάλ», νομίζαμε πως είναι το παγωτό κυπελλάκι που το άνοιγες από κάτω κι είχε δώρο ένα ζουμπερέκι.
Αυτό είναι το ποδόσφαιρό μας και η διαφορά του είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που δείχνει το 4-2 της Γερμανίας. Εκτός κι αν θεωρείτε πως το αστείο έως άθλιο πρωτάθλημα της Σούπερ Λίμπας, το υποπροϊόν που επιμένουν οι προεδραίοι να μας πλασάρουν ως ποδόσφαιρο, δικαιολογεί μια καλύτερη Εθνική ομάδα που να κερδίζει και Ρωσίες (όπως έγινε) και Γερμανίες (όπως δεν γινόταν να ...γίνει). Ένα πρωτάθλημα που παίζουν οι δύο καλύτερες ομάδες και κάνουν σε όλο το ματς από μισή ευκαιρία και μιάμιση σωστή πάσα, πριν μπουκάρουν μέσα οι οπαδοί και το διακόψουν. Που οι Έλληνες παίκτες στις ομάδες είναι πάντα μειοψηφία. Που οι -κατά κανόνα ξένοι- προπονητές δίνουν ευκαιρίες σε πιτσιρικάδες μόνο αν ο Ερμής είναι ανάδρομος και η θερμοκρασία 24 Φαρενάιτ υπό σκιάν.
Σε γενικές γραμμές, σε ποσοστό που μπορεί να αγγίζει και το 80-90%, ο Σάντος έκανε τις επιλογές που έπρεπε. Πήρε ό,τι καλύτερο έχει να παρουσιάσει το ποδόσφαιρό μας. Έκανε και λάθη, ωστόσο πιστεύει κανείς πως αν είχε κληθεί στην Εθνική κάποιος από όσους έμειναν απέξω, θα σηκώναμε το Γιούρο; Αυτοί υπάρχουν, αυτούς εμπιστεύεται. Και μέσα σε αυτούς υπάρχουν και βετεράνοι, υπάρχουν και παίκτες που δεν πολυπαίζουν στις ομάδες τους, υπάρχουν και άπειροι, ίσως και ...ανάπηροι. Αυτοί είναι όμως. Γιατί, πολύ απλά, αυτή η στάνη, αυτό το τυρί βγάζει. Όποιος θέλει ροκφόρ, ας υποστηρίξει τη Γαλλία που έχει Ριμπερήδες και Μπενζεμάδες. Όποιος θέλει παρμεζάνα, ας υποστηρίξει τους Ιταλιάνους με τις φαβορίτες και τα ατίθασα μαλλιά. Απλά είναι τα πράγματα. Αυτό το προϊόν βγάζει το ποδόσφαιρό μας, αυτή είναι η Εθνική μας, αυτή οφείλουμε να υποστηρίζουμε. Και στα καλά και στα άσχημα. Των οποίων κακών, προηγήθηκαν, όμως, πολλά καλά για να φτάσουμε ως εδώ.
Ωστόσο, δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνεται εμείς οι Ελληνάρες, που πριν το 2004 ακούγαμε πως παίζει η Εθνική και αλλάζαμε κανάλι για να δούμε σε επανάληψη τον «Ακάλυπτο», αποκτήσαμε ξαφνικά τέτοια ποδοσφαιρική κουλτούρα ώστε να απαιτούμε κάθε φορά που η Εθνική πάει στο Γιούρο, να το σηκώνει κιόλας. Και μιλάμε για ανθρώπους που έχουμε συνηθίσει στην ποδοσφαιρική σφαλιάρα ως οπαδοί. Που βλέπουμε μπάλα - σίχαμα όλη τη χρονιά κι όμως επιμένουμε να υποστηρίζουμε με πάθος ομάδες - χτικιά. Ομάδες που δεν παίζουν τίποτα και που πάντα κρύβονται πίσω από δικαιολογίες με κακούς διαιτητές και άλλες συνωμοσίες.
Ενώ η Εθνική δεν έχει ποτέ άλλοθι. Ποτέ και κανένα. Ξέρετε γιατί; Γιατί δεν έχει πραγματικούς οπαδούς. Όλοι είμαστε «Πανάθα», «Θρύλος», «Παοκάρα» και τα ρέστα και «ολίγον από Εθνική», όταν κάνει το θαύμα και προκριθεί σε μεγάλη διοργάνωση (θυμάστε, άλλωστε, πόσοι πήγαιναν στο γήπεδο στα ματς των προκριματικών του Γιούρο). Κι όταν δεήσει να ασχοληθούμε (συνήθως μετά από κάποιο άλλο θαύμα τύπου Ρωσίας), το κάνουμε για να βγάλουμε τα εσώψυχά μας, για να γκρινιάξουμε, να βρίσουμε, να κράξουμε και να ισοπεδώσουμε τα πάντα. Να μηδενίσουμε την προσπάθεια μιας ομάδας, κάποιων παικτών, που πετυχαίνουν εδώ και χρόνια περισσότερα από όσα θα δικαιολογούσαμε ως ποδοσφαιρική οντότητα.
Εντάξει, έγιναν και λάθη στο Γιούρο, ίσως και στο ματς με τη Γερμανία η ομάδα να μην ήταν αυτή που έπρεπε (να μην ξεπέρασε, δηλαδή, τα στάνταρ της, γιατί αυτό θεωρούμε στην Ελλάδα «αυτό που πρέπει»). Έγιναν λάθη και από τον Σάντος και από τους παίκτες, είχαν καλές και κακές στιγμές όλοι. Έγιναν λάθη και από τους διαιτητές βέβαια στη διάρκεια του Γιούρο, αλλά στην πρώτη φάση τους κερδίσαμε κι αυτούς. Πάντως, βάσει δεδομένων της διοργάνωσης, δεν μπορούσαμε να πάμε παραπάνω. Και πολύ ήταν που φτάσαμε, δηλαδή, μέχρι τα προημιτελικά. Ίσως και να ελπίζαμε, βέβαια, σε ακόμα ένα θαύμα επειδή η ομάδα αυτή μάς έχει συνηθίσει σε κάτι τέτοια. Ίσως και να μπορούσε να γίνει το θαύμα, ίσως και όχι.
Το σίγουρο, όμως, είναι πως και αύριο θα είμαστε Έλληνες και η Εθνική μας ομάδα θα είναι αυτή της Ελλάδας. Από τη στάνη που βγάζει μόνο φέτα. Μακάρι να γίνει κάποιο θαύμα και η επόμενη γενιά να ανοίξει τυροκομείο και να βγάζει από όλα τα εδέσματα, ωστόσο πόσες πιθανότητες υπάρχουν να γίνει αυτό από το ελληνικό ποδόσφαιρο της πλάκας, των ανύπαρκτων υποδομών, των στημένων και των τεχνηέντως ...αναστημένων;
Από την πλευρά μου, και παρά την πίκρα του αποκλεισμού από μια εμφανώς και σαφώς καλύτερη ομάδα, από μια ποδοσφαιρική υπερδύναμη (έστω κι αν αυτή είναι η Γερμανία της μισητής Μέρκελ), θα πω ένα «ευχαριστώ» που σε ακόμα μια μεγάλη διοργάνωση είχα τη δυνατότητα να υποστηρίξω την Εθνική ομάδα της χώρας μου. Γιατί παλιά διάλεγα άλλες Εθνικές ομάδες, για τις οποίες ούτε να στεναχωρηθώ μπορούσα, ούτε και να χαρώ. Ούτε καν να κράξω, ρε γαμώτο...
Μέχρι να αντιληφθούμε ποια είναι τα μέτρα μας και πόσο -δυσανάλογα- καλά τα έχει πάει η Εθνική μετά το θαύμα του 2004, εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.