Ξενύχτια για τους ...Χούζιερς!

Miltos+
Ξενύχτια για τους ...Χούζιερς!

bet365

Βλέποντας κολεγιακό μπάσκετ, ο Μίλτος ο Νταλικέρης θυμάται μια ιστορική ταινία των έιτις και συγκρίνει τη φιλοσοφία των αγώνων με τις «μάχες» μιας άλλης εποχής...

Δεν ξέρω πόσοι και αν παρακολουθείτε το φάιναλ-φορ του κολεγιακού πρωταθλήματος μπάσκετ των ΗΠΑ (Εν Σι νταμπλ Έι), πόσοι έχετε τη δυνατότητα (μέσω Οτέ Τιβί) και πόσοι την ...τρέλα να ξενυχτάτε για να βλέπετε άγνωστα πιτσιρίκια να παίζουν μπάσκετ δίχως να φοράνε τη φανέλα της αγαπημένης σας ομάδας, ωστόσο θα γράψω δυο λόγια για το ...σακατιλίκι μου.

Το γουστάρω όλο αυτό. Ιεροτελεστία είναι. Τόσο για μένα και τα εκατομμύρια λάτρεις του σε όλον τον κόσμο που το περιμένουν πώς και πώς μια φορά το χρόνο τέτοιο καιρό, όσο φυσικά και για όσους συμμετέχουν, από τον καλύτερο παίκτη και τον κορυφαίο προπονητή μέχρι την τελευταία τσιρλίντερ. Αυτή η διοργάνωση ξυπνάει τον αθλητικό μου ρομαντισμό, με γυρνά πίσω στα χρόνια της αθωότητας...

Ασφαλώς δεν ισχυρίζομαι πως όλα είναι καλώς καμωμένα, με γνώμονα «το καλό του μπάσκετ». Ούτε πως πρόκειται για κάποια «γιορτή του ερασιτεχνικού αθλητισμού». Μην κοροϊδευόμαστε. Μια διοργάνωση με τόσο μεγάλη απήχηση, μόνο ερασιτεχνική δεν μπορεί να είναι. Το χρήμα πολύ!

Ωστόσο, πέραν των οικονομικών δεδομένων, με τα πανάκριβα τηλεοπτικά δικαιώματα, τις χορηγίες, τους ακριβοπληρωμένους προπονητές ή τους αυριανούς αστέρες του Εν Μπι Έι που ήδη έχουν κλείσει θυρίδες για να βάλουν τα παχιά συμβόλαια που τους περιμένουν, υπάρχει και μια ολόκληρη μπασκετική φιλοσοφία. Μια φιλοσοφία με την ομάδα στο επίκεντρο. Ομάδες προπονητή, παίκτες προπονητή, σκληρή δουλειά, αφοσίωση στην παράδοση (μόνο τυχαίοι δεν είναι οι ιδιόρρυθμοι κανονισμοί που αρνούνται να υποκύψουν στην εξέλιξη του επαγγελματικού μπάσκετ), πάθος για τη φανέλα. Ακόμα κι αν για κάποια από αυτά τα παιδιά, η συγκεκριμένη φανέλα του κολεγίου αποτελεί το όχημα για μια καλύτερη θέση στο ντραφτ του Εν Μπι Έι και για ένα συμβόλαιο που θα εξασφαλίσει μια άνετη ζωή μακριά από τα γκέτο.

 

Δεν είναι για όλους το ίδιο. Μπορεί κάθε ομάδα να έχει ένα-δυο αστέρια ή αστεράκια με προοπτικές, ωστόσο δεν είναι όλοι οι παίκτες μάγοι του μπάσκετ. Οι περισσότεροι δεν θα γίνουν καν μπασκετμπολίστες. Μπορεί από το κολέγιό τους να αποφοιτήσουν δικηγόροι, μανατζαραίοι, μαθηματικοί ή ...επαγγελματίες άνεργοι του αύριο, ωστόσο όσον αφορά στις υποχρεώσεις τους στην ομάδα είναι στρατιώτες. Ακόμα κι ο τελευταίος παίκτης, ο παγκίτης που κουνάει την πετσέτα και που μπορεί να κληθεί σε βάθος χρόνου να ρίξει το κορμί του στη μάχη για μερικά λεπτά, θα το κάνει με αυτοθυσία και θα πει κι ένα τραγούδι. Άλλωστε, όταν δέχεσαι οδηγίες από «ιερά τέρατα» του αθλήματος, όπως ο Ρικ Πιτίνο, ο Μάικ Σιζέφσκι, ο Τζιμ Μποχάιμ (ή Μπεϊχάιμ, για όσους το ψάχνουν περισσότερο με τις προφορές) και άλλοι δάσκαλοι του μπάσκετ, μόνο αυτό μπορείς να κάνεις. Να τα δώσεις όλα, να ταυτιστείς, να μπεις στο γήπεδο και να παίξεις ξύλο, να σουρθείς στο παρκέ για μια χαμένη μπαλιά, να δεις θεριά να πηδάνε πάνω από το κεφάλι σου κι εσύ να προσπαθείς να τα κόψεις, υπό το φόβο το χέρι σου να βρεθεί μισό από τη μία κι άλλο μισό από την άλλη μεριά της στεφάνης.

Αυτή η φιλοσοφία, ομολογώ πως με συγκινεί και μου ξυπνά αναμνήσεις. Και πιθανότατα θα συγκινεί και όσους άλλους έχουν βρεθεί στα νιάτα τους μέλη ομάδων, στελέχη μιας παρέας που ήταν «όλοι για έναν και ένας για όλους» χωρίς εξαιρέσεις. Όπως τότε που μαζευόμασταν ανά γειτονιές και παίζαμε κάθε μέρα «τελικούς», σαν να μην υπήρχε αύριο και χωρίς να περισσεύει κανένας από τη γειτονιά μας. Μέσα ο καλός παίκτης, μέσα η «βεντέτα», μέσα ο μαχητής που τρέχει και κλοτσάει πολύ, μέσα κι εκείνος ο κοντός με τα πατομπούκαλα που δεν βλέπει καλά καλά την μπάλα, μέσα κι ο άσχετος γείτονας γιατί δεν είχαμε άλλον κι έπρεπε να παίξει, μέσα κι η αδερφή του άσχετου, τσιρλίντερ μιας άλλης εποχής, που κουβάλαγε νερά, πάγους, ιώδια και τσιρότα για όσους μάτωναν στη ...μάχη. Μέσα μέχρι κι οι γονείς κάποιες φορές, που έρχονταν να καμαρώσουν τους πολεμιστές τους, τους «παιχταράδες» που δεν μπόρεσαν εκείνοι να γίνουν και που έλπιζαν να γίνουν τα βλαστάρια τους. Όλοι μέσα τότε στις πολέμους της αλάνας, όλοι μέσα τώρα, σε ένα σαφώς πιο γκλαμουράτο σκηνικό, αλλά με αρκετά κοινά σημεία αναφοράς σε όσα ζήσαμε στα νιάτα μας και αναπολούμε τώρα με νοσταλγία.

Όποιος έχει δει το περίφημο «Χούζιερς» με τον Τζιν Χάκμαν (ταινία του 1986 υπό τον ελληνικό τίτλο «Πάθος για το μπάσκετ») και δεν το έχει «νιώσει», μάλλον παιδεύτηκε να διαβάσει ως εδώ. Όσοι το έχουν δει, σίγουρα με καταλαβαίνουν. Όσοι δεν το έχετε δει, βρείτε το και δείτε το!

Όσο για μένα; Μετά από αρκετές μεταδόσεις που κατάφερα να δω κατά τη διάρκειας της «Τρέλας του Μαρτίου» και το βαρβάτο ξενύχτι της βραδιάς των ημιτελικών του φάιναλ-φορ, πλέον περιμένω με αγωνία τον τελικό που θα γίνει ξημερώματα της Τρίτης στην Ατλάντα (με καμιά 70αριά χιλιάδες θεατές!). Αν θα κερδίσει το Λούιβιλ ή το Μίσιγκαν, λίγο με ενδιαφέρει. Εγώ θα κερδίσω σίγουρα...

Μέχρι να ξεχάσω τα συναισθήματα που μου είχε προκαλέσει το «Χούζιερς» (κι όχι μόνο την πρώτη φορά που το είδα), εγώ, ο Μίλτος, να ΄μαι καλά...

Υ.Γ.: Για το μυθιστόρημά μου, «Είναι στημένο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εμβιπή Παμπλικέισονς (MVPublications) με υπογραφή Χρήστου Ελευθερίου, μπορείτε να ενημερώνεστε στην ιστιοσανίδα μου στο φέισμπουκ.

Υ.Γ.2: Τώρα μπορείτε να βγείτε στους δρόμους πανηγυρίζοντας! Το Σάββατο 27 Απριλίου (12:00) θα τα πούμε από κοντά, στην εν Αθήναις παρουσίαση του βιβλίου μου, στο βιβλιοπωλείο Ιανός (Σταδίου 24). Ο Μίλτος ο Νταλικέρης και η παρέα του θα είναι εκεί. Κι ό,τι σας βρήκε, σας βρήκε!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

 

Τελευταία Νέα