Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ και βαθιά σ' ευχαριστώ!

Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ και βαθιά σ' ευχαριστώ!

Βασίλης Σκουντής Βασίλης Σκουντής
Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ και βαθιά σ' ευχαριστώ!

bet365

Εν αναμονή του αγώνα της εθνικής ομάδας με το Πουέρτο Ρίκο, ο Βασίλης Σκουντής επηρεασμένος από μια επίσκεψη στην ελληνική κοινότητα του Καράκας, έπαθε κρίση πατριωτισμού και τη μοιράζεται μαζί σας.

Φεύγοντας το βράδυ της Τρίτης (ξημερώματα Τετάρτης πια στην πατρίδα) από την ελληνική κοινότητα του Καράκας, συνειδητοποίησα για άλλη μια φορά ότι εκτός των τειχών, το ελληνόμετρο συνεχίζει να βαράει κόκκινο!


Αυτοί (οι μετανάστες της πρώτης και της δεύτερης γενιάς) είναι που δεν το κουνάνε ρούπι από τις κόκκινες γραμμές τις οποίες οριοθετούν κύριε Σαμαρά μου, κύριε Τσίπρα μου, κύριε Βενιζέλε μου και κύριοι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων της μητροπολιτικής Ελλάδας.

Παρεμπιπτόντως κι επειδή είναι γνωστό πως όποια πέτρα κι αν σηκώσεις θα βρεις από κάτω έναν Έλληνα, ο επικεφαλής του εν Καράκας προξενικού γραφείου της Ελλάδας Άγγελος Χαρίτος μου αποκάλυψε -ενώ παίζαμε μπάσκετ στο ανοικτό γήπεδο της κοινότητας- ότι μια κυρία με ελληνικές ρίζες είναι μέλος της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του Τσάβες!

Εμ να τα μέσα, για να πάρουμε τσάμπα πετρέλαιο και φυσικό αέριο μέχρι να εκμεταλλευθούμε την ΑΟΖ μας, κύριε πρωθυπουργέ μου!
Η Βενεζουέλα έχει τόσο πολύ φυσικό και ορυκτό πλούτο που ο Τσάβες τον μοιράζει τσάμπα όχι μονάχα στους υπηκόους του, αλλά καις τους ξένους φίλους και ομοϊδεάτες του, όπως ο Κάστρο!

 

Κάποιος μάλιστα μου έλεγε ότι ο ηγέτης της Βενεζουέλας είναι τόσο πιστός και αφοσιωμένος στα οράματα της Κουβανικής επανάστασης και στον Φιντέλ, που όταν, λέει, κουβεντιάζουν οι δυο τους και ο Κάστρο παραδέχεται ότι έχει κάνει λάθη οΤσάβες τον διακόπτει απότομα και τον επαναφέρει στην τάξη.

«Εσύ, comandante μου, δεν κάνεις ποτέ λάθη»!
Ρέουν άφθονα, λοιπόν, εδώ το πετρέλαιο και τα παράγωγα του. Τέτοια είναι η αφθονία, που όταν οι Βενεζουελανοί πηγαίνουν στα πρατήρια βενζίνης δεν πληρώνουν ποτέ με χαρτονομίσματα γιατί οι υπάλληλοι θα τους διαολοστείλουν!

Πληρώνουν με κέρματα δηλαδή, άλλωστε με πέντε μπολίβαρ τα οποία (στην επίσημη τραπεζική ισοτιμία) ισούνται με ένα ευρώ, γεμίζεις το ρεζερβουάρ ενός δίλιτρου αυτοκινήτου και παίρνεις και ένα μπετονάκι δώρο για ώρα ανάγκης!

Έξοχα φίλοι μου, στον κήπο του Τσάβες, που θα 'λεγε και ο ναύαρχος Γελεβουρδέζος στην κωμωδία «Δεσποινίς διευθυντής»!

Βεβαίως αυτός ο κήπος πάσχει σε ένα σημείο το οποίο μάλιστα παραείναι σοβαρό για να αντιμετωπίζεται χαλαρά: στη (μη) ασφάλεια που κάνει το Καράκας τη δεύτερη πιο εκτεθειμένη στην εγκληματικότητα και επικίνδυνη πόλη του κόσμου, μετά την Μεντελίν την Κολομβία.

Ο Έλληνας πρόξενος (που πέρασε για ένα φεγγάρι από την εφηβική ομάδα του Πανελληνίου) μου εξηγούσε προχθές το βράδυ ότι ο πληθυσμός της πρωτεύουσας της Βενεζουέλας παρουσιάζει ένα πολύ σοβαρό gap, διότι σπανίζουν τα αγόρια ηλικίας από 15 έως 22 ετών. Ο λόγος; «Γεννιούνται στις φαβέλες και στα μπάρια, που είναι σαν τα γκέτο στις ΗΠΑ, και επειδή προέρχονται από οικογένειες οι οποίες δεν ξέρουν καν πόσα παιδιά έχουν κάνει, βγαίνουν από ανήλικα στην παρανομία, αντί για παιδικά παιχνίδια πιάνουν αμέσως τα πιστόλια και ο θεός μαζί τους»!

Το σοσιαλιστικό (αλλά όχι δικτατορικό ,καθότι υπάρχει σοβαρή αντιπολίτευση) καθεστώς του Τσάβες προσπαθεί να ελέγξει την εγκληματικότητα, αλλά τζίφος!

Επιστρέφοντας χθες το βράδυ από την ελληνική κοινότητα στο ξενοδοχείο, σε μια διαδρομή που κράτησε δέκα λεπτά, είδα τουλάχιστον πέντε μοτοσικλέτες με δυο άτομα της λεγόμενης «Guardia Nacional», να περιπολούν στους δρόμους; ο ένας από τους αστυνομικούς οδηγούσε και ο άλλος καθόταν από πίσω, κρατώντας ένα αυτόματο όπλο και κοιτάζοντας δεξιά κι αριστερά μήπως δει καμιά ύποπτη κίνηση!

Λέμε κι εμείς για κάποιες επικίνδυνες περιοχές στο κέντρο της Αθήνας ή αλλαχού στην ελληνική επικράτεια, ωστόσο εδώ όντως καταλαβαίνεις ότι η ανθρώπινη ζωή δεν έχει και πολύ μεγάλη αξία.

Στην πραγματικότητα η ανθρώπινη ζωή στη σύγχρονη Βενεζουέλα αξίζει όσο τα επιδόματα που δίνει ο Τσάβες στους φτωχούς, στις άπορες μητέρες και στους άνεργους. Αξίζει επίσης όσο οι υποσχέσεις του ότι θα φτιάξει μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα για να στεγαστούν οι τρόφιμοι των χαμόσπιτων, που ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια ακόμη και στο κέντρο της πόλης.

Πριν από δυο χρόνια η κυβέρνηση απαλλοτρίωσε με το ζόρι μια τεράστια έκταση για να τη μετατρέψει σε κατοικίες, αλλά μέσα από την περίφραξη βλέπεις μονάχα χέρσα γη.
Α, και κάτι ακόμη: στη Βενεζουέλα η ανθρώπινη ζωή αξίζει επίσης όσο ένα (κινητό τηλέφωνο) Blackberry που φαίνεται ότι είναι τεκμήριο καλοζωίας και για ένα από δαύτα κάποιοι μπορούν ακόμη και να σκοτώσουν!

Κλείνω εδώ τη μεγάλη παρένθεση για το περιβάλλον στο οποίο δίνει τη μάχη της πρόκρισης στο Ολυμπιακό Τουρνουά η εθνική ομάδα και επιστρέφω στη θαλπωρή της ελληνικής κοινότητας, η οποία μάλιστα απέχει μισό χιλιόμετρο από το πιο επικίνδυνο μπάριο της πόλης!

Φτάνεις εδώ και θαρρείς πώς ο χρόνος όντως έχει σταματήσει, εκεί γύρω στις αρχές της δεκαετίας του '50, όταν οι Έλληνες μετά τις κακουχίες του Β' παγκοσμίου πολέμου, τη γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη.

Μια συνηθισμένη ιστορία «όπου γης και πατρίς», στο πνεύμα της οποίας κάποια στιγμή η ελληνική κοινότητα του Καράκας αριθμούσε γύρω στα 8.000 μέλη, ενώ τώρα έχει συρρικνωθεί στο ένα τρίτο.

Οι μετανάστες της πρώτης γενιάς, γέροι και γριές πια, αφού έμειναν εδώ σχεδόν μισό αιώνα και έκαναν ένα γερό κομπόδεμα (κυρίως από την υφαντουργία και το εμπόριο ρούχων, που αποτελεί την ελληνική σπεσιαλιτέ στη χώρα) δεν μπόρεσαν ν' αντιπαλέψουν το νόστιμον ήμαρ και οι περισσότεροι γύρισαν πίσω για να πεθάνουν στην πατρίδα τους.

Απλώς τώρα με την οικονομική κρίση και το μνημόνιο, τα παιδιά και τα εγγόνια τους μπορεί να βαδίσουν στα χνάρια τους και να έρθουν πίσω στο Καράκας!

Έχω βρεθεί και σε άλλες τέτοιες σεμνές και συγκινητικές εκδηλώσεις σε ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού: ήπια φραπέ στην Αστόρια της Νέας Υόρκης, έφαγα σουβλάκι στη Danforth Street του Tορόντο, ήπια κόκκινο κρασί σε μια υπέροχη αυλή με αγιόκλημα και γιασεμιά στην Κόρντομπα της Αργεντινής, αλλά χθες τα είδα και τα γεύθηκα όλα μαζεμένα και πολύ τα απολαύσαμε όλοι μας.

Στην είσοδο της κοινότητας, είδαμε σε τοιχογραφίες τους ήρωες της επανάστασης του '21. Στο κατώφλι μας περίμενε ο πρόεδρος Γιώργος Μπαλάς, περιστοιχιζόμενος από καμιά εκατοστή δικούς μας ανθρώπους, που ακόμη κι αν επρόκειτο για μετανάστες δεύτερης γενιάς μιλούν φαρσί τα ελληνικά.

Στο γήπεδο του μπάσκετ χωριστήκαμε τέσσερις-τέσσερις και παίξαμε ένα υπέροχο μονό στα έντεκα! Στην υπέροχη εκκλησία ανάψαμε κερί, κάναμε το σταυρό μας και φιλήσαμε το χέρι του παπά από τη Σητεία της Κρήτης Μανώλη Ρεμουνδάκη που είχε γυρίσει το πρωί φέρνοντας υπέροχα φρέσκα αγγούρια, ντομάτες ίσως και κανένα μπουκάλι με τσικουδιά από την πατρίδα του.

Καθίσαμε στα θρανία της σχολικής αίθουσας, διαβάσαμε στον πίνακα τη μετάφραση διαφόρων ισπανικών λέξεων στα ελληνικά, είδαμε στη βιβλιοθήκη σπάνιες εκδόσεις στη γλώσσα μας και διαπιστώσαμε τον ζήλο και την αφοσίωση του νεαρού Πελοποννήσιου δασκάλου Γιάννη Ραδαίου, που το χε βάλει στόχο της ζωής του να διδάξει κάπου στη Λατινική Αμερική, αλλά η τριετία που δικαιούται να μείνει εκτός Ελλάδος συμπληρώθηκε και τώρα γυρίζει στην πατρίδα.

Ύστερα είδαμε τα τελευταία λεπτά του αγώνα Λιθουανία-Βενεζουέλα, εμφορούμενοι από τον ενθουσιασμό των «Πελαργών» και των οικοδεσποτών παρασυρθήκαμε (οι δημοσιογράφοι, εννοώ) από τον ενθουσιασμό και τραγουδήσαμε κι εμείς το φρέσκο σύνθημα.

«Με άδειες τις τσέπες και τρέλα,
μαζί σου ήρθαμε και στη Βενεζουέλα,
Ανγκελα δεκάρα δεν σου δίνω,
και με δραχμές θα πάμε στο Λονδίνο» !

Α, για να μην το ξεχάσω: επειδή ως γνωστόν νηστικό αρκούδι δεν χορεύει, πριν από το τραγούδι (που κάλυπτε όλη τη γκάμα της ελληνικής μουσικής) κι ενώ οι πιο τολμηροί έριξαν και τις βόλτες τους , καθίσαμε κιόλας στο παραδοσιακό καφενείο που έχει στηθεί στην αυλή της κοινότητας και γευθήκαμε κάμποσα γευστικά μεζεδάκια, συμπεριλαμβανομένης της σπιτικής τυρόπιτας.

Γελώ τώρα που το γράφω, αλλά επειδή είχαμε παπά, δάσκαλο, πρόεδρο κοινότητας και καφενείο, το μόνο που έλειπε για να συμπληρωθεί το σκηνικό των παλιών ελληνικών χωριών (όπως διασώζεται ακόμη στις ταινίες) ήταν ένας χωροφύλακας να παίζει το κομπολόι του και να μη σηκώνει μύγα στο σπαθί του, αλλά περί τούτου (προσπαθεί να) φροντίζει ο Τσάβες με τις περιπολίες της εθνοφρουράς του!

Κατόπιν όλων αυτών, ο Γενικός Γραμματέας της ΕΟΚ και αρχηγός της ελληνικής αποστολής Τάκης Τσαγκρώνης χάρισε στην κοινότητα ένα λάβαρο με τις υπογραφές των παικτών και μια φανέλα της εθνικής κι όταν η σεμνή τελετή έλαβε τέλος και πήραμε το δρόμο της επιστροφής προς το ξενοδοχείο, τραγουδήσαμε (όπως στις παλιές σχολικές εκδρομές) «ίπι ίπι ούμε σας ευχαριστούμε»!

Τα έγραψα όλα αυτά, διότι, διάβολε, μέσα στην πίεση ενός δύσκολου Τουρνουά και στη θέα ενός σπουδαίου προορισμού, μπορούμε να κάνουμε ένα διάλειμμα και να παίρνουμε (εδώ, καμιά δεκαπενταριά ώρες πτήσεως μακριά από τα σπίτια μας) βαθιές ελληνικές ανάσες.

Μπορούμε επίσης να είμαστε βέβαιοι ότι κάποιοι δικοί μας άνθρωποι φυλάττουν γερά τις Θερμοπύλες του (απόδημου) ελληνισμού και είτε με μπολίβαρ, είτε με ευρώ, είτε ακόμη και με δραχμές, πληρώνουν όσο όσο την αγάπη και τη νοσταλγία τους για την πατρίδα.

Εντέλει είχαν απόλυτο δίκιο οι δυο συχωρεμένοι: ο Μανώλης Ρασούλης που έγραψε και ο Νίκος Πασπάζογλου ο οποίος τραγούδησε το.
«Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ
και βαθιά σ' ευχαριστώ
γιατί μ' έμαθες και ξέρω
ν' ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ
και να μην σε υποφέρω»!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σκουντής
Βασίλης Σκουντής

H φήμη ότι βγήκε από την κοιλιά της μάνας του κρατώντας ένα στυλό κι ένα χαρτί ελέγχεται ως εντελώς αναληθής. Αντιθέτως είναι περίπου… αληθής η φήμη ότι στην πρώτη έκθεση του στο δημοτικό έβαλε τίτλο, υπότιτλο, φωτογραφία, λεζάντα και έδωσε χαρακτηρισμό γραμματοσειράς!
Τα νομικά βιβλία του Σάκουλα ενέμειναν απλώς στο ράφι, αλλά στις… σακούλες. Ο προορισμός υπήρξε μοιραίος και αναπόδραστος. Μετά από 32 χρόνια και με τα μαλλιά του να έχουν από ετών προτιμήσει την ταπείνωση από το θάνατο, ο Βασίλης Σκουντής ταλαιπωρεί τους γύρω του και τον εαυτό του, επιμένοντας να γράφει, άλλωστε είναι το μόνο που έμαθε να κάνει (πιστεύει καλά, αλλά κι αυτό παίζεται!) στη ζωή του. Αν και ενίοτε παρασπονδεί, εν τούτοις στις φλέβες του τρέχει πάντοτε πορτοκαλί αίμα, θεωρεί τον εαυτό του απόγονο του Homo Βasketikus και (περπατώντας στην πέμπτη δεκαετία της ενασχόλησης του με τη δημοσιογραφία) γουστάρει που ακόμη δεν βαρέθηκε να κάνει το χόμπι του!

ΥΓ: Αν μετά από τόσα χρόνια δεν τον βαρεθήκατε, εκτός από το gazzetta.gr μπορείτε να τον υποφέρετε ακόμη καθημερινά στο Goal News και στον Sentra FM 103.3