Το κουκουρούκου και η… πάστα φλόρα!

Βασίλης Σκουντής Βασίλης Σκουντής
Το κουκουρούκου και η… πάστα φλόρα!

bet365

Μετά τον Ηλιάδη, η Τσιάβου και η Γιαζιτζίδου χάρισαν στην Ελλάδα ένα δεύτερο χάλκινο μετάλλιο και ο Βασίλης Σκουντής γράφει για το ανέκδοτο της ελληνικής αθλητικής πολιτικής…

Η Ελλάδα που (όπως την περιέγραψε κάποτε ο Σαββόπουλος) αντιστέκεται, η Ελλάδα που (από το ίδιο τραγούδι) επιμένει, στο Λονδίνο τα κουτσοκαταφέρνει!

Κάνει κι αυτό ρίμα, κάνει επίσης και δυο χάλκινα μετάλλια, τα οποία δεν είναι απροσδόκητα, ίσα ίσα που θεωρούνται κατώτερα των προσδοκιών μας: και ο Ηλιάδης και η Τσιάβου με τη Γιαζιτζίδου είναι πολυ-πρωταθλητές Ευρώπης και κόσμου, είχαν εξ ορισμού σοβαρές πιθανότητες για να ανέβουν στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου και η τρίτη θέση αποτελεί ίσως το minimum και πάντως επ’ ουδενί το maximum των πιθανοτήτων και κυρίως των δυνατοτήτων τους…

Το τζούντο και η κωπηλασία δεν είναι από τα δημοφιλέστερα σπορ στην Ελλάδα και ασφαλώς δεν θα δουν ποτέ τέτοια χαρά στα σκέλια τους! Για μεν το τζούντο θα υπάρχει πάντοτε η κοιτίδα της Ιαπωνίας, αλλά και μια… θερμοκοιτίδα που λέγεται Γαλλία, η δε κωπηλασία φιλοξενείται στο (βρετανικό) λίκνον της: για μια χώρα που έχει ως σημείο αθλητικής αναφοράς τον αγώνα Οξφόρδη-Κέμπριτζ και ως θρυλικότερη Ολυμπιακή φιγούρα τον Σερ Στίβεν Ρεντγκρέιβ, κάθε άλλο σχόλιο είναι περιττό.

Στην άλλοτε πλούσια ή στη νυν Ψωρωκώσταινα (όπως αυτοσυστήνεται), όμως, Ελλάδα, ο κάθε Ηλιάδης, η κάθε Τσιάβου και η κάθε Γιατζιτζίδου αποτελούν τις εξαιρέσεις στον κανόνα και κάθε φορά που ανεβαίνουν σε ένα βάθρο, προσπαθούν ν’ αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες για να ρουφάνε με την προβοσκίδα τους την απαξίωση, τις παλινωδίες και την παντελή έλλειψη στρατηγικής περί τον αθλητισμό…
Όντως ο ελληνικός αθλητισμός μετεωρίζεται!

 

Σε μια χώρα, που είναι έρμαιο του μνημονίου, προφανώς ο αθλητισμός δεν μπορεί να απορροφά πια τα μεγάλα κονδύλια ή να εξακολουθεί να είναι σε τόσο μεγάλο βαθμό κρατικοδίαιτος.

Αλλά, αξίζει μιας καλύτερης τύχης και κυρίως ενός στοιχειώδους σχεδιασμού και μιας ουσιαστικής υποστήριξης, που δεν θα εξαρτώνται αποκλειστικά και μόνο από τα… ρέστα του Υπουργείου Οικονομικών ή από τα χουβαρνταλίκια του ΟΠΑΠ. Οι περισσότεροι χορηγοί την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004, ενώ όσοι έμειναν προτιμούν να επενδύουν (όσο τους επιτρέπουν οι λιτοί προϋπολογισμοί τους) σε πιο προβεβλημένα αθλήματα και σε πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες.

Ναι, σε πείσμα των θριάμβων τους ανά τον πλανήτη, δυστυχώς, την Τσιάβου και τη Γιαζιτζίδου δεν τις ξέρουν ούτε στην πολυκατοικία τους! Αν βγουν στο δρόμο θα περάσουν απαρατήρητες, σαν τα αποπαίδια ενός αθλητικού συστήματος, που επικεντρώνεται κατά βάση στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ. Το ίδιο ισχύει και για άλλους αθλητές και αθλήτριες, που ενώ αφοσιώνονται στο στόχο τους και υπηρετούν (από τη δική τους σκοπιά, ο καθείς εφ ω ετάχθη) την πατρίδα τους, αυτή τους δίνει πρώτα μια μούντζα κι ύστερα μια κλωτσιά και τους εξοστρακίζει ως ανεπιθύμητους στις κάθε λογής Σπιναλόγκες!

Είναι πολλά τα παραδείγματα, δεν ωφελεί να καθίσω τώρα να τα αραδιάσω. Μετά το 2004, ο αθλητισμός ξεζουμίστηκε και αφού λειτούργησε ως όχημα εθνικής υπερηφάνειας ή ακόμη και προπαγάνδας, εν συνεχεία αφέθηκε στο έλεος του θεού.

Τα περιβόητα κίνητρα/προνόμια έγιναν λάστιχο, όπως πολλά πράγματα, προγράμματα ακόμη και ιδεολογίες στην Ελλάδα: από τη λογική του «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα» η κυβερνητική πολιτική για τον αθλητισμό έκανε λάβαρο της τον περιβόητο εξορθολογισμό κι ενώ κάποιοι πρόλαβαν όντως να γίνουν προνομιούχοι, οι επίγονοι τους μοιάζουν με δουλοπάροικους, χώρια που υποβάλλονται σε καταναγκαστικά έργα:

πληρώνουν μόνοι τους τα έξοδα προετοιμασίας, διώκονται από τους αθλητικούς χώρους, λόγω συνθηκών (βλέπε χαμηλές θερμοκρασίες του νερού στα κολυμβητήρια, έλλειψη προσωπικού κοκ), παίρνουν άδειες άνευ αποδοχών από τις υπηρεσίες τους για τις αποστολές με τις εθνικές ομάδες στο εξωτερικό, αναγκάζονται να ψάξουν για πρωινές δουλειές, μαζεύονται τρεις- τέσσερις μαζί για να μοιράζονται τα έξοδα της βενζίνης και να πηγαίνουν για προπόνηση κοκ…

Δεν ξέρω τι έχει στο νου της η τωρινή πολιτική ηγεσία του αθλητισμού, απλώς ελπίζω ότι σε αυτή τη δεύτερη θητεία του ο Ιωαννίδης, ο οποίος είναι κιόλας «σαρξ εκ της σαρκός» του αθλητισμού, θα έχει στο νου ένα ρεαλιστικό σχέδιο και θα το υλοποιήσει με σταθερούς κατευθυντήριους άξονες και με αποφασιστικότητα, που (του) έλειψαν την προηγούμενη φορά…

Δεν ξέρω επίσης τι μπορεί να κάνει η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, ο ρόλος της οποίας είναι αρκετά υποβαθμισμένος, σε σχέση με αυτόν που διαδραματίζουν οι ομόλογοι της σε άλλες χώρες. Όσο βεβαίως οι αθλητικές ομοσπονδίες εξαρτώνται από τα διαθέσιμα του κάθε (γενναιόδωρου ή σπαγκοραμμένου) Υπουργού Οικονομικών κι όσο ολόκληρη η χώρα υποφέρει από τις αλλεπάλληλες περικοπές, τους νέους φόρους, τα χαράτσια και ζει με την απειλή της χρεωκοπίας και της επιστροφής στη δραχμή, προφανώς ο αθλητισμός δεν μπορεί να παραμείνει σε ένα αεροστεγές και απείραχτο από τα τρέχοντα προβλήματα, περιβάλλον.

Κι όταν τα καταφέρνει, αυτό προφανώς συμβαίνει παρά φύσιν…
Το Λονδίνο θα είναι το κύκνειο άσμα για μια πλειάδα πρωταθλητών. Ηδη ο ένας μετά τον άλλον, μόλις ολοκληρώνουν τις προσπάθειες τους σε αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες, κουνάνε το μαντήλι. Αλλοι, πάλι, είχαν επιλέξει (όπως είπε χθες ο Ιακωβάκης) ως στάση το… κουκουρούκου.

Σε κάθε περίπτωση, κάθε τέσσερα χρόνια, που κλείνει ο ένας και ανοίγει ο άλλος ολυμπιακός κύκλος , οι «τα φαιά φορούντες» όπως έλεγε ο Καβάφης) του ελληνικού αθλητισμού οφείλουν να αποφασίσουν τι σόι αθλητισμό θέλουν, πώς τον θέλουν, πού τον θέλουν, γιατί τον θέλουν…

Οφείλουν επίσης το Υφυπουργείο Αθλητισμού, η Ολυμπιακή Επιτροπή και οι Ομοσπονδίες να καθίσουν σε ένα τραπέζι για να ιχνηλατήσουν το δρόμο προς το Ρίο ντεΤζανέιρο. Το έχω ξαναγράψει και επιμένω σε αυτή την τρόπον τινά αριστοκρατική αντίληψη μου για τα σπορ: δεν είναι ανάγκη, διάβολε, μια μικρή και πενόμενη χώρα να καλλιεργεί, να επιδοτεί και να επενδύει (χρήμα, εργατοώρες και προσδοκίες) σε όλα τα σπορ. Πριν από δύο χρόνια είχε καταρτιστεί, δίκην επετηρίδος, μια λίστα αθλημάτων με κριτήριο τη δημοτικότητα, την παράδοση, τις προοπτικές κοκ, ώστε αναλόγως να επιχορηγούνται κιόλας.

Επικρότησα εκείνη την ιδέα, αλλά στο μεταξύ η Ελλάδα βρίσκεται στην περιδίνηση των μνημονίων και όταν ο λαός δεν έχει ψωμί να φάει, μόνο η Μαρία Αντουανέτα τις μέρες της Γαλλικής Επανάστασης και η Μαίρη Αρώνη στην κωμωδία «Μια τρελή, τρελή οικογένεια» (θα μπορούσαν να του τάξουν παντεσπάνι και… πάστα φλόρα!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σκουντής
Βασίλης Σκουντής

H φήμη ότι βγήκε από την κοιλιά της μάνας του κρατώντας ένα στυλό κι ένα χαρτί ελέγχεται ως εντελώς αναληθής. Αντιθέτως είναι περίπου… αληθής η φήμη ότι στην πρώτη έκθεση του στο δημοτικό έβαλε τίτλο, υπότιτλο, φωτογραφία, λεζάντα και έδωσε χαρακτηρισμό γραμματοσειράς!
Τα νομικά βιβλία του Σάκουλα ενέμειναν απλώς στο ράφι, αλλά στις… σακούλες. Ο προορισμός υπήρξε μοιραίος και αναπόδραστος. Μετά από 32 χρόνια και με τα μαλλιά του να έχουν από ετών προτιμήσει την ταπείνωση από το θάνατο, ο Βασίλης Σκουντής ταλαιπωρεί τους γύρω του και τον εαυτό του, επιμένοντας να γράφει, άλλωστε είναι το μόνο που έμαθε να κάνει (πιστεύει καλά, αλλά κι αυτό παίζεται!) στη ζωή του. Αν και ενίοτε παρασπονδεί, εν τούτοις στις φλέβες του τρέχει πάντοτε πορτοκαλί αίμα, θεωρεί τον εαυτό του απόγονο του Homo Βasketikus και (περπατώντας στην πέμπτη δεκαετία της ενασχόλησης του με τη δημοσιογραφία) γουστάρει που ακόμη δεν βαρέθηκε να κάνει το χόμπι του!

ΥΓ: Αν μετά από τόσα χρόνια δεν τον βαρεθήκατε, εκτός από το gazzetta.gr μπορείτε να τον υποφέρετε ακόμη καθημερινά στο Goal News και στον Sentra FM 103.3