Το «από τύχη ζούμε» δεν είναι αστείο, ισχύει!

Βασίλης Τσίγκας Βασίλης Τσίγκας
Το «από τύχη ζούμε» δεν είναι αστείο, ισχύει!
Καιγόμαστε, πνιγόμαστε, μας πνίγουν, τρένα συγκρούονται, στρατοί χούλιγκαν έρχονται από το εξωτερικό για να σκοτώσουν, χωριά και πόλεις «σβήνονται» από τον χάρτη εν μία νυκτί. Κάποτε κάναμε χαβαλέ με το «από τύχη ζούμε», πλέον δεν είναι αστείο, αλλά η καθημερινότητά μας.

«Τι έγινε ρε παιδιά;», αναρωτιόταν ο Σπύρος Παπαδόπουλος στους Απαράδεκτους. Τριάντα και βάλε χρόνια πριν. Αυτή η ατάκα πλέον είναι το μότο μας.«Τι γίνεται ρε παιδιά;», αναρωτιόμαστε σχεδόν καθημερινά.

Ξυπνάμε κάθε μέρα και πραγματικά δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει. Δεν υπερβάλω, σοβαρά το λέω. Κάθε πρωί ξυπνάω και πλέον η πρώτη δουλειά που κάνω, είναι να κοιτάω τις ειδοποιήσεις στο κινητό μου και κάθε μέρα κάτι έχει γίνει: καίγεται ο Έβρος, πέθανε ο Μιχάλης στη Νέα Φιλαδέλφεια, πλημμύρισε ο Βόλος, άνθρωποι πνίγηκαν στην Καρδίτσα, πέθανε ο Αντώνης επειδή τον κλότσησαν στη θάλασσα υπάλληλοι πλοίου. Λίγους μήνες πριν συγκρούστηκαν δύο τρένα, για εβδομάδες καιγόταν η χώρα και μόλις έσβησαν οι φωτιές, τόνοι λάσπης και νερού έχουν πλημμυρίσει τα πάντα, τροχαία παντού σε καθημερινή βάση.

Δεν προλαβαίνουμε πλέον να καταναλώνουμε καταστροφές. Δεν έχει σημασία πού βρίσκεσαι στη χώρα, στην πρωτεύουσα ή στο πιο ακριτικό χωριό, οι πιθανότητες να πάθεις κάτι, το οτιδήποτε, είναι ίδιες. Αν δεν πνιγείς από τις βροχές, θα σε πνίξουν υπάλληλοι πλοίων. Αν δεν καείς από τις φωτιές, θα σε παρασύρουν τα ρέματα στην… Βασιλίσσης Σοφίας. Αν δεν σε σκοτώσουν δολοφόνοι από το εξωτερικό, θα πάρεις το τρένο και… ο Θεός βοηθός αν θα φτάσεις στο σπίτι σου.

Θυμάμαι την μάνα μου να μου λέει κάθε φορά που έβγαινα από το σπίτι «Πρόσεχε» και πάντα απαντούσα «Ναι ρε μάνα, τι θα γίνει;». Γελούσα τότε και τώρα βγαίνω από το σπίτι και ειλικρινά προσέχω ακόμα και πού πατάω στο πεζοδρόμιο, μην τσακιστώ σε καμία τρύπα. Καλά, δεν το συζητάω αν βρέχει, εκεί παίζεις με την τύχη σου, έτσι όπως κατεβαίνουν τα νερά.

Η χώρα θυμίζει κάποια καφκική δυστοπία. Δεν ξέρω αν το ίδιο συμβαίνει και αλλού ή αν όλες οι πληγές του Φαραώ έχουν πέσει στο κεφάλι μας, αλλά δεν έχει καμία σημασία. Εμείς εδώ ζούμε και ακόμα κι αυτό το απόλυτα βασικό, η ζωή μας, θυμίζει κάθε μέρα μπίλια σε ρουλέτα: κανένας δεν ξέρει πού θα κάτσει, στο μαύρο ή το κόκκινο.

Ήταν το ίδιο και παλαιότερα και δεν τα μαθαίναμε; Μπορεί και να ήταν, αλλά εμείς στο τώρα βρισκόμαστε και το τώρα μας είναι επικίνδυνο. Απλά πράγματα. Αυτή τη στιγμή, είναι επικίνδυνο να ζεις στην Ελλάδα. Τελεία και παύλα. Δεν χρειάζεται να το ζαχαρώνουμε.

Οι θεσμοί είναι υπό διάλυση, η ανθρωπιά μας επίσης κι αυτό είναι ίσως το πιο ουσιώδες. Μεταξύ μας, κανένας δεν είχε ποτέ σε καμία σοβαρή υπόληψη το ελληνικό κράτος, αλλά τουλάχιστον είχαμε ο ένας τον άλλον. Πλέον, ακόμα κι αυτό είναι αμφίβολο. Φταίει η οικονομική κρίση; Η καραντίνα; Η έλλειψη παιδείας; Η αίσθηση για έλλειψη δικαιοσύνης; Όλα τα παραπάνω κι ακόμα περισσότερα; Ναι, να κάτσουμε να το ψάξουμε, αλλά μπορούμε να μην σκοτωνόμαστε πρώτα μεταξύ μας;

Υπάρχει βαθιά σήψη γύρω μας και αναβλύζει όπως οι υπόνομοι κάθε φορά που βρέχει για δέκα λεπτά. Ειλικρινά, νιώθω πολύ τυχερός που δεν έχω παιδιά. Τουλάχιστον, έχω μόνο την ευθύνη του εαυτού μου. Ούτε να φανταστώ δεν μπορώ, να πρέπει να προστατεύσω κι ένα παιδί με όσα γίνονται γύρω μας κάθε μέρα.

Την νιώθεις την απόγνωση των κατοίκων. Την βλέπεις σε βίντεο κάθε μέρα που χάνουν τα σπίτια, τις περιουσίες, τα ζωντανά τους. Η απόγνωση θα φέρει μίσος και το μίσος θα φέρει κλωτσιές σε αποβάθρες πλοίων και μαχαίρια έξω από τα γήπεδα. Αν όχι από τους ίδιους, από τα παιδιά τους. Αλυσίδα είναι όλο αυτό και κανένας κρίκος δεν γλιτώνει.

Και στην μέση ένα κράτος ανήμπορο. Αποδεδειγμένα ανήμπορο, κάθε μέρα το βλέπουμε. Δεν μπορεί γιατί δεν θέλει; Δεν μπορεί γιατί δεν το απασχολεί; Δεν μπορεί γιατί δεν το θεωρεί σημαντικό; Σε όλες τις βαθμίδες ανήμπορο.

Από την τοπική αυτοδιοίκηση μέχρι την κεντρική κυβέρνηση. Η ημέρα της μαρμότας σε πανελλήνια μετάδοση κάθε χρόνο. Το σενάριο είναι γνωστό: το καλοκαίρι θα καούμε, το φθινόπωρο θα πνιγούμε, τον χειμώνα αν χιονίσει θα αποκλειστούμε, την άνοιξη θα πνιγούμε πάλι αν βρέξει. Και όσο το κλίμα πάει κατά διαόλου και τα φαινόμενα αυξάνουν σε ένταση, αυξάνεται και το κακό. Άνθρωποι μέσα στα σπίτια τους πνίγονται ή καίγονται, αυτοκίνητα μετατρέπονται σε βάρκες και φτάνουν θάλασσα και επιστρατεύονται οι καταδρομείς και οι βατραχάνθρωποι για να ψάξουν επιζώντες.

Ο Γιάννης Σερέτης έψαχνε χθες έναν λόγο για να μείνει το παιδί του στην Ελλάδα. Ένας συνάδελφος σήμερα το πρωί ρωτούσε με ειλικρινή απορία: «Το αξίζουμε ρε γαμώτο όλο αυτό;». Η αυθόρμητη απάντησή μου ήταν «ναι». Όταν το σκέφτηκα λίγο παραπάνω, πάλι «ναι» απάντησα. Δεν σαπίζει έτσι ξαφνικά μία κοινωνία, δεν είναι αποτέλεσμα λίγων ετών όλο αυτό. Είναι δεκαετίες που αρμενίζουμε πολύ στραβά και πλέον σκάμε πάνω σε ξερονήσια και παγόβουνα, ανάλογα με την εποχή του χρόνου.

Καλό χειμώνα είπαμε; Θα προλάβουμε;

Βασίλης Τσίγκας
Βασίλης Τσίγκας

O Βασίλης Τσίγκας σπούδασε Επικοινωνία, Μέσα και Πολιτισμό στην Πάντειο και ξεκίνησε το δημοσιογραφικό του ταξίδι από τις πρώτες εποχές του ελληνικού internet, με τις νέες τεχνολογίες να συνοδεύουν πάντα το ρεπορτάζ. Μέλος του Gazzetta από το 2014, έχει ασχοληθεί με πολλά διαφορετικά πράγματα και η παραγωγή video είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι αυτών. Λατρεύει το τένις και το NFL και του αρέσει να ανακαλύπτει τις όμορφες ιστορίες των σπορ.