Top-10: Οι μεγαλύτεροι Έλληνες ποδοσφαιριστές

Top-10: Οι μεγαλύτεροι Έλληνες ποδοσφαιριστές

Ο καθένας την εποχή του έχει γράψει ξεχωριστή ιστορία, κατακτώντας τίτλους και κάνοντας τον κόσμο να φωνάζει ρυθμικά το όνομά του. Και οι δέκα είναι υπέροχοι και εννοείται πως σε αυτή την λίστα θα μπορούσαν να μπουν πολλοί περισσότεροι. Είναι δεδομένο πως θα έχουμε αδικήσει κάποιους, όπως και το ότι θα υπάρξουν πολλοί αναγνώστες που θα έχουν διαφορετικά κριτήρια.

Ο καθένας βέβαια μπορεί ψηφίζοντας με σχόλια να φτιάξει το δικό του TOP-10. Εμείς με τη δύναμη του COSMOTE One, που κάνει σταθερή και κινητή επικοινωνία ένα, για να έχεις Internet, ομιλία, ψυχαγωγία κάθε στιγμή, μέσα κι έξω από το σπίτι, φτιάξαμε στο gazzetta.gr το δικό μας με τους καλύτερους Έλληνες παίκτες που έχουν περάσει από τα γήπεδά μας...

image

Ηλίας Ρωσίδης: Το πρώτο φουλ μπακ

Ξεκινάμε την αντίστροφη μέτρηση με το νούμερο δέκα, όπου και συναντάμε τον Ηλία Ρωσίδη. Τον πρώτο φουλ μπακ που εμφανίστηκε στα ελληνικά γήπεδα. Ο γεννημένος στην Κύπρο το 1927, αρχικά έκανε στίβο στον Ολυμπιακό και συγκεκριμένα 100, 200 και 400 μέτρα, καθώς ήταν εξαιρετικά γρήγορος. Όπως έχει γραφτεί σε πολλά βιβλία, το ποδόσφαιρο το ξεκίνησε τυχαία, όταν σε μια προπόνηση τραυματίστηκε ο τερματοφύλακας της ομάδας Αριστείδης Λούβαρης και του ζήτησαν να τον αντικαταστήσει. Από εκείνο το σημείο τον κέρδισε η μπάλα και οι φίλοι του Ολυμπιακού είχαν την χαρά να βλέπουν έναν παίκτη ορισμό του φουλ μπακ, τον πρώτο που ανέβαινε όλη την πλευρά και εκμεταλλευόταν την μεγάλη του ταχύτητα.

Δυστυχώς για τον ίδιο αλλά και το άθλημα συνολικά, ολοκλήρωσε την καριέρα του το 1961 λόγω πολλών και σημαντικών τραυματισμών που είχε. Κατά πολλούς είναι ο καλύτερος μπακ που έχει εμφανιστεί στα ελληνικά γήπεδα και οι παλιότεροι τόνιζαν συνεχώς πως ήταν βασικός λόγος να πληρώσει κάποιος εισιτήριο για να πάει να δει τον Ολυμπιακό. Με τους Πειραιώτες ο Ρωσίδης κατέκτησε 9 πρωταθλήματα, 10 Κύπελλα, αλλά και 13 πρωταθλήματα Πειραιά.

image

Θοδωρής Ζαγοράκης: Ο πολυτιμότερος του Euro της Πορτογαλίας

Στην ένατη θέση βρίσκουμε τον Θοδωρή Ζαγοράκη. Τον αρχηγό της Εθνικής στην μεγαλύτερη επιτυχία συνολικά του ελληνικού αθλητισμού, που δεν είναι άλλη από την κατάκτηση του Euro της Πορτογαλίας. Ο Καβαλιώτης αμυντικός μέσος, δεν ήταν απλά ο κάπτεν του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος, αλλά αναδείχθηκε και πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης, πραγματοποιώντας εξαιρετικές εμφανίσεις, ενώ η ντρίπλα του στον προημιτελικό με την Γαλλία δεν πρόκειται να ξεχαστεί ποτέ από κανέναν Έλληνα. Ο «Ζαγόρ» πέρασε εξαιρετικά τον Λιζαραζού, έστειλε την μπάλα συστημένη στο κεφάλι του Χαριστέα και το 1-0 πέταξε έξω την ομάδα του Ζιντάν. Συνολικά στην Εθνική έχει παίξει 120 φορές και έχει πετύχει τρία γκολ.

Όσον αφορά τους συλλόγους, ο Ζαγοράκης ξεκίνησε στην Καβάλα, αλλά την μεγάλη του καριέρα την έκανε στον ΠΑΟΚ παίζοντας συνολικά 200 παιχνίδια με 10 γκολ. Μετά τον «δικέφαλο» αγωνίστηκε στην Λέστερ, βοηθώντας την να βρεθεί στον τελικό του Λιγκ Καπ όπου κατέκτησε το τρόπαιο, αν και δεν έπαιξε. Μετά επέστρεψε στην Ελλάδα για λογαριασμό της ΑΕΚ όπου σε τέσσερα χρόνια είχε 101 συμμετοχές και 4 γκολ. Πριν κλείσει την καριέρα του στον «δικέφαλο του βορρά», έπαιξε στην Ιταλία και την Μπολόνια έχοντας 32 συμμετοχές. Ο ορισμός του αρχηγού, ασταμάτητο τρέξιμο, δύναμη και παίκτης που θα ήθελε ο κάθε προπονητής στην ομάδα του, οι βασικοί λόγοι της μεγάλης αυτής καριέρας.

image

Μίμης Παπαϊωάννου: Ο καλύτερος του αιώνα

Ξαναλέμε πως το να γράψεις για τους δέκα καλύτερους Έλληνες ποδοσφαιριστές μόνο εύκολο δεν είναι. Πόσω μάλλον το να τους βάλεις σε ένα TOP-10, αλλά είπαμε θα το κάνουμε και κάθε ένσταση δεκτή. Έτσι στο νούμερο 8 επιλέξαμε τον Μίμη Παπαϊωάννου, τον παίκτη που σύμφωνα με την υπηρεσία στατιστικής της ΦΙΦΑ ψηφίστηκε ως ο καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής του αιώνα. Ο γεννημένος στις 25 Νοεμβρίου του 1942 στη Νέα Νικομήδεια Βέροιας ποδοσφαιριστής, ξεκίνησε την καριέρα του στην ομάδα της πόλης του και το 1962 αποκτήθηκε από την ΑΕΚ για το ποσό ρεκόρ εκείνη την εποχή των 140.000 δραχμών.

Με την Ένωση πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις, παίζοντας συνολικά σε 480 παιχνίδια και σκοράροντας 233 γκολ τα οποία τον βάζουν στην τρίτη θέση του σχετικού πίνακα των σκόρερ. Ο Βεροιώτης επιθετικός κατέκτησε με τους «κιτρινόμαυρους» πέντε πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα, ενώ στο τέλος της καριέρας του, όταν έπαιξε στην Αμερική με τον Παγκύπριο Νέας Υόρκης, πήρε το νταμπλ στο τοπικό πρωτάθλημα, κάνοντας την κορυφαία ομάδα της μεγάλης κατηγορίας να τον ζητήσει. Ωστόσο, έχοντας δηλώσει πως θα σταματήσει το ποδόσφαιρο είπε όχι, παρότι έδειχνε πως και στα 40 του θα μπορούσε να κάνει πλάκα στους αντιπάλους του.

Ο Παπαϊωάννου ήταν ο ορισμός του... κίλερ και του επιθετικού που όχι απλά θα σκόραρε, αλλά ήξερε και μπάλα. Τέτοιοι παίκτες λείπουν πολύ από το ελληνικό ποδόσφαιρο και μάλιστα δεν είναι λίγοι όσοι λένε πως με δεδομένη την ελεύθερη μετακίνηση που υπάρχει πλέον, αν έπαιζε σήμερα θα αγωνιζόταν σε μεγάλη Ευρωπαϊκή ομάδα.

image
image

Δημήτρης Σαραβάκος: Ένας αριθμός, μια ιστορία, ένας παίκτης...

Δεν ξέρουμε αν άξιζε να βρίσκεται πιο κάτω σε αυτό το TOP-10, αλλά όταν το όνομά του έχει ταυτιστεί τόσο με έναν αριθμό, δεν γινόταν ο Δημήτρης Σαραβάκος να μην βρίσκεται στο 7. Ο γνωστός σε όλους ως «μικρός» ξεκίνησε την καριέρα του στον Πανιώνιο, όπου σε 7 χρονιές είχε 132 συμμετοχές και 35 γκολ, πριν μεταγραφεί στον Παναθηναϊκό και κάνει την τεράστια καριέρα του. Δεν είναι υπερβολή το ότι μιλάμε για έναν παίκτη που έκανε (πολλούς ή λίγους δεν έχει σημασία) φίλους του ποδοσφαίρου να γίνουν Παναθηναϊκοί.

Στο «τριφύλλι» ο Σαραβάκος είχε 252 συμμετοχές πετυχαίνοντας 125 γκολ, οδήγησε τους «πράσινους» σε μεγάλες Ευρωπαϊκές επιτυχίες, έγινε σύνθημα στα χείλη των φιλάθλων του και στα 33 του πήγε στην ΑΕΚ. Δεν ήταν λίγοι τότε που έλεγαν πως ο... μικρός πήγε ως τελειωμένος στην Ένωση, αλλά σε δύο χρόνια είχε 47 συμμετοχές και 21 γκολ και το κυριότερο ήταν ο παίκτης που με τα γκολ του οδήγησε τους «κιτρινόμαυρους» στην πρόκριση επί των Ρέιντζερς και την πρώτη τους συμμετοχή σε ομίλους Τσάμπιονς Λιγκ. Το 1997 επέστρεψε στον αγαπημένο του Παναθηναϊκό -όπου και συνεχίζει να προσφέρει διοικητικά σήμερα-, παίζοντας όμως μόνο δύο ματς.

Ο «Μητσάρας» ήταν πρωταγωνιστής και στην Εθνική, καθώς αγωνίστηκε σε 78 παιχνίδια, σκοράροντας 22 φορές. Με το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα αγωνίστηκε στο πρώτο Μουντιάλ που έπαιξε η Εθνική, σε αυτό των ΗΠΑ, αλλά όπως και όλοι οι παίκτες της ομάδας σε εκείνους τους αγώνες έμεινε στα ρηχά. Συνολικά, ο Σαραβάκος είχε 433 συμμετοχές και 181 γκολ, ενώ κέρδισε 3 πρωταθλήματα, 8 Κύπελλα και 3 Σούπερ Καπ.

image

Γιώργος Σιδέρης: Ο «Φόντακας» που έπαιξε στο εξωτερικό

Συνεχίζουμε το TOP-10 με το νούμερο 6 όπου θα δούμε τον Γιώργο Σιδέρη. Τον γνωστό σε όλους Φόντακα, τον παίκτη που ήταν ο πρώτος Έλληνας που μεταγράφηκε στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Βέλγιο για λογαριασμό της Αντβέρπ. Με τους Βέλγους έπαιξε σε 25 παιχνίδια και σκόραρε 7 φορές σε μία περίοδο, ενώ συνολικά ήταν από τους ελάχιστους παίκτες που έκαναν ομάδες όπως οι Ίντερ, Φιορεντίνα και Ατλέτικο Μαδρίτης να δείξουν ενδιαφέρον, χωρίς όμως τελικά να υπάρξει μεταγραφή.

Φυσικά την μεγάλη καριέρα του ο Σιδέρης την έκανε στον Ολυμπιακό. Με τους Πειραιώτες έπαιξε σε 283 παιχνίδια και πέτυχε 223 γκολ, ένας αριθμός που τον έχει στην κορυφή των σκόρερ για τους «ερυθρόλευκους», ενώ συνολικά είναι τέταρτος στο πρωτάθλημά μας.

Ο Ναξιώτης επιθετικός ήταν ο ορισμός του σκόρερ και αυτό φάνηκε στην μεγάλη του καριέρα, καθώς δύσκολα έχανε ευκαιρία που θα του δημιουργούταν. Όσον αφορά τους τίτλους, ο «Φόντακας» κέρδισε 2 πρωταθλήματα, 5 Κύπελλα και 1 Βαλκανικό Κύπελλο, ενώ με την Εθνική ομάδα αγωνίστηκε 28 φορές και πέτυχε 14 τέρματα.

image

Κώστας Νεστορίδης: Ο άνθρωπος που έπαιζε παντού...

Και φτάσαμε στην πρώτη πεντάδα, με τον Κώστα Νεστορίδη να βρίσκεται στο νούμερο πέντε. Ο Δραμινός ποδοσφαιριστής γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου του 1930 και αν και επιθετικός με εξαιρετικούς αριθμούς, ήταν ο παίκτης που σε όποια θέση και αν τον έβαζες ήξερες πως θα σου δώσει το 100%. Στην ΑΕΚ μεγαλούργησε δείχνοντας σε όλους το πόσο μεγάλη κλάση διέθετε, κατακτώντας όχι μία και δύο, αλλά πέντε φορές τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα. Συνολικά με την Ένωση είχε 226 συμμετοχές και 186 γκολ, ενώ στον Πανιώνιο που βρέθηκε μετά την Ελλάς Μοσχάτου, την πρώτη του ομάδα, είχε 63 συμμετοχές και 26 γκολ.

Ο Νεστορίδης έδειξε το μεγάλο του ταλέντο και στην Αυστραλία, όταν αγωνιζόμενος στην Ελλάς Μελβούρνης κατέκτησε το πολιτειακό πρωτάθλημα όντας πρώτος σκόρερ με 33 γκολ, ενώ την καριέρα του την έκλεισε τον Βύζαντα Μεγάρων έχοντας δύο συμμετοχές στο πρωτάθλημα του 1967.

Για την αξία και το ταλέντο του, οι 17 συμμετοχές στην Εθνική δεν είναι και μεγάλος αριθμός, ενώ όσον αφορά τους τίτλους, πήρε ένα πρωτάθλημα με την ΑΕΚ, ένα Κύπελλο επίσης με την Ένωση και ένα πρωτάθλημα Αθήνας με τον Πανιώνιο. Κέρδισε επίσης πέντε φορές τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στο ελληνικό πρωτάθλημα και μία σε αυτό της Αυστραλίας.

image

Θωμάς Μαύρος: Ο πρώτος όλων..

Στο νούμερο 4 επιλέξαμε τον μεγάλο Θωμά Μαύρο. Τομ παίκτη που σε κάθε αγώνα άκουγε το «ποιος ποιος ποιος ο Μαύρος ο Θεός» και το άκουγε απόλυτα δίκαια, τόσο από τους φίλους του Πανιωνίου, όσο και από αυτούς της ΑΕΚ. Στους «κυανέρυθρους» αγαπήθηκε, στους «κιτρινόμαυρους» λατρεύτηκε όσο κανείς. Και πως να μην λατρευτεί όταν μιλάμε για έναν παίκτη ορισμό του σκόρερ. Έναν επιθετικό που μπορούσε να στείλει την μπάλα στα αντίπαλα δίχτυα με οποιοδήποτε τρόπο και που αυτή την στιγμή παραμένει ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του πρωταθλήματος έχοντας πετύχει συνολικά 260 γκολ σε Πανιώνιο και ΑΕΚ. Μάλιστα στην ομάδα της Νέας Σμύρνης επέστρεψε σε ηλικία 36 ετών και κατάφερε να πετύχει 22 τέρματα και να αναδειχθεί πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα!

Στην Ένωση με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς συνέθεσαν ένα από τα καλύτερα, αν όχι το καλύτερο επιθετικό δίδυμο που εμφανίστηκε στην χώρα μας, προσφέροντας πλούσιο θέαμα και πολλά πολλά γκολ. Όσον αφορά τις διακρίσεις, ο Μαύρος κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και 2 Κύπελλα, τέσσερις φορές αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ, με την τελευταία μάλιστα όπως προαναφέραμε στα 36 του.

Με την Εθνική έπαιξε σε 36 παιχνίδια και πέτυχε 11 γκολ. Και μόνο που ακόμα και σήμερα πολλοί είναι αυτοί που λένε πόσο λείπει όχι από την ΑΕΚ, αλλά συνολικά το ποδόσφαιρό μας, δείχνει το πόσο μεγάλος παίκτης ήταν ο Μαύρος.

image

Γιώργος Κούδας: Ο Μεγαλέξανδρος...

Ώρα για το... βάθρο και το νούμερο 3 στο οποίο βρίσκουμε τον Γιώργο Κούδα. Τον Μεγαλέξανδρο του ΠΑΟΚ αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Τον άνθρωπο που πραγματικά χαιρόσουν να βλέπεις να κάνει τα... μαγικά και τον παίκτη που πήγε να χωρίσει τη χώρα στα δύο με μια μεταγραφή που δεν έγινε. Ήταν το καλοκαίρι του 1966 όταν ο Ολυμπιακός τον απέκτησε, αλλά από την στιγμή που ο «δικέφαλος του βορρά» δεν είπε το οκ, έπρεπε να μείνει εκτός για δύο χρόνια. Στους Πειραιώτες τελικά δεν αγωνίστηκε ποτέ, όμως εκείνα τα χρόνια με αφορμή την μεταγραφή αυτή, η κόντρα των φίλων των δύο ομάδων μεγάλωσε πολύ και διατηρήθηκε για πολλά χρόνια.

Ο Κούδας, έτσι, δεν αγωνίστηκε σε καμία άλλη ομάδα εκτός του ΠΑΟΚ, όπου συνολικά έπαιξε σε 504 αγώνες σκοράροντας 134 φορές. Ήταν ο ηγέτης της ομάδας που κατέκτησε το πρωτάθλημα το 1976, ενώ με τους Θεσσαλονικείς πήρε και δύο Κύπελλα το 1972 και 1974. Ήταν ηγέτης και αρχηγός των «ασπρόμαυρων», ο παίκτης που αγαπήθηκε πάρα πολύ από τον κόσμο, αυτός που έγινε τραγούδι με τον αείμνηστο Ρασούλη να λέει το «πότε Βούδας, πότε Κούδας». Αυτός που όταν λες ΠΑΟΚ, είναι ο πρώτος που σου έρχεται στο μυαλό.

Στην Εθνική έπαιξε 43 φορές και σκόραρε 4, έχοντας και το ρεκόρ του μεγαλύτερου σε ηλικία που αγωνίστηκε με το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα όταν το 1995 σε παιχνίδι προς τιμήν του κόντρα στην Γιουγκοσλαβία έπαιξε για λίγα λεπτά όντας 49 ετών.

image
image

Μίμης Δομάζος: Ο στρατηγός

Όταν ένας παίκτης παίζει σε υψηλότατο επίπεδο όχι για ένα, αλλά για 21 συνεχόμενα χρόνια, δεν γίνεται να μην είναι μεγάλος. Και ο Μίμης Δομάζος δεν είναι απλά μεγάλος, αλλά τεράστιος! Πρόκειται για έναν από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές που έχουν αγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα συνολικά και δεν αναφερόμαστε μόνο σε Έλληνες παίκτες. Ο ηγέτης του Παναθηναϊκού στην μαγική πορεία προς το Γουέμπλεϊ και τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αρχηγός με όλη την σημασία της λέξης και παίκτης που ήξερε να κλοτσάει το τόπι όσο ελάχιστοι.

Με το «τριφύλλι» γνώρισε μοναδικές στιγμές δόξας με αποκορύφωμα φυσικά τον τελικό απέναντι στον Άγιαξ. Συνολικά στους «πράσινους» έπαιξε σε 502 παιχνίδια και πέτυχε 134 γκολ, κερδίζοντας 9 πρωταθλήματα, 3 Κύπελλα και 1 Βαλκανικό Κύπελλο. Το 1978 μεταγράφηκε στην ΑΕΚ με την οποία πήρε το πρωτάθλημα του 1979, δείχνοντας για ακόμα μία φορά πόσο μεγάλος παίκτης ήταν, καθώς έγινε ο ηγέτης της στα 37 του.

Με την Εθνική ο Δομάζος έπαιξε 50 φορές και είχε 4 γκολ, φορώντας για δέκα χρόνια το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Και στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα ήταν ηγέτης, όπως και σε κάθε ομάδα που αγωνίστηκε. Ο... στρατηγός είναι από τους μεγαλύτερους παίκτες που έχει βγάλει το ελληνικό ποδόσφαιρο και δεν μπορούσε να λείψει από τις πρώτες θέσεις του TOP-10 μας.

image

Βασίλης Χατζηπαναγής: Ο μάγος...

Όπως αναφέραμε και στο ξεκίνημα του κειμένου, είναι λογικό πολλοί από εσάς να έχετε τις ενστάσεις σας όχι απλά για τους παίκτες που βρίσκονται στο TOP-10, αλλά ακόμα και την σειρά που είναι. Στο νούμερο ένα όμως για εμάς... δεν χωράει καμία ένσταση, γιατί εκεί δεσπόζει η μορφή του τεράστιου Βασίλη Χατζηπαναγή. Του μοναδικού Νιουρέγιεφ των γηπέδων, του ανθρώπου που όπου έπαιζε ο Ηρακλής γέμιζαν τα γήπεδα για να πάνε να τον θαυμάσουν. Χωρίς την παραμικρή υπερβολή, αν ο «Βάσια» έπαιζε μπάλα αυτή την εποχή, με τους αγώνες που δείχνονται από την τηλεόραση και το διαδίκτυο, δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να μην τον έβλεπαν μεγάλες ομάδες και να μην αγωνιζόταν στο εξωτερικό.

Όπως στο εξωτερικό θα βρισκόταν και αν μπορούσε να παίξει στην Εθνική ομάδα, αλλά δυστυχώς για τον ίδιο αλλά και την Εθνική μας, επειδή είχε παίξει στις μικρές της Ρωσίας δεν του επιτράπηκε να αγωνιστεί. Πραγματικά όσα και να γράψει κανείς για τον... μάγο της μπάλας θα είναι λίγο. Οι ντρίπλες του ήταν το κάτι άλλο και ο άνθρωπος αυτός μπορούσε να απειλήσει ακόμα και από το κόρνερ. Δεν μιλάμε για φάουλ, όπου ήταν κίνδυνος-θάνατος.

Ο Χατζηπαναγής γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου του 1954 στην Τασκένδη της Ρωσίας και αρχικά έπαιξε για τρία χρόνια στην Παχτακόρ έχοντας 96 συμμετοχές και 22 γκολ. Το 1975 ο Ηρακλής κατάφερε να τον κάνει δικό του και με τον «γηραιό» έκανε απίστευτα πράγματα. Έπαιξε σε 281 αγώνες, σκόραρε 62 φορές, ενώ σε κάθε του εμφάνιση μάγευε τους πάντες. Με τους Θεσσαλονικείς δεν κατάφερε να κερδίσει τους τίτλους που θα μπορούσε με δεδομένο το απίστευτο ταλέντο του και συνολικά είχε ένα Κύπελλο το 1976 και ένα Βαλκανικό Κύπελλο το 1985.

Θεωρείται και όχι άδικα ως καλύτερος Έλληνας παίκτης, ενώ χωρίς δόση υπερβολής αν ήταν σε μεγαλύτερη ομάδα ή ακόμα και αν μπορούσε να παίξει στην Εθνική, θα μιλάγαμε για ποδοσφαιριστή που άγγιζε το επίπεδο των τεράστιων του κόσμου...

image