Κώστας Καρυωτάκης: Απέναντι στη βαρβαρότητα
Ο Κώστας Καρυωτάκης γνώρισε τη ζωή όπως ήταν. Τη δέχτηκε, την αναζήτησε, την αγκάλιασε, τη σκότωσε. Δεν ήταν πρόθεση του να ακολουθήσει αυτή την πορεία. Σκοπός του ήταν να βάλει τέλος στην “πρόοδο” της κοινωνίας, να λειάνει τις γωνίες του χρόνου και να καταβαραθρώσει τη βαρβαρότητα που τον θωρούσε καθήμενη στον θρόνο της ανθρώπινης εξουσίας. Αθεράπευτα ρομαντικός, όχι αφελής, ακούραστος σωματικά-πνευματικά προσπαθούσε να κρατήσει τον ίσκιο του κάτω από έναν ψεύτικο ήλιο. Εξουσιολαγνεία, εκδίκηση, μοχθηρία, μικρότητα, το απέραντο τοπίο υποχρεωτικής δράσης-αντίδρασης. Στο τέλος νίκησε η “αντίδραση”, αλλά τα ποιήματα και η στάση ζωής έμειναν. Όπως έγραψε ο Τέλλος Άγρας, το 1935, στο περιοδικό “Νέα Γράμματα”:
“Η ζωή του Καρυωτάκη έφερε τη μελαγχολία του. Η μελαγχολία του, την ταραγμένη φαντασία -τη δίψα του αντιλογικού, του φαουστικού. Η φαντασία έφερε τις Ελεγείες. Οι Ελεγείες έφεραν τις Σάτιρες. Οι Σάτιρες την αυτοκτονία. Αλλιώς δεν μπορούσε να γίνει”.
Ζωή βιαίως μετακινούμενη
Ο Κώστας Καρυωτάκης γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1896. Γιος του νομομηχανικού Γεωργίου Καρυωτάκη και της Αικατερίνης, το γένος Σκάγιαννη. Είχε μια αδερφή κι έναν αδερφό. Παρακολούθησε εγκύκλια μαθήματα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας λόγω των συχνών μεταθέσεων του πατέρα του. Η “μετακίνηση” και τα διαφορετικά τοπία -φυσικά, κοινωνικά- που αυτή έφερε, έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση της ποίησης του. Το 1913 ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές στα Χανιά, όπου συνδέθηκε συναισθηματικά με την Άννα Σκορδούλη. Τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας, όπου αποφοίτησε το 1917. Τον επόμενο χρόνο επισκέπτεται την οικογένεια του στη Θεσσαλονίκη και συλλαμβάνεται ως ανυπότακτος. Αναγκάστηκε να καταταγεί, όμως λίγο αργότερα γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθήνας και πήρε αναστολή στράτευσης.
Το διάστημα 1919-1922 είναι γεμάτο μεταθέσεις και... στρατό. Από τη Νομαρχία Θεσσαλονίκης στην Άρτα. Πριν μεταβεί στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου, απαλλάχθηκε από τα στρατιωτικά του καθήκοντα ως ανίκανος. Ακολούθησαν τοποθετήσεις στις νομαρχίες Κυκλάδων, Αττικοβοιωτίας. Το 1922 θα γνωρίσει τη Μαρία Πολυδούρη, επίσης νομαρχιακή υπάλληλο. Το φθινόπωρο του 1923 ο Καρυωτάκης παραιτήθηκε και διορίστηκε στην κεντρική υπηρεσία του υπουργείου Πρόνοιας στην Αθήνα. Το 1924 ταξίδεψε στη Γερμανία και την Ιταλία. Δύο χρόνια αργότερα ταξίδεψε με αναρρωτική άδεια στη Ρουμανία μαζί με τον συνθέτη ξάδερφο του Θ.Δ Καρυωτάκη και στο τέλος του χρόνου μετατέθηκε στο τμήμα Αγαθοεργών Ιδρυμάτων. Είχαν ξεκινήσει οι μεθοδεύσεις των ανωτέρων εναντίον του λόγω της συνδικαλιστικής του δράσης. Το 1927 τον έστειλαν στο τμήμα Λοιμωδών Νόσων και το 1928 εκλέχτηκε Γενικός Γραμματέας του Δ.Σ της Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών και συμμετείχε στην Οικονομική Επιτροπή Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων, ενώ αποσπάστηκε για πέντε μήνες στην Πάτρα. Επέστρεψε στην Αθήνα τον Μάη του ίδιου χρόνου και μετά από ένα σύντομο ταξίδι στο Παρίσι μετατέθηκε στην Πρέβεζα. Τον Ιούλιο του 1928 αυτοπυροβολήθηκε στην παραλιακή τοποθεσία Άγιος Σπυρίδων. Ήταν 32 ετών. Πρώτα έφυγε η ζωή του και μετά το άχθος της βίαιης μετακίνησης.
Οι εντυπώσεις ενός “πνιγμένου”
Ο Καρυωτάκης αποκάλυψε τον “Καρυωτάκη” με τον πιο δραματικό τρόπο: Αυτοκτονώντας. Το απονενοημένο διάβημα ήταν η θυσία που έπρεπε να κάνει για να σώσει τη τιμή και την υπόληψη του. Να αποκαλύψει τους μίζερους θεούς και το αρρωστημένο περιβάλλον της ελληνικής κοινωνίας. Η τελευταία πράξη είναι παραδοχή ήττας, αλλά και σημείο αναφοράς στη ζωή και το έργο του. Η συνειδητοποίηση αυτής ώθησε τον ποιητή να ορίσει τα στοιχεία της κρυμμένης του ταυτότητας. Την ίδια στιγμή που αποκαλύφθηκε, χάθηκε και άφησε άπαντες να αναρωτιούνται “τι θα συνέβαινε εάν δεν αυτοκτονούσε;”. Η ερμηνεία του σημειώματος που άφησε πριν αυτοπυροβοληθεί “ξεκλειδώνει” τον γρίφο “Κώστας Καρυωτάκης”. Το παραθέτουμε αυτούσιο με την ορθογραφία του συντάκτη.
“Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερο μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη περιέργεια μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθεια μου να πληροφορηθώ για όλες τις συγκινήσεις χωρίς τις περισσότερες να μπορώ να τις αισθανθώ. Τη χυδαία όμως πράξη που μου αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρα της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι' αυτό. Κάθε πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική.
Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή θεώρησαν την ύπαρξη τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι με τους αιώνες. Σ' αυτούς απευθύνομαι.
Αφού δοκίμασα όλες τις χαρές!!! είμαι έτοιμος για ένα ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ήμουν άρρωστος.
Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέση την οικογένεια μου, στο θείο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας.
Κ.Γ.Κ
[Υ/Γ] Και για ν' αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ήπια άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια. Ωρισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου”.
Όρισε το σημείο αναφοράς στο έργο του
Η έκταση και το ύφος του σημειώματος φανερώνουν την ανάγκη του Καρυωτάκη να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Δεν χωρά αμφιβολία ότι είχε φτάσει στα όρια του και ήθελε να δώσει την απάντηση που έπρεπε στους διώκτες και επικριτές του. Χωρίς να καταφεύγει σε μικρότητες και να ρίχνει το βλέμμα του στο λερό έδαφος του φθόνου, της μιζέριας, του ρεβανσισμού. Το ξέσπασμα οφείλεται στη συνεχή, απηνής, δίωξη του. Εν κρυπτώ και παραβύστω από τις αρχές ενός κράτους που κυνηγούσε τον “κομμουνιστικό κίνδυνο”. Ο Καρυωτάκης δεν συμβιβαζόταν και δεν έκανε εκπτώσεις στα πάθη του. Ήταν γνωστό ότι σύχναζε σε οίκους ανοχής, ενώ συνδεόταν με “κοινή” γυναίκα. Στήνεται, λοιπόν, ένα χαλκείο εναντίον του και κατηγορείται για μαστροπεία και χρήση ναρκωτικών. Φυσικά, η σύφιλη από την οποία είχε προσβληθεί ενίσχυσε την αήθη επίθεση.
Ο Καρυωτάκης όμως στο τελευταίο του κείμενο μας θυμίζει μερικά από τα στοιχεία που χαρακτήρισαν την ποίηση του: Σάτιρα και ευθυκρισία υπό το βάρος της μελαγχολίας. Με τον τρόπο του όρισε το σημείο αναφοράς στο ποιητικό του έργο. Η αυτοκτονία είναι το πριν, το μετά και το τώρα της καρυωτακικής ποίησης. Προϋπήρχε, ακολουθεί και ακολουθείται. Ευχή και κατάρα
Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων (1919)
Το κύριος μέρος της ποιητικής παραγωγής του Καρυωτάκης αποτελείται από τρεις συλλογές. Πρώτη, “Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων”. Εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 1919 με έξοδα του ίδιου του ποιητή. Τυπώθηκε σε 120 αντίτυπα, εκ των οποίων τα 20 σε χαρτί πολυτελείας. Ανώριμος ακόμη ποιητικά, αλλά αποφασισμένος να αναμετρηθεί με την κοινωνία που του έτυχε. Ο τίτλος, πέρα από τον λυρισμό, υποδηλώνει την εδραιωμένη πεποίθηση του Καρυωτάκη για τη διάχυση των συναισθημάτων και των σωματικών καταστάσεων στην ύλη. Στα πράγματα. Τους δίνει ζωή και με τη σιωπή τους εκφράζουν τις εικόνες που μένουν. Έμμετρα ποιήματα, ομοιοκατάληκτα, τοποθετημένα σε αυστηρό αφηγηματικό πλαίσιο. Πρωτογενές υλικό η φύση, οι εικόνες της. Το πικρό χιούμορ και η αδίστακτη ειρωνεία “συνοδεύουν” από τα πρώτα ποιητικά βήματα τον Καρυωτάκη. Σ' αυτά βλέπουμε και τον ερωτικό, χαρούμενο Καρυωτάκη που αναζητά βάλσαμο για την ψυχή του. Είναι τρυφερός, αλλά στο τέλος μένει το πάθος, το ανικανοποίητο και ο ποιητής θα προσπαθήσει να το ελέγξει.
Νηπενθή (1921)
Η συλλογή εκδόθηκε το 1921, αλλά είναι άγνωστο πότε ακριβώς, από ποιο τυπογραφείο και σε πόσα αντίτυπα. Στον υπότιτλο αυτής γράφει: “Ποιήματα βραβευμένα στο Φιλαδέλφειο Διαγωνισμό”. Ο Καρυωτάκης υπέβαλε τα ποιήματα της συλλογής στο Διαγωνισμό υπό τον τίτλο “Τραγούδια της Πατρίδας” γιατί σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού έπρεπε να έχουν πατριωτικό θέμα. Μοιράστηκε το ένα βραβείο (1000δρχ.) με τον Νικ. Κυπαρίσση. Το άλλο έλαβε η συλλογή “Ανοιχτό Παράθυρο” του Στέφανου Δάφνη.
Ο Καρυωτάκης αρχίζει να ανακαλύπτει τις δυνάμεις που συγκρούονται εντός του και να τις μετουσιώνει σε ξεχωριστό ποιητικό υλικό. Κατά κάποιο τρόπο είναι η συνέχεια του “Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων”. Πρώτα απ' όλα ο τίτλος. Η λέξη “νηπενθή” είναι ομηρική. Εντοπίζεται στην “Οδύσσεια” και σημαίνει “διώχνει το πένθος”. Ο Μπωντλαίρ χαρακτήρισε “pharnakon nepenthes” το όπιο. Η αναφορά στον μέγα δανδή, “παρακμιακό” και κυριολεκτικά φανταστικό Γάλλο δεν είναι τυχαία. Ο Καρυωτάκης επηρεάστηκε απ' αυτόν και χρησιμοποίησε κείμενο του για να προλογίσει τα “Νηπενθή”. Το ονόμασε “Σαν πρόλογος” και στην ουσία πρόκειται για το “νηπενθές” του Κ.Κ. Αυτό που βρισκόταν πάντα μέσα του, που τον έσωζε και τον “σκότωνε” κάθε φορά. Ο Καρυωτάκης ακολουθεί τη φράση-οδηγό του Μπωντλαίρ “Κράτησε τα όνειρα σου. Οι συνετοί δεν έχουν έτσι ωραία σαν τους τρελούς!”.
Με τα “Νηπενθή” αρχίζει να διαμορφώνεται ο ποιητής Καρυωτάκης όπως τον ξέρουμε. Το λυρικό και σατιρικό στοιχείο εντείνεται, ενώ στρέφεται και στον εαυτό του. Όχι τυχαία. Οι τάσεις οριστικής φυγής έχουν αρχίσει να φαίνονται και η ποίηση του γίνεται καλειδοσκόπιο όπου το φως και το σκοτάδι κυριαρχούν.
Ελεγεία και Σάτιρες (1927)
Η τρίτη και τελευταία ποιητική συλλογή του Καρυωτάκη. Εκδόθηκε το 1927 από την “Εκδοτική Εταιρεία Αθήνα” (Α.Ι Ράλλης και Σια). Στην πρώτη έκδοση των Απάντων του (1938, επιμέλεια Χ. Σακελλαριάδη), αναφέρονται τα εξής: “Την τρίτη συλλογή του έλεγε το 1923 να την εκδώσει χωρίς τίτλο, με μια νεκροκεφαλή στο εξώφυλλο και δύο κόκαλα χιαστί κάτω απ' αυτή με την ακόλουθη λεζάντα: Με το Μηδέν και Άπειρο να συμφιλιωθούμε”.
Ο Καρυωτάκης θα αναδείξει τη μικρότητα του ατόμου στην απεραντοσύνη του σύμπαντος. Θα τον προβάλει σε όλες του τις διαστάσεις και μας μάθει την “υπαρξιακή οντολογία”. Με τη συλλογή αυτή περνά οριστικά στην ποιητική ωριμότητα. Κερδίζει το στοίχημα καταξίωσης και φυσικά εκθέτει όσους τον αμφισβήτησαν στο ξεκίνημα της καριέρας του. Βέβαια, στη διάδοση της φήμης του Καρυωτάκη συνέβαλε και ο Γιώργος Σεφέρης. Στο εισαγωγικό σημείωμα στην “Έρημη Χώρα” αναφέρει την επίδραση που δέχτηκε ο Έλιοτ από τον Λαφόργκ. Χαρακτηριστικά τονίζει πως “Κάτι αναγνωρίσαμε κι εμείς από τη διάθεση αυτή με τον Καρυωτάκη”. Η διάθεση αυτή αφορά κυρίως την “ποίηση γελωτοποιού, όπου οι επιστημονικοί όροι και οι λόγιες εκφράσεις χρησιμοποιούνται για να καλύψουν μια αμλετική αναποφασιστικότητα, μουσική γεμάτη παρατονισμούς όπως και η ψυχολογία”.
Ο Καρυωτάκης αναβαθμίζει τη σάτιρα, παραδέχεται τα λάθη και τα πάθη του και προετοιμάζει την έξοδο του βγάζοντας τη γλώσσα στον Θεό γράφοντας Μια κωμωδία η πλάση Του σαν είναι φρικαλέα.
“Καρυωτακική χώρα”
Ο Καρυωτάκης λοιπόν... Ήρωας αρχαίας τραγωδίας-κωμωδίας. “Αμλετική” προσωπικότητα που στο αρχέγονο, αέναο ερώτημα “να ζει κανείς ή να μη ζει;” επιλέγει το δεύτερο για να ανυψώσει το πρώτο. Επιλέγει να σκοτώσει τη ζωή για να τη λυτρώσει και την ίδια στιγμή να την αναστήσει. Να της στρώσει γέλια και κλάματα, πάθη, χαμόγελα και οιμωγές. Να ετοιμάσει το ξόδι για το πέρασμα στη μελαγχολική χώρα των θαυμάτων,των παγιδευμένων ονείρων, των επιθυμιών που περιμένουν να εκπληρωθούν, των μη συντελεσμένων αποχαιρετισμών. Ο Καρυωτάκης δεν επέλεξε το περιθώριο, του δόθηκε. Εκεί, όμως, μπόρεσε να νιώσει και να βιώσει την ανωριμότητα του αυθεντικού βίου, να αφεθεί στην παιδικότητα των αφιλτράριστων συναισθημάτων, να δεχτεί την ατόφια ηδονή. Σεμνά και αθόρυβα το περιθώριο αυτό έγινε η “καρυωτακική χώρα” που πολλοί, καλλιτέχνες και μη, προσπαθούν να ζήσουν σε αυτή.
Πηγές
-Εθνικό Κέντρο Βιβλίου
-Θ. Σ Έλιοτ, Η Έρημη Χώρα και άλλα ποιήματα. Μετάφραση Γιώργος Σεφέρης, εκδ. Ίκαρος
-Karyotakis.awardspace.com