Το Subbuteo της ζωής μας!
Δήμος Μπουλούκος
Με το μαγικό κόσμο του Subbuteo ήρθα σε επαφή στην αρχή της δεκαετίας του ΄80, στις δύο πρώτες τάξεις του Γυμνασίου. Με μύησε ο τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος αδερφός μου Πάνος, ο οποίος γνώρισε το παιχνίδι από τους συμμαθητές μου.
Για μένα ήταν μεγάλη υπόθεση να παίζω με παιδιά Λυκείου, αλλά είχε και τα άσχημα του, καθώς ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι φορές που κατάφερα να τους κερδίσω. Στο σπίτι είχαμε τα βασικά, το μεγάλο πράσινο πανί που το χρησιμοποιούσαμε ως αγωνιστικό χώρο, τα πλαστικά τέρματα, τις μπάλες με τις άσπρες και μαύρες βούλες και από μία ομάδα που μας αγόρασε ο πατέρας μας.
Η δικιά μου ομάδα, δεν ήξερα καν πια είναι, αλλά επειδή είχε μπλε φανέλα και σορτσάκι, της έδωσα το όνομα του Ηρακλή. Άλλωστε η ομάδα της Θεσσαλονίκης είχε πάντα σημαντική θέση μέσα στην καρδιά μου καθώς ο θείος μου ήταν φανατικός οπαδός και ήταν ο πρώτος άνθρωπος που με πήγε στο γήπεδο, στο Καυτανζόγλειο συγκεκριμένα, σε ματς του Ηρακλή με τον ΟΦΗ.
Ετσι οι πρώτοι αγαπημένοι μου παίκτες στο Subbuteo πήραν τα ονόματα μιας σπουδαίας φουρνιάς ποδοσφαιριστών του Ηρακλή, που δεν ήταν άλλοι από τους Χατζηπαναγή, Μαυροδουλάκη, Ορφανίδη, Ξανθόπουλο, Καλαμπάκα, Παπαιωάννου, Χατζηλευθερίου... Ο δικός μου Ηρακλής μπορεί να μην είχε τόσες επιτυχίες όσες ο κανονικός Ηρακλής, αλλά στα μάτια μου, ήταν οι καλύτεροι ποδοσφαιριστές του κόσμου και πριν κοιμηθώ, τους κοιτούσα ξανά και ξανά και δεν ήταν λίγες οι φορές που στο μυαλό μου, ζωντάνευαν και έπαιζαν μπάλα μαζί μου! Επόμενη ομάδα και πάλι δώρο του μπαμπά, ένας σύλλογος που φορούσε πορτοκαλί.
Ούτε αυτή τη φορά κοίταξα το όνομα της στη συσκευασία, αλλά επέλεξα να την ονομάσω Ατρόμητο, καθώς τότε η ομάδα του Περιστερίου (πολλά χρόνια φυσικά πριν συγχωνευθεί με τη Χαλκηδόνα) είχε μόλις ανέβει στην Α' Εθνική και μου είχε τραβήξει την προσοχή με παίκτες όπως ο Τσιαντάκης, ο Κότσαλος, ο Ρυμικής και ο Ηλιόπουλος. Στο μίνι πρωτάθλημα που κάναμε πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι, ήμουν μονίμως στην τελευταία θέση της κατάταξης, αλλά ποτέ δεν με ένοιαξε, καθώς ένιωθα μέλος της τεράστιας οικογένειας του Subbuteo. Το μεγαλύτερο σοκ πάντως το έπαθα, σε σπίτι συμμαθητή του αδερφού μου, όταν πήγαμε για να παίξουμε κάποια ματς.
Μπαίνοντας μέσα και αντικρίζοντας το σαλόνι της ευκατάστατης οικογένειας, έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Πάνω σε ένα τραπέζι που είχε αγοραστεί για να φιλοξενεί το Subbuteo, υπήρχε ένα κανονικό γήπεδο. Το συγκεκριμένο παιδί είχε αγοράσει όλα τα αξεσουάρ που έδινε η εταιρεία, από κερκίδες μέχρι και προβολείς, με αποτέλεσμα να έχει το ωραιότερο γήπεδο που είχα δει ποτέ στη ζωή μου.
Ομολογώ ότι ζήλεψα αλλά δεν τόλμησα ποτέ να το πω σε κανέναν, καθώς γνώριζα ότι ποτέ δεν θα μπορούσα να αποκτήσω κι εγώ ένα τέτοιο γήπεδο. Οι μάχες ήταν λυσσαλέες και το πάθος των μεγαλύτερων για τη νίκη, είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό που πείραζαν τους παίκτες ώστε να είναι πιο σταθεροί και να χτυπάνε δυνατότερα τη μπάλα. Ανοιγαν τη βάση και πρόσθεταν μέσα ένα ακόμα σιδεράκι προκειμένου να τους ενισχύουν.
Κάποια στιγμή η... απάτη αποκαλύφθηκε και έτσι συμφωνήσαμε πριν από τους αγώνες να ανοίγουμε όλες τις βάσεις για τσεκάρισμα. Με αυτά και με αυτά πέρασαν κάποια χρόνια με σπουδαίες Subbuteo - μονομαχίες αλλά όταν ο αδερφός μου και οι συμμαθητές του ολοκλήρωσαν το Λύκειο, οι συναντήσεις έγιναν πιο σπάνιες και μετά από λίγο σταμάτησαν. Ποτέ, όμως, δεν σταμάτησε στην καρδιά μου, η αγάπη για αυτό το ιδιότυπο ποδοσφαιράκι, ανάμνηση πλέον μερικών από των ομορφότερων παιδικών χρόνων της ζωής μου...
Γιάννης Γεωργόπουλος
Κάθε συζήτηση γύρω από το Subbuteo προκαλεί στους μυημένους μόνο ευχάριστες αναμνήσεις και μία αίσθηση νοσταλγίας. Το επιτραπέζιο ποδοσφαιράκι ή ο «βασιλιάς της τσόχας» αν προτιμάτε, αντιπροσωπεύει μία άλλη εποχή που ξεχείλιζε από ανεμελιά και αυθορμητισμό.
Καλό και άγιο το ξύλινο ποδόσφαιρο του καφενείου, το ποδοσφαιράκι με τα ελατήρια, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, το tehkan, το sensible και το kick off, αλλά εάν δεν έχεις ασχοληθεί με το Subbuteo, τότε είσαι κάτω από 30 ετών ή τα ενδιαφέροντα σου ήταν εντελώς διαφορετικά.
Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του '80 εισήλθα στο μαγικό κόσμο του Subbeteo αποκτώντας το πακέτο που περιελάμβανε την πράσινη τσόχα, τρεις μπάλες αλλά και δύο ομάδες (μία με άσπρη-μπλε εμφάνιση και μία με άσπρη-κόκκινη)
Το πρώτο πράγμα που διέκρινα στην έκδοση εκείνης της εποχής ήταν η γιγαντοαφίσα με τις ομάδες που απάρτιζαν την συλλογή του Subutteo με τους κωδικούς τους. Αυτομάτως κυριεύθηκα από μία συλλεκτική μανία, καθώς ήθελα να τις αποκτήσω όλες.
Ομάδες με χαρακτηριστικές ριγέ εμφανίσεις, έγχρωμους ποδοσφαιριστές, γκολκίπερ με τραγιάσκες.
Εκείνη την εποχή αποτελούσε πολυτέλεια η τοποθέτηση της τσόχας σε ξύλινη επιφάνεια. Ακολουθώντας το greek... way βολευόσουν όπου έβρισκες λες και άπλωνες τραχανά.
Την τοποθετούσες στο τσιμεντένιο πάτωμα, κάτω από την κληματαριά του χωριού σου, στην αυλή, στο γραφείο, σε γκαράζ, αλλά και σε εισόδους πολυκατοικιών όπου οι ένοικοι άθελα τους συνέθλιβαν σε κάποιες περιπτώσεις τους ποδοσφαιριστές.
Κανένα πρόβλημα, τους κολλούσες με Logo στιγμής, ενώ τοποθετούσες πέτρες στις γωνίες της τσόχας για να μην την πάρει ο αέρας. Βέβαια λόγω του ανώμαλου εδάφους, η μπάλα πολλές φορές προσέκρουσε σε φυσικά εμπόδια και λακκούβες αλλάζοντας πορεία!
Όσο έπαιζες με φίλους και νικούσες, τόσο ήθελες να εμπλουτίσεις την συλλογή σου. Αγόραζες εξέδρα με θεατές, προβολείς, σημαιάκια για τα κόρνερ, φράκτες, ηλεκτρονικό ταμπλό για το σκορ, διαιτητές, φωτογράφους, τερματοφύλακες, γιατρούς με φορείο, φωτογράφους, τέρματα με δίχτυα που παρέπεμπαν σε Μπουντεσλίγκα αλλά και σε Premier League, πορτοκαλί μπάλες tango, λευκές mitre, αλλά το κυριότερο ομάδες από όλο τον κόσμο!
Η συσκευασία που περιείχε την ΑΕΚ, ανέγραφε επίσης στο μηχανογραφημένο αυτοκόλλητο τις σκωτσέζικες Μπέργουικ και Ιστ Φάιφ αφού φορούσαν επίσης κιτρινόμαυρα!
Αποκτώντας τον Απόλλωνα Σμύρνης, αυτομάτως μπορούσε να τον παρατάξεις και ως Εθνική Σιγκαπούρης αλλά και FC Μπριζ! O Πανιώνιος για παράδειγμα γινόταν και Έργκριτε και ο ΠΑΟΚ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως Ντανφέρμλιν και Νοτς Κάουντι!
Στα βιβλιοπωλείο και τα παιχνιδάδικα για έναν περίεργο λόγο έβρισκες παντού τις Εθνικές Βραζιλίας και Περού με την κόκκινη χαρακτηριστικά ρίγα, αλλά και την κόκκινη εμφάνιση της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης.
Βλέποντας να κυκλοφορούν και κουτιά με τους κυριότερους ελληνικούς συλλόγους είχες ακόμη έναν λόγο να σπεύσεις στο βιβλιοπωλείο του Βαλκανά στο Νέο Κόσμο για να προλάβεις να αγοράσεις τις ομάδες της αρεσκείας σου.
Σαμπντόρια, Λίβερπουλ, Γιουβέντους ήταν μερικές από τις ομάδες που προτιμούσα να παίζω. Στη δεκαετία του 80', αλλά και μέχρι τα μέσα του '90 σπάνια έβλεπες πιτσιρικά να μην ξημεροβραδιάζεται για ένα φεγγάρι με το Subbuteo.
Μπήκε σε κάθε σπίτι. Κάθε γειτονιά και ένα πρωτάθλημα στο ποδοσφαιράκι που μας έμαθε ποδόσφαιρο.
Τα περιοδικά Μπλεκ και Αγόρι φιλοξενούσαν άρθρα που αφορούσαν στο αγαπημένο παιχνίδι ωθώντας ακόμη περισσότερα παιδιά στην αγορά του Subutteo.
Τα χρόνια πέρασαν και το Subbutteo στην καλύτερη περίπτωση παραμένει καταχωνιασμένο στο γεμάτο υγρασία πατάρι σου.
Smartphones και κονσόλες παιχνιδιών δημιούργησαν μία νέα τάξη πραγμάτων με το πάλαι ποτέ αγαπημένο σου χόμπι να φαντάζει αναχρονιστικό, αν και η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. H πρώτη είναι όμως και η παντοτινή που λέει και η διαφήμιση...
Γιώργος Κούβαρης
Το «μικρόβιο» του Subbuteo μπήκε το καλοκαίρι του '86. Και θυμάμαι χαρακτηριστικά την εποχή γιατί ένας γειτονόπουλο, φίλος παιδικός, είχε επηρεαστεί πολύ από τα κατορθώματα του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα στο Μουντιάλ του Μεξικού (όπως όλοι μας άλλωστε) και εκτός από την απογευματινή μπάλα στην αλάνα, ήθελε να πάει και στο επόμενο level. Πείσαμε τους γονείς και φτάσαμε στο σημείο να έχουμε τσόχα, ομάδες, τέρματα, μπάλες και γενικά όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό στην πυλωτή μιας πολυκατοικίας στο Χαλάνδρι. Και κάπως έτσι αρχίσαμε τις ατελείωτες ώρες του... καψίματος.
Μάλιστα είχαμε τεντώσει την τσόχα (περισσότερο και από τα... κρεβάτια αεροδρόμια στο στρατό για τους γνωρίζοντες) και με πινέζες την είχαμε καρφιτσώσει πάνω σε ένα κόντρα πλακέ και το γήπεδο θύμιζε... Τζιουζέπε Μεάτσα! Δεν είναι τυχαίο το στάδιο που επέλεξα, αφού η Μίλαν ήταν η πρώτη μου (αλλά όχι και μοναδική ομάδα) που χρησιμοποιούσα. Προ Ολλανδών μάλιστα! Βέβαια δεν την χρησιμοποιούσα πάντα ως... Μίλαν, αφού έπρεπε να κάνουμε και ελληνικές μονομαχίες. Οπότε λόγω χρωμάτων είχα «κατέβει» στο πρωτάθλημα και ως Παναχαϊκή και ως Απόλλωνας Καλαμαριάς, ενώ για κάποιο φεγγάρι είχα και τον Απόλλωνα Αθηνων. Μεγάλες στιγμές!
Πάντως μία από τις πρώτες και έντονες αναμνήσεις είναι ο ήχος του αφρολέξ που περιείχε το κουτί της ομάδας καθώς το τραβούσες να βγει έξω! Επιπλέον, τότε δεν υπήρχαν νούμερα στις ομάδες και ούτε μικρά αυτοκόλλητα για να τα βάλεις στις πλάτες των παικτών. Γι' αυτό και φτιάχναμε αυτοσχέδια νούμερα σε μικροσκοπικά χαρτάκια και με UHU Stick τα κολλούσαμε από πίσω. Έτσι ξέραμε... ποιος είναι ποιος.
Γιατί ναι. Όποια ομάδα και αν παίρναμε, καταγράφαμε κανονικά την 11άδα. Άλλωστε ζούσαμε στην εποχή που τα χαρτάκια της Panini από το πρωτάθλημα της Α' Εθνικής και των μεγάλων διοργανώσεων ήταν η καθημερινή μας απασχόληση στο σχολείο! Οπότε γνωρίζαμε (ακόμα και τότε που ήμουν περίπου 10-12 χρονών) όλους τους παίκτες απ' έξω και ανακατωτά. Και φυσικά όποιος έπαιρνε κόκκινη κάρτα δεν μπορούσε να παίξει στο επόμενο ματς. Κανονικά και με τον νόμο!! Κόκκινη δίναμε όταν ο ίδιος δεν πετύχαινε μπάλα αλλά... αντίπαλο παίκτη και τον έριχνε κάτω.
Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές χρειάστηκε να κάνουμε «σαλάτα» μια ομάδα και αυτό λόγω των νεύρων. Δηλαδή χάναμε παίκτες και τους αντικαθιστούσαμε με άλλους από άλλες ομάδες! Πόσες και πόσες φορές δεν είχε φύγει παίκτης στο τοίχο και μετά ψάχναμε τα πόδια του! Η κόλλα δεν έκανε και καλή δουλειά, αλλά το σίγουρο είναι ότι είχε δουλέψει πολύ... Logo και Uhu για να διορθώσουμε τις παράπλευρες απώλειες! Και φυσικά, οι περισσότερες φορές που έσπαγε μια φιγούρα, αυτή ήταν του τερματοφύλακα. Πόσες και πόσες φορές δεν ρίχναμε τις Subbuteo-ακές «καραβολίδες» με αποτέλεσμα να γίνει σμπαράλια ο τέρματζης! Και εννοείται ότι έμπαινε και το δάχτυλο μέσα στα δίχτυα για να βγει ο τερματοφύλακας όσο το δυνατόν πιο έξω για να δυσκολέψει τον αντίπαλο στο σουτ.
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς... Βιβλίο ολόκληρο! Τα πρώτα τέρματα που είχαμε χρησιμοποιήσει ήταν τα λεγόμενα (αν θυμάμαι καλά)... ιταλικά. Επειδή έμοιαζαν πολύ με αυτά του «καμπιονάτο». Κάθετα δίχτυα και... τίγκα τεντωμένα! Στη συνέχεια υπήρχαν τα γερμανικά με πράσινα δίχτυα και με μεγάλο βάθος, ενώ μετά το Μουντιάλ της Ιταλίας το 1990 είχαν κυκλοφορήσει και τα Italia '90. Τώρα συγχωρέστε με αν δεν θυμάμαι καλά τις ακριβείς ονομασίες. Δεν θα κάνω google search. Οπως μου έρχονται στο μυαλό. Εγώ προτιμούσα τα ιταλικά. Πιο... ποδοσφαιρικά βρε παιδί μου (για την εποχή τουλάχιστον). Υπήρχε και ένα ζευγάρι τερμάτων με κόκκινα και μπλε δίχτυα, τα οποία ήταν τρισάθλια.
Και επειδή ο ρεαλισμός χτύπαγε... κόκκινα, κάναμε και κανονική παρουσίαση των ομάδων. Το «κάψιμο» σε όλο το μεγαλείο του. Και κυριολεκτώ με αυτό που γράφω. Γιατί ο γηπεδούχος (βάσει προγράμματος στο πρωτάθλημα) είχε το δικαίωμα να ανάψει 5 καπνογόνα στη παρουσίαση των ομάδων και από δύο σε κάθε γκολ!! Θα σας πω ακριβώς τι εννοώ. Πέντε αναμμένα σπίρτα πριν από τη σέντρα με τις... αυτοσχέδιες ιαχές από πίσω (ναι εμείς οι ίδιοι τις κάναμε) και από δύο σπίρτα σε κάθε γκολ. Εκεί είχες την επιλογή. Μπορούσες να το ρίξεις και μέσα στον αγωνιστικό χώρο, ειδικά στα ντέρμπι κορυφής. Ε, καταλαβαίνετε ότι είχαμε αλλάξει καμιά δεκαριά τσόχες!
Και το μεγαλύτερο ξενέρωμα; Να υπάρχει μόνο μία μπάλα (mitre ή tango... πορτοκαλί) η οποία να εκτοξεύεται και κατά λάθος να την πατάμε και να σπάσει! Και για να μην το ξεχάσω. Μπορούσαμε στο απευθείας φάουλ να το κάνουμε και ψηλό. Πώς; Μα φυσικά βάζοντας το κεφάλι του παίκτη στη μπάλα, σαν κεφαλιά ψαράκι. Και κλείνοντας θα σας πω για το αγαπημένο μου σύστημα. Χριστουγεννιάτικο δέντρο. 4-3-2-1!
Αϊ στο καλό! Συγκινήθηκα! Τι λέτε; Θα φτιάξουμε πρωταθληματάκι;
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.