«Από την Νορβηγία με αγάπη για χάρη του μπασκετικού μου ονείρου!»
Η πρόσφατη συνέντευξη με τον Γιώργο Καράγκουτη, πέρα από την «βουτιά» στις περιπέτειες της καριέρας του σαν παίκτη, μας πληροφόρησε για την ενασχόληση του βετεράνου διεθνούς άσου με τον αθλητικό τουρισμό. Η “Base Line Events” που ίδρυσε με την σύζυγό του, οργανώνει αθλητικές εκδηλώσεις, τουρνουά και camps που συνδυάζουν τα σπορ και την διασκέδαση και σε αυτό το πλαίσιο, προέκυψε και το ταξίδι ενός ιδιωτικού αθλητικού σχολείου από την Νορβηγία στην Ελλάδα.
Η επίσκεψη του NTG που εδρεύει βορειοδυτικά του Όσλο, όμως, μας έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσουμε έναν «δικό μας» άνθρωπο του μπάσκετ, που για χάρη της πορτοκαλί μπάλας, έγινε μετανάστης.
Ο λόγος για τον Βασίλη Τσερνισώφ, τον οποίο συναντήσαμε στην Αθήνα και διηγήθηκε στο Gazzetta την δική του ιστορία. Μία ιστορία που διατρανώνει που μπορεί να φτάσει κάποιος για να ζήσει όπως έχει ονειρευτεί...
Το ονοματεπώνυμό σου και η φυσιογνωμία σου παραπέμπουν σε Ρώσο. Τα ελληνικά σου, όμως είναι τέλεια και υποδηλώνουν ότι έζησες πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Τι ισχύει απ' όλα αυτά;
«Ο μπαμπάς μου είναι Ρώσος και η μητέρα μου Ελληνίδα. Γεννήθηκα στην Τασκένδη και ο παππούς μου ήταν πολύ καλός φίλος με την οικογένεια του Χατζηπαναγή. Κι έχουμε ακριβώς την ίδια ιστορία, δηλαδή δεν είμαστε Πόντιοι. Ο παππούς ήταν πολιτικός πρόσφυγας στο τάγμα του Μπελογιάννη επί χούντας. Κατέφυγε στο Ουζμπεκιστάν για να γλιτώσει από τους φασίστες. Την επομένη μέρα που έφυγε, σκότωσαν τον Μπελογιάννη. Όταν ήρθε η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, επειδή η σύνδεσή με τον τόπο καταγωγής μας ήταν πολύ στενή, το 1990 πήραμε οικογενειακώς την απόφαση να επιστρέψουμε στην Κατερίνη.»
Ο έρωτας με την πορτοκαλί μπάλα πως προέκυψε;
«Η ενασχόληση μου με το μπάσκετ άρχισε από τα τμήματα υποδομής του Πιερικού πριν γίνει η ένωση με τον Αρχέλαο, όταν ήμουν 10 χρονών. Το όνειρό μου ήταν να παίξω μπάσκετ σε επαγγελματικό επίπεδο, αλλά στην ελληνική επαρχία είναι αρκετά δύσκολο να σε προσέξει κάποιος. Έπαιξα βέβαια, μέχρι την Γ' Εθνική στην Α.Ε. Κομοτηνής, στον Αρίωνα Ξάνθης και στον Πιερικό. Στην συνέχεια κι αφού τελείωσα την Γυμναστική Ακαδημία και τον στρατό ως ανθυπολοχαγός (σ.σ.: έφεδρος αξιωματικός), επέστρεψα στην βάση μου και ήμουν τυχερός γιατί συνάντησα τον Στέλιο Χατζηιωάννου, ο οποίος είναι ο μέντοράς μου και σήμερα δικαίως βρίσκεται στο επιτελείο του αναπτυξιακού προγράμματος της ΕΟΚ για την βόρεια Ελλάδα. Εκείνος με «στρατολόγησε» ως προπονητή στις μικρές ηλικίες. Εργάστηκα περίπου 5 χρόνια στον σύλλογο που έβγαλε τον Γιώργο Τσαλμπούρη και μάλιστα δούλεψα για ένα διάστημα και με τον μικρό του αδελφό, που τώρα ανήκει στον Προμηθέα. Επειδή, όμως, δεν έβλεπα μεγάλη προοπτική και ήθελα να αλλάξω κλίμα, ανέλαβα τις ακαδημίες του Βαφύρα που ανήκει στον δήμο Ολύμπου.»
Και πως βρέθηκες στην Νορβηγία και μάλιστα για μπάσκετ;
«Παράλληλα, τα καλοκαίρια δούλευα ως γυμναστής σε ένα ξενοδοχείο στην Κρήτη και εκεί γνώρισα έναν νεαρό Έλληνα παίκτη που αγωνιζόταν στην Νορβηγία. Πάνω στην πλάκα, λοιπόν, του είπα να μην με ξεχάσει αν ακούσει κάτι για θέση προπονητή μπάσκετ. Το εντυπωσιακό ήταν ότι μετά από μία εβδομάδα με πήρε τηλέφωνο και μέσα σε συνοπτικές διαδικασίες δέχτηκα μία προσφορά και υπέγραψα τριετές συμβόλαιο. Πέραν του μισθού, μου έδωσαν σπίτι και φαγητό για ένα εξάμηνο. Ήθελα να είμαι εξασφαλισμένος για το πρώτο διάστημα για να μην βρεθώ προ εκπλήξεων και αρχίσω τα “μπαμπά στείλε λεφτά”!»
Και σχεδόν από το πουθενά βρέθηκες σε μία χώρα με πολύ χαμηλή μπασκετική παιδεία...
«Έτσι ακριβώς! Πρώτος μου σταθμός ήταν οι ακαδημίες ενός συλλόγου που εδρεύει στο Τένσμπεργκ. Πρόκειται για μία παραθαλάσσια επαρχιακή πόλη που βρίσκεται περίπου 100 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Όσλο. Με το... καλησπέρα, πήγα εκεί και τους ανακάτεψα με την βροντερή μου φωνή και το μεσογειακό μου ταμπεραμέντο, στη λογική του “δεν φωνάζουμε για να μαλώσουμε, αλλά για να εμψυχώσουμε”! Εκεί, βέβαια, ήρθα αντιμέτωπος με μία εντελώς διαφορετική κουλτούρα απ' αυτή που είχα συνηθίσει...»
Τι εννοείς;
«Με το που έφτασα και τακτοποιήθηκα στο σπίτι, με ενημέρωσαν ότι την επομένη, η ομάδα έχει αγώνα και πρέπει να κοουτσάρω. Όπως καταλαβαίνετε, έπαθα σοκ! “Μα δεν ξέρω καν τους παίκτες!”, τους είπα. “Δεν πειράζει καθόλου”, μου απάντησαν!»
Και τι έγινε τελικά;
«Εμφανίστηκα στο γήπεδο, με σύστησαν στους παίκτες ως το νέο τους προπονητή και χάσαμε με 70 πόντους διαφορά! Το χειρότερο απ' όλα, όμως, είναι ότι με το που τελειώνει το ματς, βλέπω τους παίκτες μου να κάθονται σταυροπόδι στον πάγκο και να κάνουν αστεία, σαν να μην τους καίγεται καρφί! Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι! Έβαλα κάτι φωνές που ακόμη τις θυμάμαι, ενώ στο επόμενο παιχνίδι αποβλήθηκα με δύο τεχνικές ποινές, επειδή ο διαιτητής έκρινε ότι φώναξα υπερβολικά σε έναν παίκτη μου! Τις πρώτες μέρες γύριζα σπίτι και προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω που ήρθα...»
Η συνέχεια ήταν καλύτερη;
«Ευτυχώς ναι! Και σ' αυτό έπαιξε ρόλο το ότι το μπάσκετ εδώ στην Νορβηγία είναι κάτι σαν διασκέδαση και τα νέα για την έντονη προσέγγισή μου στο παιχνίδι, ταξίδεψαν πολύ γρήγορα και πολλά νέα παιδιά θέλησαν να συνδυάσουν την εκμάθηση του αθλήματος από έναν κανονικό προπονητή με μία περιπετειώδη – για τα δεδομένα τους – εμπειρία. Με αυτά και με εκείνα ο αριθμός των παικτών αυξήθηκε σημαντικά.»
Όταν λες “κανονικό προπονητή” τι εννοείς;
«Ότι στη Νορβηγία υπάρχουν ελάχιστοι αναγνωρισμένοι προπονητές μπάσκετ. Οι ομάδες των τμημάτων υποδομής στηρίζονται στον εθελοντισμό των γονέων και πολύ συχνά συναντά κάποιος το φαινόμενο των συλλόγων που την μία χρονιά έχουν ως προπονητή τον ένα μπαμπά και την άλλη κάποιον άλλον! Παρ' ότι οι συγκεκριμένοι γονείς να μην έχουν την παραμικρή ιδέα γύρω από το άθλημα. Κοινώς, αντιλαμβάνονται την ενασχόληση με το μπάσκετ σαν την οργάνωση μίας εκδρομής!»
Στην δική σου την περίπτωση, αποφάσισαν να επενδύσουν σε έναν ειδικό...
«...και πολύ σύντομα άρχισαν να βλέπουν αποτελέσματα και να κυκλοφορεί η πληροφορία ότι στο Τένσμπεργκ υπάρχει ένας Έλληνας που δουλεύει επαγγελματικά πάνω στο μπάσκετ και έχει καταφέρει σπουδαία πράγματα.»
Όλο αυτό είχε οφέλη για σένα στο οικονομικό ή ουσιαστικά αποτέλεσε ένα πρώτο σκαλοπάτι για να μετακομίσεις στην πρωτεύουσα;
«Στην τσέπη μου δεν είδα καμία βελτίωση! Ίσα-ίσα που όταν έθιξα στους ιθύνοντες του συλλόγου το ενδεχόμενο της αύξησης, με αποθάρρυναν και μου ζήτησαν να μειώσω τις ώρες της προπόνησης. Δηλαδή από 'κει που έκανα 3-4 φορές την εβδομάδα προπόνηση, μου είπαν να το κάνω στο 1-2! Εκεί συνειδητοποίησα ότι δεν θα μακροημερεύσω στο Τένσμπεργκ κι άρχισα να ψάχνω για το επόμενο βήμα.»
Να υποθέσω ότι η ζωή είναι πολύ ακριβή στην Νορβηγία;
«Πανάκριβη! Μόνο το νοίκι μου σε μία γκαρσονιέρα είναι 1.200 Ευρώ το μήνα, ενώ το ρεύμα και η θέρμανση μαζί κοστίζει άλλα 170!»
Και τελικά πως μετακόμισες στο Όσλο;
«Η πλάκα είναι ότι πριν τελειώσει ο 3ος χρόνο και παρά τις συνθήκες που μόλις σου περιέγραψα, μου έκαναν πρόταση ανανέωσης για πέντε χρόνια! Ευτυχώς, όμως, που είχα προλάβει να δικτυωθώ και λόγω της συμμετοχής μου στο προπονητικό επιτελείο των κλιμακίων της Εθνικής Νορβηγίας, είχα στείλει αιτήσεις παντού. Με δέχτηκε το μοναδικό ιδιωτικό αθλητικό σχολείο της πρωτεύουσας (σ.σ.: NTG), αλλά το πρόβλημα ήταν ότι μου έδινε 20 ώρες δουλειά και μοιραία τον μισό μισθό. Επομένως, έπρεπε να βρω κι άλλη απασχόληση για να πάρω όλο το εισόδημα που προβλέπει ο νόμος και να μπορώ να ζήσω σαν άνθρωπος. Ο προϊστάμενος του μπάσκετ, όμως, είναι υπεύθυνος και σε έναν σύλλογο που λέγεται EB85 και μεσολάβησε για να εργαστώ και εκεί.»
Τα πράγματα είναι καλύτερα για σένα εκεί;
«Θα έλεγα ότι είμαι κατευχαριστημένος! Κατ' αρχάς, έχω αναπτυχθεί και σαν προπονητής εδώ και η δουλειά μου έχει αποκτήσει μεγάλη αναγνώριση. Να φανταστείς ότι αυτή την στιγμή που μιλάμε, οι ομάδες που προπονώ διεκδικούν το πρωτάθλημα σε τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες.»
Υπάρχει ταλέντο στην Νορβηγία;
«Το πρόβλημα έγκειται στην νοοτροπία. Δεν είναι ότι τα παιδιά έχουν πρόβλημα εδώ ή δεν έχουν προσόντα. Δεν έχουν μάθει στον ανταγωνισμό και την κόντρα. Αντιθέτως, είναι καλούληδες κι ευγενικοί γίγαντες. Αν σε ρίξει, δηλαδή, κάποιος κάτω πάνω στο παιχνίδι, το πιθανότερο είναι να σταματήσει την φάση για να σε σηκώσει και να δει αν χτύπησες. Δεν θα σταθεί από πάνω σου λες κι έκανε κατόρθωμα, ούτε θα αδιαφορήσει.»
Ποιο είναι το επίπεδο του μπάσκετ, αν πάρεις ως μονάδα σύγκρισης το ελληνικό πρωτάθλημα;
«Η αντίστοιχη επαγγελματική κατηγορία απαρτίζεται από μεσαίες ομάδες της Β' Εθνικής έως τις χειρότερες της Α2 στην Ελλάδα. Κάπου εκεί το τοποθετώ. Κι αυτό καθαρά γιατί φέρνουν από δύο Αμερικανούς, που είναι και οι μόνοι παίκτες που πληρώνονται από τις διοικήσεις.»
Ποιο είναι το μέσο budget μίας ομάδας;
«Μία βασική λεπτομέρεια είναι ότι οι ομάδες δεν ανήκουν σε κάποιο ιδιώτη ή επιχειρηματία, αλλά στον δήμο της πόλης που εδρεύουν. Οι διοικήσεις συνήθως ορίζονται από την τοπική αυτοδιοίκηση, αποτελούνται από πορωμένους γονείς αθλητών κι αλλάζουν από έτος σε έτος. Το budget βγαίνει από τα έσοδα που προκύπτουν από τις συνδρομές των παιδιών στις ακαδημίες και από κάποιους χορηγούς. Όσον αφορά στους άνδρες, η δική μας η ομάδα έχει συγχωνευθεί με άλλες δύο του προαστίου στο οποίο βρίσκεται κι έχουν δημιουργήσει την Ένωση Μπάσκετ του Μπάρουμ, που αγωνίζεται στην Α1 Κατηγορία.»
Σε τι ποσό το υπολογίζεις δηλαδή;
«Αν σκεφτούμε ότι οι Αμερικανοί κοστίζουν περίπου 20.000 Ευρώ τον χρόνο ο καθένας, με μηνιάτικο γύρω στις 2.000 για επτά μήνες και τα υπόλοιπα σε έξοδα διαμονής, τότε το budget κυμαίνεται μεταξύ 60.000 και 80.000 Ευρώ με όλα μέσα.»
Δηλαδή οι Νορβηγοί παίκτες δεν πληρώνονται;
«Επί το πλείστον όχι! Παίζουν για χόμπι!»
Ποια θεωρείται η καλύτερη ομάδα;
«Θα έλεγα οι Κόνγκσμπεργκ Μάινερς, επειδή έχουν την δυνατότητα να ξοδέψουν περισσότερα χρήματα και να πάρουν περισσότερους από δύο ξένους. Πριν από λίγα χρόνια, δοκίμασαν τις δυνάμεις τους και στην Ευρώπη, αλλά αποκλείστηκαν από τον πρώτο προκριματικό γύρο.»
Στις μικρές ηλικίες που δραστηριοποιείσαι εσύ, υπάρχουν ταλέντα;
«Πάρα πολλά, γιατί και ψηλά παιδιά βρίσκεις αλλά και αθλητικά. Αλλά μας τα παίρνει το χάντμπολ, που είναι ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής μας. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει μεγάλη μπασκετική προοπτική στην χώρα, έτσι ώστε να μην πάει στράφι η επένδυση που θα κάνει ένα πολύ ταλαντούχο παιδί.»
Εγώ προσωπικά θυμάμαι έναν Νορβηγό μπασκετμπολίστα, τον Τόργκεϊρ Μπριν, που είχε παίξει σε τρεις αγώνες του ΝΒΑ με τους Κλίπερς και την σεζόν 2009-2010, πέρασε και από τον Άρη. Σήμερα, ποιος εν ενεργεία παίκτης θεωρείται το καλύτερο μπασκετικό προϊόν της χώρας;
«Είναι ο point-guard Χάραλντ Φρέϊ. Είναι 24 ετών και μετά από μία εξαιρετική κολεγιακή καριέρα στο Μοντάνα Στέιτ και δύο χρόνια στην Α2 Ισπανίας (σ.σ.: Οβιέδο), φέτος αγωνίζεται στην πρώτη κατηγορία της Γερμανίας με την φανέλα της Γκέτινγκεν. Αυτό αποτελεί τεράστια επιτυχία για το νορβηγικό μπάσκετ, που μέχρι και πριν από λίγα χρόνια δεν είχε καν Εθνική ομάδα σε επίπεδο ανδρών.»
Μετά από 5,5 χρόνια στην Νορβηγία, με την γλώσσα πως τα πας;
«Καθόλου καλά! Δεν τα θέλω τα νορβηγικά και με τα αγγλικά βολεύομαι μια χαρά.»
Με την ακρίβεια πως τα πας;
«Πρέπει να προσέχεις και να μην ξεφεύγεις, γιατί εδώ τα πάντα κοστίζουν 3-4 φορές επάνω από την Ελλάδα.»
Μένεις μέσα στο Όσλο;
«Όχι, μένω στο προάστιο Μπάρουμ που με μετρό, απέχει περίπου 15 λεπτά από το κέντρο.»
Οι Νορβηγοί πως είναι σαν άνθρωποι;
«Πολύ φιλόξενος λαός. Είναι χαμογελαστοί κι ευγενικοί άνθρωποι, αλλά πολύ κλειστοί. Δεν θα σου μιλήσει εύκολα κάποιος από μόνος του. Αλλά τους Έλληνες τους αγαπάνε πολύ. Τρελαίνονται για την χώρα, τα νησιά, τον ήλιο, την ιστορία μας. Μόλις τους έριξα την ιδέα για το ταξίδι στην Αθήνα, πέταξαν την σκούφια τους...»
Δεν τους φρέναρε ο κορονοϊός;
«Αρχικά αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα, γιατί ο προϊστάμενος ήταν πολύ σκεπτικός και αρνητικός, αλλά μόλις μίλησε με τον Γιώργο τον Καράγκουτη, που ανέλαβε όλη την οργάνωση του ταξιδιού, κάμφθηκαν οι ανησυχίες του.»
Πόσα παιδιά ήρθαν στην Ελλάδα;
«Ήρθαμε σχεδόν σύσσωμο το τμήμα μπάσκετ του σχολείου, δηλαδή 26 άτομα. Μείνανε όλοι κατενθουσιασμένοι από την εμπειρία, την ξενάγηση αλλά και το επίπεδο των φιλικών αγώνων που δώσαμε. Σχεδόν κάθε φορά που με βλέπουν με ρωτάνε “coach, πότε θα ξαναπάμε στην Ελλάδα;”...»
Συνεργάζεσαι ακόμη με την ομοσπονδία για τα κλιμάκια; Υπάρχει προοπτική να ανέβεις κι άλλο στην ιεραρχία τους;
«Και ναι και όχι! Και αυτό γιατί ναι μεν αναγνωρίζουν ότι έχω το “know how” και μπορώ να τους βοηθήσω, αλλά δεν εμπιστεύονται εύκολα τους ξένους. Από την πλευρά μου προσπαθώ να δουλέψω όσο πιο σκληρά γίνεται, έτσι ώστε να ανεβάσω τις μετοχές μου να τους οδηγήσω εγώ σε μένα...»
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.