Και δώσ'του εκεί που βρίσκεται...
Το άλμπουμ με τις επαγγελματικές μου φωτογραφίες τείνει να γίνει μαυσωλείο. Μαυσωλείο νέων ανθρώπων.
Από την 5η σελίδα, μου χαμογελάει αλαζονικά ο Ντράζεν Πέτροβιτς. Στην 8η, ποζάρει δίπλα μου, από μία επίσκεψή του στην Αθήνα, ο Ρέτζι Λιούις. Ακριβώς απέναντι, ο Ρόι Τάρπλεϊ.
Ο Μπόμπαν Γιάνκοβιτς, να μη φεύγει ποτέ από το μυαλό, όσων ήμασταν εκεί, στη Νέα Σμύρνη κι έπειτα αγρύπνια στο νοσοκομείο, το μοιραίο εκείνο βράδυ.
Και συνάδελφοι, πολλοί συνάδελφοι που έφυγαν νωρίς: ο Χρήστος Μότσιας, ο Γιάννης Αντωνόπουλος, ο Κώστας Κωνσταντίνου. Ο Φίλιππος Συρίγος. Ποιος αδυσώπητος δαίμονας έβαλε σημάδι το μπάσκετ; Και γιατί;
Ο Τάρπλεϊ, βέβαια, τους είχε τους δαίμονες μέσα του. Το δικό του το φευγιό δεν ήταν έκπληξη. Εκπληξη ήταν ότι άντεξε τόσο πολύ. Τα τελευταία χρόνια της επαγγελματικής του ζωής τα χρωστάει στην Ελλάδα. Σε εμάς.
Στον Στηβ Γιατζόγλου, στον Γιάννη Ιωαννίδη, ακόμη και σ’εκείνους που του πέταξαν ξεροκόμματο και σωσίβιο στα 35 του. Φοβάμαι ότι θα τον είχαμε χάσει νωρίτερα, αν δεν άνοιγε για χατίρι του, στις σκοτεινές του μέρες, το ηλιόλουστο παράθυρο της Ελλάδας.
Αλλά το θηρίο δεν χωρούσε να βγει από το παράθυρο. Ούτε έφταναν οι χείρες βοηθείας για να το ρίξουν νεκρό στα μαρμαρένια αλώνια. Ο Ρόι Τάρπλεϊ ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που μπορούσε να σκοτώσει τους δαίμονες του Ρόι Τάρπλεϊ. Πάλεψε με επιμονή, αλλά δεν τα κατάφερε.
Η πορεία του προς την αυτοκαταστροφή ολοκληρώθηκε σε ένα παγερό δωμάτιο νοσοκομείου, με τα σωθικά του κατεστραμμένα, τη νύχτα της περασμένης Παρασκευής.
Ας είναι τουλάχιστον ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει. Και δώσ’του εκεί που βρίσκεται λίγη απ’την άσπρη σκόνη...
Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι από το καλοκαίρι του 1993, στο αρχαίο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Ο Τάρπλεϊ είχε μόλις στρατολογηθεί από τον Ολυμπιακό, που τότε γιόρταζε τον πρώτο τίτλο της εποχής Κόκκαλη, Ιωαννίδη, Πάσπαλι.
Η πρώτη γεύση από Κύπελλο Πρωταθλητριών τον είχε αφήσει πεινασμένο και με ακονισμένα νύχια, αφού η πρόκριση για το φάιναλ-φορ της Αθήνας χάθηκε με δύο φτηνές ήττες στον πόντο, από τη Λιμόζ του Μάλκοβιτς στη Γαλλία. Το χρηματοκιβώτιο ήταν γεμάτο και ο «ξανθός» αποφάσισε να ποντάρει τα ρέστα του στο μαύρο άλογο που κάλπαζε μερικούς μήνες νωρίτερα στο Αλεξάνδρειο ιπποδρόμιο.
Ο Τάρπλεϊ, βέβαια, δεν ήταν μόνο παιχταράς. Ηταν και βόμβα με βραδυφλεγές φυτίλι. Η φλόγα έφτασε στο μπαρούτι τη χειρότερη δυνατή στιγμή, την παραμονή του τελικού του Τελ Αβίβ, όταν η μπασκετική Ελλάδα –πλην Λακεδαιμονίων, κυριολεκτικά- ετοιμαζόταν να πανηγυρίσει το πρώτο της Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Το λιμάνι είχε φωταγωγηθεί, η λεωφόρος Αλεξάνδρας σήκωνε μαύρα πανιά, αλλά εμείς που είχαμε ζήσει τα μαρτύρια του Άρη και του ΠΑΟΚ στα προηγούμενα φάιναλ-φορ δεν βλέπαμε χρώματα. Μας ένοιαζε μόνο να περάσουμε στην απέναντι όχθη του Ρουβίκωνα. Να έρθει, επιτέλους, στην Ελλάδα, το πρώτο τρόπαιο.
Είτε το έφερνε ο Παναθηναϊκός είτε ο Ολυμπιακός, το ίδιο μας έκανε. Το σερί των «αποτυχιών» είχε αρχίσει να μυρίζει σαν κατάρα. Μετά το Τελ Αβίβ, σιγουρευτήκαμε. Ναι, ήταν κατάρα. «Δεν θα το σηκώσουμε ποτέ», λέγαμε επιστρέφοντας στη βάση μας.
Δύο χρόνια αργότερα, έμελλε να τρυπήσει το ταβάνι πρώτος ο Παναθηναϊκός, του Ντομινίκ, του Στόικο, του Γιαννάκη, του Αλβέρτη, του Οικονόμου, του Παταβούκα. Και του Μάλκοβιτς.
Ο Ιωαννίδης, όμως, δεν μπήκε ποτέ στην αίθουσα του θρόνου. Την κρίσιμη τρικλοποδιά του την κατάφερε, απροσδόκητα, ένας δικός του άνθρωπος. Ο Ρόι Τάρπλεϊ. Το μαύρο άλογο, που έπεσε στο τελευταίο εμπόδιο και τσαλαπάτησε τον ίδιο του τον αναβάτη.
Τον καυγά που έκανε τον Ολυμπιακό ρημαδιό την παραμονή του τελικού με τη Μπανταλόνα τον μάθαμε με 1-2 μέρες καθυστέρηση, από ρεπορτάζ του κρεμανταλά Ιαν Τόμσεν, στην International Herald Tribune αν θυμάμαι καλά.
Μπορεί να τον μαρτύρησε στον συμπατριώτη του ο ίδιος ο Τάρπλεϊ, μπορεί κάποιος άλλος. Δεν έχει σημασία.
Ο Ολυμπιακός προσπάθησε να κρατήσει το περιστατικό κρυφό, όπως κράτησε μία άλλη ωραία ιστορία των ημερών που θα βγει στην επιφάνεια όταν υπάρξει τρόπος να «δεθεί» με αποδείξεις, αλλά οι αφροί από το καζάνι που ξεχείλισε έφτασαν στο κατώφλι του ξενοδοχείου.
Ο Ιωαννίδης ουδέποτε κράτησε κακία στον Τάρπλεϊ, ο οποίος ολοκλήρωσε τον τελικό με 12 πόντους με 5/19 σουτ, 14 ριμπάουντ και 5 λάθη. Ακόμα και σήμερα, τον αποκαλεί «άρχοντα» και υποστηρίζει ότι ο Ρόι ήταν ο κορυφαίος μπασκετμπολίστας που πέρασε ποτέ από τα χέρια του.
Δεν τα λέει τώρα ο ξανθός, τα έλεγε πάντοτε. Τον έχω ακούσει με τα αυτιά μου. «Αρχοντας», ο προβληματικός αθλητής που σαμποτάρισε το μεγαλύτερη βραδιά της καριέρας του προπονητή του…
Ο Τάρπλεϊ κέρδισε τον Ιωαννίδη όχι στο Φάληρο, ούτε βέβαια στο Τελ Αβίβ, αλλά στην θρυλική Σπορτίλια, όπου οι παίκτες του Ολυμπιακού περνούσαν τα μαρτύρια του Αυγούστου.
Ενάντια σε όλα τα προγνωστικά, ο Αμερικανός άντεξε τη σκληρή προετοιμασία χωρίς να δημιουργήσει το παραμικρό πρόβλημα. Οι αόρατοι μπουκμέικερς της εποχής στοιχημάτιζαν ότι θα έφευγε για την Αμερική από την πρώτη μέρα κιόλας.
«Awww, God, don’t tell me that», μου απάντησε γελώντας ο Τάρπλεϊ εκείνη τη μέρα στο αεροδρόμιο, μόλις άκουσε τη λέξη "Σπορτίλια". Ηλθε όμως έγκαιρα στην Ελλάδα και ανέβηκε στο βουνό με τους υπόλοιπους.
Άλλος στη θέση του θα επιστράτευε πιθανές και απίθανες δικαιολογίες για να γλιτώσει. Ετσι, βέβαια, θα έχανε και το συμβόλαιο που μόλις είχε υπογράψει. Αλλά ο Τάρπλεϊ δεν ήταν ποτέ φίλος με τη λογική.
Η θέση μου στο Γιαντ Ελιάου ήταν ακριβώς δίπλα στη σκαλίτσα που οδηγεί από τα παλαιικά αποδυτήρια στον αγωνιστικό χώρο. Οι δημοσιογράφοι μπορούσαν να μπουν στο γήπεδο και να σουτάρουν τρίποντο. Μερικοί το επιθυμούσαν διακαώς.
Τον ημιτελικό τον είχα παρακολουθήσει με την ξενοιασιά του ανθρώπου που κερδίζει και με τα μονά και με τα ζυγά, Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός, όλοι δικοί μας ήμασταν: Γκάλης, Φασούλας, Οικονόμου, Πάσπαλι, Αλβέρτης, Ιωαννίδης, Πολίτης, Μπακατσιάς, Παταβούκας, Σιγάλας, Μυριούνης, Σταμάτης, είχα καλούς φίλους παντού.
Στον τελικό, όμως, δεν είχα λόγο να κρατήσω αποστάσεις. Ημουν με την ελληνική ομάδα. Οπως πάντα.
Για την αναστάτωση που είχε προηγηθεί, είχαμε μαύρα μεσάνυχτα, εμείς οι δημοσιογράφοι.
Οι παίκτες του Ολυμπιακού πέρασαν από δίπλα μου, άλλοι με βλέμμα αποφασιστικό και άλλοι ψαρωμένοι, νικημένοι εξαρχής από το άγχος. Θυμάμαι το ύφος του Τάρπλεϊ, σαν να τον βλέπω τώρα μπροστά μου, αν και πέρασαν 20 χρόνια. Εμοιαζε σαν πολεμιστής που έφευγε για τη μάχη.
«Τake no prisoners», του είπα. «Okay!», φώναξε με τη μπάσα φωνή του. Και χτύπησε με τις παλάμες του το στήθος.
Πιάστηκε όμως ο ίδιος αιχμάλωτος, μαζί με τους συμπαίκτες του και τον πελαγωμένο προπονητή του. Αλυσοδεμένος. Όπως έζησε, μία ζωή, αιχμάλωτος των δαιμόνων του.
Σήμερα είναι, επιτέλους, ελεύθερος.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.