Κωδικός "45": Ο Γκάλης είναι εδώ
Την προηγούμενη φορά που βγήκαμε στον πηγαιμό για Ζάγκρεμπ, ήταν για ταξίδι 6+1 ημερών. Ήταν Ιούνιος του 1989 και ο Ανδρέας Παπανδρέου έδινε μάχη για τη ζωή του.
Η Δευτέρα μετά τον τελικό του Ευρωμπάσκετ ήταν σκόλη, του Αγίου Πνεύματος. Πάει να πει, ότι για εμάς τους εφημεριδάδες η Κυριακή είχε καθισιό.
«Να είστε έτοιμοι, όμως, γιατί μπορεί να βγάλουμε έκτακτο φύλλο», μας ξεκαθάρισαν εξαρχής από την Αθήνα. «…εάν ο Ανδρέας πεθάνει».
Έζησε, τελικά, αρκετά χρόνια ακόμη. Το έκτακτο φύλλο δεν βγήκε ποτέ. Επιστρέψαμε από το Ζάγκρεμπ μετά τα μεσάνυχτα της Δευτέρας και μας υποδέχθηκε, θυμάμαι, ο εκδότης του «Τρίποντου», Βασίλης Νασίκας.
Είχε στα χέρια του ζεστό ζεστό σαν τυρόπιτα το φρεσκοτυπωμένο περιοδικό, το οποίο σπαρταρούσε από ενθουσιασμό. Από το αεροδρόμιο, κιόλας, έγινε ανάρπαστο.
Ο Συρίγος το έβλεπε και καμάρωνε, σαν να είχε στα χέρια του το πρώτο του εγγόνι. Τα ρεκόρ πωλήσεων που συνόδευσαν το «Τρίποντο» εκείνης της Τρίτης έμειναν για πάντα ακατάρριπτα.
Ήταν, όπως σας είπα, το τουρνουά των έξι ημερών. Και των οχτώ ομάδων. Το μόνο που είχε να κάνει η –πρωταθλήτρια Ευρώπης- Εθνική μας για να φτάσει στα ημιτελικά ήταν να νικήσει στον Όμιλο τη Γαλλία και τη Βουλγαρία.
Απέναντι στους Γιουγκοσλάβους, που μας είχαν απίστευτο άχτι από το ’87, δεν είχαμε καμία τύχη. Μας ισοπέδωσαν με 35 πόντους διαφορά και παραληρούσαν από εκδικητικό ενθουσιασμό.
Δεν μας ένοιαζε. Εμείς τους Γάλλους είχαμε βάλει σημάδι. Άλλωστε μας είχαν σκαρώσει άσχημο χουνέρι, όταν με ένσταση της τελευταίας στιγμής δρομολόγησαν τον αποκλεισμό του πολύτιμου Τζον Κόρφα.
Έστω με 11 παίκτες, η Εθνική μας νίκησε τα γαλλάκια και έφτασε στην τετράδα, φάτσα στους Ολυμπιονίκες της Σεούλ Σοβιετικούς. Αντιμέτωπη με την αρκούδα.
Στην πραγματικότητα δεν είχε 11 παίκτες, αλλά μόνο 6. Εάν παρακολουθήσετε τον ημιτελικό με τη Σοβιετική Ένωση, δεν θα πιστεύετε στα μάτια της.
Ο Γιαννάκης, ο Γκάλης, ο Χριστοδούλου και ο Φασούλας έπαιξαν από 40 λεπτά. Ο Καμπούρης ξεκούραζε τον Στεργάκο για 4-5 λεπτά σε κάθε ημίχρονο. Οι υπόλοιποι ανέμιζαν την πετσέτα δίπλα στον Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου και τους άλλους προπονητές.
Παραμονή του αγώνα, τρύπωσα στη βραδυνή προπόνηση των Σοβιετικών στη «Ντομ Σπόρτοβα», περισσότερο για να χαζέψω τον Σαμπόνις παρά για να μάθω τα μυστικά τους.
Στο εσωτερικό διπλό, ο Ρίμας Κουρτινάιτις προσγειώθηκε άσχημα μετά από ένα σουτ και έπαθε σοβαρό διάστρεμμα. Αποχώρησε από το γήπεδο σηκωτός.
Από τη χαρά μου, έτρεξα στο κέντρο Τύπου και μοίρασα την είδηση σε όλους τους Έλληνες συναδέλφους. Έτσι, έχασα το αποκλειστικό. Δύο ετών δημοσιογράφος. Μειράκιον.
Ο ημιτελικός του ’89 είναι ο αγαπημένος μου αγώνας μπάσκετ όλων των εποχών, με προφανή εξαίρεση τον ημιτελικό του 2006 στη Σαϊτάμα. Περίεργο πράγμα, το μέλι των ημιτελικών!
Η εμφάνιση της ελληνικής ομάδας ήταν μεγαλειώδης, ασύλληπτη. Καλύτερη από ο,τιδήποτε είδαν τα μάτια μας το 1987 ή το 2005.
Ο Γκάλης έβαλε 45 πόντους και η φωτογραφία του από τα πανηγύρια έγινε αφίσα στα παλιά γραφεία της «Απογευματινής», από τον Ηρακλή Κοτζιά, με φόντο ένα πελώριο «45» και σύνθημα: «Ο Γκάλης είναι εδώ».
Ο Γιαννάκης μοίρασε 10 ασίστ μόνο στο πρώτο ημίχρονο. Ο Χριστοδούλου έβαλε το τρίποντο της ζωής του και της ζωής μας. Ο Φασούλας με τον Στεργάκο και τον τίμιο Καμπούρη όρθωσαν ανάστημα στον Σαμπόνις καις τον Μπελοστένι.
Ο Ευθύμης κοουτσάρισε μαεστρικά και πήρε την ταυτότητα του Βλάντας Γκαράστας. Από τα δημοσιογραφικά θεωρεία του γηπέδου, ο απόμαχος πια Αλεξάντερ Γκομέλσκι έστελνε ραβασάκια στον διάδοχό του, με αγγελιαφόρο των 12χρονο γιο του, Κύριλλο.
Στην τελευταία φάση του αγώνα, ο Γιαννάκης με τον Φάνη έπιασαν αιχμάλωτο τον Βέτρα, ο οποίος σάστισε και έκανε βήματα. Πετάχτηκα από το κάθισμά μου, έδωσα ένα σάλτο προς το παρκέ, κάπου σκόνταψα και έπεσα με τα μούτρα στα σκαλοπάτια.
Ούτε που κατάλαβα τον πόνο. Ίσως να μου έβαλε τρικλοποδιά ο Κύριλλος.
Οι Έλληνες διεθνείς έμειναν ξάγρυπνοι το βράδυ του ημιτελικού. Γνώριζαν, κατά βάθος, ότι η αποστολή τους είχε τελειώσει. Αυτή η νίκη απέδειξε σε φίλους και επιστήθιους εχθρούς, ότι το θαύμα του ’87 δεν ήταν διάττων αστήρ. Η Ελλάδα ήλθε για να μείνει.
Ο τελικός ήταν διαδικαστική υπόθεση, αφού το απονενοημένο διάβημα του Κιουμουρτζόγλου (Στεργάκος στον Ντράζεν) έγινε παιχνιδάκι στα χέρια των Γιουγκοσλάβων.
Η συμπαθητική και γεμάτη νιάτα ομαδούλα του ’87 είχε γίνει μέσα σε δύο χρόνια ανίκητη αρμάδα: Πέτροβιτς, Κούκοτς, Ράτζα, Ντίβατς, Βράνκοβιτς, Πάσπαλι, Ζντοβτς, Ντανίλοβιτς, σταματώ γιατί ζαλίστηκα.
Μας νίκησαν, επιεικώς, με 98-77. Ουδείς στο ελληνικό στρατόπεδο σκοτίστηκε. Ποτέ άλλοτε το ασήμι δεν έλαμπε σαν χρυσάφι.
Στην πόλη, βέβαια, στήθηκε γιορτή. Όλοι έπιναν και αγκαλιάζονταν σαν αδέλφια. Δύο χρόνια αργότερα, βάλθηκαν να σκοτώνουν ο ένας τον άλλον.
Τη νύχτα μετά τον τελικό, σύσσωμη σχεδόν η ελληνική ομάδα διασκέδασε συν γυναιξί (οι ζευγαρωμένοι) στη ντισκοτέκ του ξενοδοχείου «Ιντερκοντινένταλ».
Έχω μια φωτογραφία, που δείχνει τον Κόρφα, τον Φιλίππου, τον Χριστοδούλου και μερικούς άλλους να χορεύουν σαν τρενάκι, μεθυσμένοι μάλλον από χαρά παρά από αλκοόλ.
Ο Γκάλης δεν ήταν εκεί. Προτίμησε το καζίνο που βρισκόταν στον τελευταίο όροφο και πόνταρε όλο το βράδυ στο «32», το νούμερο του Μάτζικ Τζόνσον. Δεν χρειάζεται να σας πω αν κέρδισε ή όχι.
Κάθισα στο ίδιο τραπέζι και περίμενα υπομονετικά μέχρι να βαρεθεί. Όταν αποφάσισε να αποσυρθεί, τον ακολούθησα στον διάδρομο σαν μικρό παιδάκι.
Μισή ντροπή δική μου και η άλλη μισή, πάλι δική μου, σκέφτηκα. Δεν είχα όμως μαζί μου χαρτί, για το αυτόγραφο που σκόπευα να του ζητήσω.
Τη λύση την έδωσε ο ίδιος. Τράβηξε από το τσεπάκι μου το διαβατήριό μου (από εκείνα τα θηριώδη, παλαιού τύπου), το γύρισε στην τελευταία σελίδα και έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του: «ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΛΗΣ, #6».
Ήταν το ωραιότερο διαβατήριο που εκδόθηκε ποτέ.Κι ας με στραβοκοιτούσε ο αυστηρός Γιουγκοσλάβος τελωνειακός, το επόμενο απόγευμα στο αεροδρόμιο του Ζάγκρεμπ.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.