Ο Μπουρούσης που μπορούσε μόνο στα δύσκολα!
Τον Γιάννη τον βλέπαμε στην άκρη του πάγκου της ΑΕΚ, στις αρχές του 21ου αιώνα, όταν οι «κιτρινόμαυροι» είχαν κάνει ένα αδιανόητο παιδομάζεμα, αλλά αργήσαμε πολύ να τον δούμε στο παρκέ.
Θυμάμαι ότι κάποια στιγμή είχα ρωτήσει τον Φώτη Κατσικάρη σχετικά με το τι βλέπει από τον ψιλόλιγνο Καρδιτσιώτη πιτσιρικά στην προπόνηση και μου είχε κάνει ιδιαίτερη μνεία για τα χέρια του, την γρήγορη αντίληψη και το υψηλό μπασκετικό του IQ. Παρά τα λίγα χρόνια μπάσκετ που είχε πριν κατέβει στην Αθήνα.
Στην «Ένωση», πάντως, άργησε να παίξει αλλά όταν «τον έριξαν στην φωτιά», έδειξε πολύ γρήγορα ότι ο χρόνος θα δούλευε υπέρ του. Κάπως έτσι ξαφνικά, πατήθηκε ένα κουμπί και πριν καλά-καλά καταλάβουμε τι έγινε διακτινίστηκε μέχρι την Βαρκελώνη, για τα playoffs της σεζόν 2005-2006.
Αυτό ήταν και το λεγόμενο turning point της καριέρας που μπήκε σε άλλα μονοπάτια, μόλις υπέγραψε στον Ολυμπιακό. Στον Πειραιά, ο ψηλός με την μεγάλη καρδιά ένιωσε ότι βρήκε μία μεγάλη οικογένεια. Έκανε τις πρώτες φιλίες για ξενύχτι και διασκέδαση, κέρδισε την αποδοχή της κερκίδας επειδή τιμούσε όσο λίγοι την φανέλα και κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι στο «λιμάνι», ενδεχομένως και να ρίξει άγκυρα μία για πάντα.
Γι' αυτό και απαρνήθηκε την πιο τιμητική πρόταση από το ΝΒΑ και τον Γκρεγκ Πόποβιτς των Σαν Αντόνιο Σπερς, που θα μπορούσε να απογειώσει το μπασκετικό του status. Γι' αυτό και βγήκε μπροστά στο Final 4 του Βερολίνου κόντρα στους οπαδούς του Παναθηναϊκού. Γιατί ένιωθε ότι αν δεν προστατεύσει εκείνος το σπίτι του, ποιος θα το κάνει;
Οι «σφαλιάρες» που τον χτύπησαν κατακέφαλα, αμά τη αφίξη του Ντούσαν Ίβκοβιτς κι εντεύθεν και ο τσακωμός με τους ιδιοκτήτες της ομάδας, Γιώργο και Παναγιώτη Αγγελόπουλο, ήταν ίσως το καλύτερο μάθημα που θα μπορούσε να πάρει και δίχως άλλο αποτέλεσαν το έναυσμα για την ολική επαναφορά του “Bourou” μέσα από έναν δύσβατο και μοναχικό δρόμο.
Τον ψηλό τον γνώρισα καλά και γίναμε φίλοι το 2010, οπότε ομολογώ ότι δεν είναι εύκολο να είμαι απόλυτα αντικειμενικός μαζί του. Ήταν τότε όταν το στίγμα της τηλεφωνικής συνομιλίας με τον μετέπειτα πεθερό του, Μάκη Ψωμιάδη, «ανάγκασε» πολλούς φίλους και γνωστούς του να του γυρίσουν την πλάτη. Ξαφνικά σε ένα βράδυ ο Γιάννης Μπουρούσης δεν έγινε απλά ανεπιθύμητος, αλλά του βγήκε και το όνομα του ντοπαρισμένου, έτσι απλά επειδή δεν ήταν και ο καλύτερος χειριστής της ελληνικής γλώσσας ή επειδή ήταν μακριά η γλώσσα του.
Όπως σε πολλές περιπτώσεις, η ξενιτιά και η απόρριψη σου δίνει κίνητρο να ανακαλύψεις καλύτερα τον εαυτό σου, έτσι και στην περίπτωση του πρώην αρχηγού της Εθνικής ομάδας, η διετία στο Μιλάνο έβαλε τα θεμέλια για τον απόλυτο μπασκετικό εξαγνισμό που συντελέστηκε στην δεύτερη δεκαετία της μπασκετικής του διαδρομής.
Ο Μπουρούσης του Ολυμπιακού «έφαγε τα σκατά του» και το καλοκαίρι του 2011, έριξε μαύρη πέτρα πίσω του! Όταν μετά από πέντε χρόνια θα ξαναγύριζε στην πατρίδα, η μοίρα τον είχε καταστήσει περιζήτητο στην Ευρώπη και με ζήτηση ακόμη και στο ΝΒΑ.
Η ιστορία του απέδειξε ότι είναι φτιαγμένος για τα δύσκολα. Η απόρριψη, η περιφρόνηση και η αμφισβήτηση ήταν ανέκαθεν το πιο αποδοτικό «φάρμακο» για το DNA του. Συνέβη με τους «ερυθρόλευκους» και έφτασε να διαδραματίζει βασικό ρόλο στην Ρεάλ Μαδρίτης. Συνέβη και με την «βασίλισσα» (όταν πλέον τα γόνατά του δεν τον βαστούσαν) και την επομένη χρονιά ήταν ίσως ο κορυφαίος παίκτης στην Ευρώπη στην Λαμποράλ Κούτσα! Συνέβη και όταν δεν ήρθε το μεγάλο συμβόλαιο από την ΤΣΣΚΑ ή την Φενερμπαχτσέ και επέλεξε να φορέσει τα «πράσινα» για να βοηθήσει στην αποκαθήλωση του Ολυμπιακού των δύο σερί πρωταθλημάτων.
Δεν συνέβη με την μεγάλη του αγάπη, την Εθνική ομάδα, επειδή ο ίδιος επέλεξε να μην την απαρνηθεί ποτέ. Ακόμη και αν κούτσαινε ή έπαιζε με ενάμιση πόδι. Γιατι δεν θα άντεχε να ακούσει το παραμικρό από τον κάθε πικραμένο που θα τον κράξει πίσω από την ανωνυμία του πληκτρολογίου για ένα «κεφάλαιο» που ο ίδιος "πονάει" όσο λίγοι. Γι' αυτό και δεν έλλειψε ούτε ένα καλοκαίρι (από το 2005 και μετά) από το εθνικό κάλεσμα.
Εδώ και λίγους μήνες, όμως, ηχεί ολοένα και πιο έντονα στα αυτιά του το καμπανάκι του αποχαιρετισμού. Η έξαρση της πανδημίας την άνοιξη του 2020 και η πρώτη καραντίνα τον βρήκε στο Λας Πάλμας και δυσκόλεψε την απόφασή του. Η απουσία υποχρεώσεων για την Εθνική ομάδα το περασμένο καλοκαίρι επιτάχυνε το αντίο και απλά η δεύτερη καραντίνα επί ελληνικού εδάφους αυτή τη φορά και η πρόταση του Περιστερίου, καθυστέρησε για λίγο την απόφασή του.
Στην δυτική όχθη, όμως, δεν υπήρχε ούτε δυσκολία, ούτε κίνητρο, ούτε απόρριψη, ούτε στοίχημα. Και όταν ο Γιάννης δεν έχει κάτι να αποδείξει και συνάμα έχει πλέον κορεστεί μέσα στα γήπεδα, μοιραία φτάνει το πλήρωμα του χρόνου.
Σχεδόν 38 ετών, ο Καρδιτσιώτης ψηλός αποχωρεί από το μπάσκετ πλήρης ημερών, εμπειριών, διακρίσεων και επιτυχιών και μακάρι να βγω ψεύτης, θα αργήσουμε να ξαναδούμε Έλληνα σέντερ με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και το ταμπεραμέντο του.
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι δύσκολα θα μείνει κοντά στο μπάσκετ. Η έντονη και ζωντανή προσωπικότητά του, όμως, αρκεί για να πετύχει με ο,τιδήποτε άλλο και να καταπιαστεί. Καλός πολίτης Γιαννάρα και ευχαριστούμε για τις εξαιρετικές στιγμές μέσα στο παρκέ.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.