Έλληνας ο Γουόκαπ; Καλώς να ορίσει ο διχασμός!

Έλληνας ο Γουόκαπ; Καλώς να ορίσει ο διχασμός!
Ο Αντώνης Καλκαβούρας ρίχνει φως στα διαφορετικά κριτήρια που χαρακτηρίζουν τις περιπτώσεις του Γκιστ και του Μπατίστ με την αντίστοιχη του Σαντ-Ρος, εξαίρει τον ρόλο του Βασιλακόπουλου στις υποθέσεις Καλάθη και Ντόρσεϊ και δεν εκπλήσσεται καθόλου από τις αντιδράσεις για την επικείμενη ελληνοποίηση του Τόμας Γουόκαπ.

Θυμάστε πότε άρχισε ο εθνικός μπασκετικός διχασμός και ουσιαστικά σήμανε την αρχή του τέλους για τις επιτυχίες της επίσημης αγαπημένης; Αν όχι να σας το θυμίσω πολύ γρήγορα... Ήταν λίγο μετά τον Φεβρουάριο του 2008, όταν ο Ολυμπιακός προσέλαβε τον τότε ομοσπονδιακό προπονητή, Παναγιώτη Γιαννάκη στην θέση του Πίνι Γκέρσον, κίνηση από την οποία προήλθε και η διάρρηξη των σχέσεων ανάμεσα στον τότε ισχυρό άνδρα του ελληνικού μπάσκετ και τον «δράκο».

Αν δεν ήταν ο «συγχωρεμένος» ο Γιώργος Κολοκυθάς, που τότε διατελούσε υπεύθυνος της Εθνικής ανδρών, ο Γιαννάκης δεν θα κοούτσαρε ποτέ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου (5η θέση), όπου και παίχτηκε το «κύκνειο άσμα» του στον πάγκο της «γαλανόλευκης». Αμέσως μετά αντικαταστάθηκε από τον Γιόνας Καζλάουσκας και στο Eurobasket του 2009, έπεσε η αυλαία των διακρίσεων (χάλκινο μετάλλιο) για την πιο πετυχημένη φουρνιά της Εθνικής ομάδας.

Δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια πέρασαν κι έκτοτε δεν έχουμε ξαναδεί ποτέ την Ελλάδα σε Ολυμπιακούς Αγώνες και στην 4άδα ενός Πανευρωπαϊκού ή Παγκοσμίου πρωταθλήματος. Η αδυσώπητη κόντρα των «αιωνίων αντιπάλων» συμπαρέσυρε τα πάντα στο διάβα της και η επίδρασή της στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα υπήρξε αδιαμφισβήτητη. Αν ρωτήσετε κάποιον από τους «απόστρατους» διεθνείς της προηγούμενης δεκαετίας, δύσκολα θα βρεθεί εκείνος που δεν θα συμπεριλάβει την παραπάνω παράμετρο στους παράγοντες των διαδοχικών αποτυχημένων προσπαθειών για μία διάκριση...

Δυστυχώς από ένα σημείο και μετά, ο κάποτε ευεργέτης του αθλήματος στην Ελλάδα, Γιώργος Βασιλακόπουλος έπαψε να κρατάει έστω κάποια προσχήματα και η... μπάλα χάθηκε οριστικά. Ο Ολυμπιακός έφτασε μέχρι την Α2 Κατηγορία σε ένδειξη διαμαρτυρίας και η επιστροφή του στα μεγάλα σαλόνια «αποφασίστηκε», μόνο όταν οριστικοποιήθηκε η αλλαγή φρουράς στην διοίκηση της ΕΟΚ.

 

Είχε προηγηθεί, βέβαια και η δική του «ενόχληση» στην επιλογή του «πράσινου» Ρικ Πιτίνο στην θέση του ομοσπονδιακού τεχνικού για το προολυμπιακό τουρνουά της Βικτόρια (2021), αλλά τουλάχιστον δεν έφτασε ποτέ σε «απαγορεύσεις» για την συμμετοχή των παικτών του στο εγχείρημα της «επίσημης αγαπημένης».

Με αυτά και με εκείνα, λοιπόν, η εποχή Λιόλιου είναι προφανές ότι έχει αντιστρέψει το σκηνικό και ο Παναθηναϊκός προβάλει ως η ομάδα που δηλώνει αδικημένη. Έστω κι αν η αγωνιστική διαφορά του από τον «αιώνιο αντίπαλό» του, στην διετία που διανύουμε, είναι ευδιάκριτη και καθολικά αποδεκτή.

Δεν θα μπω στην διαδικασία να σχολιάσω τι υποστήριξε και τι υποστηρίζει η καθεμία από τις δύο μεγάλες ελληνικές ομάδες. Δικαίωμά τους να πιστεύουν ό,τι θέλουν άλλωστε... Το θέμα που θέλω να θίξω, όμως, έχει να κάνει με το αν το ελληνικό μπάσκετ και κατ' επέκταση η Εθνική ομάδα, που αποτελεί τον «καθρέφτη» του, έχει την πολυτέλεια να πει «όχι» σε έναν παικταρά του βεληνεκούς του Τόμας Γουόκαπ...

Δηλαδή για να μην τρελαθούμε, γίνεται να μας «παρακαλάει» ο 30χρονος Τεξανός point-guard (το Gazzetta έφερε στην δημοσιότητα την επιστολή του στο Υπουργείο Εσωτερικών) να φορέσει το εθνόσημο κι εμείς να κάνουμε τους δύσκολους, επικαλούμενοι δικαιολογίες περί πατριωτισμού, ανθελληνισμού, ελληνικής παιδείας και μεταναστευτικής δυσλειτουργίας, επειδή ο συγκεκριμένος παίκτης θα αδειάσει μία θέση ξένου στην ομάδα του;

Για να καταλάβω, το πρόβλημα που είναι; Στο ότι ο Γουόκαπ δεν είναι Έλληνας (η απάντησή του «Είμαι Αμερικανός!» σε ερώτηση που του έγινε στον «αέρα» της ΕΡΤ ήταν η πλέον προφανής και αναμενόμενη την δεδομένη χρονική στιγμή) ή στο ότι γίνεται Έλληνας, ένας παίκτης ενός συγκεκριμένου συλλόγου; Ο Ναζ Μήτρου-Λονγκ, άλλωστε, θα είναι ο επόμενος που θα πάρει ελληνικό διαβατήριο κι αυτό θα ανοίξει τον δρόμο για να προβάρει τα «πράσινα».

Σέβομαι όλες τις αντικρουόμενες απόψεις, αλλά προς Θεού μην βάζουμε την συγκεκριμένη περίπτωση στο ίδιο τσουβάλι με την οικογένεια Αντετοκούνμπο. Ο Γιάννης και τα αδέρφια του γεννήθηκαν στην Ελλάδα και δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το παραμικρό πρόβλημα. Ας όψεται, όμως, η ελληνική νομοθεσία για τα παιδιά που γεννήθηκαν σε ελληνικό έδαφος από γονείς που εισήλθαν χωρίς χαρτιά στην χώρα μας.

Η επικείμενη ελληνοποίηση του Γουόκαπ αποτελεί μία απόφαση της ΕΟΚ, που έχει την συνδρομή της Πολιτείας και ευθυγραμμίζεται με τα σημεία των καιρών. Αλήθεια, θα στέφονταν πρωταθλητές Ευρώπης οι Ισπανοί (2022) και οι Σλοβένοι (2017) αν δεν ενισχύονταν με τον Λορέντζο Μπράουν και τον Άντονι Ράντολφ αντίστοιχα;

Σε τελική ανάλυση, η συμμετοχή του πρώτου «κλέφτη» της Euroleague στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ή όχι, θα αποτελέσει προπονητική απόφαση. Ο Γουόκαπ, άλλωστε, θα ανήκει στην κατηγορία των «νατουραλιζέ» και η τεχνική ηγεσία θα αποφασίσει ποιος εκ των τριών (Ντόρσεϊ και Μήτρου-Λονγκ οι άλλοι δύο) ταιριάζει περισσότερο στα πλάνα της, με φόντο πάντα το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

ντόρσεϊ

Το «παράθυρο» με Ντόρσεϊ που δύσκολα θα ανοίξει

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι η ελληνική ομοσπονδία έχει κινήσει εδώ και καιρό τις διαδικασίες ώστε ο 27χρονος Καλιφορνέζος guard της Φενέρμπαχτσέ να πάψει να παίζει στην Εθνική ομάδα με τον αστερίσκο του «νατουραλιζέ». Πατώντας πάνω στις ελληνικές ρίζες του από τον παππού του.

Να θυμίσουμε ότι στον Ντόρσεϊ δόθηκε η ελληνική αθλητική υπηκoότητα στην ηλικία των 19 ετών (για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων του 2015), κάτι που αντιβαίνει στην κείμενη νομοθεσία (η επιλογή της αθλητικής ιθαγένειας γίνεται πριν την συμπλήρωση του 16ου έτους). Η «δουλειά» όμως, έγινε χάρη στην εξαιρετική σχέση του Γιώργου Βασιλακόπουλου με τον τότε γενικό γραμματέα της FIBA, τον αείμνηστο Πάτρικ Μπάουμαν, που ήταν πρόθυμος να εξυπηρετήσει τους φίλους του. Ειδικότερα όταν είχε κάνει το ίδιο και για την Γερμανία με το διαβατήριο του Άντον Γκαβέλ που είχε γεννηθεί στην Σλοβακία κι έπαιξε στην «νασιοναλμανσαφτ» στο Eurobasket του 2015..

Αυτό το μικρό «σπρώξιμο» που χρειαζόμαστε τώρα για να αλλάξει το status του Ντόρσεϊ (το έκανε και ο Βασιλακόπουλος το 2008 με τον Καλάθη, ως πρόεδρος της FIBA Europe τότε), δύσκολα θα το πάρουμε τώρα που ο γενικός γραμματέας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας είναι και Έλληνας (Ανδρέας Ζαγκλής). Για πολιτικούς και όχι μόνο λόγους...

33

Τι συνέβη με Γκιστ, Μπατίστ και Σαντ-Ρος

Κλείνοντας, δεν είναι κακό να φρεσκάρουμε την μνήμη μας σχετικά με το τι συνέβη με τις περιπτώσεις τριών παικτών που φόρεσαν την φανέλα του Παναθηναϊκού με μεγάλη επιτυχία. O λόγος για τον Μάικ Μπατίστ που ήρθε στην Ελλάδα το 2003 και από το 2008 (άσχετα αν συνολικά έπαιξε 10 χρόνια), πληρούσε κάλλιστα όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις για να γίνει Έλληνας. Το ίδιο ισχύει και με τον Τζέιμς Γκιστ (όσο έπαιζε εδώ αυτοαποκαλούνταν “Γκιστόπουλος”), o οποίος ήταν κάτοικος ΟΑΚΑ για 6,5 χρόνια (Δεκέμβριος 2012- Ιούνιος 2019).

Παρότι και οι δύο, όμως, είχαν εκφράσει την επιθυμία να πάρουν την ελληνική υπηκοότητα και να ενισχύσουν την Εθνική ομάδα, δεν υπήρξε κανένα ανάλογο ενδιαφέρον (ούτε κινήθηκαν οι διαδικασίες) από πλευράς ελληνικής ομοσπονδίας.

Διαφορετική και ιδιαίτερα λεπτή είναι η υπόθεση του Χάουαρντ Σαντ-Ρος («πράσινος» την διετία 2020-2022), ο οποίος παντρεύτηκε Ελληνίδα και υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να είναι ήδη μέλος της «επίσημης αγαπημένης» (στην περίπτωσή του η ΕΟΚ ήταν «ζεστή» για να προχωρήσει το θέμα), αλλά ένα ατυχές συμβάν, χάλασε τον «γάμο» του με την «γαλανόλευκη».

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Αντώνης Καλκαβούρας
Αντώνης Καλκαβούρας

Στην συγκεκριμένη στήλη θα βρείτε αντικειμενικά καταγεγραμμένη άποψη γύρω από τα μπασκετικά δρώμενα και μπόλικη ανάλυση, ενίοτε σε συνδυασμό και με ρεπορτάζ. Το Gazzetta, άλλωστε, μπορεί να μπήκε στην καθημερινότητα μου στη μέση της έως τώρα δημοσιογραφικής διαδρομής (2008), ωστόσο, εδώ και 13 χρόνια αποτελεί την πιο σύγχρονη και ταχύτερη πλατφόρμα ενημέρωσης και ένα μέσο στο οποίο απολαμβάνω από την πρώτη μέρα να δουλεύω. Και σίγουρα το μόνο από τα πολυάριθμα στα οποία έχω εργαστεί και εργάζομαι (τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδα, περιοδικό), το οποίο εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο, σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται ευχάριστη εμμονή για τους αναγνώστες αλλά και για όλους εμάς τους συντελεστές. Να χαιρόμαστε λοιπόν τη νέα του έκδοσή του και να το εξελίσσουμε συνεχώς!