Κόμπι Μπράιαντ: Ένα τελευταίο πέναλτι…

Βασίλης Σκουντής Βασίλης Σκουντής
Κόμπι Μπράιαντ: Ένα τελευταίο πέναλτι…
Το άτιμο το καλάθι ξέρασε την μπάλα στο τελευταίο fadeaway του Kόμπε Μπράιαντ και ο Βασίλης Σκουντής τον κατευοδώνει στον Παράδεισο με τα δικά του λόγια…

Μίλαν - Τορίνο με σούπερ προσφορά* & Live Streaming* | *Ισχύουν όροι & προϋποθέσεις

Ιδίαις αυτού χερσίν, που λέγανε και γράφανε παλιά οι γραμματιζούμενοι…

Με τα ίδια του τα χέρια ο Κόμπε (που εγώ εξακολουθώ εμμονικά να τον γράφω και να τον λέω τοιουτοτρόπως, όπως άλλωστε λέγονται η πόλη της Ιαπωνίας και το φερώνυμο φιλέτο από το οποίο του έδωσαν το βαπτιστικό όνομα του οι γονείς του) έγραψε την Ιστορία…

Με τα ίδια του τα χέρια αγκάλιασε το μπάσκετ, απλώς δεν ξέρω ποια αγκαλιά ήταν μεγαλύτερη και εντέλει ποια καψούρα κυριαρχεί στην προκειμένη περίπτωση: η δική του για το μπάσκετ η εκείνη του μπάσκετ για δαύτον!

 

Ας πούμε ότι είναι fifty fifty. Είναι; Ήταν… Μα τι στο διάολο γράφω. Ήταν, είναι και θα παραμείνει σε αυτή την ποσόστωση, σαν μια απολύτως win win situation!

H παρακαταθήκη που μας εγχείρισε πρόωρα, απροσδόκητα και τραγικά την Κυριακή το βράδυ είναι όντως ανεκτίμητη και στ’ αλήθεια νιώθουμε σαν να κηδεύουμε τη νιότη μας: κλειδώνουμε στο χρονοντούλαπο της (συλλογικής) μνήμης και αιχμαλωτίζουμε στο μυαλό μας μια εποχή που τη σημάδεψε ανεξίτηλα, ενσαρκώνοντας το ίδιο το μπάσκετ.

Θα συνεχίσει να το κάνει, να είναι το ίδιο το μπάσκετ, έστω και σε άυλη μορφή…

Ιδίαις αυτού χερσίν, λοιπόν, καθότι τα μαγικά χέρια του έπαιρναν την μπάλα για να της φερθούν όπως αξίζει σε μια ερωμένη που δεν την πρόδωσε ποτέ…

Dear basketball, το δίχως άλλο, όπως έγραφε και σε εκείνη την επιστολή που πλέον έλαβε μια ανεπιθύμητη σπαραξικάρδια επικαιρότητα…

Με τα δικά του χέρια τη χάιδευε, την περιποιόταν, την έστελνε σε διατεταγμένες υπηρεσίες, την έβλεπε να ταξιδεύει σε ανεξερεύνητες περιοχές και έπαιρνε μαζί της σε αυτό το ταξίδι τον ίδιο κι όλους μας…

Με τα δικά του χέρια, με τα δικά του μάτια, αλλά και με τα δικά του χέρια, σαν μια διαθήκη, που αφήνει, απότοκο ενός γοητευτικού και συναρπαστικού ταξιδιού, στο οποίο –όπως ο ίδιος είχε πει το βράδυ της απόσυρσης του, απευθυνόμενος προς τις κόρες του- ενυπάρχει ο Καβάφης…

Σημασία δεν έχει ο προορισμός, αλλά το ταξίδι…

Κρίμα, ρε Κόμπε, που αυτός ο προορισμός έμελλε να είναι τα βράχια στο Καλαμπάσας…

Εκδημώντας απ’ αυτό τον μάταιο κόσμο ο Black Mamba καταλείπει με γαλαντομία και καθιστά μέρος της παγκόσμιας αθλητικής κοινοκτημοσύνης μια καριέρα που το δίχως άλλο εφθέγγετο τελειότητα!

Είχα την ευκαιρία να τον συναντήσω κάμποσες φορές, να μιλήσω μαζί του, να νιώσω αποδέκτης αυτής της τελειότητας, αλλά και μιας ανεπιτήδευτης απλότητας…

Τιμής ένεκεν (που μακάρι να μη χρειαζόταν) βγάζω από το ράφι και αναδημοσιεύω σήμερα τη συνέντευξη που μου έδωσε την Τρίτη, 27 Σεπτεμβρίου του 2011, στο γυμναστήριο των εκπαιδευτηρίων Δούκα. Ενα απόσπασμα της δημοσιεύθηκε την επόμενη μέρα στην εφημερίδα “Goal News”, ενώ ολόκληρο το κείμενο που παρατίθεται εδώ, φιλοξενήθηκε στο τεύχος 274 του περιοδικού «All Star Basket», το οποίο κυκλοφόρησε στις 4 Οκτωβρίου του 2011.

Ήλθε, είδε, έπαιξε (με τα παιδιά), ήταν τρεις μέρες μεσ' στην καλή χαρά, σηκώθηκε αξημέρωτα για να πάει μια βόλτα στην Ακρόπολη και απήλθε. Είπε ότι πέρασε πολύ καλά, αλλά κι εμείς δεν έχουμε παράπονο: ο Κόμπε έβαλε τις δικές του έντονες πινελιές στον ρουτινιασμένο πίνακα μας και, διάβολε, η παρουσία του στην Αθήνα ήταν σαν αστραπή που φώτισε τον μαυρισμένο ουρανό μας...

Ο “Black Mamba” ήταν το απωθημένο μας: ένας από τους ελάχιστους σούπερ σταρ του ΝΒΑ, που δεν είχε έλθει ποτέ από τα μέρη μας (είτε για επίσκεψη, είτε λόγω αγωνιστικών υποχρεώσεων), αλλά υπέκυψε και αυτός στον πειρασμό να γνωρίσει από κοντά (χάρη στην πρωτοβουλία της ΝΙΚΕ) τη χώρα που γέννησε έναν Αχιλλέα, έναν Αλβέρτη κι έναν... Σπανούλη. Αναφέρω επίτηδες αυτούς τους τρεις, διότι όπως αποκάλυψε ο ίδιος, ο μυθολογικός ήρωας αποτελεί πηγή έμπνευσης του, τον Φράνκι του τον σύστησαν το πρώτο βράδυ (στο εστιατόριο του Γιώργου Καλαϊτζή) και τον Μπίλη τον θυμόταν από το Πεκίνο και το ΝΒΑ, αλλά έκανε κιόλας παρέα μαζί του στην Αθήνα...

Ανήκω στους τυχερούς που μπόρεσαν να έχουν ένα τετ-α-τετ με τον Κόμπε. Δεν ήταν η πρώτη φορά, που μίλησα μαζί του, αλλά υπήρξε μεγαλύτερη σε διάρκεια και αποδοτικότερη σε νοήματα από τις προηγούμενες δύο. Συν τοις άλλοις, τώρα δεν ήταν (όπως το 2002 στους τελικούς του ΝΒΑ ή πέρυσι στη Βαρκελώνη) πιεσμένος από πλευράς χρόνου ή πολιορκημένος από στρατιές δημοσιογράφων και γι' αυτό μπορούσε κιόλας να απαντήσει και σε μερικές ερωτήσεις που ξεφεύγουν από την πεζή πραγματικότητα...

Η παρουσία του Κόμπε στην Αθήνα (θα) αποτελεί μέρος της ιστορικής μνήμης του ελληνικού μπάσκετ: αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πέρα απ' όσα μου είπε, έκρινα σκόπιμο να συμπεριλάβω στη συνέντευξη και μερικές από τις απαντήσεις, που έδωσε στους υπόλοιπους συναδέλφους οι οποίοι τον ξεμονάχιασαν: στον Θανάση Ασπρούλια, στον Κώστα Σωτηρίου, στον Σωτήρη Βετάκη, στον Βαγγέλη Ιωάννου, στον Σπύρο Καβαλιεράτο και στον Τάσο Μαγουλά. Ιδού, λοιπόν, όσα είπε ο... στόμας του στις κανονικές συνεντεύξεις του, αλλά και σε σκόρπια λόγια του προς τα παιδιά που θαμπώθηκαν (όχι τόσο από τη λάμψη, όσο) από την απλότητα του στην εκδήλωση η οποία φιλοξενήθηκε στα εκπαιδευτήρια Δούκα.

Το λιοντάρι και η γαζέλα

-Στη μπλούζα που φοράς υπάρχει η φράση “hunt or be hunted”, δηλαδή κυνηγός ή κυνηγημένος. Ε, δεν είναι και δύσκολο να μαντέψει κανείς τι προτιμάς να είσαι...

(Γελάει) “Ναι, αλλά αυτό το σύνθημα έχει τη δική του ιστορία, που πηγαίνει έντεκα χρόνια πίσω. Το θυμάμαι σαν να συμβαίνει τώρα, αλλά έγινε τον Ιούνιο του 2000, όταν αμέσως μετά την κατάκτηση του πρώτου (ΣΣ: από τα τρία στη σειρά) πρωταθλήματος, μπήκα στα αποδυτήρια και είπα στους συμπαίκτες μου το εξής: “Παιδιά τώρα που είμαστε στην κορυφή, όλοι θα μας κυνηγάνε, αλλά όσοι ελπίζουν ότι θα μας πιάσουν, πρέπει να διαψευσθούν. Δεν κυνηγάνε οι άλλοι εμάς, αλλά εμείς κυνηγάμε τον επόμενο στόχο μας, που είναι το επόμενο πρωτάθλημα: το repeat, το three-peat και πάει λέγοντας. Επιβραβευθήκαμε για τους κόπους μας, αλλά κανείς μας δεν έχει το δικαίωμα να επαναπαυθεί στις δάφνες αυτού του πρωταθλήματος και μόλις βγούμε από εδώ, θα πρέπει να αρχίσουμε να σκεπτόμαστε τι πρέπει να συμβεί σε έναν χρόνο από τώρα. Για να τελειώσω με αυτό το θέμα, στον αθλητισμό έχεις δύο επιλογές: θα είσαι ή το λιοντάρι που κυνηγά ή η γαζέλα που την κυνηγούν. Εγώ, λοιπόν, προτιμώ να είμαι το λιοντάρι και νομίζω ότι βρίσκομαι στη σωστή πλευρά.”

Από ποιον τα 'μαθες όλα αυτά; Ποιος σου εμφύσησε το πνεύμα και τη νοοτροπία του νικητή; Ξεπατίκωσες τις αρχές και τη φιλοσοφία σου από κάποιον ή είσαι αυτοδίδακτος και ακολουθείς το ένστικτό σου;

“Όταν ήμουν μικρός, δεν έκανα διακρίσεις. Τους παρακολουθούσα όλους, μου άρεσαν όλοι. Έβλεπα ακατάπαυστα τους αγώνες του Μάτζικ Τζόνσον, του Λάρι Μπερντ, του Μάικλ Τζόρνταν, του Χακίμ Ολάζουον, του Τσαρλς Μπάρκλεϊ, όλων των μεγάλων σταρ και θυμάμαι τον εαυτό μου να κλέβει κάτι από καθέναν και να τα αποθηκεύει. Αλλά ό,τι είδα κι ό,τι κράτησα, το προσάρμοσα στη δική μου αντίληψη για το παιχνίδι και από εκεί και πέρα έρχεται το ένστικτο να κάνει τη δουλειά του...”

Σε ποιον απ' όλους αυτούς αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι πιο κοντά;

“Περισσότερο απ' όλους με επηρέασε ο πατέρας μου. Ο πατέρας μου είναι ο... πατέρας μου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Είχα την τύχη να βρεθώ σε μια υπέροχη οικογένεια και από μικρός ν' ακολουθήσω τους γονείς μου στην Ιταλία, όπου αγωνιζόταν ο μπαμπάς. Εξοικειώθηκα πολύ με τον τρόπο ζωής και την κουλτούρα της Ευρώπης, γι' αυτό άλλωστε έρχομαι πολύ συχνά εδώ και επίσης για τον ίδιο λόγο γουστάρω πολύ το ποδόσφαιρο: το soccer, όχι το football”.

Όλα είναι τέχνη

Μιας και το 'φερε η κουβέντα στον πατέρα σου, πριν από τρία χρόνια, σε έναν αγώνα των Λέικερς με την Οκλαχόμα, στον οποίο οργίασες, ο Τζόε (Τζέλι Μπιν) Μπράιαντ είχε πει ότι κάθε φορά που σε βλέπει νιώθει σαν να βρίσκεται σε μια έκθεση του Πικάσο!

“Ε, πατέρας μου είναι και όπως όλοι οι μπαμπάδες του κόσμου, καμαρώνει και νιώθει υπερήφανος για τον κανακάρη του! Εγώ άρχισα να παίζω μπάσκετ, όταν ήμουν μόλις τεσσάρων χρονών και του οφείλω τα πάντα”.

Α, μιας και το 'φερε η κουβέντα για τον Πικάσο, υπάρχουν στιγμές που αισθάνεσαι κι εσύ καλλιτέχνης; Είναι το μπάσκετ, το μπάσκετ, το οποίο διακονείς εσύ εννοώ, μια μορφή τέχνης;

“Ασφαλώς! Ο αθλητισμός ολόκληρος είναι πολύ συχνά μια μορφή τέχνης και μάλιστα υψηλού επιπέδου. Γενικώς πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι που διαπρέπουν στον τομέα τους, είναι κατά έναν τρόπο καλλιτέχνες, έστω κι αν δεν ζωγραφίζουν όπως ο Πικάσο”.

Ο καλλιτέχνης Κόμπε Μπράιαντ αισθάνθηκε ποτέ ότι ξέφυγε από τα γήινα πλαίσια και έγινε υπεράνθρωπος; Είναι στιγμές, που βρίσκεσαι στο γήπεδο και νιώθεις (σαν τον) Superman;

“Κάθε φορά που παίρνω ένα πρωτάθλημα, αυτό ακριβώς αισθάνομαι. Τότε νιώθω ότι είμαι στ' αλήθεια top of the top. Το μπάσκετ, άλλωστε, είναι ένα δύσκολο και περίπλοκο σπορ, στο οποίο κάθε αθλητής πρέπει να βελτιώνεται ατομικά, αλλά και να προσπαθεί να κάνει καλύτερους τους συμπαίκτες του. Αυτόν τον ρόλο τον βιώνω στο πετσί μου, ως ηγέτης των Λέικερς, που άλλωστε είναι καταδικασμένοι να κυνηγούν κάθε χρόνο το πρωτάθλημα και να μην ικανοποιούνται με τίποτε άλλο, παρά μόνο με αυτό ”.

Το τσάκισμα από τους Σέλτικς

Στον αντίποδα, πότε ένιωσες καταπιεσμένος από τις συνθήκες ή πότε συνειδητοποίησες ότι έπρεπε να υπερβείς τα όρια σου και να δραπετεύσεις από μια φυλακή;

“Είδες που έρχεσαι πάλι στα λόγια μου; Έχω την πιο πειστική απάντηση: πριν από τρία χρόνια, μετά την ταπεινωτική ήττα μας στον έκτο τελικό. Εκείνο το βράδυ οι Σέλτικς μας διέλυσαν (ΣΣ: σκορ 131-92) και θυμάμαι ότι δεν μιλιόμουν, δεν έβαλα τίποτε στο στόμα μου και δεν έκλεισα μάτι για δυο μέρες. Την τρίτη μέρα το πρωί έκανα έναν πραγματικό διαλογισμό με τον εαυτό μου. Ήμουν πολύ απογοητευμένος και τόσο θυμωμένος, όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή μου. Είπα λοιπόν στον εαυτό μου: “Μεγάλε, τα κάναμε μούσκεμα και πετάξαμε στα σκουπίδια μια μεγάλη ευκαιρία, που δεν ξέρω αν θα την ξαναβρούμε”. Ξαφνικά ένιωσα ακόμη πιο άσχημα, διότι με αυτή τη λογική ήταν σαν να παραιτούμαι από την προσπάθεια. Τότε έλυσα τα δεσμά μου. Σηκώθηκα, βγήκα έξω, είδα τον ήλιο της Καλιφόρνια και σκέφτηκα ότι η πανωλεθρία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε θρίαμβο, όπως κι έγινε την επόμενη χρονιά”.

Πώς σου φάνηκε όταν σε αποκάλεσαν “Black Mamba”;

“Για να είμαι ειλικρινής ούτε θυμάμαι ποιος μου κόλλησε αυτό το παρατσούκλι, αλλά όποιος και να 'ναι, τον ευχαριστώ πολύ. Είναι υπέροχο, μου αρέσει πολύ και μάλλον ταιριάζει στον τρόπο με τον οποίο αγωνίζομαι. Όντως μέσα στο γήπεδο μοιάζω πολύ με το Black Mamba, αλλά εκτός αγωνιστικών χώρων δεν είμαι τόσο άγριος”.

Έχεις αισθανθεί ποτέ φόβο πριν από ένα ματς;

“Ποτέ! Μπορεί να ακούγεται υπερβολικό, αλλά ακόμη κι όταν πρωτόπαιξα στο ΝΒΑ, κατ' ευθείαν από το κολέγιο και ήμουν μόλις 18 ετών, δεν φοβήθηκα. Ήμουν τόσο εκστασιασμένος που το όνειρο μου γινόταν πραγματικότητα, ώστε σκεπτόμουν μόνο πώς θα μπω στο γήπεδο”.

Από τότε που εμφανίστηκες στο προσκήνιο, όλοι άρχισαν να σε συγκρίνουν με τον Τζόρνταν. Μπήκες κανονικά και με το νόμο στη waiting list με τους διάφορους Jordanesques, τα τελευταία χρόνια προστέθηκε και ο Λεμπρόν Τζέιμς και ο χορός καλά κρατεί...

“Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψη του, όμως εγώ ξέρω ένα πράγμα και το υπερασπίζομαι σε όλη μου τη ζωή: είμαι ο Μπράιαντ, όχι ο διάδοχος του Τζόρνταν και προσπαθώ να κατακτώ τίτλους, να ψυχαγωγώ τον κόσμου και να απολαμβάνω το παιχνίδι. Δεν παριστάνω κανέναν άλλον, παρά μόνο τον εαυτό μου. Ι do me!”

Αν κάποτε γίνει η ζωή σου ταινία, ποιος ηθοποιός θα ήθελες να σε υποδυθεί;

“Δεν το 'χω σκεφτεί ποτέ μου αυτό. Αν πάντως συνέβαινε, φαντάζομαι ότι ο παραγωγός και ο σκηνοθέτης θα έβρισκαν κάποιον καλό ηθοποιό, που, διάβολε, θα μπορούσε να βάλει κι ένα λέι απ, χωρίς η φάση να χρειάζεται μοντάζ”!

Αφήστε τα συστήματα, πιάστε τα βασικά

Ποια άποψη σχημάτισες για τα παιδιά που συνάντησες και παίξατε μαζί;

“Ανεξαρτήτως των φυσικών και των τεχνικών προσόντων τους, ήταν όλοι τους μαχητικοί, όπως άλλωστε και οι Ελληνες. Είχαν πολύ κέφι και παρέσυραν κι εμένα με τη διάθεσή τους. Απλώς θέλω να τους επισημάνω ότι πριν από τα περίπλοκα συστήματα, πρέπει να μάθουν πολύ καλά τα βασικά του μπάσκετ. Δυστυχώς αυτό είναι ένα πρόβλημα, που αντιμετωπίζουμε και στο αμερικανικό μπάσκετ, όπου όλοι βιάζονται και προσπαθούν να νικήσουν τον χρόνο και να κάνουν... παράκαμψη στον κανονικό δρόμο”.

Ποιο είναι το μότο της ζωής σου και προσπαθείς να το εμφυσήσεις στα παιδιά, όταν προστρέχουν σε εσένα;

“Ο,τι προσπαθούν να κάνουν, να το κάνουν με την ψυχή τους. Σίγουρα κάποιες φορές θα πετύχουν τους στόχους τους, κι άλλες θα αποτύχουν, αλλά πάντοτε πρέπει να είναι αφοσιωμένοι στην προσπάθεια τους και να καταθέτουν ψυχή. Πρώτα πρέπει να φτάνουμε στα όρια τους, αν και κανείς δεν γνωρίζει μέχρι πού εκτείνονται και ύστερα να τα ξεπερνάμε”.

Πόσο ιδιαίτερος ήταν ο αγώνας σας με την Ελλάδα, στο Πεκίνο; Είχε προηγηθεί εκείνος ο ημιτελικός του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος στη Σαϊτάμα...

“Το ξέρω, το ξέρω. Όλοι μιλούσαν γι αυτό το ματς και κυρίως ο κόουτς Σιζέφσκι και τα παιδιά, που είχαν αγωνιστεί. Ξέραμε ότι έπρεπε πάση θυσία να αναχαιτίσουμε τα πολλά pick n' roll της ελληνικής ομάδας και να μην της δώσουμε δικαίωμα να μείνει ανταγωνιστική, διότι και το 2006, ανέκαμψε, ενώ το ματς φαινόταν να είναι στα χέρια μας. Θυμάμαι ότι εγώ είχα αναλάβει το μαρκάρισμα του Σπανούλη και προσπάθησα να κάνω αυτή τη δουλειά όσο καλύτερα μπορούσα”.

Θα παίξεις του χρόνου στους Ολυμπιακούς Αγώνες;

“Ασφαλώς, αυτό βρίσκεται συνεχώς στο μυαλό μου. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι η μεγαλύτερη διοργάνωση του κόσμου, μια εκπληκτική εμπειρία και ένα χρυσό μετάλλιο έχει μεγαλύτερη αξία από το δαχτυλίδι του πρωταθλητή του ΝΒΑ. Συν τοις άλλοις θεωρώ μεγάλη υπόθεση να εκπροσωπώ την πατρίδα μου, οπότε εάν όλα πάνε καλά, θα βρίσκομαι εκεί για να ξαναζήσω αυτά τα συγκλονιστικά συναισθήματα”.

Οι Ισπανοί, ο Λεμπρόν κι εγώ

Ναι, αλλά εκεί θα βρίσκονται και οι Ισπανοί, που πριν από τρία χρόνια σας έβγαλαν τα συκώτια μέχρι να τους λυγίσετε και θα είναι πάλι απειλητικοί...

“Είναι πολύ καλή ομάδα αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να μας νικήσουν στο Λονδίνο”.

Είσαι καλύτερος παίκτης από τον Λεμπρόν;

(ΣΣ: γέλια) “Ασφαλώς και είμαι”!

Σκέπτεσαι σοβαρά να παίξεις στην Ευρώπη, για όσο καιρό διαρκέσει το “lock out”;

“Το τηλέφωνο μου είναι ανοικτό και δέχεται κλήσεις. Όποιος με θέλει, μπορεί να με βρει και να μου κάνει πρόταση”

Δέχεσαι προτάσεις μονάχα για μπάσκετ ή και για το... ποδόσφαιρο, που σου αρέσει πολύ;

“Είναι αλήθεια ότι μου αρέσει και το παρακολουθώ, διότι μεγάλωσα στην Ιταλία όπου το ποδόσφαιρο, όπως και σε όλο τον κόσμο εκτός των ΗΠΑ,είναι το δημοφιλέστερο άθλημα. Τότε ήμουν οπαδός της Μίλαν, ενώ τα τελευταία χρόνια με έχει εντυπωσιάσει η Μπαρτσελόνα, ειδικά ο Μέσι που μάλιστα είναι ο αγαπημένος αθλητής της κόρης μου, της Νάταλι. Παρατήρησα ότι ο Μέσι είναι πολύ ανταγωνιστικός, και επίσης προσπαθεί κάθε μέρα να γίνεται καλύτερος. Ταιριάζουμε σε αυτά τα δυο στοιχεία...

Αν ήσουν ποδοσφαιριστής, σε ποιο ματς θα ήθελες να παίξεις;

“Σε έναν τελικό Μουντιάλ και μάλιστα θα με εξίταρε πολύ ο αγώνας να κριθεί στα πέναλτι κι εγώ να εκτελέσω το τελευταίο, έχοντας όλα τα βλέμματα του κόσμου στραμμένα πάνω μου”!

Είναι η πρώτη φορά που επισκέπτεσαι την Ελλάδα; Στο άκουσμα της χώρας μας, ποιος Ελληνας σου έρχεται στο μυαλό;

“Ο Αχιλλέας, από τη μυθολογία! Ήταν πανέξυπνος και σπουδαίος πολεμιστής, οπότε μπορεί να αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον καθένα”

Πώς πέρασες στην Αθήνα;

“Φανταστικά και δεν υπερβάλλω, ούτε ανταποδίδω τη φιλοξενία και την αγάπη. Είναι μεγάλη τιμή μου που βρίσκομαι εδώ και μολονότι έμεινα μόνο για δύο μέρες κατάλαβα από την πρώτη στιγμή ότι οι Ελληνες αγαπούν πολύ το μπάσκετ. Ανυπομονούσα να έλθω και ελπίζω σύντομα να ξαναγυρίσω”.

  • ΥΓ-1: Να ξαναγυρίσεις, μεγάλε. See you around, που λένε και στο χωριό σου...

  • ΥΓ-2: Ξαναγύρισε για διακοπές τον
    Ιούλιο του 2014…

  • ΥΓ-3: Δεν θα ξαναγυρίσει πια…

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σκουντής
Βασίλης Σκουντής

H φήμη ότι βγήκε από την κοιλιά της μάνας του κρατώντας ένα στυλό κι ένα χαρτί ελέγχεται ως εντελώς αναληθής. Αντιθέτως είναι περίπου… αληθής η φήμη ότι στην πρώτη έκθεση του στο δημοτικό έβαλε τίτλο, υπότιτλο, φωτογραφία, λεζάντα και έδωσε χαρακτηρισμό γραμματοσειράς!
Τα νομικά βιβλία του Σάκουλα ενέμειναν απλώς στο ράφι, αλλά στις… σακούλες. Ο προορισμός υπήρξε μοιραίος και αναπόδραστος. Μετά από 32 χρόνια και με τα μαλλιά του να έχουν από ετών προτιμήσει την ταπείνωση από το θάνατο, ο Βασίλης Σκουντής ταλαιπωρεί τους γύρω του και τον εαυτό του, επιμένοντας να γράφει, άλλωστε είναι το μόνο που έμαθε να κάνει (πιστεύει καλά, αλλά κι αυτό παίζεται!) στη ζωή του. Αν και ενίοτε παρασπονδεί, εν τούτοις στις φλέβες του τρέχει πάντοτε πορτοκαλί αίμα, θεωρεί τον εαυτό του απόγονο του Homo Βasketikus και (περπατώντας στην πέμπτη δεκαετία της ενασχόλησης του με τη δημοσιογραφία) γουστάρει που ακόμη δεν βαρέθηκε να κάνει το χόμπι του!

ΥΓ: Αν μετά από τόσα χρόνια δεν τον βαρεθήκατε, εκτός από το gazzetta.gr μπορείτε να τον υποφέρετε ακόμη καθημερινά στο Goal News και στον Sentra FM 103.3