Την Ελλάδα δεν την κερδίζει εύκολα κανείς!
Η αλήθεια είναι ότι στις συζητήσεις των τελευταίων ημερών, δεν την είχα καθόλου τελειωμένη την Εθνική μας ομάδα απέναντι στην «πυραυλοκίνητη» από πλευράς ταχύτητας ομάδα του Τζόρντι Φερνάντεθ.
Τα επιχειρήματά μου είχαν να κάνουν με την ανομοιογένεια που διακρίνει το ρόστερ των αντιπάλων μας που συναντιούνται και παίζουν μαζί μόνο τα καλοκαίρια, με το αφελές μπάσκετ που χαρακτηρίζει συνήθως τους NBAers και ο Καναδάς έχει ουκ ολίγους (10 στον αριθμό) και φυσικά με το άγχος του πρώτου αγώνα.
Τα παραπάνω αφορούσαν σε όσα είχαν να κάνουν με εκείνα που δεν μπορούσε να ελέγξει η ελληνική ομάδα!
Για το δικό μας αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, που στηρίζεται πολύ στο αμυντικό κομμάτι και την τακτική, πίστευα ότι θα μπει πολύ δυνατά στο ματς από την αρχή, θα βγάλει άμυνες και αιφνιδιασμούς, θα βρει ρυθμό από τα περιφερειακά σουτ και θα επιβάλλει τον ρυθμό του, αναγκάζοντας τους Καναδούς να μας κυνηγούν! Τουλάχιστον για ένα ημίχρονο!
H εικόνα της αναμέτρησης, όμως, με διέψευσε οικτρά και το εκρηκτικό ξεκίνημα των βορειοαμερικανών με το 9-22 στο 6ο λεπτό, δεν σας κρύβω ότι με απογοήτευσε. Ήταν τόσο ασφυκτική η πίεση τους στα guard μας, τόσο πολύπλευρο το μαρκάρισμα στον Αντετοκούνμπο και τόσο ταχύτατη η κίνησή τους στην επίθεση, που στο μεγαλύτερο διάστημα της 1ης περιόδου, το ματς φαινόταν ότι θα τελειώσει πολλά με λίγα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα της εξαιρετικής δημιουργίας και των σχεδόν 25 ασίστ ανά παιχνίδι στο προολυμπιακό τουρνουά, είχε μόλις μία τελική πάσα και 4 λάθη σε σχεδόν 7 λεπτά αγώνα! Κοινώς, άλλη υπόθεση οι Ολυμπιακοί Αγώνες και δεν είναι λίγο πράγμα που είμαστε παρόντες!
Οι πρώτες προσαρμογές του Σπανούλη, όμως, βοήθησαν την «γαλανόλευκη» να βελτιώσει αισθητά την εικόνα της μπροστά και πίσω και πολύ γρήγορα να ελέγξει για μεγάλο διάστημα τον ρυθμό.
Ο Μήτογλου με το επικίνδυνο μακρινό σουτ στο “4”, άνοιξε τους χώρους για τον Γιάννη στην επίθεση κι έδωσε αρκετά ελεύθερα μακρινά σουτ, ενώ οι βοήθειες στην άμυνα και η ομαδική δουλειά στο ριμπάουντ, μας έφεραν σε απόσταση αναπνοής και για την ακρίβεια στην μία κατοχή, με το σκορ στο 22-24, χάρη σε επιμέρους σκορ 13-2!
Σε αυτό βοήθησε σε μεγάλο βαθμό η ευστοχία του “Greek Freak” από την γραμμή των βολών, λόγω των πολλών φάουλ που κέρδισε. Από τα αμέτρητα που του έγιναν! Για ένα γεμάτο 6λεπτο, οι διεθνείς έβγαλαν συνεχόμενες επιτυχημένες άμυνες, αλλά πλην του Γιάννη και του Παπανικολάου, δεν είχαμε βοήθεια στην επίθεση.
Ακόμη κι έτσι όμως, το -10 της ανάπαυλας δεν φαινόταν απαγορευτικό βάσει της εικόνας του αγώνα. Με υπερδιπλάσιες βολές και υποδιπλάσια λάθη, ο Καναδάς πρoηγούνταν με 48-38, κυρίως λόγω της ατομικής απόδοσης τριών παικτών (Γκίλτζιους-Αλεξάντερ, Μπάρετ και Μπρουκς) και όχι επειδή έπαιζε κάποιο ιδιαίτερα δημιουργικό μπάσκετ.
Αυτές οι επιθετικές ολιγόλεπτες εκλάμψεις που τον στήριξαν στο πρώτο μέρος, πήγαν την διαφορά στο -16 στο ξεκίνημα της 3ης περιόδου αλλά και στο -12 του 36ου λεπτού. Ο Ισπανός τεχνικός των αντιπάλων, όμως, ήταν τυχερός που οι διαιτητές σφύριζαν φάουλ με διαφορετικά κριτήρια στις επαφές των παικτών του και στις αντίστοιχες των Ελλήνων!
Μπορεί στο τέλος του αγώνα, οι βολές να ήρθαν σε ισορροπία και οι αμφότερες οι ομάδες να εκτέλεσαν από 32, ωστόσο, δεν είναι υπερβολή να πει κανείς, ότι οι 15 που σούταρε ο Γιάννης ήταν πολύ λίγες για το «ξύλο» που «έτρωγε» σε κάθε ελληνική επίθεση!
Παρ’ αυτά, το γεγονός ότι στα τελευταία 33 λεπτά, μοιράσαμε 20 ασίστ, το ότι στα 2,5 πιο κρίσιμα λεπτά της 4ης περιόδου, πετύχαμε 10 αναπάντητους πόντους και μπήκαμε στο τελευταίο της αναμέτρησης σε απόσταση μίας κατοχής, όταν πέντε βασικοί μας πόλοι (Παπαγιάννης, Λαρεντζάκη και Γουόκαπ κατά πρώτο λόγο και Μήτογλου και Καλάθης κατά δεύτερο) βρέθηκαν πολύ μακριά από τον καλό τους εαυτό, δείχνει ότι η ελληνική ομάδα έχει το know how, την αμυντική διάθεση και τα ψυχικά χαρίσματα να κοιτάξει στα μάτια ακόμη και τον δυσκολότερο αντίπαλο.
Το τελικό 79-86 με τόσους υστερήσαντες Έλληνες διεθνείς, δείχνει ότι στην καλή μας έκδοση μπορούμε να προσπεράσουμε έναν αντίπαλο που τρέχει πιο γρήγορα και έχει μεγαλύτερα κορμιά από τα δικά μας. Γιατί κακά τα ψέματα και οι δύο επόμενες ομάδες που θα αντιμετωπίσουμε (λιγότερο η Ισπανία και περισσότερο η Αυστραλία, που νίκησε καθαρά τους Ίβηρες με 92-80), παίζουν ένα μπάσκετ που θέλει προσπάθεια να το ακολουθήσουμε.
Να ευχηθούμε ότι το ταλαιπωρημένο γόνατο και πόδι εν γένει του συγκλονιστικού, κυριαρχικού και σχεδόν αλάνθαστου απόψε Γιάννη Αντετοκούνμπο των 34 πόντων, θα ξεκουραστεί και θα αντέξει για τις μάχες που έρχονται.
Να ευχηθούμε ότι ο αρχηγός θα κάνει τουλάχιστον ένα ακόμη τέτοιο σπουδαίο ματς με 17 πόντους, γεμάτη στατιστική και 24 βαθμούς στην αξιολόγηση και το σημαντικότερο ότι έστω οι μισοί από τους υπόλοιπους (με εξαίρεση τον Τολιόπουλο που συνεχίζει να είναι υπερβατικός), θα παρουσιαστούν κοντά στα standards απόδοσης που μας έχουν συνηθίσει.
Αν εξασφαλίσουμε τις παραπάνω συνθήκες, όχι μόνο την Ισπανία θα κερδίσουμε, αλλά ενδεχομένως και να δυσκολέψουμε ακόμη και την Αυστραλία, που παίζει το πιο σύγχρονο, το πιο επιθετικό και ολοκληρωμένο μπάσκετ του τουρνουά, πλην της Αμερικής (όταν κι εφόσον το θέλουν τα αστέρια της), αλλά οι παίκτες της, δεν ελέγχουν την δύναμη με την οποία αμύνονται και είναι αρκετά βιαστικοί και επιπόλαιοι στις αποφάσεις τους.
Συμπερασματικά, χωρίς να παίξει καλά, η Εθνική μας έδειξε ότι έχει την τεχνογνωσία να προσαρμοστεί αμυντικά, την επιθυμία να είναι ανταγωνιστική κι έναν υπερπαίκτη που στα καλά του δεν έχει αντίπαλο. Και παρ’ ότι της λείπουν πολλά από τα βασικά στοιχεία του σύγχρονου μπάσκετ, διαθέτει έναν χαρακτήρα που δεν επιτρέπει σε κανέναν αντίπαλο να την υποτιμήσει.
Ας ελπίσουμε ότι στα επόμενα ματς, θα δείξει και κάτι περισσότερο. Γιατί θα μας χρειαστεί για να κοιτάξουμε μακρύτερα…
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.