Σωτήρη Γκορίτσα, τι σκεφτόσουν όταν έγραφες το Μπραζιλέρο;
Η Ελλάδα δεν είναι μία χώρα που φημίζεται για τις ποδοσφαιρικές της ταινίες. Γνωρίζουμε τη Φανέλα με το Νούμερο 9, του Παντελή Βούλγαρη, που παρουσιάζει την ιστορία ενός ταλαντούχου παίκτη ο οποίος δεν κατάφερε ποτέ να γίνει αυτό που ονειρευόταν, τους Άσσους του Γηπέδου, μια ταινία του μακρινού 1956 που αφηγείται διάφορες ιστορίες Ελλήνων ποδοσφαιριστών της εποχής, την Κληρονόμο.
Μέσα σε αυτή την πολύ περιορισμένη λίστα, λοιπόν, υπάρχει μια ακόμη ταινία. Πρόκειται για το Μπραζιλέρο, του Σωτήρη Γκορίτσα. Το φιλμ κυκλοφόρησε το 2001, τέσσερα χρόνια μετά την μεγάλη επιτυχία του Βαλκανιζάτερ, και, σύμφωνα, με τα δημοσιεύματα της εποχής, πήγε εξαιρετικά καλά, κόβοντας κάτι περισσότερα από 50 χιλιάδες εισιτήρια.
Η πλοκή του είναι η εξής: ο ευκατάστατος παράγοντας μιας ελληνικής επαρχιακής πόλης δέχεται ξαφνικά την αιφνιδιαστική επίσκεψη δυο Ευρωπαίων οικονομικών ελεγκτών, μιας τρόικας της εποχής, που έρχονται κατεπειγόντως να ελέγξουν την κατάληξη των ευρωπαϊκών δανείων σε Έλληνες επιχειρηματίες. Μόνο που διαπιστώνουν γρήγορα πως τα χρήματα δεν τα έκανε επενδύσεις αλλά τα έριξε όλα για την απόκτηση ενός βραζιλιάνου ποδοσφαιριστή που τελικά αποδείχτηκε παλτό.
Όλη η ταινία, λοιπόν, περιστρέφεται γύρω από τη σύγκρουση της ελληνικής με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Καυτηριάζοντας, παράλληλα, τα κακώς κείμενα του ποδοσφαίρου της χώρας μας: την οπαδική βία, τα καραβάνια ξένων ποδοσφαιριστών αμφιβόλου αξίας που έφταναν στην Ελλάδα, τα στημένα παιχνίδια.
Την ίδια ώρα, όμως, αποτελεί μια από τις ελάχιστες αποτυπώσεις του ελληνικού ποδοσφαίρου στη μεγάλη οθόνη. 22 χρόνια, λοιπόν, ύστερα από την πρώτη προβολή του φιλμ, απευθυνθήκαμε στον σκηνοθέτη - σεναριογράφο - παραγωγό - μεγάλο ποδοσφαιρόφιλο, Σωτήρη Γκορίτσα, για να μας λύσει όλες τις απορίες. Και πρώτη απ’ όλες:
Πώς προέκυψε η ιδέα για το Μπραζιλέρο;
Έγραψα το σενάριο στα τέλη της 10ετίας του ’90 τότε που «σοσιαλισμός, μετοχές, ποδόσφαιρο, αστακοί, μακαρόνια και μεζονέτες» είχαν γίνει «μαλλιά κουβάρια». Ενθουσιασμένοι με το χρηματιστήριο, νομίζαμε– ο περιούσιος λαός της γης – ότι βρήκαμε τον τρόπο να βγάζουμε πέντε έξι μισθούς κάθε μέρα αγοράζοντας χαρτιά και πουλώντας τα, λίγη ώρα αργότερα.
Όπως πάντα τα έξυπνα πουλιά από την μύτη πιάνονται και με δεκαετία αργότερα χρεοκοπήσαμε. Αυτός ο τύπος του νέο-Έλληνα είναι που με απασχολεί σε όλες μου τις ταινίες. Άλλοτε τον αγαπώ και άλλοτε μου ‘ρχεται να τον σακατέψω. Προσπαθώ να τον καταλάβω. Αλλά εκεί που νομίζω ότι τον «τσάκωσα» μου ξεγλιστράει. Και πρέπει να κάνω κι άλλη ταινία μήπως και τον στριμώξω.
Παρακολουθείτε από μικρός ποδόσφαιρο; Ποιες είναι οι πρώτες εικόνες και αναμνήσεις που έχετε από αυτό;
1970, Τετάρτη μεσημέρι μετά το σχολείο πίσω από τα κάγκελα της θύρας 10 στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας παρακολουθώ στο τέλος της προπόνησης τον Φέρεντς Πούσκας να λέει στον τερματοφύλακα Βασίλη Κωνσταντίνου «Που το θες, Βασιλάκη;». Εκείνος να απαντάει, «Ρίξε, ρε χοντρέ, όπου θες», τον Πούσκας έξω από την μεγάλη περιοχή χωρίς φόρα να σουτάρει το φάουλ, τον Κωνσταντίνου να παρακολουθεί άνετος την μπάλα που κατευθύνεται άουτ και τελευταία στιγμή να στρίβει απότομα και να καρφώνεται στο γάμα της εστίας του.
Η κοιλιά του Πούσκας να ανεβοκατεβαίνει από τα γέλια, ο τσαντίλας Κωνσταντίνου να ζητάει επανάληψη και να τρώει και το επόμενο γκολ. Προσπάθησα την άλλη ημέρα να κάνω το ίδιο στο σχολείο, η μπάλα δεν έστριβε με τίποτα και την κυνηγάγαμε στα πευκάκια. Παραιτήθηκα μουρμουρίζοντας «άμα δεν σε θέλει η μπάλα, δεν μπαίνει με τίποτα».
Τα γυρίσματα στο γήπεδο του Φωστήρα και οι κομπάρσοι ποδοσφαιριστές
Πείτε δύο λόγια για τα γυρίσματα της ταινίας. Σε ποια περιοχή έγιναν και πόσο εύκολες ήταν οι γηπεδικές - ποδοσφαιρικές σκηνές;
Είχε προηγηθεί πριν λίγα χρόνια η εμπορική επιτυχία του «Βαλκανιζατέρ» και είχα αυτή την φορά άνεση στον προϋπολογισμό της ταινίας οπότε τα γυρίσματα έγιναν σε όλη την Ελλάδα, από την Ραφήνα έως τα Χανιά, κι από το Πόρτο Ράφτη έως τον ποταμό Νέστο. Τα ποδοσφαιρικά γυρίσματα έγιναν στον Ταύρο στο γήπεδο του Φωστήρα.
Είχατε ασχοληθεί ποτέ ξανά στο παρελθόν με κάτι παρόμοιο;
Όχι, αλλά δεν μου ήταν δύσκολο καθώς από μικρός έπαιζα μπάλα, ήμουν μάλιστα το αριστερό εξτρέμ «αστέρι» του σχολείου. Ώσπου στο πρωτάθλημα στο ξερό του Αγίου Κοσμά με ένα σχολείο κάπου από το Κερατσίνι, έφαγα τις κλωτσιές και τα μπινελίκια της ζωής μου και το γύρισα στο μπάσκετ. Όπου λόγω ύψους έπαιξα play maker χωρίς τεράστια επιτυχία.
Θα ήθελα να κάνουμε μια αναφορά στο ματς της ταινίας, το τοπικό ντέρμπι. Υπήρξαν κανονικοί ποδοσφαιριστές που αγωνίστηκαν; Οι οπαδοί ήταν κομπάρσοι ή τραβήχτηκαν και πλάνα από κανονικό παιχνίδι;
Υπήρξαν κανονικοί ποδοσφαιριστές– από τα εφηβικά του Φωστήρα - που κινούνταν στο φόντο ενώ σε πρώτο πλάνο κοντά στην κάμερα βρίσκονταν οι ηθοποιοί μας. Τραβήχτηκαν επίσης μερικά μακρινά πλάνα του αγώνα από την οπτική γωνία που παρακολουθούσε τον αγώνα ο πρωταγωνιστής Μάινας με τους δυο Ευρωπαίους ελεγκτές.
Τα γυρίσματα κράτησαν μια μέρα. Άλλη ημέρα, σε κανονικό ματς του Φωστήρα, τραβήχτηκαν τα πλάνα των φιλάθλων. Στο μοντάζ τα δυο γυρίσματα ενοποιήθηκαν σε ενιαία σκηνή. Το ενδιαφέρον ήταν ότι στην πραγματικότητα συνέβη αυτό που ήταν κοντά στο θέμα που διαπραγματευόταν η ίδια η ταινία: Είχαμε δηλαδή συμφωνήσει μια αμοιβή με τον Φωστήρα για το γύρισμα αλλά μόλις ο υπεύθυνος του γηπέδου είδε κάμερες, φώτα, ηθοποιούς, συνεργείο, βανάκια κλπ. για να μας αφήσει να γυρίσουμε μας ζήτησε τα διπλάσια αλλιώς δεν μπαίναμε στο γήπεδο. Φυσικά τα δώσαμε.
Το ίδιο επαναλήφθηκε πέρυσι – δηλαδή τριάντα χρόνια αργότερα από το Μπραζιλέρο - στην τελευταία μου ταινία το Εκεί Που Ζούμε. Είναι αυτό που σας έλεγα πριν για το νέο-Έλληνα που μάταια προσπαθώ να καταλάβω.
Είχατε δώσει συγκεκριμένες οδηγίες στον Φώτη Σπύρο (Κυριάκο) και στον Θανάση Βισκαδουράκη (Οδυσσέα) για το πώς θα χειρίζονται τη μπάλα και τι πρέπει να κάνουν κατά τη διάρκεια των ποδοσφαιρικών γυρισμάτων;
Αν και καλλιτέχνες κάτι σκάμπαζαν από ποδόσφαιρο και δεν χρειάστηκε πολύ δουλειά για να μπουν στο νόημα. Μπορούσα επίσης στην πρόβα να δείξω εγώ ο ίδιος τι έπρεπε να κάνουν. Παρ’ όλα αυτά νομίζω ότι οι κομπάρσοι κανονικοί ποδοσφαιριστές του Φωστήρα ψιλοχαμογελούσαν βλέποντάς μας.
Σε κάθε σας ταινία δίνετε πολύ μεγάλη έμφαση στο μουσική. Πώς νιώθετε που το «Θάλασσά μου Σκοτεινή» του Νίκου Πορτοκάλογλου αλλά και το «Τι Λείπει;» που ερμήνευσε η Ελευθερία Αρβανιτάκη έχουν γίνει δύο από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της σύγχρονης ελληνικής μουσικής;
Ξεκινάω πάντα με το ότι «ο καλός κινηματογράφος δεν χρειάζεται μουσική». Και καταλήγω να μην μου χωράνε στο μοντάζ όλες οι μουσικές που θέλω να βάλω. Υποψιάζομαι ότι αυτό οφείλεται στο φίλο μου Νίκο Πορτοκάλογλου ο οποίος από εκεί που του ζητάω ένα μικρό θεματάκι δέκα δευτερολέπτων για τους τίτλους, μου έρχεται με καμιά δεκαριά κομμάτια που δεν ξέρω ποιο να αφήσω απ’ έξω.
Μόνο στη τελευταία ταινία μου συνεργαστήκαμε όπως κάνουν σε όλο τον κόσμο, δηλαδή μόνταρα την ταινία και έγραψε μετά την μουσική βλέποντας την εικόνα. Στο θέμα των ερμηνευτών των λίγων τραγουδιών που χρησιμοποιώ στο soundtrack το συζητάμε και καταλήγουμε μαζί.
«Το ποδόσφαιρο είναι ο χώρος που διαγράφονται όλες οι παθογένειες της κοινωνίας μας»
Είναι, πιστεύετε, το ελληνικό ποδόσφαιρο και οι στρεβλώσεις του, ένα καλό δείγμα για το πώς λειτουργούσε και λειτουργεί γενικότερα η ελληνική κοινωνία;
Είναι ο κατ' εξοχήν χώρος όπου διαγράφονται ανάγλυφα όλες οι παθογένειες της κοινωνίας μας. Χωρίς μάλιστα να κάνουν καν προσπάθεια να κρυφτούν πίσω από «ιδέες, πολιτικές, οράματα» και τα λοιπά.
Ενώπιον σαράντα χιλιάδων θεατών μπουκάρει ο πρόεδρος με το πιστόλι στη ζώνη ή κάνει ο άλλος μια βουτιά δυο μέτρα έξω από την περιοχή, ο διαιτητής δείχνει απτόητος τη βούλα του πέναλτι και οι χιλιάδες «φίλαθλοι» στην κερκίδα πανηγυρίζουν. Τι να λέμε λοιπόν. Όταν μάλιστα κάποτε ανέφερα το περιστατικό με το περιβόητο πέναλτι σε φίλο Πειραιώτη μου απάντησε ότι «Ακριβώς αυτό είναι η ηδονή (είπε μια άλλη λέξη), να σας γαμ… με πέτσινο πέναλτι στο 90!».
Τα τελευταία χρόνια παρακολουθώ ξένα πρωταθλήματα, ειδικά το Αγγλικό, όπου ανακαλύπτω ξανά τον λόγο που αγάπησα το ποδόσφαιρο.
Θεωρείτε πως το Μπραζιλέρο είναι, κατά κάποιο τρόπο, το σίκουελ του Βαλκανιζατέρ;
Και τα δυο έχουν να κάνουν με την προσπάθεια να καταλάβω τα ωραία και τα στραβά που ταλαιπωρούν την ζωή μας. Από την πρώτη ως την τελευταία ταινία μου νομίζω ότι στην πραγματικότητα κάνω ένα σπονδυλωτό ντοκιμαντέρ για τον νεοέλληνα.
Έχει αλλάξει καθόλου, πιστεύετε, το ελληνικό ποδόσφαιρο από τη χρονιά που προβλήθηκε για πρώτη φορά η ταινία; Θεωρείτε πως παραμένει επίκαιρη μέχρι σήμερα;
Βεβαίως. Έχει χειροτερέψει. Δείτε την εθνική μας ομάδα. Αντί το πυροτέχνημα του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος στη Πορτογαλία να είναι η αρχή της εξυγίανσης εκφυλίστηκε στην, με κάθε μέσο, κατάκτηση του πρωταθλήματος ώστε η ομάδα να εισπράξει τα λεφτά των ομίλων του Champions League. Το ίδιο δηλαδή που έκανε πριν τριάντα χρόνια ο ήρωας του Μπραζιλέρο.
Με την Ευρωπαϊκή επιδότηση αντί για «Πολιτιστικό Κέντρο» έχτισε βίλλα και αγόρασε ένα Βραζιλιάνο επιθετικό για την τοπική ομάδα. Και όταν ήλθαν από την Ευρώπη οι ελεγκτές να τσεκάρουν τι έγιναν τα χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων με τα οποία τον είχαν επιδοτήσει ο Στέλιος Μάινας τους είπε «Go back!» και τα υπόλοιπα γραφικά που πριν λίγα χρόνια ακούσαμε από πρωθυπουργό. Να όμως που άγιο είχαμε πάλι και γλιτώσαμε στο τσακ τον υποβιβασμό.
Θα σκεφτόσασταν ποτέ να κάνετε το Μπραζιλέρο 2 ή μια άλλη ποδοσφαιρική ταινία; Υπάρχει χώρος για ποδοσφαιρικό σινεμά στην Ελλάδα;
Τα νούμερο 2 συνήθως είναι χειρότερα του 1 και δεν θα το σκεφτόμουν. Επίσης δεν είναι καν Έλληνες πια οι παίκτες των ομάδων μας. Εδώ ακόμα δεν κατάφερα να περιγράψω στο βάθος που θα ήθελα τον Έλληνα, θα ασχοληθώ με τον κάθε Περουβιανό που βγάζει εδώ το ψωμάκι του;
Και μια τελευταία. Μιας και ο τίτλος είναι Μπραζιλέρο, ποιος είναι ο αγαπημένος σας Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής;
Ο Ζαϊρζίνιο της εθνικής Βραζιλίας του ’70. Αν και έπαιζε δεξί εξτρέμ ενώ εγώ αριστερό, τα δικά του κόλπα ξεσήκωνα, βάζοντας κι ολίγη από τον Αργεντινό Χουάν Ραμόν Βερόν - που ήταν ως γνωστόν «πράγμα φοβερόν» - και για κερασάκι τις ντρίμπλες του Χάρη του Γραμμού «από την Μυτιλήνη».
Σημείωση: Η χρήση των παραπάνω εικόνων έγιναν ύστερα από άδεια του Σωτήρη Γκορίτσα.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.