Αν η FIFA τον προστατέψει, ο Περέιρα θα σουλουπώσει πολύ την ελληνική διαιτησία

Βασίλης Σαμπράκος Βασίλης Σαμπράκος
Αν η FIFA τον προστατέψει, ο Περέιρα θα σουλουπώσει πολύ την ελληνική διαιτησία

bet365

Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για τον Πορτογάλο νέο αρχιδιαιτητή της Superleague και τον 10ετή βίο του στη θέση του αρχιδιαιτητή του πορτογαλικού πρωταθλήματος.

Κάποιος σαν κι εμένα, του οποίου η γλώσσα έχει μαλλιάσει διαχρονικά επαναλαμβάνοντας την ανάγκη να παραδοθεί η διαιτησία του επαγγελματικού ποδοσφαίρου σε έναν έμπειρο και αποδεδειγμένα ικανό τεχνογνώστη μάνατζερ που θα προσληφθεί με ένα πολύ ισχυρό συμβόλαιο, το οποίο θα του εξασφαλίζει, στον βαθμό που αυτό είναι δυνατόν, ότι θα ασκήσει ανενόχλητος και ανεμπόδιστος διοίκηση στη διαιτησία, και θα τον πείθει να μη νιώθει αναλώσιμος και να μην αισθάνεται υψηλής έντασης πίεση από συγκρουόμενα συμφέροντα, θα έπρεπε να ανοίγει σαμπάνια με την είδηση της τοποθέτησης του Βίτορ Μέλο Περέιρα στη θέση του “αρχιδιαιτητή” του ελληνικού ποδοσφαίρου. Διότι στην πρώτη ανάγνωση ο Πορτογάλος είναι μια παραπάνω από εξαιρετική επιλογή, η οποία μάλιστα γίνεται υπό ιδανικές συνθήκες. Σκέψου το λίγο, για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου προσλαμβάνεται για full time job ένας τόσο υψηλών προδιαγραφών αρχιδιαιτητής. Ναι, στα χαρτιά τέτοια περίπτωση ήταν και ο Χιου Ντάλας, μόνο που εκείνον τον τρόμαξαν αμέσως, με συνέπεια να μην εγκατασταθεί ποτέ στην Ελλάδα και να μη δουλέψει ποτέ σωστά. Ο Σκοτσέζος επέτρεψε στον εαυτό του να εξελιχθεί σε πρωταγωνιστή ενός εκ των μεγαλύτερων ανέκδοτων στην ιστορία της ελληνικής διαιτησίας όταν κατάντησε αρχιδιαιτητής εξ αποστάσεως και δια αλληλογραφίας και δεν τολμούσε να επιχειρήσει ρήξεις και τομές την ώρα που βολεύτηκε και συνέχιζε να εισπράττει τα χιλιάδες ευρώ του μισθού του.

Ο Περέιρα είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση διότι είναι εντελώς διαφορετική η συνθήκη. Επελέγη και προσελήφθη από την FIFA και όχι από κάποιον Ελληνα όπως είχε συμβεί με τον Ντάλας. Σε αντίθεση με τον Σκοτσέζο, ο Πορτογάλος μπορεί να αισθάνεται ισχυρός, διότι το έργο του δεν θα κριθεί από την όποια εκλεγμένη διοίκηση της ΕΠΟ αλλά από την FIFA, η οποία θα συνεχίσει να έχει υπό τον έλεγχο και την διαρκή εποπτεία της το ελληνικό ποδόσφαιρο. Με απλά λόγια, ο Περέιρα δεν πρόκειται να δει έναν Ελληνα παράγοντα να του λέει, με υπονοούμενα ή εννοούμενα ότι πρέπει να είναι πιο προσεκτικός με την τάδε ή την δείνα ομάδα, με τον τάδε ή τον δείνα παράγοντα, με τον τάδε ή τον δείνα διαιτητή. Διότι αν δεν είναι λαμόγιο, ο Περέιρα θα μπορεί την επόμενη στιγμή να καταγγείλει την προτροπή, την παράκληση ή και την απειλή στην FIFA. Αν δεν είναι λαμόγιο, είναι βέβαιο ότι θα επιτρέπει στη FIFA να καταγράφει όλες του τις συναντήσεις, όλες τις συνομιλίες, την κάθε του συναναστροφή με Ελληνες. Και ποιος θα τολμήσει να τον απειλήσει ή να επιχειρήσει να τον δωροδοκήσει; Κοντά σε όλα αυτά κανείς πρέπει να προσθέσει και το γεγονός ότι ο Πορτογάλος ακούει τον Ελληνα υπουργό του Αθλητισμού να του δηλώνει ότι όχι απλώς σκοπεύει να τον στηρίξει αλλά και ότι είναι έτοιμος να ενεργήσει σε συνεργασία με την FIFA σε οποιαδήποτε απόπειρα χρηματισμού ή άσκησης βίας.

Αφήνοντας στην άκρη την θεωρία, θέλησα να διαβάσω πίσω από τις γραμμές του βίου του Βίτορ Μέλο Περέιρα ως αρχιδιαιτητή στο πορτογαλικό πρωτάθλημα. Ενας από τους πιο σεβαστούς και καλύτερους διαιτητές στην ιστορία του πορτογαλικού ποδοσφαίρου απέδειξε την ικανότητα και την αποτελεσματικότητά του και ως αρχιδιαιτητής. Ηταν σε αυτή τη θέση για μια δεκαετία, από το 2006 μέχρι και πέρσι, όταν αποφάσισε να αποχωρήσει υπό το βάρος της πίεσης που του δημιουργούσε η στάση της Σπόρτινγκ και της Πόρτο, οι οποίες τον κατηγορούσαν ότι ευνοούσε τη Μπενφίκα και εξυπηρετούσε τα συμφέροντά της με τις επιλογές του. Ο βασικός ισχυρισμός των δύο συλλόγων ήταν ότι ο – οπαδός της Σπόρτινγκ - Περέιρα επέλεγε για τα ματς της Μπενφίκα διαιτητές που ήταν πάντα αρεστοί στους “Αετούς”. Σχετικά πρόσφατα ο εκπρόσωπος της Πόρτο στο διοικητικό συμβούλιο της πορτογαλικής Ομοσπονδίας ποδοσφαίρου αποκάλεσε, σε μια συνεδρίαση, τον Περέιρα “σέντερ φορ της Μπενφίκα”.

 

Στα πρώτα χρόνια της καριέρας του σε αυτή τη θέση ο Περέιρα ήταν δημοφιλής, διότι η κοινωνία του πορτογαλικού ποδοσφαίρου αναγνώριζε την αποτελεσματικότητά του στην εκπαίδευση και την καθοδήγηση των διαιτητών. Οταν όμως η Μπενφίκα άρχισε να κατακτά σερί τίτλους η δημοφιλία του άρχισε να πέφτει λόγω των βολών που δεχόταν από την Πόρτο και τη Σπόρτινγκ. Στη συνείδηση αρκετών ανθρώπων του πορτογαλικού ποδοσφαίρου, που έρχονται από διαφορετικές θέσεις και έχουν διαφορετικές οπαδικές προτιμήσεις, ο Περέιρα έχει καταχωρηθεί ως ένας τίμιος και ικανός αρχιδιαιτητής που άρχισε να κουράζεται και να φθείρεται από την πίεση που του ασκούσαν με συνέπεια να αρχίσει μια μάταιη προσπάθεια να τους κρατά όλους χαρούμενους, κάνοντας μια σειρά από συμβιβασμούς στον τρόπο της διοίκησής του. Με απλά λόγια, του συνέβαινε συχνά στην πορεία του χρόνου να κάνει επιλογές διαιτητή με βασικό κριτήριο την ένταση της πίεσης που του ασκούσαν. Καιρό με τον καιρό άρχισαν και αρκετοί διαιτητές να μην αισθάνονται καλά μαζί του επειδή ένιωθαν ότι δεν τους προστάτευε όσο πριν. Ενας εξ αυτών, ο Μάρκο Φερέιρα, ο οποίος μετά την απόσυρσή του έγινε αρθρογράφος στην αθλητική εφημερίδα Record, είπε δημοσίως ότι ο Περέιρα του τηλεφωνούσε μόνο κάθε φορά που επρόκειτο να σφυρίξει σε αγώνα της Μπενφίκα, για να του ευχηθεί καλή απόδοση. Αυτό το τηλεφώνημα ήταν για τον Φερέιρα, όπως ο ίδιος είπε, ένας τρόπος να του ασκήσει έξτρα πίεση. Αυτόν τον διαιτητή ο Περέιρα τον υποβίβασε το 2015, μετά από τον τελικό του κυπέλλου Πορτογαλίας ανάμεσα στην Σπόρτινγκ και την Μπράγκα, ο οποίος έφτασε στα πέναλτι με νικήτρια τη Σπόρτινγκ.

Από τα 10 πρωταθλήματα που διεξήχθησαν στον καιρό της διοίκησής του Περέιρα, οι 6 τίτλοι πήγαν στην Πόρτο και οι 4 στην Μπενφίκα (η Σπόρτινγκ, που έχει να κατακτήσει τον τίτλο από το 2002, έχασε αρκετές φορές τον τίτλο στον πόντο ή στους δύο πόντους στη διάρκεια αυτής της 10ετίας). Και αυτός είναι ο βασικότερος λόγος για να στηρίξει κανείς πάνω του την αισιοδοξία της FIFA ότι ο Περέιρα θα τα καταφέρει στην Ελλάδα: στον καιρό του στην Πορτογαλία το πρωτάθλημα απέκτησε τη φήμη ενός αξιόπιστου πρωταθλήματος διεθνώς, οι τίτλοι μοιράζονταν, οι Πορτογάλοι διαιτητές προόδευσαν διεθνώς. Ο συνειρμός αυτών που επέλεξαν τον Περέιρα για την Ελλάδα είναι λογικός: εδώ, που δεν ξέρει την γλώσσα, που δεν έχει οπαδική προτίμηση ή οπαδικό παρελθόν, και που δεν θα έχει λόγους να νιώθει ανασφαλής ή να επιδιώκει να είναι αρεστός σε όλους και δημοφιλής, αφού δεν θα κρίνεται ούτε από την ελληνική αγορά ούτε από την κοινή γνώμη αλλά πρωτίστως από τους τοποτηρητές της FIFA, ο Περέιρα μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματικός.

Στην πραγματικότητα από την FIFA και μόνο εξαρτάται το αν θα πετύχει ο Περέιρα. Είναι παραπάνω από έμπειρος, έχει αποδειχθεί ικανός, και ο μόνος “φόβος” είναι σχετικός με το πώς θα λειτουργήσει αν αισθανθεί μεγάλη πίεση. Αν η FIFA δεν επιτρέψει την πίεση, ο Περέιρα θα πετύχει. Είναι τόσο απλό. Πέρα από όλα τα άλλα το δείχνει αυτό και η διάθεσή του. Δήλωσε ήδη ότι θα εγκατασταθεί οικογενειακώς στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τον Χιου Ντάλας που δεν το επιχείρησε αυτό ποτέ, και έχει ήδη παρακολουθήσει την πλειονότητα των ελληνικών αγώνων της περσινής σεζόν. Και, για καλή του τύχη, έχει πολλούς συμπατριώτες του που έχουν ελληνική ποδοσφαιρική εμπειρία, με τους οποίους έχει ήδη αρχίσει να επικοινωνεί. Η έναρξη του πρωταθλήματος μπορεί να τον βρει “ψαγμένο” και “κατατοπισμένο”. Αν η FIFA του εγγυηθεί, μαζί με την ελληνική κυβέρνηση, και το “προστατευμένο”, ο Περέιρα δεν γίνεται να μην αναγκάσει την ελληνική διαιτησία να αλλάξει σελίδα.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σαμπράκος
Βασίλης Σαμπράκος

Έχει συμπληρώσει 3 δεκαετίες στην αθλητική δημοσιογραφία. Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά έργα, δεν λειτουργεί στην δημοσιογραφία για να εκφράζει οπαδικά αισθήματα ή συλλογικές προτιμήσεις. Γράφει και μιλάει για όλους, απευθυνόμενος προς όλους. Και τρελαίνεται στην ιδέα ότι υπάρχει κάπου ένας άνθρωπος, μια μέθοδος ή ένα εργαλείο που θα τον βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα και βαθύτερα το ποδόσφαιρο. Πάνω από όλα, ο Βασίλης Σαμπράκος συστήνεται ως ο συγγραφέας του “Εξηγώντας το θαύμα” ή “The Miracle 2004”, ενός βιβλίου που έφτασε να σταθεί ανάμεσα στα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία του 2022 στην Αγγλία.