Παίζοντας με το θάνατο στους δρόμους του Καγιάο
Και γιατί, θα αναρωτηθείτε, να πάμε βόλτα μέχρι το Καγιάο; Καλό το ερώτημα, μα θαρρώ ότι είναι άκρως διδακτική η ιστορία που κρύβει η ζωή του Κάρλος Σαμπράνο, ο οποίος εκεί γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου του 1989.
Το Καγιάο είναι ένα μεγάλο λιμάνι, με θέα και πρόσβαση στον Ειρηνικό, που συνορεύει με την πρωτεύουσα του Περού, Λίμα, με το δείκτη εγκληματικότητας να… αγγίζει κόκκινο. Κι όταν λέμε κόκκινο, εννοούμε βαθύ κόκκινο. «Αν θέλεις να μάθεις για την πόλη μου, μπες στο ίντερνετ και θα καταλάβεις», συμβούλευσε ο Σαμπράνο έναν Ρώσο δημοσιογράφο, που είχε μείνει άφωνος όταν του περιέγραφε τι ακριβώς εστί Καγιάο. Ε, για να το λέει, κάτι παραπάνω θα ξέρει…
Γράφεις στη μηχανή αναζήτησης της google το λήμμα «Καγιάο», και οι πρώτες ειδήσεις, επιβεβαιώνουν στο απόλυτα την προτροπή του. «Περού: Χειροπέδες στο διαβόητο βαρώνο της κοκαΐνης», διαβάζεις στον τίτλο και καταλαβαίνεις. Πριν από σχεδόν ένα χρόνο οι αρχές του Περού κατόρθωσαν να συλλάβουν το διαβόητο βαρών των ναρκωτικών, Χέρσον Γκαλβέζ. Ο γνωστός με το ψευδώνυμο Caracol ή «σαλιγκάρι», νούμερο ένα καταζητούμενος στη χώρα, διεύθυνε μια πανίσχυρη συμμορία διακίνησης ναρκωτικών, με έδρα το λιμάνι Καγιάο του Περού! «Η οργάνωση συνδέεται με σειρά δολοφονιών», καταλήγει με σοκαριστικό τρόπο η είδηση.
Δεν χρειάζεται να διαβάσεις δεύτερη είδηση. Διαγράφεις τη σελίδα της google και επιστρέφεις στα όσα αφηγείται ο Περουβιανός για τον τόπο του. «Μεγάλωσα σε μια πόλη, όπου άνθρωποι σκοτώνονται καθημερινά από την πανίσχυρη περουβιανή μαφία», λέει ο Κάρλος, που δεν μπορεί να ξεχάσει τις τραυματικές παιδικές εικόνες. «Αν θέλουν να κλέψουν το κινητό τηλέφωνό σου, θα σε σκοτώσουν και θα στο κλέψουν. Χωρίς συζήτηση. Αυτό συμβαίνει κάθε μέρα. Μεγάλωσα παρακολουθώντας τέτοιες εικόνες», εξηγεί και περνάει στο… παρασύνθημα. «Ισως και να ήμουν ένας από αυτούς», απαντά στη λογική ερώτηση «αν δεν γινόσουν ποδοσφαιριστής, θα ήσουν κι εσύ εγκληματίας…»!
Σώθηκε και δεν κατέληξε να γίνει κακοποιός, χάρη στην αγκαλιά της οικογένειας του. «Σκέφτηκα λογικά. Πάντα μιλούσα με τους γονείς μου, ήμασταν μια αγαπημένη οικογένεια, μιλούσαμε ανοικτά για όλα τα θέματα. Αν κάποιος επιχειρούσε να λοξοδρομήσει, η οικογένεια ήταν πάντα εκεί για να τον επαναφέρει και να τον επαναφέρει στο σωστό δρόμο», θυμάται. Σήμερα, φτασμένος και αναγνωρίσιμος ποδοσφαιριστής, όποτε επιστρέφει στο Καγιάο πηγαίνει μαζί με τους φίλους του στην ίδια γειτονιά, που πιτσιρικάδες έπαιζαν μπάλα στο δρόμο με κάτι γυάλινες μπάλες. Φυσικά, όλοι τους έχουν μετακομίσει από εκεί, αλλά όποτε πάνε για μπάλα «αισθανόμαστε ξανά σαν παιδιά».
ΠΑΝΤΑ ΕΝΑΣ ΚΟΝΤΟΛΑΟ
Υστερα από τις αλάνες και τα κακόφημα στενά στους δρόμους του Καγιάο, ο Σαμπράνο άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο στις ακαδημίες της Ντεπορτίβα Καντολάο. Πάντα νιώθει ότι είναι ένα κομμάτι της, ήταν εκεί δίπλα της όταν έφτασε να διεκδικεί την άνοδο στην Α’ κατηγορία.
Και δεν είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που βγήκε από την συγκεκριμένη ακαδημία. Ο Κλαούντιο Πιζάρο έπαιζε εκεί μέχρι το 1996 όταν έφυγε για την Ντεπορτίβα Πεσκουέρο, τη φανέλα της έχει φορέσει κι ο «Λόμπα», αρχηγός-σύμβολο της Σπόρτινγκ Κριστάλ, Κάρλος Λομπατόν.
Αφήσαμε για το τέλος έναν παλιό γνώριμο των φίλων του ΠΑΟΚ. Μέλος της Ντεπορτίβα Καντολάο υπήρξε και Μιγκέλ Ρεμπόσιο, ένας από τους πέντε, πλέον, Περουβιανούς, που έχουν αγωνιστεί (μόλις 3 αγώνες τη σεζόν 2006-07), με την ασπρόμαυρη φανέλα.
Ο 28χρονος, πια, Σαμπράνο, έφυγε στα 16 του για το Γκελζενκίρχεν και τη Γερμανία, καθώς είχε «βγάλει μάτια» στο Παγκόσμιο Κύπελλο U17, όπου τον εντόπισαν τα λαγωνικά της Σάλκε. Δεν επέστρεψε να παίξει ποτέ ποδόσφαιρο στην πατρίδα του, παραμένοντας στο Top-10 των Λατινοαμερικάνων, οι οποίοι έκαναν ντεμπούτο σε επαγγελματικό επίπεδο κατευθείαν στην Ευρώπη. Είναι στην ίδια λίστα μαζί με το Μέσι, τον συμπατριώτη του Γκερέρο, τον Ικάρντι, τον Αλαν, τον Νταβίντ Λουίς, τον Λουίς Γκουστάβο, τον Ραφίνια.
«ΠΕΡΗΦΑΝΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ»
Η πόλη των ανθρακωρύχων στο γερμανικό βιομηχανικό Βορρά ήταν το καταφύγιο του. Εφτασε να είναι αρχηγός στην ομάδα νέων και λίγες μέρες αφού συμπλήρωσε το 20ο έτος της ηλικίας του έκανε ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα της Σάλκε. Και τι ντεμπούτο! Σκοράροντας με το κεφάλι στη νίκη των «βασιλικών μπλε» επί της TSV Germania Windeck με 4-0 για το γερμανικό κύπελλο.
Ο Φέλιξ Μάγκατ τον εμπιστεύτηκε και τον έριξε στα βαθιά, μέτρησε 16 συμμετοχές στην Μπουντεσλίγκα, αλλά σιγά σιγά ο ρόλος του περιορίστηκε και το καλοκαίρι του 2010 βρέθηκε στο λιμάνι του Αμβούργου και την πιο αντισυμβατική ποδοσφαιρική ομάδα της Ευρώπης, την Σανκτ Πάουλι, κι από εκεί στην πρωτεύουσα του ευρώ, τη Φρανκφούρτη, όπου στα τέσσερα χρόνια έφτασε να γίνει αρχηγός της Αϊντραχτ.
Ουδέποτε ένιωσε Γερμανός, ούτε μπόρεσε να συμβιβαστεί με την κουλτούρα και τον τρόπο ζωής. Το ίδιο και στη Ρωσία. «Η περουβιανή νοοτροπία μου δεν θα αλλάξει ποτέ», λέει. «Προσπαθώ να προσαρμοστώ στους κανόνες κάθε χώρας, όπως έκανα στη Γερμανία και στη Ρωσία. Προσπαθώ να μην κάνω πράγματα, που έκανα στο Περού, γιατί εκεί η νοοτροπία είναι τελείως διαφορετική. Υπάρχουν καλές και κακές πλευρές, όπως και σε άλλες χώρες. Για παράδειγμα, στη Γερμανία ένας άνθρωπος πρέπει να συνηθίσει στην ακρίβεια, την ευθύνη. Ήταν δύσκολο για μένα να προσαρμοστώ επειδή στο Περού και σε όλη τη Νότια Αμερική, οι άνθρωποι μπορούν να καθυστερήσουν 5-10 λεπτά, ενώ στη Γερμανία πρέπει να είναι στη θέση τους 10 λεπτά πριν από την προγραμματισμένη ώρα».
Ο «Εl Leon» ποτέ του δεν σκέφτηκε να αποκτήσει τη γερμανική υπηκοότητα, ούτε να αγωνιστεί για την Εθνική Γερμανίας, αν και είχε όλες τις προϋποθέσεις. «Εγώ, στην Εθνική Γερμανίας; Ποτέ! Είμαι Περουβιανός! Και για πάντα θα είμαι Περουβιανός», απάντησε και αποστόμωσε τον συνομιλητή του, όταν τόλμησε να θίξει αυτό το θέμα. «Δεν γεννήθηκα στη Γερμανία, ούτε μίλησα ποτέ ζεστά γι’ αυτή τη χώρα. Δε θα γινόμουν ποτέ προδότης της πατρίδας μου»!
Κι όλα αυτά τα λέει δημοσίως ένας ποδοσφαιριστής, που τους τελευταίους μήνες έχει τεθεί εκτός εθνικής ομάδας, «για πειθαρχικούς λόγους», είναι η απλή δικαιολογία, αν και ποτέ κανείς από την ομοσπονδία, ούτε ο προπονητής Ρικάρντο Γκαρέρα του μίλησαν γύρω από το θέμα. «Απλά αφήνουν τον Τύπο να γράφει και να λέει ότι θέλει, δίχως να μου έχουν εξηγήσει τοι λόγο», υποστηρίζει ο Κάρλος, που στα 19 του έπαιξε στην Εθνική ομάδα του Περού και μάλιστα, όπως με τη Σάλκε, σκόραρε στο ντεμπούτο του κόντρα στην Κόστα Ρίκα.
«Πιστεύω ότι ένα παιχνίδι με την εθνική ομάδα είναι το καλύτερο πράγμα το οποίο μπορεί να συμβεί στην καριέρα ενός ποδοσφαιριστή. Προσωπικά παίζω ποδόσφαιρο για να βγάλω χρήματα και να βοηθήσω την οικογένεια μου, αλλά το πρώτο ματς με την εθνική ομάδα ήταν για μένα κάτι σαν όνειρο. Πετούσα στα σύννεφα όταν πέτυχα το γκολ. Κι από τότε, ήμουν δεν ήμουν 19 ετών, πάντα όταν φοράω τη φανέλα της εθνικής ομάδας και ακούω τον εθνικό ύμνο νοιώθω απερίγραπτα συναισθήματα».
Από την ημέρα που πήγε στη Ρούμπιν ο Σαμπράνο δεν κλήθηκε ξανά στην εθνική ομάδα, δεν γνωρίζουμε αν αυτό θα αλλάξει τώρα που πήρε μεταγραφή στον ΠΑΟΚ. «Είναι μια μεγάλη ιστορία. Κανείς στην ομάδα δεν μιλάει για αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι ούτε ο προπονητής ούτε η διοίκηση δεν λένε γιατί ο Κάρλος Σαμπράνο δεν καλείται για παίξει στην εθνική ομάδα», αναρωτιέται κι ο ίδιος, αν και παραμένει, όπως λέει, ήρεμος, «γιατί ξέρω ότι είμαι καλός παίκτης...».
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.