Στις αντεπιθέσεις μπορεί να “εμφανιστεί” η Αγγλία
Στο πρώτο περίπου εικοσάλεπτο του πρώτου της αγώνα, απέναντι στην Κροατία, η Αγγλία του Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ πήγε να μας δημιουργήσει ενθουσιασμό· όχι στους οπαδούς και τους υποστηρικτές της αλλά γενικότερα στους ποδοσφαιρόφιλους. Κι ύστερα ακολούθησε αυτό που είδαμε από την Αγγλία στο υπόλοιπο διάστημα του πρώτου της αγώνα και στους δύο επόμενους: το τίποτα. Πώς εξηγείται αυτό που της συμβαίνει της Αγγλίας; Και τι μπορεί να προεκτιμήσει κανείς για την συνέχειά της όταν βασίζεται στην ανάλυση της απόδοσης της σε αυτά τα τρία παιχνίδια της φάσης των ομίλων;
Το οφθαλμοφανές πρόβλημα της Αγγλίας είναι η αδυναμία της να ανεβάσει τον ρυθμό στην ανάπτυξη των επιθέσεων. Σύμφωνα με το Wyscout, το δικό της tempo, δηλαδή ο αριθμός των πασών που αλλάζει ανά καθαρό λεπτό αγώνα, ήταν, απέναντι στην Τσεχία, 16.2, όταν το τέμπο της Ιταλίας βρίσκεται σταθερά πάνω από το 18. Αλλάζει κάτω από 6 πάσες ανά κατοχή μπάλας, όταν οι Ιταλοί έφτασαν απέναντι στην Ουαλία να αλλάζουν πάνω από 7. Απέναντι στην Τσεχία όμως οι Άγγλοι δεν είχαν ένταση ούτε στην φάση της άμυνας, δηλαδή επέτρεπαν στον αντίπαλο να κυκλοφορεί την μπάλα με παθητική στάση στην φάση άμυνας.
Με γυμνό μάτι βλέπεις μια ομάδα η οποία μολονότι κρατά πολύ την μπάλα (60% κατοχή απέναντι στην Τσεχία), δυσκολεύεται πολύ να φτάσει στο τελικό στάδιο της ανάπτυξης των επιθέσεων και να κάνει τελικές προσπάθειες (6 απέναντι στην Τσεχία). Και η ποιότητα των ευκαιριών της είναι χαμηλή - μόνο απέναντι στην Σκοτία, που δεν σκόραρε, είχε ευκαιρίες που “δικαιολογούσαν” 1 γκολ (xG: 0.78 στο πρώτο ματς, 1.02, 0.91 στα επόμενα). Η επίδοσή της σε αυτό το κομμάτι, δηλαδή των κλασσικών ευκαιριών που δημιουργεί ανά παιχνίδι, είναι πολύ χαμηλότερα από τον μέσο όρο της (xG 1.98), ο οποίος “δικαιολογούσε” εως και 2 γκολ ανά παιχνίδι.
Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που φτάνουν στο συμπέρασμα ότι τελικά δεν της έκανε καλό της Αγγλίας το ότι έδωσε “στο σπίτι” τα παιχνίδια της. Δεν την ωφέλησε που έμεινε να προετοιμάζεται στο αγγλικό περιβάλλον, που της δημιουργεί την πίεση της υποχρέωσης να πετύχει ώστε να ανταποκριθεί στις υψηλές προσδοκίες, ούτε το ότι έπαιξε στο Wembley, μπροστά στο αγγλικό κοινό τα παιχνίδια της. Ο χρόνος θα απαντήσει αν ευσταθεί ο ισχυρισμός. Είναι όμως ιστορικά αποδεδειγμένο ότι το μυαλό των Άγγλων ποδοσφαιριστών χαλάει και η ψυχοπνευματική προετοιμασία τους δεν αποδεικνύεται αποτελεσματική επειδή πιέζονται να πετύχουν κάτι μεγάλο, και σήμερα πιέζονται πολύ, ξανά, από το “it’s coming home”.
Δεν είναι πολύ εύκολο να αναλύσει κανείς τους λόγους των μέτριων εμφανίσεων, διότι δεν μπορείς να τα κατανοήσεις και να τα ερμηνεύσεις όλα όταν δεν τα ζεις. Για παράδειγμα, όλο αυτό που συμβαίνει στον Χάρι Κέιν με την Τότεναμ είναι από μόνο του λόγος αρκετός για να βγάλει τον αρχηγό της Αγγλίας από την ψυχοπνευματική ισορροπία του. Κι αν ένας ποδοσφαιριστής δεν λειτουργεί, από τη φύση του, καλά όταν αντιμετωπίζει τέτοιο και τόσο έντονο εκνευρισμό, η απόδοσή του επηρεάζεται. Το ίδιο και οι συμπαίκτες του. “Λεπτομέρειες” σαν αυτή της αναστάτωσης που είχε προκληθεί στο εσωτερικό της ομάδας στις τελευταίες εβδομάδες πριν από την έναρξη του τουρνουά σχετικά με το αν οι ποδοσφαιριστές θα γονατίζουν ή όχι πριν από την σέντρα, μοιάζουν ασήμαντες στα μάτια των πολλών, αλλά δεν είναι.
Ανάμεσα στους παρατηρητές των αγώνων της Αγγλίας υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν ότι στη συνέχεια η Αγγλία μπορεί να ανεβάσει την απόδοσή της επειδή θα “την βολέψει” που θα αντιμετωπίσει πιο δυνατούς αντιπάλους. Εκτιμούν ότι είναι πιθανό να αποδειχθεί ότι σε αυτή την έκδοση της Αγγλίας ταιριάζει περισσότερο το αγωνιστικό σχέδιο που θα κληθεί να ακολουθήσει απέναντι σε μια Γαλλία, Γερμανία, Πορτογαλία. Δηλαδή ότι θα της ταιριάξει να δώσει χώρο στον αντίπαλο και να ψάξει χώρους και ευκαιρίες για αντεπίθεση. Είναι γεγονός ότι στα τρία πρώτα παιχνίδια δεν βρήκε ευκαιρίες για να εκδηλώσει αντεπιθέσεις. Και είναι επίσης γεγονός ότι στον καλό της καιρό στην διάρκεια των προηγούμενων μηνών εκδήλωνε και ολοκλήρωνε με σουτ αντεπιθέσεις. Κι εδώ, ο χρόνος είναι που θα μας δείξει αν είναι ή όχι αυτή η εξήγηση για την φτωχή απόδοση που είχε στα παιχνίδια.
Τρεις μήνες πίσω ή έξι μήνες πίσω, η Αγγλία του Σάουθγκεϊτ έβρισκε τρόπο, με πάνω κάτω τους ίδιους ποδοσφαιριστές, να κάνει διψήφιο αριθμό τελικών προσπαθειών ανά παιχνίδι και να πετυχαίνει 2+ γκολ. Άλλωστε κάπως έτσι τις δημιούργησε τις υψηλές προσδοκίες στον εαυτό της και στους Άγγλους. Από τα παιχνίδια της στα European Qualifiers και στο Nations League αντλούν την πίστη όσοι προβλέπουν ότι θα “ανέβει” η Αγγλία τώρα που το τουρνουά μπαίνει στις “νοκ άουτ” φάσεις. Μένει να δούμε αν εκείνοι, και ο πάντοτε ήρεμος Σάουθγκέιτ κάνουν καλή προεκτίμηση, ή αν θα αποδειχθεί για ακόμη μια φορά ότι μια γενιά ποδοσφαιριστών λύγισε υπό το βάρος των υψηλών προσδοκιών. Η “φόρμα” της Αγγλίας δεν επιτρέπει υψηλές προσδοκίες. Αλλά είναι ποδόσφαιρο…