Η “Θεία Κωμωδία” του Ρομπέρτο Μαντσίνι
- Η θεωρία της εξέλιξης στην Σκουάντρα
- Από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση και όλ' αυτά μαζί
- Totonero, Calciopoli, Μουντιάλ 2018
Οι παίκτες αγκαλιασμένοι σφικτά. Οι πρώτες νότες βγαίνουν από τα στόματα και ανεβαίνουν προς τον ουρανό. Το “Fratelli d’Italia” ακούγεται εκκωφαντικά, καθώς οι διεθνείς Ιταλοί ξελαρυγγιάζονται παραδειγματικά. «Δεν τραγουδάμε απλά, το ζούμε μέσα στην ψυχή μας», είχε εξηγήσει κάποτε ο Τζίτζι Μπουφόν για τη συμπεριφορά των συμπατριωτών του στον εθνικό ύμνο πριν από κάθε ματς της Εθνικής.
Ενα anthem σύνθεσης 1847, όταν η ιταλική “Μπότα” γινόταν ένα και ετοιμαζόταν να αποτινάξει τον αυστριακό ζυγό. Ηταν η στιγμή που η χώρα αναζητούσε και συναντούσε την εθνική ταυτότητά της. Που στη μέση του ύμνου μιλούσε για το ένδοξο αρχαίο παρελθόν και τη σημασία του να θυσιάζεσαι για τη χώρα, για το εθνόσημο στην ποδοσφαιρική εκδοχή του.
Η θεωρία της εξέλιξης στην Σκουάντρα
Ο Ρομπέρτο Μαντσίνι όμως φαίνεται ότι γνωρίζει πολύ καλά όχι μόνο το αρχέτυπο της ψυχοσύνθεσης του λαού του, αλλά και τις βασικές αρχές της θεωρίας της εξέλιξης του Κάρολου Δαρβίνου: «Δεν είναι τα πιο δυνατά είδη που επιβιώνουν ή τα πιο έξυπνα, αλλά αυτά που ανταποκρίνονται καλύτερα στις αλλαγές». Η δική του Σκουάντρα έβγαλε αυτή την μετάλλαξη στο χορτάρι. Η πρώτη έκφανσή της είχε να κάνει με αυτό που εμφανίζει καιρό τώρα, από τα προκριματικά.
Για να φτάσει τώρα στο αήττητο σερί των 34 αγώνων, απέχοντας μόλις ένα από το απόλυτο ρεκόρ που κατέχουν Βραζιλία και Ισπανία. Αυτό που μπορεί να ισοφαρίσει, κατακτώντας παράλληλα και το Euro 2020. Ο Μαντσίνι έχει εξελιχτεί ταυτόχρονα στον μεγαλύτερο αναμορφωτή της εθνικής. Πιο σημαντικός ίσως ακόμα και από τον Εντσο Μπεαρζότ, ο οποίος μπορεί να κατέκτησε το Μουντιάλ του 1982, αλλά στον πάγκο βρισκόταν ήδη από το 1976. Πιο σημαντικός ίσως ακόμα και από τον Μαρτσέλο Λίπι του 2006, ο οποίος είχε αδιανόητη ποιότητα και βάθος στο ρόστερ.
Από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση και όλ' αυτά μαζί
Ο Μαντσίνι παρέλαβε ένα διαλυμένο... τίποτα μετά την πρώτη αποτυχία της χώρας να μην πάει σε Μουντιάλ (2018) και τώρα βρίσκεται στον τελικό. Εκανε με εκπληκτικό τρόπο τη μετάβαση από τον ποδοσφαιρικό Μεσαίωνα προς την Αναγέννηση του Calcio. Για την ακρίβεια κατάφερε και συνδύασε και τις δύο αυτές εποχές, με το χωνευτήρι τους να αποτελεί και το μυστικό για την τεράστια διαχρονική επιτυχία του Calcio.
Αυτό που ανέκαθεν υπήρξε διαφορετικό από κάθε τι άλλο που παιζόταν με την μπάλα στα πόδια. Για τους Ιταλούς πάντοτε σημασία είχε η δημιουργία πρότυπων, καθώς ως λαός σιχαινόταν τα αντίγραφα. Από την εκκίνηση λοιπόν της εποχής του ποδοσφαίρου, ο τρόπος που έβλεπαν (λιγότερο τώρα) το παιχνίδι, είχε στη βάση της λογικής του κάτι από την κομψότητα της Αναγέννησης, δίχως όμως ποτέ να αποβάλει το brutal του Μεσαίωνα. Κάπως έτσι το ιταλικό ποδόσφαιρο έγινε χωνευτήρι σκληρής άμυνας και φαντεζί επίθεσης.
Μόνο που αυτή η ομάδα δεν έχει ορισμένα βασικά στοιχεία της εθνικής ταυτότητας. Δεν υπάρχει πλέον π.χ. ένας γνήσιος trequartista για να ξεσηκώσει τους πάντες. Υπάρχει όμως πλάνο, τακτική αναδιάρθρωση και προσαρμογή (σ.σ.: όπως φάνηκε στον ημιτελικό με την Ισπανία). Υπάρχει ψυχή και αυτό το μαγικό πείσμα που χαρακτηρίζει έναν ποδοσφαιρικό λαό, ο οποίος κάθε φορά που φαίνεται ότι τα πάντα πάνε κατά διαόλου, κάνει το θαύμα.
Totonero, Calciopoli, Μουντιάλ 2018
Οπως συνέβη με το καταστροφικό σκάνδαλο “Totonero” το 1980, τους υποβιβασμούς συλλόγων και τις τιμωρίες σούπερ σταρ όπως ο Πάολο Ρόσι, που δύο χρόνια αργότερα οδήγησε στον παγκόσμιο τίτλο. Και ενώ στο τουρνουά η ομάδα είχε ξεκινήσει ζόρικα με τρεις ισοπαλίες, δίχως να εντυπωσιάζει στο ελάχιστο. Οπως συνέβη το 2006 μετά το ισοπεδωτικό “Calciopoli” και ακόμα μία παγκόσμια κορυφή. Μόνο που και στις δύο αυτές περιπτώσεις το υλικό που είχαν στη διάθεσή τους οι προπονητές, ήταν ούτως ή άλλως world class.
Αντιθέτως, ο Μαντσίνι έχει δημιουργήσει κάτι σπουδαίο από το πουθενά. Είναι λες και η δική του Σκουάντρα προσφέρει όλες τις αισθήσεις της «Θείας Κωμωδίας» του Ντάντε μαζεμένες σε μία αλληγορική κίνηση που μεταφέρει φίλους και αντίπαλους ταυτόχρονα σε Κόλαση, Καθαρτήριο και Παράδεισο. Κάθε μαγική πρόκριση έχει τη γλύκα του "Caruso" από τα χείλη του Lucio Dalla και την ήρεμη δύναμη της μελωδίας που αναδύει το "Chi Mai" του Ennio Morricone. Και τη στιγμή που θα σηκώνει το τρόπαιο, θα κερδίζει τον σεβασμό απ' όλα τα κορίτσια του Amedeo Modigliani, που θα κοιτάζουν την κούπα με αυτό το μοναδικό γαλάζιο βλέμμα τους, αυτά τα μάτια που πλέον θα αγναντεύουν ξανά με υπερηφάνεια το ιταλικό ποδόσφαιρο...
Follow me: @jorgekaraman
Instagram: Jorge_Karaman