Η Bella Italia το άξιζε και το πήρε!
Το «Γουέμπλεϊ» κατέχει ξεχωριστή θέση στην (ποδοσφαιρική) ζωή μου. Το 1992, σε ηλικία 16 ετών, θυμάμαι να πηδάω πάνω στην πόρτα του δωματίου μου, πανηγυρίζοντας έξαλλα το φάουλ - γκολ του Ρόναλντ Κούμαν με το οποίο η Μπαρτσελόνα νίκησε την Σαμπντόρια στην παράταση, στην προηγούμενη εκδοχή του βρετανικού «ναού» του ποδοσφαίρου, για να ξορκίσει την ιστορική κατάρα της στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Το «Γουέμπλεϊ», εξαιτίας ακριβώς του ίδιου αγώνα, έχει σημαδέψει την ζωή του Ρομπέρτο Μαντσίνι. Ως αρχηγός εκείνης της σπουδαίας Σαμπ, ο «Μάντσιο» έχασε την μοναδική του ευκαιρία να αναδειχθεί πρωταθλητής Ευρώπης ως ποδοσφαιριστής, παρέα με τον καλό του φίλο Τζιανλούκα Βιάλι.
Στη νέα εκδοχή του «Γουέμπλεϊ», ο Μαντσίνι πανηγύρισε την ανάδειξή του σε πρωταθλητή Ευρώπης ως προπονητή, με τον Βιάλι στο πλευρό του, σε ρόλο γενικού αρχηγού. Και, μπορεί ο τελικός της Ιταλίας με την Αγγλία να κρίθηκε στα πέναλτι, αλλά η έκβασή του απέδωσε ποδοσφαιρική δικαιοσύνη, γιατί η Σκουάντρα Ατζούρα ήταν ανώτερη από τα Τρία Λιοντάρια, τα οποία φάνηκαν σαν να... φοβήθηκαν να νικήσουν, να κάνουν την ιστορική υπέρβαση.
Ο Μαντσίνι έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στη νέα πρωταθλήτρια Ευρώπης, η οποία κυνήγησε τη νίκη ακόμα και μετά την ισοφάριση και δεν έψαξε να την «κλέψει» όπως φάνηκε να κάνει σε πολλά διαστήματα ο Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ. Κάτι που, εντέλει, το πλήρωσε πολύ ακριβά.
Με εξαίρεση διαστήματα του ημιτελικού με την Ισπανία, στο Euro2020 αυτή η Ιταλία έπαιξε πάντα για να κυριαρχήσει, για να έχει την μπάλα, για να καθορίσει εκείνη απόλυτα την μοίρα της και να μην περιμένει από την τύχη για να προχωρήσει.
Ο Μαντσίνι πόνταρε σε μια διαφορετική φιλοσοφία, την οποία συνδύασε ιδανικά με το DNA που δεν φεύγει ποτέ από την Ιταλία και αντιπροσώπευε το συγκλονιστικό αμυντικό δίδυμο των Λεονάρντο Μπονούτσι – Τζόρτζιο Κιελίνι, συνολικής ηλικίας... 70 ετών!
Ο γηραιότερος σκόρερ σε τελικό και ο γηραιότερος αρχηγός που σήκωσε την πολυπόθητη κούπα, ήταν οι φυσικοί ηγέτες μιας ομάδας γεμάτης ταλέντο, με έναν τερματοφύλακα που βαδίζει στα βαριά χνάρια των Τζοφ – Μπουφόν (Ντοναρούμα), μια μεσαία γραμμή που «δαγκώνει» και φανταστικά άκρα στην επίθεση (τι ματσάρα έκανε ο Φεντερίκο Κιέζα!).
Ξυπνήσαμε την Κυριακή (11/07) με το «Maracanazo» της Αργεντινής του Λιονέλ Μέσι (Λέο, επιτέλους τα κατάφερες!) και πήγαμε για ύπνο με το «Wembleyazo» μιας Bella Italia που πείθει ότι δεν θα μείνει εδώ και θα είναι πλήρως ανταγωνιστική και στις επόμενες, μεγάλες διοργανώσεις, με πρώτη το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, το οποίο μην ξεχνάμε ότι θα διεξαχθεί σε 16 μήνες από τώρα.
Το πρώτο, μεγάλο στοίχημα για την ομάδα του Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ, η οποία σε κάθε διοργάνωση κάνει ένα βήμα παραπάνω, αλλά πιθανότατα έχασε μια ιστορική ευκαιρία μέσα στο σπίτι της. Ο προπονητής, ο οποίος προδόθηκε από την τακτική προσέγγιση του αγώνα και, κυρίως, από τις επιλογές του για την διαδικασία των πέναλτι (οι χωρίς ρυθμό Ράσφορντ – Σάντσο και ο 19χρονος Σάκα για το τελευταίο), έχει στην διάθεσή του εξαιρετικό υλικό και, πλέον, ποδοσφαιριστές που αποκτούν τον κατάλληλο χαρακτήρα μέσα από τις επιτυχίες, αλλά και από τις σφαλιάρες.
Η Αγγλία καλείται να δείξει στο πρώτο αραβικό Μουντιάλ ότι μπορεί να παραμείνει ψηλά και να δώσει συνέχεια στην διαρκώς ανοδική της πορεία. Προς το παρόν, δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να αποδεχθεί την ανωτερότητα μιας Ιταλίας που, πάνω απ’ όλα, κατάφερε να γίνει πολύ συμπαθής στους ουδέτερους φιλάθλους. Ναι, το πέτυχε ΚΑΙ αυτό ο Ρομπέρτο Μαντσίνι!