Euro 2024: Το «ευτυχώς» αφορά κυρίως έναν «κανονικό» προπονητή

ΝΤΕ ΛΑ ΦΟΥΕΝΤΕ
Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης γράφει τον MVP της πρωταθλήτριας Ευρώπης Ισπανίας, Λουίς Ντε λα Φουέντε και απορεί όχι με την προπονητική αξία του Σάουθγκέϊτ αλλά αν είχε την περιέργεια να δει τι μπορούν, πραγματικά, να κάνουν οι παίκτες του.

Τρία πράγματα ειπώθηκαν πολύ μετά την επικράτηση της Ισπανίας και την κατάκτηση του τροπαίου στο EURO. Ότι αποδόθηκε δικαιοσύνη καθώς κέρδισε η ομάδα που έπαιξε το καλύτερο ποδόσφαιρο στο τουρνουά, ότι (παρ όλα αυτά) το ποδόσφαιρο δεν είναι...δίκαιο άθλημα (με αποτέλεσμα πολλές φορές να αναδεικνύεται νικητής κάποιος ποδοσφαιρικός... κακοποιητής), οπότε ακριβώς γι αυτό το λόγο η πρώτη διαπίστωση είναι ακόμα πιο σημαντική. Και το τρίτο αφορά την κουβέντα για την εντυπωσιακή ισορροπία στη συνταγή “ταλέντο, εμπειρία, ομαδικότητα” που παρουσίασε ο Λουίς Ντε λα Φουέντε στα γήπεδα της Γερμανίας.

Όλα σωστά, κατά την άποψή μου. Αλλά ας μείνουμε στο τελευταίο εστιάζοντας στον άνθρωπο που κατάφερε να παρουσιάσει την ιδανική συνταγή σε αυτό το ποδοσφαιρικό... masterchef, χωρίς -μέχρι τώρα- να λογίζεται ως ένας από τους μεγάλους προπονητές της Ευρώπης. Και πιθανότατα δεν θα μπει ποτέ σε αυτή την “ελίτ” όπου βρίσκονται -κατά κύριο λόγο- τεχνικοί με μεγάλες (και συνεχείς) διακρίσεις σε συλλογικό επίπεδο. Αν και με το υλικό που έχει στα χέρια του, την προοπτική που έχει αυτό με την αναμενόμενη εξέλιξη των περισσότερων από τους παίκτες που είδαμε σε αυτό το EURO, η προοπτική για μια ισπανική “δυναστεία” το επόμενα χρόνια, δεν είναι κάτι απίθανο.

Όταν έφτασε η στιγμή να ανέβουν οι θριαμβευτές του EURO στην κεντρική σκηνή για να πάρουν τα μετάλλια τους και να σηκώσουν την κούπα, ο Ντε Λα Φουέντε έκανε στην άκρη για να προηγηθούν οι παίκτες του. Αυτοί όμως σχεδόν...τον έσπρωξαν να ανέβει πρώτος αναγνωρίζοντας τον κομβικό του ρόλο σε αυτή την τεράστια επιτυχία που κατέκτησαν 100% άξια. Και εκείνος σχεδόν πέταξε στη σκηνή για να οδηγήσει μέχρι τέλους αυτή την ομάδα-συντροφιά και να τη δεί -λίγες στιγμές αργότερα- με ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη να σηκώνει το τρόπαιο στον ουρανό του Βερολίνου. Και αυτή είναι η πραγματική κουβέντα που κρύβει και την ουσία της επιτυχίας. Ένας “κανονικός” προπονητής, επικράτησε ενός κατά συνθήκη ομοσπονδιακού τεχνικού, σε αυτό τον τελικό.

Να διευκρινίσω ότι δεν έχω τίποτα με τους Άγγλους, ούτε με την εθνική τους ομάδα. Ο.K, είναι καλός ο χαβαλές και τα όσα γράφονται για την τρέλα τους που δεν έχουν καταφέρει μέχρι τώρα να την δουν να δικαιώνεται με ένα τρόπαιο, αλλά ομολογώ ότι αυτή την τρέλα την σέβομαι και δεν έχω κανέναν λόγο να είμαι απέναντί της. Ακόμα και το “its coming home” στα αυτιά μου δεν έχει αλαζονεία, αλλά αυτή την περίφημη αγγλική ιδιαιτερότητα προσκολλημένη στην “αυτοκρατορική” λογική τους με μπόλικο...παράπονο. Από τη στιγμή μάλιστα που αυτοί πονάνε περισσότερο με ότι δεν κερδίζουν (ειδικά όταν φτάνουν στην πηγή) απ' όσο εμείς χαιρόμαστε για αυτό που δεν κατακτούν (από πίτα που δεν τρως τι σε νοιάζει κι αν καεί) δεν υπάρχει λόγος να γινόμαστε υπερβολικοί.

 

Επιστρέφοντας όμως στο “ένας κανονικός προπονητής” να πω πως αυτό δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι η ομάδα του Ντε λα Φουέντε κατάφερε να επικρατήσει στο τουρνουά. Ασφαλώς και αν δεν τα κατάφερνε, μπορεί ακόμα και η ισπανική ομοσπονδία να επανεξέταζε τη σχέση μαζί του. Οι εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων μπαίνουν στις μεγάλες διοργανώσεις για να τις κερδίζουν, οπότε ποτέ δεν ξέρεις να μετράνε απλά οι καλές εμφανίσεις. Το “κανονικός” προπονητής όμως σε αυτή την περίπτωση έχει να κάνει με έναν άνθρωπο που έχει δουλέψει και πιο χαμηλά (ηλικιακά) στο οικοδόμημα του ισπανικού ποδοσφαίρου, έχει κατακτήσει τίτλους στην U19 και U21, μαζί με ασημένιο ολυμπιακό μετάλλιο. Και μέσα από αυτή τη διαδικασία έχει χτίσει και τη σχέση με τους περισσότερους από τους παίκτες που καθοδήγησε σε αυτή τη διοργάνωση μιλώντας τους με τη γλώσσα που ήξερε ότι θα καταλάβουν. Δεν ήταν κάποιος που έπρεπε να διαχειριστεί σταρ και...ψώνια, αλλά κάποιος που γνώριζε πως να μην αφήσει το “ψώνιο” να ακυρώσει την προσπάθεια.

Ειπώθηκε ότι η Ισπανία πήγε με χαμηλούς τόνους στο Euro. Πιθανότατα, καθώς μέχρι να πατήσει το χορτάρι ο προπονητής της μπορεί να ήξερε τι θέλει και τι μπορεί να δει, αλλά περίμενε να αποδειχθεί αυτό και σε συνθήκες “μάχης”. Από νωρίς όμως, αμέσως μετά την κυριαρχία (παρά το φτωχό 1-0) επί της απερχόμενης πρωταθλήτριας Ιταλίας έγινε απόλυτα σαφής λέγοντας: “Το έχω πει και παλαιότερα και θα το ξαναπώ γιατί το πιστεύω... Δεν υπάρχει καλύτερη ομάδα από τη δική μας, αρκεί να συνεχίσουμε να δουλεύουμε με ταπεινότητα. Ακόμη δεν πετύχαμε κάτι, δεν πρέπει να πάρουν τα μυαλά μας αέρα. Δεν θα σταματήσω ποτέ να… διαφημίζω τα εγχώρια προϊόντα μας, έχουμε στα χέρια μας μια καταπληκτική γενιά ποδοσφαιριστών. Η Ιταλία έδειξε τέτοια εικόνα λόγω του δικού μας υψηλού επιπέδου”. Από εκεί και πέρα δεν είχε να προσθέσει κάτι άλλο, πέρα από την εικόνα της ομάδας σε όσα παιχνίδια ακολούθησαν.

Σε ένα διόλου δίκαιο άθλημα λοιπόν όπως το ποδόσφαιρο, ναι ήταν υπέροχο που έφυγε νικητής από το γήπεδο ο Ντε λα Φουέντε και όχι ο Σάουθγκέϊτ. Προπονητής δεν θα γίνω ποτέ, αλλά δεν μπορώ να μην εκφράσω την απορία μου για τη χρήση των υπέροχων υλικών που είχε στα χέρια του ο έτερος...chef του τελικού. Ακόμα και αναγνωρίσω ότι η ανάσα ενός απαιτητικού έθνους στον σβέρκο σου σε κάνει να ενδιαφέρεσαι μόνο για το αποτέλεσμα και για τίποτα άλλο πέρα από αυτό, δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ...αυτή τη χαρά του παιχνιδιού που μπορούν να την προσφέρουν αυτοί οι (αρκετοί) υπέροχοι παίκτες (τα...εγχώρια προϊόντα που είπε ο αντίπαλος του για τα δικά του παιδιά) που έχεις στη διάθεση σου δεν θέλεις ρε αδερφέ να την κυνηγήσεις λίγο; Μήπως την δεις κι εσύ, δηλαδή.

Όχι δεν θέλω να αδικήσω τον Βρετανό τεχνικό. Μπορώ μόνο να αναρωτηθώ το εξής. Αν αυτό το υλικό το είχε στα χέρια του ο Ντε λα Φουέντε, ποιες θα ήταν άραγε οι πραγματικές πιθανότητες της Αγγλίας να κερδίσει το EURO;

@Photo credits: Getty Images/Ideal Image

 

Δημήτρης Κωνσταντινίδης
Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης βρίσκεται στην αθλητική δημοσιογραφία από το 1984, επί σειρά ετών συντάκτης, αρχισυντάκτης και διευθυντής σύνταξης σε αθλητικές και πολιτικές εφημερίδες, ραδιοφωνικός παραγωγός (εντός και εκτός αθλητικών) από το 1989 και...υπήρετης του digital και των αθλητικών sites από τις αρχές των... '00s στα πρώτα τους βήματα. Αρθρογράφος και podcaster πλέον του κορυφαίου αθλητικού μέσου της χώρας που τον φιλοξενεί (και τον...ανέχεται) από το 2020.