Η εξαφάνιση της λογικής

Η εξαφάνιση της λογικής

Η εξαφάνιση της λογικής

bet365

Ο Βασίλης Βλαχόπουλος γράφει για την παρωδία στον πρώτο αγώνα του Κυπέλλου με την ΑΕΚ, την επιλογή του Τάσου Σιδηρόπουλου και τον Άρη ο οποίος δεν ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του αγώνα.

Όταν ένας Elite διαιτητής αδυνατεί να διαχωρίσει το βάναυσο και επικίνδυνο παιχνίδι για τη σωματική ακεραιότητα ενός ποδοσφαιριστή από το… πρώτα έπαιξε την μπάλα, τί μπορείς να περιμένεις από ένα μαθητούδι; Μάλλον τίποτε. Η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά και η διαγραφή κάθε ελπίδας μάλλον είναι αναπόφευκτη. Και δεν είμαστε στη δεκαετία του ’80 αλλά στην εποχή της δυναμικής παρέμβασης της τεχνολογίας η οποία προσφέρει τη δυνατότητα διόρθωσης λάθους και αποκατάστασης της δικαιοσύνης.

Κι αυτή αρνήθηκε ο Τάσος Σιδηρόπουλος, παρά την έκκληση του VAR ο οποίος λειτούργησε προς τη διάσωση των στοιχειωδών κανόνων δικαιοσύνης. Μάταιος κόπος. Μετά τη ζωντανή εικόνα και τα διαδοχικά ριπλέι, η απόφαση δεν άλλαξε και το βάναυσο παιχνίδι πήγε περίπατο μαζί με κάθε αίσθηση λογικής. Κι αυτή πνίγηκε στον βυθό των σκέψεων του πολύπειρου διαιτητή ο οποίος κοντοστάθηκε για ένα-δύο δευτερόλεπτα μη αλλάζοντας την απόφασή του. Αποδείχθηκε χαμένος χρόνος η αναμονή για το προβλεπόμενο και κανονικό από έναν διαιτητή ο οποίος υποτίθεται πως διαθέτει την εμπειρία, τις παραστάσεις και την αυτονόητη λογική για μια εξίσου αυτονόητη απόφαση.

Κρίμα. Μεγάλο κρίμα. Το δικαίωμα του λόγου πλέον πηγαίνει στον Τάσο Σιδηρόπουλο για την ερμηνεία λήψης της απόφασης του γιατί είναι αυτή που συζητήθηκε όσο τίποτε άλλο. Το ίδιο ισχύει και για τον Γάλλο Λανουά ο οποίος, υποψιάζομαι ότι, ένιωσε την ίδια έκπληξη με τους εκατοντάδες χιλιάδες τηλεθεατές που ξέμειναν να αναρωτιούνται. Τι μπορεί να περιμένει ο κόσμος από έναν άπειρο διαιτητή όταν βλέπει το φωτεινό παράδειγμα να βυθίζει στο σκοτάδι; Ποιος θα πρωτοστατήσει για την επιστροφή των Ελλήνων διαιτητών στα μεγάλα παιχνίδια; «Προφανώς δεν ήθελε να δώσει κόκκινη κάρτα», υπέθεσε ο Άκης Μάντζιος. Την ίδια υπόθεση κάνει κάθε νοήμων νους, αλλά το ερώτημα πλανάται. Γιατί;

Ο Σιδηρόπουλος

Η απόφαση του Τάσου Σιδηρόπουλου δεν στοιχειοθετεί κανένα αγωνιστικό άλλοθι για τον Άρη. Προφανώς αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο γιατί αλλοίωσε τα δεδομένα διεξαγωγής του αγώνα. Μέχρι τότε αλλά και στην πορεία της αναμέτρησης πλην 10-15 αγωνιστικών λεπτών, η ΑΕΚ ήταν ανώτερη απέναντι στον φοβικό Άρη. Είχε ρυθμό, καθαρές φάσεις κι ένταση στο παιχνίδι της εν αντιθέσει με τον Άρη και την υποτονική συμπεριφορά του. Η μεσαία γραμμή υστέρησε και το παιχνίδι των κόντρα επιθέσεων δεν βρήκε υποστηρικτές γιατί διατηρήθηκε η αδυναμία στην τελική πάσα.

 

Ο Μανού Γκαρθία έβρισκε συνεχώς παίκτες μπροστά του ενώ ο Άλβαρο Ζαμόρα δεν μπορεί να λειτουργήσει ολομόναχος στην επίθεση. Δεν αξιοποίησε καμία στιγμή. Μέχρι και την αδύναμη πλευρά γέμισε σε κόντρα επίθεση στο πρώτο ημίχρονο.

Οι δύο πλάγιοι επιθετικοί (Σίστο, Σουλεϊμάνοφ) στερήθηκαν ουσίας στο παιχνίδι τους ενώ η αδυναμία υποδοχής δεύτερων μπαλιών από Μόντσου και Νταρίντα επέβαλε επικίνδυνη μονοτονία για τον Άρη διατηρώντας τον σε κατάσταση άμυνας. Η ΑΕΚ δεν βρήκε το γκολ στις φάσεις που, βάσει ποιότητας, θα έπρεπε να το βάλει αλλά το βρήκε με κόντρα. Ο Μόντσου είναι εξαιρετικός παίκτης αλλά μετά από δύο παιχνίδια, φαίνεται δύσκολο να υπηρετήσει παιχνίδι πίσω από την μπάλα. Θέλει να την έχει στα πόδια του.

Ο Άρης ήταν πιο απαιτητικός από τον εαυτό του στο δεύτερο ημίχρονο. Παιχνίδι καρμπόν μ’ αυτό της περασμένης Κυριακής στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας με τον Παναθηναϊκό. Ξανά ατέλεια στην τελική πάσα ή ένα κακό κοντρόλ έπαιξαν ρόλο καθώς προϋποθέσεις υπήρξαν. Έλειψε η μετουσίωση του καλού διαστήματος. Ανεβάζοντας τις γραμμές, ο Άκης Μάντζιος πήρε το ρίσκο αντικαθιστώντας κι αυτούς που υστέρησαν. Χάθηκε η ισορροπία και η ΑΕΚ βρήκε πολλές φάσεις. Πράγματι θα μπορούσε να είχε αποκτήσει μεγαλύτερο σκορ καθώς ο Άρης είχε θέματα στα μετ’ όπισθεν και αναποτελεσματικότητά του στις δικές του προϋποθέσεις. Τρία χαμένα κοντρόλ ο Ντιαντί, μια κακή εκτέλεση, η λεπτομέρεια που πάντα κάνει τη διαφορά και αναζητείται σα να πρόκειται για κρυμμένο θησαυρό.

Ο Άρης

Το 1-0 αφήνει ανοιχτούς λογαριασμούς ενόψει του δεύτερου αγώνα ο οποίος – σε επίπεδο έντασης – θα είναι όμοιος μ’ αυτόν που παίχθηκε στο δεύτερο ημίχρονο. Μέχρι τότε, ο Άρης θα πρέπει να βελτιωθεί στην τελική προσπάθεια γιατί σχέδιο έχει και πρέπει να υποστηριχθεί. Να μη χρειάζεται να ανεβαίνει πέντε κι έξι φορές ο Μπράμπετς αφήνοντας την άμυνά του αλλά να βρει το κατάλληλο passing game με αυτούς που έχουν την ευθύνη τη δημιουργία προς τα μπρος. Χθες για παράδειγμα, διαβάστηκε σωστά η κίνηση του Μανού Γκαρθία στο γήπεδο με πιο χαρακτηριστική φάση το «κλείδωμα» του Μήτογλου στον άξονα της μεσαίας γραμμής. Ο ίδιος παίκτης έπραξε κάτι αντίστοιχο και στον Κουάισον. Βάσει των αγωνιστικών ευθυνών του, ο Έλληνας στόπερ έκανε πραγματικά καλό παιχνίδι.

Τα δε αποτελέσματα από την πρώτη συνύπαρξη των Μορόν, Κουάισον στην 11αδα δεν ανάγκασαν κανέναν να πετάξει τη σκούφια του. Δεν αφορίζεται αυτή η σκέψη αλλά δεν είναι και τόσο απλή. Φάνηκε η αποχώρηση παικτών που έτρεχαν περισσότερο και οι χώροι αυξήθηκαν για την ΑΕΚ. Εν τέλει, βάσει όλων όσων έγιναν χθες, οι λογαριασμοί είναι ανοιχτοί ενόψει του δεύτερου αγώνα και το 1-0 δίνει μεγάλη δυνατότητα στον Άρη για την εξασφάλιση της πρόκρισης.

@Photo credits: INTIME

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Βλαχόπουλος
Βασίλης Βλαχόπουλος

Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία στα τελευταία χρόνια της… λαδόκολλας. Χάριν οικονομίας, το λευκό χαρτί χρησιμοποιούταν σε έκτακτες και ιδιαιτέρως σοβαρές καταστάσεις, ούτως ή άλλως ήταν δυσεύρετο. Πρόλαβε τη διαδικασία αποστολής των φαξ, αλλά και τις πρώτες συσκευές κινητής τηλεφωνίας με τη λαστιχένια κεραία που θύμιζαν στρατιωτικούς ασυρμάτους.

Παρακολουθεί όλες… τις μπάλες, αλλά η αδυναμία του είναι η πορτοκαλί, η σπυριάρα, λόγω της ειδοποιού διαφοράς μεταξύ ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Στο μπάσκετ ΠΑΝΤΑ κερδίζει ο καλύτερος. Στο ποδόσφαιρο, μπορεί να κερδίσει ο πιο τυχερός.

ΥΓ: Οσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα περιοδικά κι αν πέσουν στα χέρια του, το «Τρίποντο» ήταν, είναι και θα είναι το κορυφαίο forever and ever.