Κάπως έτσι ο Δουβίκας έγινε φορ αξίας 12 εκατ. €
Θα βάλω μια άνω τελεία στα όσα σκέφτομαι και μοιράζομαι μαζί σας σχετικά με τις ελληνικές ομάδες προκειμένου να ασχοληθώ με την ιστορία του Τάσου Δουβίκα. Μια ιστορία πολύ διδακτική, διότι ο 24χρονος επιθετικός γίνεται ο δεύτερος, μαζί με τον Ντίνο Μαυροπάνο, του top 10 των ακριβότερων μεταγραφών που δεν έχουν προηγουμένως αγωνιστεί σε μια μεγάλη ελληνική ομάδα. Και αυτή είναι μια ιστορία που σπάει το στερεότυπο που θέλει την παρουσία ενός Έλληνα σε μια μεγάλη ελληνική ομάδα ως ικανή και αναγκαία συνθήκη για να κάνει μια καλή μεταγραφή και να παίξει σε ένα μεγάλο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα.
Πίσω στην άνοιξη του 2021, ο Δουβίκας είχε την επιλογή να εξαργυρώσει την πολύ καλή σεζόν που είχε κάνει με τον Βόλο για να μετακινηθεί σε μια μεγάλη ελληνική ομάδα. Εκείνος όμως δεν έκανε αυτή την επιλογή. Ήθελε να παίξει μακριά από την Ελλάδα, και είχε την ιδέα ότι το “σκαλοπάτι” θα μπορούσε να είναι μια ομάδα από ένα ανώτερης ποιότητας πρωτάθλημα συγκριτικά με το ελληνικό. Και την ίδια αντίληψη είχαν οι άνθρωποι που τον υποστηρίζουν επαγγελματικά. Ο Πασχάλης Τουντούρης και ο Μιχάλης Σηφάκης. Ο ατζέντης του μαζί με τον πρώην διεθνή τερματοφύλακα που λειτουργεί ως επικεφαλής στο τμήμα που επιλέγει τους ποδοσφαιριστές που εκπροσωπεί η ProSport δούλεψαν για να βρουν μια ομάδα που θα ταίριαζε στα χαρακτηριστικά του διεθνούς επιθετικού, ένα project συμβατό με τα δικά του στοιχεία.
Έτσι προέκυψε η Ουτρέχτη. Μια ομάδα που έπεισε τους εκπροσώπους του Δουβίκα ότι τον θέλει για να τον βάλει στο παιχνίδι της και όχι για να συμπληρώσει το ρόστερ της. Και από τον πρώτο καιρό στην Ουτρέχτη ο Δουβίκας άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι η νέα του ομάδα του έδινε αυτά που χρειαζόταν: επιστημονική δουλειά για την ατομική βελτίωση πάνω στα αδύναμα στοιχεία του παιχνιδιού του, και αγωνιστικό μοντέλο που ευνοούσε τα χαρακτηριστικά του και στόχευε σε αυτό που πραγματικά ορίζει η επίθεση - την εκμετάλλευση των δυνατών στοιχείων του σέντερ φορ.
Στον πηγαιμό για την Ουτρέχτη ο Δουβίκας ήταν (σεζόν 2020 - ’21) ένας σέντερ φορ των 0.37 γκολ ανά παιχνίδι, με 0.4 xGoals - δηλαδή κάποιος που πετύχαινε περίπου όσα γκολ αναλογούσαν στην ποιότητα των ευκαιριών του στα 1.57 σουτ ανά ματς με 54% ευστοχία. Στην πρώτη του σεζόν με την Ουτρέχτη ο Δουβίκας ήταν ένας φορ των 0.35 γκολ ανά ματς, με 0.46 χGoals στα 2,1 σουτ ανά παιχνίδι με 46% ευστοχία. Και στην δεύτερη, την περσινή σεζόν, έγινε ένας φορ των 0.6 γκολ ανά ματς με 0.6 xGoals σε 2.69 σουτ με 47.6% ευστοχία. Με άλλα λόγια, χρόνο με τον χρόνο ανέβαζε σταθερά τον όγκο των τελικών προσπαθειών, εκτελώντας σε πιο μεγάλες ευκαιρίες και πετυχαίνοντας τελικά περισσότερα γκολ. Τα 9 γκολ της πρώτης σεζόν, έγιναν 20 στην δεύτερη και οι 3 ασίστ έγιναν 4, σε λιγότερες συμμετοχές.
Όσα έβλεπε από τον Δουβίκα με την Ουτρέχτη έπεισαν τον Λουίς Κάμπος, ο οποίος λειτουργεί ως σύμβουλος της Θέλτα στην επιλογή ποδοσφαιριστών για να τον υποδείξει. Και ο Ράφα Μπενίτες έφτασε στο “σε θέλω” τηλεφώνημα προς τον Έλληνα επιθετικό και παρότρυνε την Θέλτα για να κάνει μια από τις ακριβότερες αγορές που έχει κάνει ποτέ - να ξοδέψει 12 εκατ. € για να τον αποκτήσει.
Χάρη στη δουλειά της, η Ουτρέχτη κέρδισε τα γκολ του Δουβίκα για μια 2ετία και τώρα βάζει στο ταμείο της περί τα 12 εκατ. € (μείον το ποσοστό μεταπώλησης που είχε κρατήσει ο Βόλος) για έναν παίκτη για τον οποίο είχε ξοδέψει προ 2ετίας κάτι παραπάνω από 1 εκατ. €. Χάρη στην επιλογή που έκανε, και στη δουλειά του, ο Δουβίκας μέσα σε μια διετία σχεδόν δεκαπλασίασε την εμπορική αξία του και συγχρόνως έγινε ένας καλύτερος παίκτης συγκριτικά με τον σέντερ φορ που βλέπαμε στην Superleague.
Ένα παιδί που μεγάλωνε στο ελληνικό οικοσύστημα του ποδοσφαίρου πίστεψε ότι μπορεί να διαβεί έναν δρόμο που δεν αποτελούσε την πεπατημένη των Ελλήνων ποδοσφαιριστών. Βρήκε συνεργάτες με την ίδια νοοτροπία, οι οποίοι δούλεψαν για να του βρουν τον προορισμό, ο οποίος δεν ήταν μια δημοφιλής επιλογή. Ο Δουβίκας έφυγε από το ελληνικό προσκήνιο, και γι’ αυτό δυσκολεύτηκε να βρει ή να κρατήσει τη θέση του στην Εθνική Ομάδα. Συνέχισε όμως προσηλωμένος στον στόχο του και κατάφερε να παρακινήσει τον εαυτό του τόσο που να τον οδηγήσει στην υπέρβαση της ανάδειξής του σε πρώτο σκόρερ με μια ομάδα που δεν μπορούσε να δίνει στον σέντερ φορ της περισσότερες από 3 εκτελέσεις ανά παιχνίδι. Και σήμερα δρέπει τους καρπούς όλης αυτής της δουλειάς και ετοιμάζεται να γευτεί την εμπειρία του ισπανικού πρωταθλήματος. Και μας “φωνάζει” ότι όχι, για τον φιλόδοξο Έλληνα ποδοσφαιριστή ο δρόμος δεν πρέπει απαραίτητα να περάσει από τις μεγάλες ελληνικές ομάδες, που δεν δίνουν συχνά ευκαιρία στους Έλληνες ποδοσφαιριστές.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.