Μπαρτσελόνα: Όταν κάνεις τον προπονητή σου να νιώθει αναλώσιμος
Πρέπει να πω ότι δεν θυμάμαι όλα τα λόγια του Πεπ Γκουαρδιόλα τον καιρό που ανακοίνωνε, το 2012, την απόφαση του να εγκαταλείψει τον πάγκο της Μπαρτσελόνα. Θυμάμαι όμως αφενός ότι εκείνο τον καιρό, τον Απρίλιο του 2012 είχε νιώσει πιο έντονα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή την ένταση της κριτικής προς τις επιλογές του. Και τον θυμάμαι να λέει ότι η 4ετία του στον πάγκο του είχε φανεί σαν μια αιωνιότητα. Δήλωσε εξουθενωμένος από την πίεση και αποφασισμένος να κάνει διάλειμμα, το οποίο και έκανε.
Ο επόμενος που σήκωσε τα χέρια ψηλά και είπε “κουράστηκα και θα φύγω” ήταν ο Λουίς Ενρίκε. Κι εκείνος βιαζόταν να το βγάλει από μέσα του, και γι’ αυτό το ανακοίνωσε Μάρτιο (2017). Κι εκείνος χρειάστηκε διάλειμμα, και το έκανε, έμεινε από επιλογή χωρίς δουλειά. Και εκείνος ήταν πολύ επιτυχημένος, και άρα κάποιος που θεωρητικώς έτυχε, ειδικά μετά από την κατάκτηση του Champions League, καλής μεταχείρισης από τα ισπανικά media και την υψηλή κοινωνία της Μπαρτσελόνα. Κι όμως δεν την πάλεψε.
Ο Τσάβι έγινε τώρα ο τρίτος που το δηλώνει δημόσια ότι “δεν την πάλευε άλλο” στον πάγκο της Μπαρτσελόνα, κάνοντας και νέο ρεκόρ - δεδομένου ότι το ανακοίνωσε τον Ιανουάριο. Και ετούτος υπήρξε και πιο ειλικρινής δημοσίως, με όσα είπε (“σε κάνουν να νιώθεις ότι δεν αξίζεις κάθε μέρα. Μου το είχε πει εκ των προτέρων ο Πεπ. Είδα τον Λουίς Ενρίκε να υποφέρει. Πρέπει να σκεφτούμε. Έχουμε πρόβλημα με τις απαιτήσεις σε αυτή τη θέση”).
Οι Έλληνες, που τύχαινε να συνεχίζουμε να μαθαίνουμε τα νέα του Ερνέστο Βαλβέρδε, καταλάβαμε καλά πόσο τον “γέρασε” η ζωή στην Μπαρτσελόνα, τότε που τα μαλλιά του άσπρισαν περισσότερο από ποτέ και πολύ γρήγορα. Θυμάμαι σαν χθες την κατάπληξη που μου προκαλούσε η όψη του στην σειρά των ντοκιμαντέρ της Μπαρτσελόνα από την δική του περίοδο, εκεί όπου η στάση του σώματος, όταν βρισκόταν στα αποδυτήρια, στο ξενοδοχείο, στο γραφείο, στο λεωφορείο, σου δημιουργούσε την αίσθηση ότι αυτός είναι ένας άνθρωπος που δεν χαίρεται τη ζωή του. Όχι τυχαία, και ο Βαλβέρδε πέρασε πολύ χρόνο μακριά από πάγκους όταν έφυγε από την Μπαρτσελόνα, και προτίμησε να περνά τον χρόνο του σε ένα μπαρ που είχε δημιουργήσει, παίζοντας κιθάρα, παρά να ασχολείται με την προπονητική, μέχρι να τον ξαναπείσει η Μπιλμπάο, περίπου 2,5 χρόνια αργότερα, να επιστρέψει στον πάγκο της.
Τι της συμβαίνει της Μπαρτσελόνα; Γιατί μοιάζει με κρεατομηχανή προπονητών; Προφανώς ένα μέρος της εξήγησης για την κατάληξη της θητείας του Τσάβι βρίσκεται στην οικονομική/εταιρική κατάσταση της Μπάρτσα και την οικονομία της. Στην μεγαλύτερη εικόνα όμως, η κύρια εξήγηση είναι σχετική με το πώς η ίδια αυτοπροσδιορίζεται, και δεν αναφέρομαι στην διοίκηση της εταιρείας.
Αν έχεις εγγραφεί σε ένα από τα μαθήματα που είναι σχετικά με την προπονητική στο Barca Innovation Hub, το “ψηφιακό πανεπιστήμιο” που έχει δημιουργήσει η Μπαρτσελόνα, είναι πολύ πιθανό να έχεις ήδη καταλάβει τον συλλογισμό μου. Την ίδια ώρα που σε διαφωτίζουν μέσα από τα μαθήματα, οι επικεφαλής της μεθοδολογίας της Μπάρτσα σου δημιουργούν την εντύπωση ότι έχουν για την Μπαρτσελόνα την ιδέα ότι πρόκειται για αυτή που ορίζει το ποδόσφαιρο και το επινοεί. Αντιμετωπίζουν τα βιβλία της μεθοδολογίας τους σαν να πρόκειται για κομμάτια της βίβλου του ποδοσφαίρου. Και σε κάθε μάθημα σου μεταδίδουν την νοοτροπία ότι ο προπονητής είναι απλώς ένας “ενδιάμεσος” - δηλαδή αυτός που υποστηρίζει τους ποδοσφαιριστές και φροντίζει να τους μεταδίδει την διδακτέα ύλη που του έχει παραδοθεί από τους “σοφούς” της Μπαρτσελόνα. Κάνω μαθήματα και σε αυτά μαθαίνω ότι ο προπονητής δεν είναι όσο σημαντικός εγώ νόμιζα στην ιεραρχία μιας ομάδας.
Στην Μπαρτσελόνα ο προπονητής νιώθει όπως ο μέσος προπονητής μιας μεγάλης ελληνικής ομάδας: αναλώσιμος. Νιώθει συχνά ότι είναι “κατώτερος”. Δηλαδή ότι υπάρχουν μάτια καρφωμένα στην πλάτη του και στόματα έτοιμα να ανοίξουν για να τον “θάψουν” μετά από κάθε απώλεια νίκης. Και στελέχη που θεωρούν ότι η δική τους άποψη σχετικά με το πώς πρέπει να παίζει η Μπαρτσελόνα έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από αυτή του προπονητή. Όλος αυτός ο μικρόκοσμος που περιβάλει τον προπονητή αποτελεί κύρια πηγή από την οποία τα media αντλούν στοιχεία για την έντονη κριτική προς τον προπονητή. Στον τρόπο που λειτουργούν τα πράγματα στη Βαρκελώνη στο κομμάτι αυτό μπορείς να δεις την ποδοσφαιρική Ελλάδα.
Ναι, οι ελληνικές ομάδες δεν έχουν ιδρύσει ψηφιακά πανεπιστήμια, αλλά στο εσωτερικό τους κυκλοφορούν υπάλληλοι και στελέχη που έχουν για τον εαυτό τους την ιδέα ότι μπορούν “στα όρθια” να αξιολογήσουν το έργο ενός προπονητή και “εγώ θα σου πω αν κάνει ή όχι”. Γι’ αυτό και ζούμε το φαινόμενο με προπονητές που βγαίνουν “άχρηστοι” σε διάστημα λίγων μηνών. Διότι ο περίγυρος τους βγάζει “άχρηστους” και πείθει τον μεγαλομέτοχο ότι “πρέπει να φύγει”. Και την ίδια στιγμή δημιουργούν μια τόσο κακή αύρα στα αποδυτήρια που όχι απλώς δεν ευνοεί, ως περιβάλλον, την δουλειά του προπονητή αλλά κάνει το ακριβώς αντίθετο: τον απαξιώνει και τον ρίχνει στα μάτια των ποδοσφαιριστών.
Ζήτησαν από τον Τσάβι να δώσει δημοσίως μια συμβουλή στον διάδοχό του, και απάντησε “η συμβουλή μου θα ήταν να το απολαύσει, αλλά είναι αδύνατο”. Το διάβασα και αναρωτήθηκα πόσους προπονητές έχω δει να το απολαμβάνουν από τους δεκάδες που έχω δει και ζήσει να αναλαμβάνουν μια μεγάλη ελληνική ομάδα. Ελάχιστοι. Μετρημένοι στα δάχτυλα. Ίσως μόνο του ενός χεριού.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.