«Η ανάλυση του FFP, το παρασκήνιο της τιμωρίας της Σίτι και η προσφυγή στο CAS»

«Η ανάλυση του FFP, το παρασκήνιο της τιμωρίας της Σίτι και η προσφυγή στο CAS»

«Η ανάλυση του FFP, το παρασκήνιο της τιμωρίας της Σίτι και η προσφυγή στο CAS»
Ο νομικός με ειδίκευση στο αθλητικό και φορολογικό δίκαιο, Παναγιώτης Ρουμελιώτης, περνάει από «κόσκινο» στο gazzetta.gr την υπόθεση της Μάντσεστερ Σίτι, εξηγώντας πώς η UEFA οδηγήθηκε στην επιβολή της βαριάς τιμωρίας. Παράλληλα, αναλύει κάθε πτυχή του FFP, αλλά και τις πιθανότητες να μειωθεί η ποινή της πρωταθλήτριας Αγγλίας στο CAS.

Ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, ο οποίος εργάζεται στο Λουξεμβούργο ειδικεύεται σε υποθέσεις που αφορούν το αθλητικό και φορολογικό δίκαιο. Ο Έλληνας νομικός μιλώντας στο gazzetta.gr κάνει flash back στην απόφαση της UEFA για την εφαρμογή Financial Fair Play, επισημαίνει τον αρχικό συμβιβασμό με την Σίτι και δίνει την δική του ερμηνεία για την εξοντωτική ποινή που επιβλήθηκε στους «Πολίτες». Παράλληλα, παραθέτει τα παραδείγματα των δικαστικών προσφυγών που έκαναν Μίλαν και Γαλατασαράι, ενώ αναφέρεται στην υπερασπιστική γραμμή που θα ακολουθήσει η αγγλική ομάδα στο CAS.

«Προτού ξεκινήσουμε τη συζήτηση για την υπόθεση της Μάντσεστερ Σίτι, το Financial Fair Play, και τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η εν λόγω υπόθεση με τον διετή αποκλεισμό και το πρόστιμο που επιβλήθηκε από την UEFA, κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ συνοπτικά στο ιστορικό του Financial Fair Play.

Στο ποδόσφαιρο υπάρχει ισχυρός συσχετισμός μεταξύ δαπανών/εξόδων και αγωνιστικής επιτυχίας. Αυτό έχει ενθαρρύνει τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους οι οποίοι διαχρονικά ξοδεύουν υπέρογκα ποσά υλοποιώντας μεταγραφές και παρέχοντας παχυλούς μισθούς. Εν τοις πράγμασι, όμως, τα τελευταία 20 χρόνια αρκετοί είναι οι σύλλογοι των οποίων τα εισοδήματα δεν κάλυπταν τα προαναφερθέντα έξοδα και τα οποία βέβαια καλύπτονταν από την εισφορά κεφαλαίου από τους ιδιοκτήτες επενδυτές. Δηλαδή αρκετές ομάδες λειτουργούσαν πέρα από τις δυνατότητες τους προβαίνοντας σε αλόγιστες δαπάνες οι οποίες καλύπτονταν από τους ιδιοκτήτες και όχι από δικά τους έσοδα ως οργανισμός. Αυτό ουσιαστικά οδήγησε τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους να διακινδυνεύσουν την οικονομική τους ευπάθεια για την επιδίωξη βέλτιστων αγωνιστικών αποτελεσμάτων.

Αυτή η έμφυτη αστάθεια οδήγησε σε χρεοκοπίες συλλόγων παρά την αξιοσημείωτη αύξηση του τζίρου που παρατηρείται στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Στην ουσία, όταν οι ισολογισμοί αποδυναμώνονται, ο κίνδυνος αφερεγγυότητας αυξάνεται και όταν ένας σύλλογος καθίσταται αφερέγγυος, η επιβίωσή του εξαρτάται από τις προτιμήσεις των πιστωτών του. Συνεπώς, η UEFA προκειμένου να ανακόψει αυτές τις δαπάνες «καμικάζι» και λόγω της οικονομικής αστάθειας που παρατηρούνταν, θέσπισε το 2010 το Financial Fair Play, ένα οικονομικό νομοθετικό πλαίσιο για τους συλλόγους που μετέχουν στο Champions League και το Europa League, με στόχο να καταπολεμήσει κυρίως το λεγόμενο Financial Doping και να περιορίσει τον πληθωρισμό.

 

Η UEFA με τους κανονισμούς του FFP στοχεύει στο να είναι οι σύλλογοι αυτοσυντηρούμενοι, να μπορούν με τα δικά τους μέσα να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους. Δηλαδή να παραμείνουν βιώσιμοι οργανισμοί με το να κάνουν break-even μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα..Από την σεζόν 2013/14, όταν τέθηκε για πρώτη φορά σε εφαρμογή το συγκεκριμένο μοντέλο, η κατάσταση έχει βελτιωθεί πάρα πολύ. Η αξιολόγηση γίνεται ανά τρία έτη και θα πρέπει μέσα σε αυτό το διάστημα να υπάρχει ισορροπία στους ισολογισμούς και επίσης να μην υφίστανται ληξιπρόθεσμες οφειλές. Δηλαδή οι σύλλογοι οφείλουν να πληρώνουν τα χρέη τους απέναντι στους συλλόγους από τους οποίος κάνουν μεταγραφές, αλλά και στους υπαλλήλους τους».

Συνοπτική εξήγηση για την λειτουργία του FFP

«Όπως προείπα, κάθε ομάδα που επιθυμεί να αγωνιστεί σε κάποια συλλογική διοργάνωση της UEFA θα πρέπει να πληροί τα οικονομικά κριτήρια που τίθενται από το FFP. Τα κριτήρια αυτά εποπτεύονται και επιβάλλονται από το UΕFA Club Financial Control Body το οποίο απαρτίζεται από δύο διαφορετικά και ανεξάρτητα σώματα:

Το Ιnvestigatory Chamber, όπου ουσιαστικά πρόκειται για τον εισαγγελέα που διεξάγει τις έρευνες και το Adjudicatory Chamber που ουσιαστικά είναι ο δικαστής. Δηλαδή ο εισαγγελέας μπορεί να διαπιστώσει ότι ένας σύλλογος έχει υπερβεί το επιτρεπτό έλλειμμα που πχ. είναι 30 εκατ. Ευρώ.

Σε ό,τι αφορά την Μάντσεστερ Σίτι, η υπόθεσή της αφορά το break-even κριτήριο, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος αυτών των κανονισμών. Πρακτικά, οι ομάδες πρέπει να υποβάλουν κάποιες πληροφορίες, οι οποίες θα συμφωνούν με τις οικονομικές τους καταστάσεις. Έτσι η UEFA καλείται να αξιολογήσει κατά πόσο συμμορφώνονται με το break-even requirement. Δηλαδή, τα clubs θα πρέπει να έχουν ένα πλεόνασμα σε κάθε περίοδο αξιολόγησης, η οποία απαρτίζεται από 3 διαδοχικές περιόδους αναφοράς. Για παράδειγμα, η περίοδος αξιολόγησης για τη σεζόν 2019/2020 καλύπτει τις περιόδους αναφοράς που ολοκληρώνονται τα έτη 2019, 2018 και 2017. Η UEFA αφήνει ωστόσο μια απόκλιση ελλείμματος που είναι επιτρεπτή. Κατά βάση είναι 5 εκατ. την τριετία. Μπορεί όμως το έλλειμμα μιας ομάδας σε τρία χρόνια να φτάσει στα 30 εκατ. Ευρώ, αλλά η διαφορά από τα 5 εκατ. Ευρώ στα 30 εκατ. Ευρώ να ‘δικαιολογηθεί’ εάν καλύψει την ψαλίδα ο επενδυτής έτσι ώστε να μην υπάρχει κάποιο χρέος.

Η διαφορά αυτή και το αν η ομάδα έχει επιτύχει να είναι break-even προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη το σχετικό εισόδημα και τις σχετικές δαπάνες. Το σχετικό εισόδημα προέρχεται από χορηγίες, τηλεοπτικά, τα εισιτήρια, διαφημίσεις, μεταγραφές παικτών και από την άλλη πλευρά, τα έξοδα αφορούν σε αγορές παικτών, μισθούς, απόσβεση εγγραφής ποδοσφαιριστών κ.α.».

Τι προηγήθηκε προτού επιβληθεί η βαριά ποινή στην Σίτι

«Για να σχολιάσουμε το πικάντικο ζήτημα των ποινών θα πρέπει πρώτα να αναφερθούμε στο ιστορικό της εν λόγω υπόθεσης.

Στην περίπτωση της Μάντσεστερ Σίτι, η σχέση της αγγλικής ομάδας με την UEFA σχετικά με το FFP έχει ξεκινήσει από το 2014. Ουσιαστικά ο Σεϊχης Μανσούρ αγόρασε την Σίτι το 2008. Υπάρχουν δημοσιευμένοι οι λογαριασμοί της ομάδας του 2018 όπου όπως αποδεικνύεται έχει δαπανήσει 1.3 δισ. λίρες. Το 2014 έγινε μια έρευνα της UEFA στους λογαριασμούς του συλλόγου, όπου διαπιστώθηκε πως είχε έλλειμμα περίπου στα 180 εκατ. Ευρώ. Εκείνη την περίοδο επιτρεπόταν έλλειμμα μέχρι τα 45 εκατ. Ευρώ, ενώ πλέον το όριο είναι στα 30 εκατ. Ευρώ. Αυτό το έλλειμμα αφορούσε την αγωνιστική περίοδο 2012/13. Είναι πολύ σημαντικό αυτό γιατί ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί στην επιχειρηματολογία της Σίτι στο CAS. Επομένως επειδή υπήρχε καταφανής παραβίαση του FFP, δόθηκε στη Σίτι η δυνατότητα να συνάψει με το Club Financial Control Body της UEFA έναν διακανονισμό.

Ουσιαστικά αυτή η ευκαιρία δίνεται από την UEFA σε πολλά clubs όταν παραβιάζουν τους κανονισμούς για πρώτη φορά. Με βάση αυτή τη συμφωνία που κάλυπτε τρεις σεζόν (2013/14, 2014/15, 2015/16), η Σίτι έπρεπε να πληρώσει πρόστιμο 60 εκατ. Ευρώ, το οποίο στην ουσία ήταν 20 εκατ. Ευρώ αφού η πληρωμή της διαφοράς των 40 εκατ. Ευρώ βασιζόταν στο εάν θα συμμορφωθεί η Σίτι με τους κανονισμούς κάτι που εν τέλει έγινε. Η Σίτι περιορίστηκε στην αγορά παικτών, στα συμβόλαια που μπορούσε να προσφέρει και στη σύνθεση του ρόστερ στα ευρωπαϊκά ματς, όπου για παράδειγμα αντί για 25 παίκτες, μπορούσε να δηλώσει μάξιμουμ 21 ποδοσφαιριστές.

Το 2015 η Σίτι ζήτησε διαβεβαιώσεις από την UEFA πως μετά την συμμόρφωση της δεν υπήρχε κανένα θέμα. Έρχεται λοιπόν το 2018 το Der Spiegel, όπου δημοσίευσε έγγραφα και emails από το Football Leaks στα οποία φαινόταν πως η Σίτι «μαγείρεψε» τους λογαριασμούς της για εκείνο το διάστημα».

Η χρηματοδότηση του Μανσούρ μέσω χορηγιών

«Όταν ο Μανσούρ αγόρασε την ομάδα είχε πολλά έξοδα. Για να μπορέσει να την ενισχύσει όπως επιθυμούσε υπέγραψε μια 10ετή συμφωνία με την αεροπορική εταιρία Etihad το 2011. Με βάση την συμφωνία η Etihad θα έδινε κάθε χρόνο 68 εκατ. λίρες στην ομάδα για να είναι βασικός χορηγός στη φανέλα, στο στάδιο, αλλά και τις ακαδημίες. Αυτά τα emails αποδείκνυαν πως η Etihad πρόσφερε μόνο 8 εκατ. Λίρες. Τα υπόλοιπα η εταιρία του Μανσούρ τα έδινε στην Etihad και η τελευταία επέστρεφε αυτά τα χρήματα με μορφή χορηγίας στην Σίτι. Δηλαδή αντί να δηλώσουν χορηγία 8 εκατ. Λιρών, δήλωναν 68 εκατ. Όπως ήδη ανέφερα, οι χορηγίες είναι μέρος του εισοδήματος που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό ως προς το εάν υπάρχει πλεόνασμα ή έλλειμμα.

Ωστόσο, όταν υπάρχει χορηγία που σχετίζεται με τον ιδιοκτήτη της εταιρίας, θα πρέπει να ανταποκρίνεται σε market conditions, δηλαδή στην εύλογη αγοραστική αξία - δηλαδή πόσα χρήματα θα έδινε κάποιος τρίτος ως χορηγός. Με βάση τα έγγραφα των Football Leaks, η Σίτι εξαπάτησε την UEFA, οπότε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία τα έλαβε όλα αυτά υπόψη και τον Μάρτιο του 2019 ξεκίνησε δεύτερη έρευνα στους λογαριασμούς της Σίτι για να διαπιστώσει τυχόν παραβάσεις. Τα έγγραφα υποδείκνυαν πως ο ιδιοκτήτης Μανσούρ μέσω της Etihad έβαζε λεφτά στην ομάδα από την πίσω πόρτα. Έτσι ψευδώς διογκώθηκε το νούμερο της χορηγίας. Ο επικεφαλής εισαγγελέας του Ιnvestigatory Chamber, του πρώτου δηλαδή Σώματος της UEFA, διαπίστωσε την παρατυπία, συνεπώς ήταν υποχρεωμένος να διαβιβάσει την υπόθεση στο Adjudicatory Chamber που είναι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έτσι ώστε να εκδώσει απόφαση και την ποινή που θα επιβληθεί.

Με βάση τους κανονισμούς του Club Financial Control Body υπάρχουν διαφόρων ειδών τιμωρίες. Για παράδειγμα υπάρχει δυνατότητα προειδοποίησης, επίπληξης, πρόστιμου, αφαίρεσης βαθμών, παρακράτησης χρημάτων από τις διοργανώσεις της UEFA και επίσης αποβολής ή ακόμα και αφαίρεσης ενός τίτλου. Δεν υπάρχουν κριτήρια για την επιβολή των ποινών. Αυτό εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αρμοδίου της UEFA, ωστόσο μπορεί να επιβάλει διπλή ποινή, δηλαδή ένα πρόστιμο και για παράδειγμα την αποβολή από το Champions League».

Οι περιπτώσεις των Μίλαν και Γαλατασαράι

«Δεν είναι η πρώτη φορά που ο αποκλεισμός από το Champions League λαμβάνει χώρα ως ποινή. Το 2018 για τους ίδιους λόγους (FFP) η UEFA επέβαλε στη Μίλαν πρόστιμο και απέκλεισε την ιταλική ομάδα για δύο χρόνια από το Champions League (2018/19, 2019/20). Η Μίλαν προσέφυγε στο CAS, όπου το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε πως παραβιάστηκε το FFP, αλλά παρέπεμψε την υπόθεση πίσω στην UEFA θεωρώντας πως η ποινή ήταν υπερβολική. Αυτό συνέβη γιατί έγιναν κάποιες αλλαγές στη διοίκηση της Μίλαν που είχαν ως επακόλουθο τη σταθεροποίηση και βελτιστοποίηση της οικονομικής κατάστασης της ομάδας σε σχέση με την εποχή όπου η UEFA είχε διεξάγει την έρευνα της. Οπότε τα πραγματικά περιστατικά διαφέρουν.

Το CAS έχει επίσης δικάσει την υπόθεση της Γαλατασάραι το 2016. Ήταν ουσιαστικά η πρώτη απόφαση που αφορούσε σε παραβίαση του FFP. Τότε η Γαλατασαράι είχε αποκλειστεί για έναν χρόνο από το Champions League και της είχε επιβληθεί και ένας οικονομικός περιορισμός. Αντί για 90 εκατ. Ευρώ θα έπρεπε το μπάτζετ της ομάδας να πέσει στα 65 εκατ. Ευρώ. Το CAS έκρινε πως η ποινή αποκλεισμού για έναν χρόνο δεν ήταν δυσανάλογη με βάση την παραβίαση του κανονισμού καθώς ήταν η δεύτερη φορά που έπεσε θύμα του FFP. Κάνοντας έναν παραλληλισμό με την Σίτι, η τελευταία παραβίασε μια φορά το FFP, το 2014.

Ωστόσο θα ήθελα να τονίσω ότι για την υπόθεση της Σίτι, υπάρχει ήδη η πρώτη απόφαση του CAS. Η Μάντσεστερ Σίτι έκανε προσφυγή το φθινόπωρο του 2019 κατά της παραπεμπτικής απόφασης, θεωρώντας πως παραβιάστηκαν βασικά δικαιώματα της που σχετίζονταν με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε στην UEFA, μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι δε λήφθηκαν υπόψη αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία που τους παρείχαν. Επιπλέον, η Σίτι ισχυρίστηκε ότι το απόρρητο παραβιάστηκε κατάφωρα αφού όσο γινόταν η έρευνα υπήρχαν διαρροές στα media, με την Σίτι να θεωρεί πως ήταν δάκτυλος της UEFA η μεταφορά λεπτομερειών στα MME. Μάλιστα το CAS στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απέρριψε τους ισχυρισμούς της Σίτι για τις διαρροές πληροφοριών. Επομένως δεν αφορούσε στην ουσία, αλλά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε από την UEFA. Το CAS έκρινε πως η προσφυγή δεν ευσταθούσε καθώς δεν υπήρχε τελική εφεσίβλητη απόφαση.

Βασική προϋπόθεση για να ασκηθεί παραδεκτά έφεση στο CAS είναι να έχει γίνει εξάντληση όλων των εσωτερικών ένδικων μέσων. Στην προκειμένη περίπτωση δεν είχαμε τελική απόφαση, αφού θα έπρεπε να αποφανθεί το Adjudicatory Chamber (Δικαστής) και τότε μόνο η Σίτι θα μπορούσε να προσφύγει στο CAS. Παρότι η προσφυγή κρίθηκε απαράδεκτη, η εν λόγω απόφαση προσφέρει πολύ περιεχόμενο για το τι θα ακολουθήσει. Εν συνεχεία στο Adjudicatory Chamber έλαβε χώρα ακροαματική διαδικασία μετά την απόφαση του CAS στις 22 Ιανουαρίου και στις 14 Φεβρουαρίου η UEFA εξέδωσε δελτίο τύπου πως η Σίτι έχει κριθεί ένοχη και έχουν επιβεβαιωθεί οι κατηγορίες που έχουν προσαχθεί από το Ιnvestigatory Chamber (Εισαγγελέας), γιατί χρησιμοποίησε απατηλά μέσα για την περίοδο (2012-16) προκειμένου να φανεί ότι συμμορφώθηκε με το break-even κριτήριο. Εν ολίγοις, η UEFA έκρινε ένοχη την Σίτι για «μαγείρεμα» των εσόδων από χορηγίες θεωρώντας πως τα χρήματα προήλθαν από την τσέπη του Σεϊχη και όχι την Etihad. Επίσης, η UEFA ισχυρίστηκε πως η Σίτι παραβίασε την υποχρέωση της να συνεργαστεί με την UEFA στη διαδικασία των ερευνών. Έτσι της επιβλήθηκε ευρωπαϊκός αποκλεισμός δύο ετών, αλλά και πρόστιμο ύψους 30 εκατ. Ευρώ. Όλη η αιτιολογημένη απόφαση της UEFA δεν θα εκδοθεί μέχρι να αποφανθεί το CAS, οπότε δεν μπορούμε να αντλήσουμε πιο σαφή συμπεράσματα για το σκεπτικό της ποινής. Πάντως ο εκτελεστικός διευθυντής της Μάντσεστερ Σίτι, Φεράν Σοριάνο, εμφανίστηκε πολύ σίγουρος για την έκβαση της υπόθεσης τονίζοντας πως δεν ευσταθούν όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί.

Διαδικασία στο CAS

«Όσον αφορά τη διαδικασία ενώπιον του CAS, θα ήθελα να τονίσω ότι επειδή δεν έχω υπάρξει μέρος κάποια διαδικασίας, ό,τι ακολουθήσει ερείδεται σε προσωπικές μου εκτιμήσεις/εικασίες διαμορφωμένες από προσωπική έρευνα και μελέτη.

To CΑS εξέδωσε δελτίο τύπου στις 26 Φλεβάρη 2020, ότι η Σίτι άσκησε έφεση κατά της απόφασης της UEFA

To CAS μπορεί είτε να εκδώσει μια απόφαση αντικαθιστώντας την απόφαση της UEFA, είτε να ακυρώσει την απόφαση της UEFA και να επαναφέρει την απόφαση στο Adjudicatory Chamber (Δικαστής), όπως έγινε στην περίπτωση της Μίλαν. Η Σίτι ίσως ισχυριστεί πως το Ιnvestigatory Chamber (Εισαγγελέας), δεν είχε δικαιοδοσία να αναφερθεί στις περιόδους από το 2012 μέχρι το 2016, γιατί ουσιαστικά τότε, όπως προείπα, υπήρχε μια συναινετική συμφωνία που κάλυπτε αυτές τις τρεις περιόδους. Αφού παρήλθε αυτό το διάστημα η Σίτι είχε κριθεί 'καθαρή' με τους λογαριασμούς της να έχουν συμμορφωθεί με τους κανονισμούς της UEFA. Επίσης, μπορεί να ισχυριστεί για την έλλειψη δικαιοδοσίας καθώς με βάση τους κανονισμούς της UEFA έχει παραγραφεί το αδίκημα, εάν φυσικά αποδειχθεί ότι πράγματι υφίσταται, γιατί παρήλθε η πενταετία, αλλά και πως οι ισχυρισμοί βασίζονται σε παρανόμως αποκτηθέντα αποδεικτικά στοιχεία στα email δηλαδή και στα έγγραφα που διέρρευσαν από τα Football Leaks. Όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία, θα ήθελα να σημειώσω ότι είναι πάγια πρακτική του CAS να αποδέχεται στην αξιολόγηση των επιχειρημάτων τα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν προσκομιστεί ακόμη και αν έχουν αποκτηθεί με παράνομα μέσα. Στην προκειμένη περίπτωση ισχύει το ελβετικό δίκαιο και με βάση το ελβετικό δίκαιο το να αποκτήσεις αποδεικτικά στοιχεία με παράνομο τρόπο γίνεται δεκτό εάν δικαιολογείται από κάποιο επιτακτικό συμφέρον, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανές.

Επιπροσθέτως, τo CAS εξετάζει την υπόθεση από την αρχή, κρίνοντας τα πραγματικά περιστατικά, την ουσία και τα νομικά ζητήματα, κάτι που θεραπεύει οποιαδήποτε παρατυπία της διαδικασίας στον πρώτο βαθμό. Συνεπώς, κατά την κρίση μου, τυχόν επιχειρηματολογία της Σίτι για παραβάσεις στη διαδικασία της UEFA δεν θα τελεσφορήσει.

Η Σίτι αρχικά θέλει μια γρήγορα απόφαση και στη συνέχεια να αναβάλει την επιβολή της ποινής. Ακόμα και πριν υποβάλει την προσφυγή στο CAS, η Σίτι μπορεί να κάνει αίτημα για να επιβληθούν προσωρινά μέτρα. Δηλαδή μέχρι να εκδοθεί η τελική απόφαση μπορεί να ζητήσει να μην επιβληθεί καμία ποινή, όπως για παράδειγμα ο αποκλεισμός. Εάν αυτό γίνει δεκτό από το CAS, τότε η τιμωρία θα επιβληθεί με καθυστέρηση και δεν θα εφαρμοστεί από την επόμενη σεζόν (2020/21), αλλά θα μπορεί να πάρει μέρος στο επόμενο Champions League, με την ποινή να έχει ισχύ στη σεζόν 2021/22. Θα πρέπει ωστόσο η Σίτι να αποδείξει μεταξύ άλλων ότι θα υποστεί ζημία από την τιμωρία, παραδείγματος χάρη θα απολέσει ένα μεγάλο ποσό από την μη συμμετοχή της στη διοργάνωση, πάνω από 250 εκατ. Ευρώ τον χρόνο υπολογίζουν. Εκτιμώ πως το CAS ίσως δεχθεί αυτό το αίτημα γιατί υπάρχουν τρία κριτήρια. Εάν αυτό συνέβη, θα γνωρίζουμε το αποτέλεσμα σε 4-6 εβδομάδες γιατί το CAS θα δημοσιεύσει την απόφαση του για το αν θα γίνει το αίτημα δεκτό. Ακόμα και εάν αυτό δεν είναι τελική απόφαση θα μας δώσει κάποια αίσθηση για το τι μπορεί να ακολουθηθεί στην διαδικασία. Για το αν μπορεί για παράδειγμα να εγκριθεί το αίτημα αυτό μπορεί το CAS είτε να δεχθεί την προσφυγή, είτε αν δεν συμβεί αυτό να μειώσει την ποινή.

Το δεύτερο που μπορεί να συμβεί είναι η Σίτι μαζί με την UEFA να συμφωνήσουν από κοινού να ακολουθηθεί μια εσπευσμένη διαδικασία και το αργότερο μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού να ληφθεί η απόφαση από το CAS. Μάλιστα ο Σοριάνο δήλωσε πως θα επιδιώξει μια σύντομη λύση στην υπόθεση. Με βάση των κώδικα του CAS όταν υπάρχει μια προσφυγή, το CAS θα πρέπει να αποφασίσει μέσα σε τρεις μήνες.

Στην πραγματικότητα ο μέσος όρος διάρκειας έκδοσης απόφασης είναι 5-6 μήνες. Με αυτή την λογική η υπόθεση μπορεί να κριθεί τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο, όταν ομολογουμένως θα είναι αργά. Ως προς την ποινή, πιστεύω ότι ίσως μειωθεί σε μονοετή αποκλεισμό. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να αποκλείσουμε ότι και το πρόστιμο ίσως μειωθεί. Επειδή όμως είναι η δεύτερη παράβαση της Σίτι, θεωρώ ότι ο ευρωπαϊκός αποκλεισμός θα ισχύσει έστω και αν μειωθεί στο ένα έτος, αν λάβουμε την απόφαση του CAS στο θέμα της Γαλατασαράι».

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

 

PREMIER LEAGUE Τελευταία Νέα