Ο Μορόν δείχνει να είναι ο καλύτερος φορ που έχει διαχειριστεί ο Μάντζιος στον Άρη
Οι συγκρίσεις παράγουν διαφωνίες, στην προκειμένη περίπτωση κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι υπάρχει επάρκεια δείγματος, αλλά διάβολε, αυτός ο τύπος δεν γίνεται να ακουμπήσει στην ίδια ζυγαριά με οποιονδήποτε άλλο φορ χρειάστηκε να διαχειριστεί ο Άκης Μάντζιος στον Άρη. Δεν ήταν μόνο τα δύο υπέροχα τέρματα που σημείωσε απέναντι στον Παναιτωλικό τα οποία δεν φανέρωσαν μονάχα την ποιότητά του αλλά κυρίως την ποδοσφαιρική σκέψη του. Ειδικά στο πρώτο είχε 1-2 δευτερόλεπτα για να διαβάσει τη λανθασμένη τοποθέτηση του Καπίνο κι έστειλε την μπάλα στο σημείο που έπρεπε. Στο δεύτερο επίσης έπρεπε να προλάβει τον έναν εκ των δύο στόπερ του Παναιτωλικού και πάλι χρειάστηκε κλάσματα δευτερολέπτου για να στείλει την μπάλα εκεί που δεν θα μπορούσε να την διώξει ούτε ο Ντασάεφ, που λέγαμε πιτσιρικάδες. Για τον πολύπαθο πλανήτη Άρη και όσους κατοικούν σ’ αυτόν η μόνιμη κουβέντα στα χείλη τους είναι … «φέρε ένα φορ που να βάζει». Ε, ο Ισπανός είναι από άλλον πλανήτη.
Και επιμένω ότι δεν είναι μόνο τα γκολ που σημείωσε όσο αυτό που είπε ο Άκης Μάντζιος μετά το παιχνίδι και το οποίο ενδεχομένως να μην πήρε την απαιτούμενη έκταση. «Ξέρει πώς θα κινηθεί με την μπάλα και χωρίς αυτήν». Για παράδειγμα, στην Τούμπα όπου ο Άρης είχε αμυντική φιλοσοφία, ο Λορέν Μορόν περισσότερο έπαιξε σαν δεκάρι υποδεχόμενος την μπάλα έπειτα από τις διαδοχικές αποτυχημένες προσπάθειες εφαρμογής του λεγόμενου built up και «σπάζοντάς» την προς πάσα κατεύθυνση, έδινε ανάσες αναζητώντας παράλληλα τρόπους έκφρασης στην επίθεση. Είναι δηλαδή η ανθεκτικότητα που εμφανίζει κινούμενος στο γήπεδο και η ικανότητα μετάλλαξης από δημιουργός σε εκτελεστής, αν χρειαστεί δε μπορεί να περιοριστεί στον πρώτο ρόλο.
Ομολογώ ότι δεν άντεξα στον πειρασμό και με την ερώτηση (σ. σ. «είναι ο καλύτερος φορ που έχετε διαχειριστεί στον Άρη;») προφανώς ο Άκης Μάντζιος βρέθηκε σε δύσκολη θέση, τουλάχιστον όμως απάντησε. «Είναι εξαιρετικός και ποιοτικός», είπε. Οι προπονητές δε συνηθίζουν τον διαχωρισμό στρατιωτών καθώς έχουν να διαχειριστούν κοτζαμάν λόχο, υποψιάζομαι όμως ότι δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Επί Μάντζιου, ο Κριστιάν Λόπεθ δεν σκόραρε ποτέ καθώς σ’ εκείνο το γκολ που είχε πετύχει με τη Λαμία στην άκρη του πάγκου καθόταν ο Μίκαελ Ένινγκ. Ο Ισπανός ήταν τόσο αναποτελεσματικός με συνέπεια να χάσει τη θέση του από τον φιλότιμο Δημήτρη Μάνο. Σύγκριση με τον Κώστα Μήτρογλου επίσης δεν μπορεί να σταθεί καθώς ο Έλληνας επιθετικός, ερχόμενος στον Άρη, ήταν σε κακή κατάσταση. Ο δε Αμπουμπακάρ Καμαρά ουδέποτε ήταν φορ αλλά ένας πολεμιστής πολυτελείας, ένας περιφερειακός επιθετικός ο οποίος όταν έφτανε «φάτσα» στον αντίπαλο τερματοφύλακα οι πιθανότητες να σκοράρει ήταν 1/13. Παράλληλα, χρειαζόταν γαϊδουρινή υπομονή για να τον αντέξει κανείς στην καθημερινότητά του.
Ο Λορέν Μορόν μετρά τέσσερα γκολ σκοράροντας ανά 106 λεπτά συμμετοχής. Προφανώς δεν έχει τη σωματοδομή του Καμαρά, όπως και ο τελευταίος δεν διαθέτει την ποιότητά του, αλλά η στατιστική έχει καταγράψει ποσοστό επιτυχίας 48% σε κερδισμένες μονομαχίες. Στα παιχνίδια που έχει αγωνιστεί έχει 4/18 τελικές προσπάθειες και 0.8 γκολ ανά αγώνα, μετρώντας επίσης 27.2 επαφές με την μπάλα. Πέραν όμως της στατιστικής απεικόνισης της προσφοράς του είναι κι αυτό το γράφημα του sofascore στο οποίο αποτυπώνονται τα σημεία στα οποία πατάει στο γήπεδο. Σε αυτό αναδεικνύεται το σπουδαιότερο χαρακτηριστικό του, η ομαδικότητά του. Αυτό ανέδειξε όταν σκόραρε το δεύτερο γκολ απέναντι στον Παναιτωλικό. Δεν έδειξε τον εαυτό του, δεν κινήθηκε προς την κερκίδα, ούτε είπε το περιβόητο «εδώ είμαι εγώ», αλλά έδειξε τον Τζόναταν Μενέντες για να αντιληφθεί και ο πλέον ανυποψίαστος ότι το μισό γκολ ανήκε στον βραχύσωμο Αργεντίνο επιθετικό.
Κρίνοντας εν τέλει από το δείγμα των πέντε αγώνων, ο Μορόν δείχνει ικανότητα μετουσίωσης του έργου που προσπαθεί να παράξει ο Άκης Μάντζιος. Για παράδειγμα, είναι ξεκάθαρος ο ποδοσφαιρικές ορθολογισμός στη συμπεριφορά του συνόλου και η ένταξη αγωνιστικών αρχών. Άμυνα δεν παίζουν μόνο οι πέντε και η επίθεση δεν είναι υπόθεση τεσσάρων πέντε νοματαίων. Οι πλάγιοι full back οφείλουν να ανεβαίνουν και να δημιουργούν, όπως έκανε για παράδειγμα ο Μόζες Οντουμπάτζο χθες, σ’ ένα από τα πιο ουσιαστικά παιχνίδια του με τη φανέλα του Άρη και στη συνέχεια ο Φράνκο Φεράρι. Το δε μηδέν παθητικό που έχει ο Άρης στους τελευταίους τρεις αγώνες επιβεβαιώνει τη βελτίωσή του, ασχέτως του ότι συνεχίζει να παραμένει μακριά από αυτό που θέλει ο προπονητής του.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.