Λάζαρε… μπες μέσα

Λάζαρε… μπες μέσα

Λάζαρε… μπες μέσα

bet365

Ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος πέτυχε ένα μοναδικό ρεκόρ το βράδυ της Κυριακής και ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης βγάζει το καπέλο σε έναν παίκτη που έχει δώσει περισσότερα από αυτά που έχει πάρει.

Υπάρχουν κάποιοι αθλητές που χαίρεσαι για αυτά που καταφέρνουν, χωρίς απαραίτητα να τους έχεις γνωρίσει. Ούτε καν να τους έχεις πει ένα «γεια» ποτέ. Απλά παρακολουθώντας την πορεία τους, το πείσμα τους, την επιστροφή τους μέσα από τις δυσκολίες, αλλά και την επιμονή τους να εξακολουθούν να υπηρετούν το «ψώνιο» τους σε υψηλό επίπεδο, ακόμα και όταν η (αθλητική) ηλικία τους, θεωρητικά έχει αρχίσει να τους απαγορεύει κάτι τέτοιο.

Ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος με το γκολ που σημείωσε με τη φανέλα του Άρη, κόντρα στον Παναιτωλικό το βράδυ της Κυριακής, κατέγραψε ένα ρεκόρ που είμαι σίγουρος ότι από τη η μία θα… το γουστάρει με τρέλα, καθώς είναι ο πρώτος που το καταφέρνει και δεν μπορώ να σκεφτώ ποιος και πότε μπορεί να το ισοφαρίσει, αλλά από την άλλη -ο ίδιος- μπορεί να πει το πολύ απλό: «Καλά πως κάνετε έτσι; Αυτή είναι η δουλειά μου»!

Γκολ λοιπόν (έστω και ένα) με όλες τις ομάδες του Big 5 αρχής γενομένης από το 2005 με τον ΠΑΟΚ. Ναι ο Λάζαρος μας απασχολεί στο κορυφαίο επίπεδο εδώ και 18 χρόνια! Μια ολόκληρη ποδοσφαιρική ζωή και ένα μεγάλο κομμάτι πλέον κανονικού… ανθρώπινου βίου. Του μισού δικού του σχεδόν, καθώς είναι πλέον στα 37 του. Και μιλάμε μόνο για τα γκολ με ΠΑΟΚ, Παναθηναϊκό, ΑΕΚ, Ολυμπιακό, Άρη που αφορούν το ρεκόρ. Ο ίδιος στον λογαριασμό θα βάζει και τα υπόλοιπα (όχι λίγα) εκτός συνόρων, σε Ιταλία και Κύπρο. Την περίοδο στον Ατρόμητο λογικά θέλει να την ξεχάσει. Άλλωστε τότε κατάλαβε για τα καλά πως θέλει (ανεξάρτητα από την ηλικία) να βρίσκεται σε ομάδες που έχουν πίεση «πρωταθλητισμού», πίεση τίτλων.

Χαίρομαι πάντα να βλέπω ενεργούς στα γήπεδα ποδοσφαιριστές, αλλά και γενικότερα αθλητές οι οποίες (και οποίες) έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν τους δαίμονες τους, είτε αυτοί προέρχονται από τραυματισμούς, είτε από ψυχική αστάθεια (αυτό δεν αφορά τον Λάζαρο) και εξακολουθούν να γράφουν την δικιά τους ιδιαίτερη ιστορία. Ανάμεσα σε αυτούς ο Χριστοδουλόπουλος θεωρώ πως είναι μια, όχι όσο θα έπρεπε, ευρεία αποδεκτή περίπτωση. Κι όμως το άθροισμα των επιτευγμάτων του σε ατομικό, αλλά και ομαδικό επίπεδο, σε σχέση με αυτά που ζητούσε, αλλά και μπορούσε να υποστηρίξει ο οργανισμός με τον οποίο είχε συνδεθεί κάθε φορά, είναι τουλάχιστον πληθωρικό. Στο ισοζύγιο μάλιστα αυτών που έχει προσφέρει και αυτών που έχει πάρει από τη μπάλα και οικονομικά, αλλά και σε τομείς όπως π.χ η «εθνική ομάδα» αλλά και στα… άυλα όπως ο σεβασμός, δεν είναι κερδισμένος. Αλλά σε μια χώρα που και οι κλήσεις στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα φαίνεται να είναι (και) θέμα που ξεφεύγει από το καθαρά αγωνιστικό και η αποδοχή ενός παίκτη έχει να κάνει κυρίως με τα οπαδικά κριτήρια, κάποιος που έχει παίξει στους πέντε μεγάλους, άρα έχει φύγει από τους τέσσερις, λογικά είναι χαμένος από χέρι, στο κομμάτι της αποδοχής.

 

Όσον αφορά τον Λάζαρο, μας έχουν απασχολήσει περισσότερο –κατά καιρούς- η ιστορία με την… «οικοδομή», η κόντρα με τον ΠΑΟΚ, η ατάκα «και με αυτό το μαλλί», το πως έφυγε από την ΑΕΚ για να πάει στον Ολυμπιακό και το πώς τελικά τελείωσε από τον Πειραιά χωρίς να δώσει και να πάρει αυτά που ήθελε, αγωνιστικά. Και γενικότερα από το που αποχώρησε σαν φίλος, από πού όχι και με ποιες συνθήκες. Ζητήματα που δεν έχουν να κάνουν με ότι πέτυχε μέσα στο γήπεδο, αλλά με υποθέσεις που συνήθως γράφονται περισσότερο από την πλευρά αυτού που έχει τη μεγαλύτερη δύναμη. Της ΠΑΕ, του συλλόγου, των οπαδών. Ο ένας, ο παίκτης είναι σχεδόν πάντα χαμένος από χέρι. Ακόμα και αν έχει άδικο αυτό θα διογκωθεί τόσο ώστε να είναι ο μοναδικός κακός της υπόθεσης.

Από όλα αυτά πάντως και με τα χρόνια να έχουν περάσει,, με τον ίδιο να έχει ισορροπήσει στο μυαλό του όλα τα παραπάνω και να έχει πάντα το «σαράκι» και την φιλοδοξία να είναι μέσα στο γήπεδο, όσο πρέπει «χρήσιμος», από την πλευρά μου μια ιστορία θα κρατούσα, πέρα από αυτές που έχει «πει» ο ίδιος με τα γκολ και τις ασίστ του. Αυτή που, από τα λόγια του όσες φορές έχει μιλήσει, είναι αυτή που μπορεί να τον «τρώει» ακόμα. Τη χαμένη ευκαιρία του 2006 με τη Λίβερπουλ. Τότε που ο ΠΑΟΚ δεν του άνοιξε τον δρόμο για το Μέλγουντ (αρχικά) και την πιθανότητα να πατήσει χορτάρι και στο Άνφιλντ. Έχω την αίσθηση ότι ένας χαρακτήρας σαν και αυτόν, σε εκείνο το περιβάλλον θα είχε εξαντλήσει μέχρι τέλους τις πιθανότητες να κάνει το άλμα σε μια άλλη διάσταση και ότι θα τα έχει καταφέρει κιόλας, να είναι ο… Τσιμίκας πολύ πριν τον Τσιμίκα. Σε πραγματικά ανταγωνιστικό επίπεδο.

Δεν γνωρίζω για πόσο ακόμα ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος θα έχει το κουράγιο, όχι να μπαίνει στο γήπεδο για να αγωνιστεί, αλλά να κάνει όλα όσα πρέπει για να κρατάει τον εαυτό του στην κατάσταση για να μπορεί να το κάνει όπως επιθυμεί, με τα χρόνια να το κάνουν όλο και πιο επίπονο. Αλλά για αθλητές (πρώτα απ’ όλα) σαν και αυτόν, που δεν θα τιμηθούν ποτέ σε μια ειδική εκδήλωση σε ένα στάδιο με 20-30-50 χιλιάδες κόσμο η αποδοχή του κόσμου γιατί ήταν πάντα «εκεί», για να σκυλιάζει για τη φανέλα που φορούσε, είναι το μεγαλύτερο βραβείο.

Αλλά επειδή όλα αυτά μπορεί να διαβάζονται σαν ποδοσφαιρική «νεκρολογία», μια ημέρα μετά από ένα μοναδικό ρεκόρ ας κρατήσουμε την επιτυχία, την χαρά και την ικανοποίηση που προσφέρουν τέτοιες στιγμές σε αυτόν που τα καταφέρνει και σε εμάς που βλέπουμε ότι ένα τύπος που κινούμαστε παράλληλα 18 χρόνια τώρα, είναι ενεργός και αποτελεσματικός στη δουλειά που γουστάρει, όσο θα θέλαμε όλοι μας.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Δημήτρης Κωνσταντινίδης
Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης βρίσκεται στην αθλητική δημοσιογραφία από το 1984, επί σειρά ετών συντάκτης, αρχισυντάκτης και διευθυντής σύνταξης σε αθλητικές και πολιτικές εφημερίδες, ραδιοφωνικός παραγωγός (εντός και εκτός αθλητικών) από το 1989 και...υπήρετης του digital και των αθλητικών sites από τις αρχές των... '00s στα πρώτα τους βήματα. Αρθρογράφος και podcaster πλέον του κορυφαίου αθλητικού μέσου της χώρας που τον φιλοξενεί (και τον...ανέχεται) από το 2020.