Η επιστροφή του Κλάους στον τόπο του… εγκλήματος!
Σπανίζουν περιπτώσεις ποδοσφαιριστών, όπως ο Στέφανος Αθανασιάδης, που έκαναν το χόμπι τους επάγγελμα, αγωνίστηκαν για σχεδόν 300 επίσημα παιχνίδια, 295 για την ακρίβεια, με τη φανέλα της αγαπημένης τους ομάδας (του ΠΑΟΚ), πέτυχαν 106 γκολ και είδαν την καριέρα τους, μέσα σε μόλις ενενήντα λεπτά, να κλονίζεται και να συντρίβεται συθέμελα. Ουδείς γνωρίζει, πρώτα απ’ όλα ο ίδιος, πως θα είχε γραφτεί η ιστορία (του) αν δεν υπήρχε εκείνο το παιχνίδι στις 3 Αυγούστου του 2016 κόντρα στον Άγιαξ για τα προκριματικά του UEFA Champions League, άλλωστε αυτή η απορία πράγματι αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα (αναπάντητα) «what if» στα χρονικά του «Δικεφάλου».
Εδώ ήρθαμε, που λένε και στο σινεμά, άλλωστε ο σημερινός αγώνας, έστω απέναντι στον ΠΑΟΚ (Β’), μοιάζει με την επαναπροβολή του φιλμ της «ασπρόμαυρης» καριέρας του Στέφανου Αθανασιάδη και προφανώς με το που θα μπει φορώντας, πλέον, την κιτρινόμαυρη φανέλα της Αναγέννησης για το ζέσταμα, θα νιώσει την καρδιά του να χτυπάει έντονα και να πάλλεται από τα πιο δυνατά συναισθήματα...
Το μυαλό του δεν μπορεί παρά να γυρίσει είκοσι τρία χρόνια πίσω, τότε που μικρό παιδάκι γράφτηκε στις ακαδημίες του «Δικεφάλου» αφήνοντας πίσω τα τμήματα υποδομής της ομάδας του χωριού του, στο Λάκκωμα Χαλκιδικής, όπου παρεμπιπτόντως είχε ξεκινήσει να παίζει ως αριστερό μπακ! Ο Κλάους είναι ένα παιδί που μεγάλωσε μέσα στην Τούμπα, τραγούδησε μαζί με άλλους συνομήλικους του στη Θύρα 4, μάζεψε τις πρώτες του οικονομίες, ως ball boy, από τα κέρματα που έπεφταν στον αγωνιστικό χώρο, κάπως έτσι έφθασε να γίνει αρχηγός και ένας εκ των κορυφαίων σκόρερ της αγαπημένης του ομάδας. Όσα κουσούρια κι αν έχει, ό,τι κι αν λένε όσοι δεν γουστάρουν τα μούτρα του ή όσοι τον παρομοιάζουν με τον κλασικό τύπο «δεν βαριέσαι βρε αδερφέ», ένα δεν μπορούν να του προσάψουν: Ότι δεν λατρεύει ακόμη και τώρα τον ΠΑΟΚ.
Βασικά εδώ ήρθε ο ίδιος ο Κλάους, για να ξαναδώσει νόημα σε εκείνο το παλιό τραγούδι του Γιώργου Μουζάκη, που λέει «ένας φίλος ήρθε απόψε απ' τα παλιά, φορτωμένος με χιλιάδες αναμνήσεις, είχε γκρίζα τα σγουρά του τα μαλλιά και μου είπε πώς απόψε θα γυρίσεις» και (λέγεται ότι) το άκουγε κι έκοβε τις φλέβες του ο συχωρεμένος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής...
Αυτός ο φίλος πρωτοεμφανίστηκε στη ζωή μας στα μέσα της δεκαετίας του 2000, έτυχε μάλιστα να είμαι από τους πρώτους που τον χάζευαν με την εφηβική ομάδα του ΠΑΟΚ να σκοράρει κατά ριπάς. Εισέβαλε ορμητικά στο ελληνικό ποδόσφαιρο εκτελώντας εν ψυχρώ κάθε αντίπαλο που βρισκόταν μπροστά του: σκόρερ ολκής, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να σπρώξει την μπάλα στα αντίπαλα δίχτυα, φρόντισε και άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμα του με την «ασπρόμαυρη» φανέλα. Διόλου ευκαταφρόνητες οι επιδόσεις και τα νούμερα του για μια ολόκληρη δεκαετία: 295 συμμετοχές, 106 γκολ, πρώτος σκόρερ στην Ευρώπη με 20 γκολ.
Για τον ΠΑΟΚ ο Κλάους θα είναι πάντοτε ένας (άλλος) Μπάγεβιτς: άλλοτε το απωθημένο του, άλλοτε η λύτρωσή του, άλλοτε η Ερινύα του σε μια σχέση στην οποία τα όρια της λατρείας με το μίσος μοιάζουν συγκεχυμένα. Μια αγάπη που έγινε δίκοπο μαχαίρι και μια παράξενη ιστορία, η οποία ακόμη και έπειτα από τρία χρόνια, όχι απλά στοιχειώνει τη σχέση τους, αλλά φαίνεται ότι ο πανδαμάτωρ χρόνος δεν γιάτρεψε ολότελα την πληγή που προκάλεσε το διαζύγιο του.
Ο Κλάους ουδέποτε ήταν ο καλύτερος επιθετικός του κόσμου, αλλά είχε καταφέρει να αφήσει το στίγμα του, σε μια ομάδα που για πολλά χρόνια είχε πάψει να βγάζει σταρ από τα σπλάχνα της, να δημιουργεί ήρωες με την «ασπρόμαυρη» φανέλα. Έφτασε, πάντως, στο σημείο όταν η μπάλα κατέληγε στο πλεκτό από τα πόδια του, η φανέλα με το «33» στην πλάτη, πουλούσε πιο πολύ κι από αυτή του Πάμπλο Γκαρσία, με τον οποίο συνυπήρξαν στα αποδυτήρια της Τούμπας για πολλά χρόνια και θα ξανανταμώσουν το μεσημέρι στο γήπεδο του Μακεδονικού.
Πολλοί είπαν ότι στρογγυλοκάθισε πάνω στο παχυλό συμβόλαιο, που υπέγραψε μετά από πολλές διαπραγματεύσεις τον Σεπτέμβριο του 2014, όντας ένας από τους πιο χαμηλά αμειβόμενους ποδοσφαιριστές του Δικεφάλου μέχρι τότε, άλλωστε η προσωπική «επίθεση» που δέχθηκε ύστερα από εκείνο το παιχνίδι με τον Άγιαξ και έναν ακόμη οδυνηρό αποκλεισμό του ΠΑΟΚ στο Champions League, δεν προκάλεσε μεγάλη έκπληξη για τους παροικούντες στην Τούμπα. Ούτε πρωτόγνωρη ήταν, ούτε ασυνήθιστη ήταν, ειδικά απέναντι σε Έλληνες, από ένα κοινό που πριν από μερικά χρόνια τον αποθέωνε και καμάρωνε για το μακρόσυρτο «Σςςς» προς την αντίπαλη κερκίδα, από ένα κοινό που απαιτούσε από τον Ιβάν Σαββίδη, να μη διανοηθεί να τον αφήσει να φύγει, αλλά έφτασε στο σημείο να μη θέλει να τον βλέπει ούτε ζωγραφιστό!
Το ταξίδι στα «ασπρόμαυρα» είχε φτάσει στο τέλος του. Κάποτε ήθελε να παίξει σε επίσημο ματς με τον ΠΑΟΚ. Το κατάφερε! Αργότερα ονειρεύτηκε να σκοράρει. Το πέτυχε! Δεσμεύτηκε να πανηγυρίσει στη Θύρα 4 το πρώτο γκολ στην Τούμπα. Κράτησε την υπόσχεσή του!
Έφυγε δανεικός στον Πανσερραϊκό, στα χρόνια του Φερνάντο Σάντος, παίζοντας μόλις μία φορά ως αντίπαλος του (κανονικού) ΠΑΟΚ σ’ έναν αγώνα κυπέλλου τον Ιανουάριο του 2010, γύρισε και κατόρθωσε, σε μια ομάδα με αντιδημιουργικό κατά βάσει κέντρο, να ξεπεράσει τα 100 γκολ, να ανταπεξέλθει λόγω και της στάσης ζωής στην πίεση της Τούμπας, να κερδίσει ένα καλό συμβόλαιο, αλλά αποδείχθηκε ότι δεν μπόρεσε ποτέ να διαχειριστεί τη λάμψη και το θόρυβο γύρω από το όνομά του. Άφησε τον χρόνο να κυλάει εις βάρος του αδιαφορώντας, λόγω χαρακτήρα, για τις αφορμές, που ο ίδιος έδινε κατά διαστήματα. Σε πολλές περιπτώσεις ξέφυγε, δεν μέτρησε σωστά τις απαιτήσεις του κόσμου από τον «ΠΑΟΚ του Σαββίδη», ντεφορμαρίστηκε και φτάσαμε στο αναγκαστικό διαζύγιο το καλοκαίρι του 2017, ένα χρόνο πριν ολοκληρωθεί το συμβόλαιο με τα πολλά μηδενικά.
Είχε προηγηθεί μια εξαιρετικά δύσκολη σεζόν, με μόλις 5 γκολ σε 33 συμμετοχές, αλλά και την ωραιότερη στιγμή της «ασπρόμαυρης» καριέρας του. Στο πρώτο απ’ τα πολλά «μπρα ντε φερ» του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ, στον τελικό κυπέλλου στο Πανθεσσαλικό, είδε τον Βλάνταν Ίβιτς να μην τον χρησιμοποιεί ούτε λεπτό, αλλά όταν έφτασε η ώρα της απονομής και παρότι είχε φτάσει να μην είναι καν μεταξύ των αρχηγών, όλοι οι συμπαίκτες του «έδειξαν» αυτόν ως τον παίκτη, που έπρεπε να σηκώσει πρώτος από όλους το βαρύτιμο τρόπαιο και το πρώτο μετά από 14 ολόκληρα χρόνια στον ουρανό του Βόλου.
Ο ΠΑΟΚ είχε μπει σε τροχιά τίτλων, άλλαζε φιλοσοφία και προφίλ αποφασισμένος να φτάσει στην κορυφή, με τον Αθανασιάδη όμως να μη ζει ως παίκτης του όλα όσα ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια. Το βράδυ της 17ης Αυγούστου του 2017 αγωνίστηκε για τελευταία φορά με την «ασπρόμαυρη» φανέλα. Ο Ραζβάν Λουτσέσκου του έδωσε την ευκαιρία να παίξει απέναντι στην Έστερσουντ μπροστά στο κοινό της Τούμπας και δύο μέρες αργότερα πέρασε για τελευταία φορά το κατώφλι της. Εκείνο το πρωινό του Σαββάτου ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές της ποδοσφαιρικής καριέρας του. Είπε κάποια λόγια στους μέχρι τότε συμπαίκτες του, έδειχνε συναισθηματικά φορτισμένος και έκλεισε την πόρτα. Έκτοτε δεν έχει ξαναπάτησε το πόδι του.
Ακολούθησε το αποτυχημένο πέρασμά του από το Ισραήλ και τη Μακάμπι Χάιφα (20 συμμετοχές - 1 γκολ), επέστρεψε στην Ελλάδα και τον ΠΑΣ Γιάννινα, με τη φανέλα του οποίου επέλεξε να μην αγωνιστεί εναντίον του ΠΑΟΚ, τη μέρα όπου οι «ασπρόμαυροι» έγραφαν ιστορία στους «Ζωσιμάδες» με την κατάκτηση του αήττητου πρωταθλήματος. Για ένα χρόνο έμεινε χωρίς ομάδα, πέρσι αγωνίστηκε τον Απόλλωνα Λάρισας (24 συμμετοχές- 4 γκολ) στο πρωτάθλημα της Superleague 2 και πλέον στα 33 του χρόνια, αγωνίζεται στην Αναγέννηση Καρδίτσας (7 συμμετοχές - 1 γκολ).
.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.