Το ελληνικό ποδόσφαιρο πρέπει να εύχεται την επιτυχία του Γιαννίκη στην ΑΕΚ
- Θλιβερή η υποτίμηση και η απαξίωση
- Αξίζει και με το παραπάνω την ευκαιρία
- Λίγο... basta λοιπόν με τον Γιαννίκη
Oταν το καλοκαίρι του 1999 ο «Φίλαθλος» είχε εκδοθεί με το περίφημο «Λευκή Πετσέτα» ως πρωτοσέλιδο για την πρόσληψη του Γιάννη Κυράστα από τον Γιώργο Βαρδινογιάννη, η αντίδραση από τη δημοσιογραφική κοινότητα ήταν μάλλον αμήχανη. Οσοι είχαν συναναστραφεί τον 47χρονο τότε προπονητή, ήξεραν το ταλέντο του. Κι ας το είχε δείξει μέχρι τότε μόνο σε ομάδες επιπέδου Εθνικού και Προοδευτικής, Πανιωνίου και Πανηλειακού.
Είχε πολλούς φίλους δημοσιογράφους ο Κυράστας. Όμως κι εκείνοι τα είχαν χάσει! Δεν τολμούσαν να υποστηρίξουν δημοσίως, ευθαρσώς και τολμηρά την επιλογή του Καπετάνιου. Την ομολογουμένως ρισκαδόρικη επιλογή ενός προπονητή που βρέθηκε από τα αλώνια της Β΄ Εθνικής και τα χαμηλά στρώματα της Α’ Κατηγορίας στο Kύπελλο UEFA να παίζει με τη Γκράτσερ και να «πατάει» τη φοβερή και τρομερή Λα Κορούνια του Ιρουρέτα, να παρουσιάζει τον πιο θεαματικό Παναθηναϊκό μετά τις γενιές Σαραβάκου – Ζάετς – Ρότσα και Βαζέχα - Μπορέλι και τελικά να χάνει το πρωτάθλημα από την Παράγκα.
Το ακραίο, προκλητικό και σε τελική ανάλυση ποδοσφαιρικά γελοίο (πιθανότατα το γελοιωδέστερο εκείνης της εποχής) πρωτοσέλιδο του «Φιλάθλου» δεν ξεχάστηκε ποτέ. Διότι η «εξυπνάδα» που εκλαμβανόταν τότε ως… «θέση» και… «άποψη» διαψεύστηκε τόσο απόλυτα εντός αγωνιστικού χώρου που χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη ως παράδειγμα προς αποφυγή για το σύνολο των «ουδέτερων» media (για τα «στρατευμένα» δεν υπάρχει λόγος αναφοράς…).
Θλιβερή η υποτίμηση και η απαξίωση
Δυστυχώς ή ευτυχώς, τη θέση των media έχουν πάρει πλέον τα social media. Και είναι πραγματικά θλιβερό να διαβάζεις τόσο απαξιωτικά και μειωτικά σχόλια για την επιλογή της ΑΕΚ στο πρόσωπο του Αργύρη Γιαννίκη. Η πρόσληψη του Γιαννίκη δεν έχει ασφαλώς τόσες πολλές ομοιότητες όσες είχε εκείνη του Κυράστα. Εχει πολύ λιγότερες παραστάσεις ως «πρώτος» προπονητής και ανύπαρκτες ως ποδοσφαιριστής συγκριτικά με τον αλησμόνητο Γιάννη. Αρχισε την προπονητική στα 27 του, στην Ακαδημία της Καρλσρούης, έγινε «πρώτος» στα 37 του στην Rot-Weiss Essen και εν συνεχεία στην Αalen, προτού τον καλέσει στην Ελλάδα ο Γιώργος Χριστοβασίλης και τον μάθουμε όλοι από τη διετή παρουσία του στον ΠΑΣ Γιάννινα.
Σε μια ομάδα που ανέβηκε «τρένο» από τη Β’ στην Α΄ Εθνική πρόπερσι, σε μια ομάδα που ανεξάρτητα από τις όποιες επιτυχίες και αποτυχίες της με «μικρούς» και μεγαλύτερους αντιπάλους πέρυσι, μας έδειξε την ταυτότητά της. Μας «φώναξε» την ταυτότητά της, τι είδους ποδόσφαιρο θέλει και προσπαθεί να καθιερώσει ο προπονητής της. Με τον Σάλιακα και τον Πίρσμαν, με τον Κάργα, τον Παντελάκη και τον Εραμούσπε, με τον Κάστρο, τον Σιόντη και τον Ντομίνγκεζ, με Καρτάλη, Ελευθεριάδη, Παμλίδη, Κρίζμαν, τους Μιλιντσεάνου – Λέο Μπαπτίστ και 2-3 πιτσιρικάδες (Ξύδας, Λώλης, Λιάσος). Αυτό ήταν το… φοβερό και… πανάκριβο ρόστερ του ΠΑΣ Γιάννινα, ο οποίος κοίταξε στα μάτια το Big -5 και μας χάρισε ορισμένα πολύ «διδακτικά» για το πώς μπορεί να αγωνίζεται μια «μεσαίου επιπέδου» ελληνική ομάδα, παιχνίδια, στη Superleague Interwetten και στο Kύπελλο Ελλάδας.
Αξίζει και με το παραπάνω την ευκαιρία
Αξίζει, λοιπόν, σ’ αυτόν τον 41χρονο προπονητή μια ευκαιρία να δείξει τι μπορεί να κάνει στον πάγκο ενός «μεγάλου»; Αξίζει και με το παραπάνω λέμε εμείς! Όπως την άξιζε ο 40άρης τότε Γιάννης Αναστασίου, με τον οποίο ο Παναθηναϊκός έπαιξε κατά διαστήματα θεαματικό ποδόσφαιρο και κατέκτησε τον τελευταίο τίτλο του πριν από επτά χρόνια. Όπως την άξιζε ο Γιώργος Σίμος στον ΟΦΗ πρόπερσι.
Οι «μεγάλες» ελληνικές ομάδες σπανίως εμπιστεύονται Ελληνες προπονητές, αυτό είναι αλήθεια. Και… κρατά από τις δεκαετίες των 80’s και των 90’s αυτό το χούι. Ισως όχι ανεξήγητα, διότι δεν έχουμε δα και καμιά κορυφαία σχολή προπονητών στην Ελλάδα, η οποία να αναδεικνύει αφειδώς ανερχόμενους και ταλαντούχους τεχνικούς. Ο Ελληνας στόπερ είναι υπολογίσιμος στην Ευρώπη, ο Ελληνας παίκτης αναβαθμίστηκε τα μέγιστα στις αρχές του 2000 με την κορύφωση του Euro 2004, αλλά ο Ελληνας προπονητής είναι ανύπαρκτος και ο Ελληνας τεχνικός διευθυντής απλώς… δεν υπάρχει στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Όχι γιατί δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα κάποιοι επαγγελματίες οι οποίοι θα μπορούσαν να σταθούν σε κάποιο ισάξιο ή και ανώτερο του ελληνικού πρωτάθλημα. Αλλά διότι δεν τους δίνονται εύκολα οι ευκαιρίες, δεν μένουν περισσότερο από δύο σεζόν σε μια ομάδα και δεν έχουν τρόπο να «διαφημίσουν» τις επιτυχίες τους (όλοι έχουν και αποτυχίες, όλοι, και οι top προπονητές!).
Και γιατί στην Ελλάδα ίσως λίγο περισσότερο απ’ ότι στον ευρωπαϊκό Βορρά, είμαστε κλασικοί «προπονητοφάγοι»: οι διοικήσεις δεν «κωλώνουν» να αποζημιώσουν και να απολύσουν και να αλλάξουν έναν και δυο και τρεις τεχνικούς κατά τη διάρκεια της ίδιας σεζόν!
Λίγο... basta λοιπόν με τον Γιαννίκη
«Basta» λοιπόν με τον Γιαννίκη! Ένα «μπράβο» αξίζει στην ΑΕΚ που τον επέλεξε, όπως και στον Παναθηναϊκό που κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα ετών είναι η ομάδα που έχει δείξει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από κάθε άλλο «μεγάλο» στον Ελληνα προπονητή (Αναστασίου, Ουζουνίδης, Δώνης). Ας μην εξετάσουμε τους λόγους των διαζυγίων με τον καθένα, θα γράψουμε… εγκυκλοπαίδεια. Όμως καθένα απ΄αυτά τα διαζύγια, όπως και της ίδιας της ΑΕΚ το προπέρσινο με τον Μαρίνο, αφήνει μια διδαχή και κάποια μαθήματα/παθήματα/συμπεράσματα πίσω του.
Ο Γιαννίκης δεν αναλαμβάνει την τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ ούτε για να παραστήσει τον football manager ούτε για να κάνει θαύματα από την πρώτη σεζόν με παίκτες τους οποίους δεν έχει επιλέξει, αλλά καλείται να διαχειριστεί και μάλιστα με τεράστιο βάρος απαιτήσεων από τους φίλους της Ενωσης. Θα κάνει τη δουλειά του και θα αξιολογηθεί – ελπίζουμε σε βάθος χρόνου.
Μέχρι να αξιολογηθεί, όμως, δεν του αξίζει ούτε η απαξίωση, ούτε τα υποτιμητικά σχόλια και το «θάψιμο». Το ελληνικό ποδόσφαιρο θα’ πρεπε να εύχεται την επιτυχία του Γιαννίκη στην ΑΕΚ και - αν μη τι άλλο - ας του… επιτρέψουμε όλοι εμείς πρώτα να παίξει τη μπάλα του και εν συνεχεία να τον (κατα)κρίνουμε.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.