Ο ΟΦΗ άξιζε εισιτήριο για να τον δεις
Ανεξάρτητα από το αν παίξει ή όχι στα play offs ο ΟΦΗ, ήταν αναμφίβολα ομάδα που άξιζε κανείς να πληρώσει εισιτήριο για να πάει στο γήπεδο να τη δει. Υπήρξαν παιχνίδια σε αυτά τα 26 της κανονικής διάρκειας, στα οποία η ομάδα του Ηρακλείου έπαιξε εντυπωσιακό ποδόσφαιρο και χαιρόσουν να τη βλέπεις. Κάποια 20λεπτα - 30λεπτα στα οποία η μπάλα χανόταν και η μία ευκαιρία διαδεχόταν την άλλη. Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για το κλαμπ το οποίο τη σεζόν που ολοκληρώθηκε κρατήθηκε στη Super League την προτελευταία αγωνιστική, στα play out. Από εκείνο το απόγευμα στη Λαμία και μετά οι άνθρωποι του ΟΦΗ άρχιζαν να χτίζουν κάτι εντελώς νέο, διαφορετικό. Ο υπηρεσιακός προπονητής έγινε μόνιμος, ενώ έγιναν μεταγραφές, αγωνιστικά και διοικητικά.
Η ομάδα βέβαια στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος δεν είχε καμία σχέση με αυτή που είδαμε όσο περνούσε ο καιρός. Στα πρώτα παιχνίδια έβλεπε κανείς ένα σύνολο το οποίο κατακτούσε αποτελέσματα χωρίς να πείθει. Μια αμυντικογενής ομάδα, η οποία έπαιρνε βαθμούς ίσως και χωρίς να το αξίζει. Με την πάροδο του χρόνου, και αφού πρώτα ο Νιόπλιας πειραματίστηκε, «βαπτίζοντας» ας πούμε αριστερό μπακ τον Μπαλογιάννη, ο ΟΦΗ κατοχύρωσε ένα συγκεκριμένο στυλ παιχνιδιού. Έβαλε τη μπάλα κάτω και με όπλο μια από τις πιο ποιοτικές μεσαίες γραμμές της λίγκας, συστήθηκε ξανά στο ελληνικό κοινό, αυτοπροσδιορίστηκε. Είχε πια αποκτήσει τον μηχανισμό που χρειαζόταν για να αποδώσει όμορφο ποδόσφαιρο, να πάρει βαθμούς και εντέλλει να κατακτήσει την έκτη θέση, έστω και μέσω της... ΕΕΑ (όλα θα κριθούν την επόμενη εβδομάδα).
Ο εφετινός ΟΦΗ σου δίνει υλικό για να συζητήσεις. Αν δηλαδή προσπαθήσεις να σκεφτείς τι ήταν αυτό που οδήγησε την ομάδα στην εξάδα και σταθείς σε μια παράμετρο, αυτόματα μπορεί να αδικήσεις μια άλλη. Ναι, ήταν ομάδα του προπονητή, είχε όμως και παίκτες βαρόμετρα. Όχι μόνο έναν, όπως για παράδειγμα έγινε στον Βόλο με τον Φαν Βέερτ. Ο ΟΦΗ είχε τον Επασί, είχε τον Νέιρα, τον Βούρο, τον Τοράλ, τον Λάμπρου, τον Γκαγιέγος, αλλά και τον Μεγιάδο, τον Ντε Γκούζμαν και εσχάτως τον Φελίπε Σόουζα, ο οποίος ήταν το κανονικό σέντερ φορ που τόσο έλλειψε από την ομάδα στο πρώτο μισό της σεζόν. Σου δίνει λοιπόν πολύ ωραίες και θετικές αφορμές ο ΟΦΗ για να κάνεις συζήτηση. Όπως έγινε για παράδειγμα στη Ριζούπολη ή στην Τούμπα, όταν ο Νιόπλιας έβαλε φορ τον Λάμπρου και στη Θεσσαλονίκη τον Τσιλιανίδη. Το «μπαμ» του Λάμπρου κατά την εφετινή σεζόν έδειξε κι ένα ακόμη στοιχείο. Ότι η ομάδα του Ηρακλείου προσφέρει το περιβάλλον για τη βελτίωση και την «εκτόξευση» ενός ποδοσφαιριστή. Αν θέλεις πραγματικά να παίξεις μπάλα και στρωθείς στη δουλειά, αυτός ο ΟΦΗ σου δίνει τη δυνατότητα να πετύχεις και να διακριθείς. Όμορφη πόλη, φοβερό προπονητικό κέντρο, πληρωμές στην ώρα. Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Και την ίδια ώρα εργασίες σε πλήρη εξέλιξη για τη βελτίωση των εγκαταστάσεων στο Βαρδινογιάννειο Αθλητικό Κέντρο.
Ο ΟΦΗ πέτυχε ό,τι πέτυχε διαθέτοντας μια από τις πιο νεανικές ομάδες της κατηγορίας (μετά τον Αστέρα, τον Παναιτωλικό και τον ΠΑΣ Γιάννινα), ενώ στα περισσότερα παιχνίδια του η ενδεκάδα απαρτιζόταν από σημαντικό αριθμό Ελλήνων ποδοσφαιριστών. Ο Πασαλίδης έκανε 19 συμμετοχές, ο Μαρινάκης 21, ο Βούρος 24, ο Μπαλογιάννης 22, ο Λάμπρου 24, ο Ντουρμισάι 20, ο Γιαννούλης 15, ο Τσιλιανίδης που προερχόταν από τραυματισμό και είναι πια απολύτως υγιής 14 και ακολούθησαν Διαμαντής (11), Στάικος (9) και Κοροβέσης (7). Σε κάθε περίπτωση, ο ΟΦΗ έχει τη βάση για να χτίσει πάνω στην εφετινή του παρουσία, είτε παίξει στα play offs είτε όχι. Έχει και τη διοίκηση αλλά και την ομάδα για να κρατηθεί στο υψηλό επίπεδο. Ο ΟΦΗ «φωνάζει» ξανά στο ελληνικό κοινό ότι επέστρεψε.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.