Μαρσιάλ: Μακάρι να θυμηθεί ποιος ήταν

Μαρσιάλ: Μακάρι να θυμηθεί ποιος ήταν

μαρσιάλ

bet365

Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης υποδέχεται την ηχηρή μεταγραφή του Μαρσιάλ, έχοντας αρκετά ερωτήματα αλλά και την ευχή ότι έχει ακόμα κίνητρο να παίξει την μπάλα που έχει αποδείξει πως ξέρει.

Όπως και για πολλές ανάλογες περιπτώσεις που προηγήθηκαν η θέση μου είναι πως, παίκτες με βαρύ όνομα ακόμα και αν πιάνουν λιμάνι στην Ελλάδα σε μεγάλη ηλικία ή (αν είναι μικρότεροι) με την καριέρα τους να μην έχει εξελιχθεί όπως αναμενόταν, πρέπει να ευχόμαστε να μας δώσουν αυτά που έχουν δώσει σε άλλη φάση της διαδρομής τους ή αυτά για τα οποία φάνηκαν κάποτε να είναι φτιαγμένοι.

Αυτή τη σεζόν έχουμε στο πρωτάθλημα της Super League παίκτες από αυτές τις κατηγορίες, είτε είναι ο Γουίλιαν και ο Λόβρεν, είτε ο Πελίστρι, αλλά πολύ περισσότερο -τώρα- ο Μαρσιάλ. Αυτοί που κουβαλάνε καντάρια εμπειρία και μένει να αποδειχθεί αν κρατάνε τα πόδια τους και αυτοί που έχουν πολλά να αποδείξουν. Πελίστρι και Μαρσιάλ δεν είναι ακριβώς στην ίδια κατηγορία, αλλά πιστεύω ότι είναι κατανοητό τι λέω. Άλλωστε και πέρα από τους συγκεκριμένους τέσσερις υπάρχουν (σε αυτή τη διοργάνωση) και άλλοι παίκτες αξίας που ο δρόμος τους έβγαλε εδώ που δεν περίμεναν, ίσως ποτέ, να έρθουν. Για να μην πιάσουμε και το μπάσκετ, όπου έχουμε ανάλογο σημείο αναφοράς. Απλά εκεί ο παίκτης ξέρει πως έρχεται να παίξει σε ομάδα που πρωταγωνιστεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αλλά ας μείνουμε στον Μαρσιάλ...

Ασφαλώς και δεν έχει νόημα να αποφασίσουμε εμείς αν είναι “πρώην” παίκτης ή απλά ένα μεγάλο ταλέντο που από κάποια στιγμή τα πράγματα του πήγαν στραβά, βάζοντας ίσως και αυτός το χεράκι του (ώς ένα βαθμό) ώστε να συμβεί αυτό. Αλλά η κουβέντα θα γίνεται και ο καθένας θα έχει άποψη, ανάλογα με το πόσο τον έχει παρακολουθήσει και την υποκειμενική κρίση του για τέτοιες περιπτώσεις. Τίποτα παράλογο δεν βλέπω σε αυτό, πέρα από την ακραία προσέγγιση ότι, ένας ποδοσφαιριστής είναι “σάπιος” πριν τον δούμε να πατάει χορτάρι. Αλλά στις μέρες μας η ακραία προσέγγιση είναι η (κουραστική) “μόδα”.

Ομολογώ πάντως πως διαβάζοντας αναλυτικά την εξέλιξη της καριέρας του Γάλλου επιθετικού, έχω αρκετά ερωτηματικά. Δεν θα πάρω σε αυτά απαντήσεις παρά μόνο με την απόδοσή του μέσα στο γήπεδο, αφού δεν πρόκειται να βρεθούμε να μου ανοίξει την καρδιά του.

Καλά κάνει και τα δίνει

Θα περάσω στα γρήγορα το οικονομικό σκέλος της υπόθεσης, αφού ο καθένας διαθέτει τα λεφτά του όπως επιθυμεί. Άλλος παίζει στη ρουλέτα, άλλος αγοράζει κότερο, άλλος επαύλεις, άλλος θέλει να κάνει μια μεγάλη ομάδα, ακόμα μεγαλύτερη. Το τελευταίο το έχουμε δει αρκετές φορές. Τις περισσότερες πάντως δεν πέτυχε με σπατάλες που δεν έβγαζαν νόημα, αλλά και πάλι “λεφτά μου είναι και τα καίω”. Καλά κάνει λοιπόν ο Μάριος Ηλιόπουλος ο οποίος -για λόγους που μόνο ο ίδιος γνωρίζει- έψαχνε πεισματικά ένα μεγάλο μπαμ στις μεταγραφές. Επειδή λοιπόν αυτά τα μπαμ για να τα νιώσει ο οπαδός, κατά κανόνα γίνονται αν φέρνεις παίκτη που μιλάει στη μπάλα και τη στέλνει στα δίχτυα, παραδοσιακά τα λεφτά πάνε για μεσοεπιθετικούς. Αν υποφέρεις αμυντικά μέσα στη σεζόν (προφανώς) δεν έχει και μεγάλη σημασία, όταν θέλεις να κάνεις θόρυβο. Επαναλαμβάνω (γιατί έχετε και λυμένο το ζωνάρι για καυγά αρκετοί) αυτά τα βλέπουμε χρόνια στην Ελλάδα.

Στο αγωνιστικό μέρος τώρα. Αν δούμε στα ελληνικά γήπεδα τον Μαρσιάλ που είδαμε από το 2015 μέχρι το 2019 και κυρίως την τριετία 2016-19 ή έστω το 80% αυτού του παίκτη θα βγάλει μεγάλα...γούστα. Για να φτάσουμε, όμως, αβίαστα στο συμπέρασμα πως αυτό θα συμβεί πρέπει να μπορούμε να κατανοήσουμε σε ποια μάυρη τρύπα έπεσε την τελευταία τριετία και γιατί ο παίκτης. Αλλά, ακόμα καλύτερα, να αναρωτηθούμε αν το έχει κατανοήσει ο ίδιος. Το πρόβλημα στους προσαγωγούς για την επίλυση του οποίου έμεινε έξω την προηγούμενη σεζόν, καθώς -προφανώς- είχε καταλάβει πως δεν τον υπολόγιζαν στην Γιουνάϊτεντ, δεν μας κάνει σαφές αν υπήρχαν ιατρικά προβλήματα ή κάτι άλλο. Αυτό είναι νεφελώδες. Οι ρεπόρτερ του διαδικτύου έχουν βγάλει τα δικά τους συμπεράσματα, για άστατη ζωή, κακή συμπεριφορά, αλλά κανένα πραγματικό ρεπορτάζ δεν τα επιβεβαιώνει.

Η τρέλα την Μάν. Γιουνάϊτεντ από τη στιγμή της αποχώρησης του σερ Άλεξ και η μια αποτυχία μετά την άλλη, η “πασαρέλα” προπονητών με διαφορετικά χαρακτηριστικά και προσέγγιση στο έμψυχο υλικό, δεν είναι κάτι που δεν μπορεί να τρελάνει οποιονδήποτε. Δεν είναι λίγοι οι παίκτες που έπεσαν σε αυτό το “πηγάδι” στο Ολντ Τράφορντ, οπότε αυτά τα εννέα χρόνια που έμεινε εκεί ο Μαρσιάλ χωρίς να έχει άλλες παραστάσεις -πέρα από τη Μονακό- πριν πάει στην Αγγλία 18 του χρόνια δικαιολογούν και έναν...ιδρυματισμό που ποτέ δεν βγαίνει σε καλό.

Συμφωνία που μάλλον δεν θα έβρισκε αλλού

Στο μυαλό μου το μεγάλο ερώτημα δεν είναι αν ο Γάλλος μπορεί, αλλά το τι θέλει. Μην κοροϊδευόμαστε όσο και αν επιθυμούμε να παίξει μπαλάρα στην Ελλάδα. Στα 28 του χρόνια, ακόμα αν είναι σε κατρακύλα την τελευταία τριετία το να επιλέξει ελληνική ομάδα (έστω και εκ των κορυφαίων) που δεν παίζει στην Ευρώπη, δεν ξέρω αν αποδεικνύει πως έχει πραγματικά κίνητρο. Συγχωρέστε με λοιπόν αλλά θα πω ότι, τα 3,5 εκατομμύρια το χρόνο που βρήκε στην ΑΕΚ είναι ποσό δυσανάλογο με την τρέχουσα χρηματιστηριακή του αξία, που ανέρχεται στα 10 εκατομμύρια ευρώ. Μπράβο του λοιπόνο για τη συμφωνία γιατί είναι λεφτά που θα ήταν απίθανο να βρει στην Αγγλία, στην Ιταλία ή τη Γαλλία. Αν υποθέσουμε πως υπήρξε ενδιαφέρον από ομάδας κορυφής εκεί. Εύκολα μπορεί να καταλήξει κάποιος λοιπόν ότι τα λεφτά είναι κομβικός παράγοντας για τον Μαρσιάλ. Και πάλι...”μαγκιά του” θα πω, αν βέβαια παίξει για αυτά τα λεφτά με τη φανέλα του Δικέφαλου. Απλά αυτό με βάζει σε αμφιβολίες όσον αφορά το κίνητρο. Αλλά αυτό θα πρέπει να είναι και το...κίνητρο για έναν παίκτη της φήμης του. Να αποδείξει πως το έχει ακόμα και να επιστρέψει σε κορυφαίο επίπεδο. Έχει μπροστά του χρόνια ακόμα και για να χτυπήσει πάλι την πρόρτα της εθνικής Γαλλίας. Το έχουμε δει στο παρελθόν και με άλλους παίκτες που επανεκκίνησαν στην Ελλάδα.

Αν μάλιστα κατανοήσει ο ίδιος που έχει φτάσει από τα 48 εκατομμύρια της μεταγραφης του το 2015 (ποτέ δεν έφτασαν τα 60 όπως γράφεται καθώς έπιασε μόνο ένα από τα τρία μπόνους που είχαν μπει για την πρώτη τετρατία του συμβολαίου του) και τα 62 εκατ. που ήταν το “peak” της αξίας του, στις αρχές του 2018, τότε ακόμα και αν δεν γίνει ποτέ ο “νέος Ανρί” (το τρένο αυτό έφυγε πλέον) μπορεί να γίνει τα επόμενα -τουλάχιστον- πέντε χρόνια ο κανονικός Μαρσιάλ. Αν αναλογιστεί μάλιστα γιατί έχει φτάσει να θεωρείται σχεδόν “φάντασμα” και σε κορυφαία αθλητικά μέσα της Ευρώπης δεν υπάρχει ούτε καν αναφορά (άσχετα αν για κάποιους στην Ελλάδα η Ευρώπη...παραμιλάει με τη μεταγραφή) στη μεταπηδησή του στην ΑΕΚ, ίσως θυμώσει όσο πρέπει! Βέβαια σε αυτές τις περιπτώσεις όταν ένας παίκτης κουβαλάει βαριές προσδοκίες, από όταν ήταν έφηβος και μια (έστω πρόσκαιρη) εκρηκτική διαδρομή σε μεγάλο πρωτάθλημα, ακόμα ένα ζητούμενο είναι να κουμαντάρει το “εγώ” του μέσα σε ένα πολύ χαμηλότερης δυναμικότητας πρωτάθλημα. Γιατί έχουμε βιώσει “δράματα” με παίκτες (όπως και προπονητές) που ένιωσαν τον εαυτό τους μεγαλύτερο από την ομάδα, το πρωτάθλημα και...τη χώρα την ίδια.

Όλα τα παραπάνω είναι τα ερωτήματα που προκύπτουν για έναν παίκτη που τον έχουμε δει στα καλά του να καταθέτει ταλέντο και αποτελεσματικότητα πολύ υψηλού επιπέδου. Αυτά που πρέπει να θέλουμε να δούμε και στην Ελλάδα. Επαναλαμβάνω για όποιον τέτοιον ποδοσφαιριστή υποδεχόμαστε πέρα από χρώμα φανέλας. Μακάρι λοιπόν (και) ο Μαρσιάλ να ξαναβρεί τη μαγεία που έχει απωλέσει και να τη φέρει στα ελληνικά γήπεδα.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Δημήτρης Κωνσταντινίδης
Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης βρίσκεται στην αθλητική δημοσιογραφία από το 1984, επί σειρά ετών συντάκτης, αρχισυντάκτης και διευθυντής σύνταξης σε αθλητικές και πολιτικές εφημερίδες, ραδιοφωνικός παραγωγός (εντός και εκτός αθλητικών) από το 1989 και...υπήρετης του digital και των αθλητικών sites από τις αρχές των... '00s στα πρώτα τους βήματα. Αρθρογράφος και podcaster πλέον του κορυφαίου αθλητικού μέσου της χώρας που τον φιλοξενεί (και τον...ανέχεται) από το 2020.