Με πρωταρχικό κριτήριο το «φθηνός», οι επιλογές θα είναι «λαχεία» τύπου Πογιάτος!

Με πρωταρχικό κριτήριο το «φθηνός», οι επιλογές θα είναι «λαχεία» τύπου Πογιάτος!

Νίκος Αθανασίου Νίκος Αθανασίου
Με πρωταρχικό κριτήριο το «φθηνός», οι επιλογές θα είναι «λαχεία» τύπου Πογιάτος!

bet365

Ο Νίκος Αθανασίου προσπαθεί να καταλάβει την αντικατάσταση του Γιώργου Δώνη με έναν άπειρο προπονητή ακαδημιών και γράφει για το ξεκάθαρο ρίσκο του Τσάβι Ρόκα με τον Ντάνι Πογιάτος.

Όταν μία ομάδα προχωρά σε αλλαγή προπονητή, θα πρέπει σε γενικές γραμμές να εξετάζουμε τα εξής για να φτάσουμε σε ένα αρχικό συμπέρασμα σχετικά με την λογική της συγκεκριμένης επιλογής. Ακόμη και αν μιλάμε για τον Παναθηναϊκό του Γιάννη Αλαφούζου που σπάνια συμβαδίζει με την ποδοσφαιρική λογική, είμαστε υποχρεωμένοι να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε(όσο δύσκολο και αν είναι) τα «πως» και τα «γιατί».

Τα κριτήρια, λοιπόν, είναι τα εξής:

1) Ποιος είναι, τι έχει κάνει, τι έχει πετύχει ο προπονητής που φεύγει με βάση τα όσα του έθεσε το κλαμπ ως στόχους όταν ανέλαβε και οι λόγοι για τους οποίους η διοίκηση αποφασίζει το τέλος της συνεργασίας.

2) Ποιος τον αντικαθιστά, ποιος είναι προπονητικά ο εκλεκτός, αν είναι συμβατός με το πλάνο της ομάδας(αν υπάρχει) και σε γενικές γραμμές αν το «πακέτο» του είναι πιο ολοκληρωμένο από τον προκάτοχό του.

 

Το «τριφύλλι», λοιπόν, αποφάσισε το τέλος του Γιώργου Δώνη. Με βάση την διετία που ο Έλληνας τεχνικός έκατσε στον πάγκο του «τριφυλλιού», δεν μπορεί να προκύψει ποδοσφαιρικός λόγος για την απομάκρυνσή του. Στον πιο ειδικών συνθηκών Παναθηναϊκό που έχει εμφανιστεί ποτέ(το μικρότερο μπάτζετ της ιστορίας, απαγόρευση μεταγραφών, ξεκίνημα με αφαίρεση βαθμών την πρώτη χρονιά), ο Έλληνας τεχνικός μπορεί να μην πέτυχε κάποια υπέρβαση, όμως, το σύνολο παρουσίασε πρόοδο, υπήρξαν ποδοσφαιριστές με σημαντική ατομική βελτίωση στα δύο χρόνια αυτά και κατά γενική ομολογία, ο Δώνης είναι ένας από τους κορυφαίους Έλληνες προπονητές, η καλύτερη δυνατή επιλογή που θα μπορούσε να κάνει ο σύλλογος το καλοκαίρι του 2018 μετά την αποχώρηση του Μαρίνου Ουζουνίδη. Είναι έμπειρος, σύγχρονος, «ψημένος» σε συνθήκες πρωταθλητισμού, παίζει ποδόσφαιρο που ταιριάζει στον Παναθηναϊκό και διαθέτει ειδικό βάρος στα αποδυτήρια της ομάδας.

Ποδοσφαιρικός λόγος δεν υπάρχει. Δεν ανέφερε ούτε έναν στην επιστολή του ο Γιάννης Αλαφούζος προς τον 50χρονο κόουτς. Για «διαρροές» έκανε λόγο και έλλειψη εμπιστοσύνης και σωστής επικοινωνίας. «Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών υπήρξαν μια σειρά παρεξηγήσεων και παρανοήσεων οι οποίες δυστυχώς δημοσιοποιήθηκαν και δημιούργησαν συνθήκες κακής επικοινωνίας μεταξύ μας» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Αν υπάρχει ένας υπαρκτός λόγος(μη ποδοσφαιρικός) που μπορεί να προκύψει για το «διαζύγιο» των δύο πλευρών, αυτός είναι οικονομικός και έχει να κάνει με τις απολαβές ολόκληρου του επιτελείου στον τρίτο χρόνο της σύμβασης, ένα ποσό κοντά στο 1 εκατομμύριο.

Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενα σημειώματα, όμως, δεν υπήρχε κανένας ποδοσφαιρικός λόγος να απομακρυνθεί ο Δώνης από τον πάγκο του Παναθηναϊκού.

Και να έφευγε ο Δώνης για να έρθει κάποιος καλύτερος προπονητής, κάποιος με περισσότερες περγαμηνές, που θα μπορούσε να εξασφαλίσει στον Παναθηναϊκό καλύτερες πιθανότητες μίας επιτυχημένης σεζόν (σίγουρος δεν μπορείς να είσαι ποτέ και για κανέναν) και μελλοντικής εξέλιξης, να κάνεις τα… στραβά μάτια! Να πεις «βρήκε κάτι πολύ πιο ελκυστικό και έχει μια λογική αυτή η κίνηση».

Μόνο που ο Παναθηναϊκός του Αλαφούζου βγήκε στην αγορά με πρωταρχικό κριτήριο του να είναι «φτηνός» ο νέος προπονητής. Κανείς από όσους προέκυψαν από το ρεπορτάζ δεν ήταν όχι από το πρώτο ράφι, αλλά ούτε καν από το δεύτερο και το τρίτο της ισπανικής αγοράς. Και να πεις πως δεν υπήρχαν διαθέσιμες επιλογές; Υπήρχαν. Στην ζωή, όμως, όπως και στο ποδόσφαιρο «ότι πληρώνεις, παίρνεις». Και όταν κυκλοφορείς στην αγορά με σχεδόν άδειο πορτοφόλι, η διαθέσιμη «δεξαμενή» θα είναι πάντα μικρή, πάρα πολύ μικρή.

Ο Παναθηναϊκός, λοιπόν, επέλεξε να πάρει τα «κλειδιά» της ομάδας από τον Δώνη, που με τα όποια καλά και στραβά είναι ένας εγνωσμένης αξίας προπονητής, και να τα δώσει στον Ντάνι Πογιάτος, τον προπονητή της τρίτης ομάδας της Ρεάλ Μαδρίτης, ο οποίος μέχρι και σήμερα στα 46 του δεν έχει προπονήσει ποτέ αντρική ομάδα σε επαγγελματικό επίπεδο και έχει υπάρξει μόνο βοηθός του Ζόρντι Κρόϊφ στην Μακάμπι. Του Ζόρντι, όχι του Γιόχαν, γιατί το διαβάσαμε και αυτό ως… παράσημο καριέρας, ξεχνώντας πως ο Ζόρντι τόσο ως ποδοσφαιριστής όσο και ως προπονητής δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον πατέρα του.

Από κει και πέρα, όταν λόγω των οικονομικών δεδομένων ο σύλλογος είναι υποχρεωμένος να ποντάρει σε μεταγραφικά «λαχεία» την ενίσχυσή του έμψυχου δυναμικού του, στο θέμα του προπονητή θα έπρεπε να ψάχνει την πιο σίγουρη με βάση τα δεδομένα του επιλογή. Ο Ρόκα, όμως, επιλέγει ένα «λαχείο», γιατί αυτό είναι ο Πογιάτος, ένας προπονητής με μηδενική εμπειρία από «κανονικό» ποδόσφαιρο. Η εξαιρετική του δουλειά στην Τρίτη ομάδα της Ρεάλ, δεν μπορεί να αποτελεί κριτήριο. Όχι για την πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού.

Μπορεί να έρθει και να πετύχει. Μπορεί να έρθει και να φύγει… νύχτα. Αυτό δεν μπορεί να το γνωρίζει κανείς. Για κανέναν. Καθρέφτης είναι μόνο το γήπεδο. Εμείς, όμως, εδώ δεν έχουμε την μαγική σφαίρα που βλέπει το μέλλον. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, πως δεν μπορείς να κρίνεις την λογική μίας επιλογής. Και κακά τα ψέματα ο Παναθηναϊκός αφήνει την σιγουριά του Δώνη για να ρισκάρει στον απόλυτο βαθμό με τον Πογιάτος.

Σε μία εποχή, μάλιστα, που κανείς δεν γνωρίζει (ίσως ακόμη και μέσα στην ομάδα) ποιο είναι το πρότζεκτ. Γιατί και όταν ήρθε ο Ρόκα για αξιοποίηση της ακαδημίας έκανε λόγο και αρνήθηκε την «ισπανοποίηση» και τον Γενάρη απέκτησε 5 έμπειρους παίκτες, 3 εκ των οποίων Ισπανοί και τώρα επιλέγει Ίβηρα προπονητή από την ακαδημία της Ρεάλ. Ο Παναθηναϊκός-στα λόγια- έχει πλάνο ακαδημίας και δεν υπάρχει θέση αυτή την στιγμή που να μην ψάχνει για έμπειρες λύσεις, ακόμη και κάτω από τα δοκάρια, όπου διαθέτει εξαιρετικούς νεαρούς πορτιέρο.

Υ.Γ1: Χρόνια πολλά στον μεγαλύτερο δημοσιογραφικό έρωτα της ζωής μου, στο Gazzetta.gr! Μόνο τύχη και ευλογία να είσαι εδώ, από την πρώτη ημέρα για δώδεκα σερί χρόνια. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα. Νομίζω πως την καλύτερη δυνατή εξομολόγηση την έκανα δύο χρόνια πριν, σαν σήμερα, ΕΔΩ.

Υ.Γ2: 2 Ιουνίου 1971. Μόνο ο Παναθηναϊκός. Τόσο απλά…

Υ.Γ3: Η επικοινωνιακή πολιτική της ΠΑΕ Παναθηναϊκός (την οποία δεν την χαράζει ο διευθυντής επικοινωνίας αλλά ο καθένας από μόνος του σε αυτόν τον σύλλογο) θυμίζει πολύ έντονα άλλες εποχές. Γιατί μπορεί ο καθένας να κάνει το δικό του «παιχνίδι» αλλά ο παρανομαστής είναι ο ίδιος προς τους αποδέκτες. Το επικοινωνιακό «ξέπλυμα» του μεγαλομετόχου και το ο «Γιάννης άλλαξε». Μην πηγαίνουν και τσάμπα οι «κωλοτούμπες» των τελευταίων μηνών. Και εις ανώτερα…

Υ.Γ4: Οι πιθανότητες να αρθεί η τιμωρία του Παναθηναϊκού από την ΟΥΕΦΑ ήταν εξαρχής σχεδόν ανύπαρκτες/απειροελάχιστες. Το γράφαμε και εδώ κόντρα στο ρεύμα της εποχής. Ποτέ, μα ποτέ, η ευρωπαϊκή ομοσπονδία δεν αποφάσισε να πάρει «πίσω» τιμωρία που επιβλήθηκε για οικονομικούς λόγους. Ούτε και θα το έκανε. Επικοινωνιακά, όμως, ήταν μία καλή ευκαιρία για το νέο προφίλ του μεγαλομετόχου που «προσπαθεί πάντα για το καλύτερο». Και του την χάλασε ο… Κορονοϊός. Πόσο βολικό…

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Νίκος Αθανασίου
Νίκος Αθανασίου

Από τότε που θυμάται την ύπαρξή του o Νίκος Αθανασίου, λατρεύει τον Παναθηναϊκό και το ποδόσφαιρο. Από το 2008 μέχρι και σήμερα είναι υπεύθυνος για το ρεπορτάζ του Τριφυλλιού στο δεύτερο σπίτι του, στο μεγαλύτερο επαγγελματικό όνειρο που θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα, στο Gazzetta.gr και ενώ είχε προηγηθεί η Αθλητική Ηχώ, το Κανάλι 1(90.4) και ένα πέρασμα από το Leoforos.gr. Στο πέρασμα των χρόνων δεν σταμάτησε ποτέ με την ίδια αγάπη και αφοσίωση να παίζει Football Manager, να ακούει όλων των ειδών τις μουσικές ακόμη και αν μέσα σε δέκα λεπτά μπορεί να συνυπάρξουν ο Μητροπάνος με τον Hoyem και ο Αργυρός με τους Active Member, να θεωρεί ομορφότερο μέρος στο πλανήτη το Αίας Κλαμπ και να μην μπορεί με τίποτα και για κανέναν λόγο να παρακολουθήσει αγώνες από τα μπουθ της Λεωφόρου, βρίσκοντας πάντα εναλλακτικές για να συνδυάζει τη δουλειά με την... τρέλα. Τα τελευταία χρόνια μαθαίνει, αναλύει και παρατηρεί το αγαπημένο του σπορ μέσα από μια σειρά επιμορφωτικών προγραμμάτων και διπλωμάτων management, ανάλυσης, τακτικής και scouting, τα καλύτερα «δώρα» που θα μπορούσε ποτέ να κάνει στον εαυτό του σε σχέση με το ποδόσφαιρο.