Το «άλυτο» πρόβλημα του MotoGP
Το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα MotoGP έχει φανατικούς φίλους σε όλο τον κόσμο κυρίως γιατί προσφέρει ιδιαίτερα θεαματικούς αγώνες. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την απίστευτη δημοφιλία του Βαλεντίνο Ρόσι, δημιούργησε φανατικούς οπαδούς, που κατακλύζουν τις πίστες και στήνονται στις τηλεοράσεις για να παρακολουθήσουν αυτό το θέαμα.
Το 2022, που είναι η πρώτη χρονιά της «μετά Ρόσι» εποχής, αυτό το θέαμα στις πίστες θα έπρεπε να αντισταθμίζει το κενό του μεγάλου Ιταλού. Μέχρι στιγμής, όμως, παρότι οι αγώνες είναι απρόβλεπτοι και με απρόσμενους νικητές, βλέπουμε να λείπει ένα πολύ βασικό συστατικό αυτού του θεάματος: οι προσπεράσεις.
Αγώνες χωρίς προσπεράσεις
Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο αγώνας του Le Mans πριν από μερικές εβδομάδες, στον οποίο έγιναν μόνο δύο προσπεράσεις μεταξύ των τεσσάρων πρώτων κατά τη διάρκεια των 27 γύρων: όταν ο Πέκο Μπανάια πήρε το προβάδισμα από τον Τζακ μίλερ στον τέταρτο γύρο και ο νικητής Ενέα Μπαστιανίνι πέρασε τον Μίλερ για τη 2η θέση στον 12ο γύρο. Για ποιο λόγο όμως συμβαίνει αυτό; Η κυριότερη αιτία της έλλειψης μαχών και προσπεράσεων εντοπίζεται στην εξέλιξη των σύγχρονων αγωνιστικών μοτοσικλετών.
Το MotoGP είναι ένα πρωτάθλημα πρωτοτύπων. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μοτοσικλέτα είναι μια πλατφόρμα πάνω στην οποία εφαρμόζονται οι τεχνολογικές λύσεις που σκέφτονται τα εργοστάσια για να τις κάνουν ταχύτερες. Αυτός είναι ο τρόπος που γίνεται η εξέλιξη στους αγώνες και το πεδίο που δοκιμάζονται οι λύσεις που περνούν στα οχήματα δρόμου που οδηγούμε όλοι μας.
Πολλές τέτοιες τεχνολογικές εξελίξεις έχουν συμβεί στην ιστορία των αγώνων. Πρόσφατα, μόλις πριν από λίγα χρόνια, οι μηχανικοί των ομάδων άρχισαν να «ξεκλειδώνουν» τα μυστικά της αεροδυναμικής. Ανακάλυψαν ότι με τη χρήση πτερυγίων μπορούσαν να βοηθήσουν στη λύση ενός από τα σημαντικότερα προβλήματα, που κοστίζει σε χρόνο μέσα στην πίστα, το ανασήκωμα του εμπρός τροχού κατά τη επιτάχυνση – αυτό που αποκαλούμε «σούζα».
Ήταν μια λύση που πρώτη εφάρμοσε η Ducati και στη συνέχεια ακολούθησαν όλοι οι κατασκευαστές. Χρόνο με το χρόνο άρχισαν να ξοδεύουν όλο και περισσότερα χρήματα στην έρευνα και στην εξέλιξη και τα πτερύγια στις μοτοσικλέτες άρχισαν να γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα. Το όφελος από τη χρήση τους ήταν πολύ μεγάλο για να αγνοηθεί αυτός ο τομέας.
Στη συνέχεια ήρθαν οι μηχανισμοί ελέγχου του ύψους των αναρτήσεων της μοτοσικλέτας. Αρχικά εμφανίστηκαν ως wholeshot devices, ως διατάξεις δηλαδή που συμπίεζαν την εμπρός ανάρτηση κατά την εκκίνηση, στα πρότυπα του Moto Cross. Με πρωτοπόρο ξανά την Ducati, οι μηχανισμοί αυτοί συνέχισαν να εξελίσσονται και βρήκαν θέση και στις πίσω αναρτήσεις των μοτοσικλετών, για να βοηθούν κατά επιτάχυνση στην έξοδο των στροφών. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι όλα αυτά τα συστήματα είναι καθαρά μηχανικά, καθώς ο ηλεκτρονικός έλεγχος των αναρτήσεων απαγορεύεται από τους κανονισμούς.
Το MotoGP μαθαίνει τον «βρόμικο» αέρα
Μπαίνοντας, λοιπόν, όλο και πιο βαθιά στα χωράφια της αεροδυναμικής, το MotoGP αρχίζει να μοιάζει λίγο με τη Formula 1. Η μοτοσικλέτα που βρίσκεται πίσω από μια άλλη σε μικρή απόσταση δέχεται αυτό που αποκαλούμε «βρόμικο» αέρα, δηλαδή ροή αέρα που επηρεάζεται από τον προπορευόμενο και δεν είναι «καθαρή».
Το αποτέλεσμα είναι να ανεβαίνει η θερμοκρασία του εμπρός ελαστικού της μοτοσικλέτας που ακολουθεί. Μαζί με την άνοδο της θερμοκρασίας, όμως, έρχεται και αύξηση της πίεσης στον αέρα που βρίσκεται μέσα στο ελαστικό. Η αύξηση της πίεσης έχει αποτέλεσμα να μεταβάλλεται η επιφάνεια επαφής του ελαστικού με την άσφαλτο και η πρόσφυση μειώνεται. Αυτός είναι ο λόγος που οι αναβάτες δυσκολεύονται να κάνουν επιθετικές κινήσεις στην είσοδο των στροφών για να προσπεράσουν.
Στη συνέχεια, υπάρχουν οι συσκευές ελέγχου του ύψους της ανάρτησης. Η πίσω συσκευή χαμηλώνει το κέντρο βάρους και μειώνει την τάση για «σούζα», φορτίζοντας επιπλέον το μπροστινό ελαστικό. Αλλά αυτές οι συσκευές αλλάζουν επίσης τον τρόπο με τον οποίο οι αναβάτες μπορούν να φρενάρουν στις στροφές: Με χαμηλότερο κέντρο βάρους, η μοτοσυκλέτα επιτρέπει στους αναβάτες να φρενάρουν πολύ πιο δυνατά και πιο αργά.
Ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα
Πώς όμως θα μπορούσε το MotoGP να λύσει αυτό το πρόβλημα, που όμως φαίνεται ήρθε για να μείνει; Η πλήρης απαγόρευση των αεροδυναμικών βοηθημάτων και των συσκευών ελέγχου ύψους της ανάρτησης δεν είναι ούτε εφικτή ούτε θεμιτή. Αν θέλουμε το MotoGP να συνεχίσει να αποτελεί την κορυφαία διοργάνωση στους δύο τροχούς πρέπει να επιτρέψουμε στους μηχανικούς του να κυνηγούν την καινοτομία και τις επαναστατικές λύσεις σε κάθε ευκαιρία.
Μια πιθανή λύση θα μπορούσε να έρθει από τη Michelin, τον αποκλειστικό προμηθευτή ελαστικών του MotoGP. Ένα πιο δυνατό εμπρός ελαστικό, που θα διαχειρίζεται με περισσότερη αποτελεσματικότητα την αύξηση της θερμοκρασίας, ίσως θα μπορούσε να μετριάσει κατά πολύ το φαινόμενο που περιγράψαμε παραπάνω. Αυτό όμως χρειάζεται χρόνο, χρήμα και εκτεταμένες δοκιμές μέχρι να φτάσει να χρησιμοποιείται στους αγώνες.
Πέρα από το αγωνιστικό κομμάτι, όμως, υπάρχει και το «πολιτικό» μέρος του πρωταθλήματος. Για να υπάρξει μια ριζική αλλαγή στους κανονισμούς θα χρειαζόταν η συμφωνία ανάμεσα στη ρυθμιστική αρχή, την FIM, το διοργανωτή του MotoGP, την Dorna, και τους κατασκευαστές που συμμετέχουν. Μια συμφωνία ανάμεσα σε πλευρές που έχουν αντίθετα συμφέροντα είναι -όπως έχει αποδειχτεί άπειρες φορές- είναι σχεδόν αδύνατη.
Πάντα οι μηχανικοί θα προσπαθούν να κάνουν τις μοτοσικλέτες όλο και ταχύτερες και οι αναβάτες θα προσπαθούν να κερδίσουν τους αντιπάλους τους μέσα στην πίστα. Το MotoGP είναι ένα μαγικό πρωτάθλημα, ακόμα κι αν βλέπουμε σε κάποιους αγώνες λιγότερες προσπεράσεις. Ας συνεχίσουμε να το απολαμβάνουμε.
Φωτογραφίες: Yamaha, Ducati, Red Bull
Ακολουθήστε την σελίδα του gMotion στο Facebook!