Στο παιδικό μυαλουδάκι της ήθελε να γίνει ο Ρομπέρτο Μπάτζιο. Να έχει τη θεία του ιδιοφυϊα πιθανόν και τη μυθική του κοτσίδα. Τελικώς ο ρόλος της στο γρασίδι έμελλε να είναι διαφορετικός, μα να έχει κάτι από την ιερή μοναδικότητα του «μικρού Βούδα».
Η Μαρία Σόλε Φεριέρι Καπούτι θα είναι η πρώτη γυναίκα που θα διαιτητεύσει στη Serie A, πιθανότατα εντός λίγων εβδομάδων: μετά από 23 αγώνες στη Serie C, προήχθη σε Can A και B και στο μεταξύ προετοιμάζεται για το ιστορικό της ντεμπούτο, διευθύνοντας τον αγώνα Κυπέλλου Ιταλίας μεταξύ της Σαμπντόρια και της Ρετζίνα. Στον πάγκο της ομάδας της Καλαβρίας, στο ναό της Γένοβας, το Λουίτζι Φεράρις, θα βρίσκεται ο Πίπο Ιντζάγκι, ο οποίος συνυπήρξε στην εθνική ομάδα της Ιταλίας με τον Μπάτζιο και η παρουσία του συμβάλλει επομένως στο κλείσιμο του κύκλου. Με κάποιον τρόπο η Μαρία Σόλε θα συνδεθεί με το παιδικό της είδωλο.
Στις 17 Οκτωβρίου 2021 διευτήτευσε μια ομάδα της πρώτης κατηγορίας, την Κάλιαρι στο παιχνίδι εναντίον της Τσιντατέλα και πάλι για το Κόπα Ιτάλια. Αλλά ο αγώνας στο Μαράσι μοιάζει πολύ με πρόβα τζενεράλε, πριν από τον πρώτο ματς στη Serie A και ίσως, βγαίνοντας από το τούνελ, σκεφτεί καθώς προχωρά όλες τις θυσίες που προηγήθηκαν αυτής της βόλτας προς το κέντρο του γηπέδου.
Sampdoria-Reggina #CoppaItalia match will be officiated by Maria Sole Ferrieri Caputi. In July she became the first female to join the officiating team for a Serie A season, joining for 2022-23. She previously oversaw a Coppa Italia match between Cagliari & Cittadella in 2021 pic.twitter.com/sc0KB4FNVF
— Reggina Fans (@regginafans) August 1, 2022
«Αυτή είναι μια πολύ όμορφη στιγμή και μια μεγάλη ικανοποίηση και επίσης λυπηρό να πιστεύει κανείς ότι πρέπει να εκπλαγεί κανείς από την παρουσία μιας γυναίκας», δήλωσε ο Alfredo Trentalange, πρόεδρος του διοικητικού σώματος των διαιτητών στην Ιταλία. «Προφανώς είναι είδηση ότι η Μαρία Σόλε θα είναι η πρώτη γυναίκα διαιτητής στη Serie A και είναι μια ιστορική στιγμή, αλλά η άνοδος είναι πρόοδος που προέρχεται από επιτεύγματα και όχι από προνόμια», πρόσθεσε.
Το κορίτσι που γεννήθηκε το 1990 κι εντάχθηκε στην ιταλική ένωση διαιτητών το 2007, δουλεύοντας σε επαρχιακά και περιφερειακά πρωταθλήματα, πριν αρχίσει να διευθύνει αγώνες της Serie D το 2015, μπήκε πολλές φορές στον πειρασμό να τα παρατήσει. Το εξομολογείται η ίδια σε συνέντευξή της στην Gazzetta dello Sport. Θυμάται να περιμένει με αγωνία πολλές φορές την ώρα που ανακοινώνονται οι προβιβασμοί των ρέφερι και να μένει απογοητευμένη όταν δεν βλέπει το όνομά της στην σχετική λίστα. Θυμάται κάθε σχεδόν απόρριψη να συνοδεύεται από την εξής ερώτηση: «Μαρία Σόλε, που πας;». Ήταν εκείνη που αμφισβητούσε πρώτη τον εαυτό της, κι εκείνη πάλι πρώτη απαντούσε «έχεις πάθος μέσα σου, προχώρα».
Το πρώτο μεγάλο βήμα ήρθε πριν από τρία χρόνια, το 2019, όταν της ανατέθηκε η διαιτησία δύο προκριματικών αγώνων για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Γυναικών και, την επόμενη χρονιά, άρχισε να διαιτητεύει αγώνες της Serie C. Μαζί με τα ματς της τρίτης κατηγορίας, της εμπιστεύτηκαν και τον αγώνα της Serie B μεταξύ της Τσιταντέλα και της Σπαλ. Σκεπτόμενη ότι τώρα έχει σχεδόν φτάσει στο κορυφαίο επίπεδο, είναι περίεργη να δει από κοντά τους παίκτες, να καταλάβει ποιοι είναι.
Όσο για τις δυσκολίες που πιθανόν θ' αντιμετωπίσει; «Θα συνδέονται με την ταχύτητα του παιχνιδιού, τα γεγονότα, τα φάουλ, το επάγγελμα του ποδοσφαιριστή: όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις, τόσο περισσότερη δουλειά έχει ο παίκτης. Αυτό ισχύει και για τον διαιτητή».
Η Μαρία Σόλε πάλεψε για τη... σφυρίχτρα της. Εργάστηκε παράλληλα με την πορεία της στη διαιτησία, υπέστη σοβαρούς τραυματισμούς και ένα τροχαίο ατύχημα. Η επιτυχία της είναι κόρη του πάθους και της επιμονής της. Πίσω στο σπίτι της, στο Λιβόρνο, την αποκαλούν ακόμα «μικρή». Κοιτάζοντάς την όμως δεν φαίνεται καθόλου έτσι. Με τη διαιτησία συναντήθηκαν μάλλον από τύχη. Σίγουρα. Ένα φέιγ βολάν σε ένα μοτοποδήλατο έξω από το σχολείο της έγινε η αφορμή να πάει να γνωρίσει την «τέχνη», αν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι.
Ο πατέρας της την πήγε στο γήπεδο όταν ήταν περίπου επτά - οκτώ χρονών. Το ποδόσφαιρο ήταν μεγάλο της πάθος. Έπαιζε με τα αγόρια και διάβαζε αθλητικές εφημερίδες από τότε που θυμάται τον εαυτό της. Φυσικά δεν έχανε ματς της Εθνικής. Όταν η ιδέα να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιρίστρια άρχισε να χάνει έδαφος στο μυαλό της, ήταν επειδή την είχε κερδίσει η σφυρίχτρα.
Κι ήταν τόση η αγάπη της που βρήκε το θάρρος να μπει σε έναν από τους πιο «αρσενικούς» χώρους του κόσμου. Ερωτηθείσα για τα αγκάθια της προκατάληψης, απαντά, με φωνή απόλυτα σταθερή: «ναι, η ανδρική προκατάληψη ήταν ένα πρόβλημα όσο μπορούσε να με πληγώσει. Όταν το πήρα όπως είναι, άρχισε να μου δίνει δύναμη». Συνήθισε τις επικρίσεις, τις προσβολές από την κερκίδα, τα υποτιμητικά σχόλια κάποιων συναδέλφων της. Συνήθως κυρίως να καταλαβαίνει ότι στον χώρο του αθλητισμού υπήρχαν πολλοί με το θράσος να κρύβουν εντέχνως στα λόγια τους ένα: «δεν μπορείς, επειδή δεν το θέλω εγώ».
Σπούδασε πολιτικές επιστήμες και διεθνείς σχέσεις σε Πανεπιστήμιο στο Μπέργκαμο, άρχισε να δουλεύει παράλληλα μέσω της ένωσης Adapt -που προωθεί τις σχέσεις μεταξύ πανεπιστημίου κι εργασίας- κι έθεσε σε πρώτη προτεραιότητα τη διαιτησία και να που τώρα βρίσκεται μια ανάσα μακριά από τον παράδεισο!