Δέσποινα Παναγούλια

Αλκέτας Παναγούλιας: Ο αείμνηστος προπονητής μέσα απ' τα μάτια της κόρης του Δέσποινας

Μαριλένα Καλόπλαστου

Η κόρη του Αλκέτα Παναγούλια Δέσποινα, ανοίγει την καρδιά της στο GWomen και μιλά για τον άνθρωπο που οδήγησε την εθνική Ελλάδας για πρώτη φορά σε τελική φάση Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος το 1980 και στην πρώτη της μουντιαλική εμπειρία το 1994, τον αείμνηστο Αλκέτα.

Το ποδόσφαιρο μπήκε στη ζωή της τόσο φυσικά, ανεπιτήδευτα. Ήταν μέσα στο σπίτι της, μέσα στην καθημερινότητά της. «Δεν θυμάμαι ποτέ να μην αγαπάω το ποδόσφαιρο», εξομολογείται η Δέσποινα Παναγούλια. Ήταν μικρή, Ε' ή ΣΤ' Δημοτικού, όταν κατάλαβε ότι ο μπαμπάς της δεν κάνει μια... συνηθισμένη δουλειά. Αργότερα βέβαια, όταν έγινε κοινωνός της αγάπης που είχε ο κόσμος για τον Αλκέτα Παναγούλια, ήταν που συνειδητοποίησε πλήρως τη μοναδικότητα του να υπηρετεί κάποιος το λαοφιλέστερο άθλημα στον κόσμο. Το ποδόσφαιρο. Και ο μπαμπάς της το έκανε με σεβασμό και άδολη αγάπη προς το ίδιο το άθλημα και τους ποδοσφαιριστές του. Την ίδια αγάπη που έτρεφε και για τη Θεσσαλονίκη.

Ο Αλκέτας Παναγούλιας ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα απο την ελληνοαμερικανική ομάδα Atlas Soccer Club με την οποία κατέκτησε το US Open Cup 3 φορές (1967, 1968, 1969). Το 1972 ανέλαβε βοηθός του προπονητή της Εθνικής Ελλάδος Μπίλυ Μπίγκχαμ και το 1973 τον αντικατέστησε αναλαμβάνοντας πρώτος προπονητής έως το 1981. Τον Φεβρουάριο του 1975 κάθισε για πρώτη φορά στον πάγκο του Άρη, διατηρώντας παράλληλα και τα καθήκοντα του ομοσπονδιακού κόουτς.

Σημείωσε την μεγάλη επιτυχία της πρόκρισης της Εθνικής στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 στην Ιταλία που ήταν και η πρώτη διάκριση στην ιστορία της «γαλανόλευκης». Στα τελικά του Euro 1980 οδήγησε την Εθνική Ελλάδος σε τρεις αξιοπρεπείς εμφανίσεις απέναντι στα φαβορί του θεσμού. Από το 1981 έως το 1983 υπήρξε προπονητής του Ολυμπιακού κατακτώντας δύο πρωταθλήματα. Το διάστημα 1983-1985 ανέλαβε προπονητής της Εθνικής Ομάδας των ΗΠΑ καθοδηγώντας την στην Ολυμπιάδα του Λος Άντζελες.

Στη συνέχεια ανέλαβε και πάλι τον Ολυμπιακό και κατακτά την κορυφή το 1987. Το 1988 κλήθηκε να καθίσει για τρίτη φορά στον πάγκο του Άρη. Παρά τα προβλήματα που υπήρχαν τερμάτισε στην 7η θέση του πρωταθλήματος. Τον Ιανουάριο του 1990 απομακρύνεται απο την τεχνική ηγεσία. Το 1992 ανέλαβε και πάλι την Εθνική και την οδηγεί στο Μουντιάλ των ΗΠΑ το 1994.

οικογένεια παναγούλια

Μιλώντας στο GWomen η Δέσποινα Παναγούλια μοιράζεται ιστορίες από τη θητεία του πατέρας της τόσο στον πάγκο της Εθνικής μας, όσο κι από εκείνους του Ολυμπιακού και του Άρη. Αποκαλύπτει τη λατρεία του για το ποδόσφαιρο γυναικών και τη γνωριμία του με την πρώτη μεγάλη σούπερ σταρ Μία Χαμ. Αναφέρεται επίσης στον θαυμασμό του για τον Χατζηπαναγή, αλλά και στην πικρία που ακολούθησε την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994.

- Η πρώτη σας ανάμνηση σε ποδοσφαιρικό γήπεδο

«Η πρώτη ανάμνηση που έχω είναι το 1979, ήμουν 10 χρονών. Σίγουρα είχα ξαναπάει στο γήπεδο 100 φορές, αλλά το 79' το θυμάμαι γιατί ήταν το Ελλάς - Ρωσία, προκρίθηκε για πρώτη φορά η εθνική στο Euro. Οπότε η πιο ζωντανή ανάμνηση που έχω ήταν τότε».

- Φαντάζομαι γνωρίσατε το άθλημα μέσω του πατέρα σας...

«Ναι... ο μπαμπάς μου ήταν προπονητής πριν γεννηθώ. Προπονητής στην Αμερική, οπότε μεγάλωσα μέσα στο σπίτι και δεν είχα καταλάβει ότι η δουλειά του ήταν διαφορετική. Για μένα ήταν απλώς η δουλειά του μπαμπά. Άρχισα να καταλαβαίνω ότι διαφέρει όταν ήμουν Ε' - ΣΤ' Δημοτικού. Που τα άλλα παιδάκια στο σχολείο έλεγαν: "ο μπαμπάς μου είναι υπάλληλος, είναι γιατρός". Κι εγώ έλεγα "ο μπαμπάς μου δουλεύει στην ΕΠΟ" και με κοιτούσαν όλοι "τι είναι η ΕΠΟ;"»

Ο μπαμπάς μου ποτέ, μα ποτέ δεν είπε "είσαι κορίτσι δεν πρέπει να παίξεις ποδόσφαιρο"

- Οπότε το ποδόσφαιρο μπήκε στη ζωή σας κάπως φυσικά... Το αγαπήσατε το ίδιο φυσικά ή σας μιλούσε γι αυτό;
«Έγινε τελείως φυσικά, ήταν μέρος της ζωής μας, οπότε το πήρα έτσι, σαν φυσιολογικό. Δε θυμάμαι ποτέ να μην αγαπάω το ποδόσφαιρο».

- Παίξατε ποτέ και η ίδια μπάλα;
«Εκείνη την εποχή τα κορίτσια δεν έπαιζαν ποδόσφαιρο... Και στο Δημοτικό, πάντα έπαιζα με τα αγόρια και τα πήγαινε και καλά, αλλά τότε δεν είχαμε ευκαιρίες να παίξουμε. Και Γυμνάσιο και Λύκειο που πήγα στο κολλέγιο, που είχε οργανωμένα αθλήματα, δεν είχε ποδόσφαιρο γυναικών. Εμένα μου άρεσε να παίζω τερματοφύλακας, με έπαιρνε ο μπαμπάς... Να αναφέρω ότι ο μπαμπάς μου ποτέ, μα ποτέ δεν είπε "είσαι κορίτσι δεν κάνει, δεν πρέπει να παίξεις ποδόσφαιρο". Με έπαιρνε Σαββατοκύριακα και πηγαίναμε έξω και μου έκανε προπόνηση».

Ο πατέρας μου πάντα ήθελε να εμπνεύσει τους ποδοσφαιριστές, τα παιδιά του

- Υπάρχει κάποια φράση ή συμβουλή που σάς έδωσε και την κρατήσατε ως σήμερα;

«Πολλές, πάρα πολλές... Ο μπαμπάς μου ήταν πολύ συναισθηματικός, αλλά ήταν και πολύ ρεαλιστής. Όταν πια είχα μεγαλώσει, στα 20, στα 30 μου πάντα με έπαιρνε στην άκρη και μου έλεγε "κοίτα να προσέχεις τον εαυτό σου και να μην πολυ-θυσιάζεσαι για άλλους". Δεν τον άκουσα... Αλλά πήρα πολλά μαθήματα από τον μπαμπά μου. Πρώτα απ' όλα ήταν πολύ δίκαιος, αγαπούσε την Ελλάδα πάρα πολύ. Πάντα ήθελε να γνωρίσει τον άνθρωπο πίσω από την ιδιότητα. Τους παίκτες του... ήθελε να έχει μια καλή σχέση με τον άνθρωπο. Έλεγαν πάντα ότι ήταν καλός ψυχολόγος. Μου έμαθε ότι το πιο σημαντικό στη ζωή είναι οι σχέσεις με τους άλλους. Γιατί αυτό μένει στο τέλος»

- Άρα και ο ίδιος προσπαθούσε να μην είναι ο προπονητής με τον πιο αυστηρό ορισμό της λέξης, να είναι περισσότερο πατρική φιγούρα

«Ήταν και λίγο αυστηρός, αλλά ήταν σαν μπαμπάς. Ο αδερφός μου κι εγώ πάντα μαλώναμε, γιατί του έλεγα καμία φορά που συζητούσαμε [αφού έφυγε ο μπαμπάς], ότι "ο μπαμπάς δεν ήταν και ο πιο τεχνικός προπονητής, ήταν πιο πολύ κόουτς, και θύμωνε ο Γιάννης". Πάντα ήθελε να εμπνεύσει τα παιδιά του».

παναγούλια Δέσποινα- Πώς ήταν η ζωή στην Αμερική;
«Στην Αμερική πήγαμε γιατί ο μπαμπάς μου σε κάποια φάση έγινε ο προπονητής των ΗΠΑ. Όταν πήγαμε εγώ ήμουν 15 ετών και τότε το ποδόσφαιρο στην Αμερική δεν ήταν τίποτα. Κανείς δεν ήξερε την ομάδα. Όταν πήγα σχολείο και φορούσα μπλούζα ποδοσφαίρου, όλοι οι football players με σταματούσαν και ρωτούσαν, τι είναι αυτό;. Όταν πήγα στην Αμερική είχα την ιδιότητα του θεατή, δεν ασχολήθηκα να παίξω σε ομάδα. Πηγαίνω ακόμα συχνά. Κάθε φορά που έρχομαι στην Ελλάδα κοιτάζω να το συνδυάζω με την εθνική».

- Πόσο διαφέρει η νοοτροπία σε Ελλάδα και Αμερική
«Εδώ τα πράγματα έχουν αλλάξει από άποψη οργάνωσης και επαγγελματισμού που είναι πολύ καλα. Και νομίζω πιο πολύς κόσμος ασχολείται εδώ με τον αθλητισμό από ότι εκεί. Αλλά από νοοτροπία, δεν θα φοβηθείς ποτέ στην Αμερική να πας σε ό,τι παιχνίδι, σε ό,τι γήπεδο φανταστείς. Και δίπλα στους αντιπάλους να κάθεσαι δεν θα γίνει ποτέ τίποτα. Πάντα βλέπεις παιδάκια, γυναίκες. «Τα περαστικά βίας στα γήπεδα εδώ, αυτό με στεναχωρεί πολύ».

-Πώς βιώσατε τη δολοφονία του Άλκη, φαντάζομαι υπήρχε πάντοτε ιδιαίτερη σύνδεση και με τον Άρη

«Όταν έγινε αυτό ήμουν στην Αμερική, το είδα. Παρακολουθώ πάρα πολύ καθημερινά τι γίνεται στην Ελλάδα. Στεναχωρήθηκα πάρα πολύ και να σου πω την αλήθεια δεν το καταλαβαίνω. Δεν το καταλαβαίνω το "γιατί". Από τότε που έγινε, έχω πάει να δω τον Άρη, αλλά δεν είχα περάσει από το σημείο. Με πέρασαν αργότερα μια μέρα από το σημείο και... Δεν ξέρω γιατί... Πάντα υπήρχε χουλιγκανισμός στην Ελλάδα. Του μπαμπά μου ποτέ του δεν του άρεσε αυτό. Και στον Ολυμπιακό που ήτανε, Θύρα 7 και στον Άρη που ήταν, θύρα 3, δεν τα πήγαινε πολύ καλά... Γιατί κι εκείνος είχε συνηθίσει στην αμερικανική νοοτροπία. Και δεν μπορούσε να καταλάβει, γιατί επιτρέπονται αυτά τα πράγματα».

- Σκεφτήκατε ποτέ να ασχοληθείτε πιο επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο; Το άθλημα σε επίπεδο γυναικών στις ΗΠΑ είναι και διαχρονικά πιο ανεπτυγμένο και πιο δημοφιλές από οπουδήποτε αλλού...
«Τη δεκαετία του 90 όταν άρχισε να ανθίζει το ποδόσφαιρο γυναικών, είχα ήδη ξεκινήσει την καριέρα μου σε ένα τελείως διαφορετικό κλάδο, οπότε για να το αφήσω, ήταν τεράστια απόφαση».

Ως προπονητής της Εθνικής δεν έβλεπε χρώματα και ομάδες

- Είχατε πει σε παλαιότερη συνέντευξή σας ότι στο Χαριλάου νιώθετε σαν στο σπίτι σας.
«Ναι ισχύει και στο Καραϊσκάκης. Ένα πράγμα για τον μπαμπά μου... άρχισε να παίζει στον Άρη 15 χρονών ήταν Θεσσαλονίκη, ο Άρης ήταν πάντα στην καρδιά του, αλλά αγάπησε πολύ και τον Ολυμπιακό γιατί είχε πάρα πάρα πολύ καλές σχέσεις με όλο το διοικητικό συμβούλιο του Ολυμπιακού. Έκανε φιλίες ζωής. Ως προπονητής της Εθνικης δεν έβλεπε χρώματα και ομάδες. Ενώ ήταν Αρειανός και είχε δουλέψει στον Ολυμπιακό, αγαπούσε τα παιδιά του ΠΑΟΚ το ίδιο π.χ. Νομίζω ότι αυτό είχε να κάνει με το γεγονός ότι είχε φύγει στο εξωτερικό μικρός και αν ήσουν Έλληνας ήσουν Έλληνας. Δεν τον ενδιέφερε... Όταν άρχισε ο μπαμπάς μου το ποδόσφαιρο δεν ήταν επαγγελματικό και όταν πλέον έγινε είχε χαρεί πολύ ότι οι ποδοσφαιριστές θα είχαν την ευκαιρία να κάνουν καριέρα. Κι έτσι ποτέ δεν είχε και πρόβλημα όταν ερχόταν μια καλή πρόταση για κάποιον παίκτη του να πάει αλλού. Ξέρω παίκτες του ΠΑΟΚ που πάντα μου λένε "μας αγαπούσε τόσο πολύ".

Τώρα εγώ ήμουν από μικρή Ολυμπιακός, γιατί όταν ήμουν 7-8 χρονών... η εθνική έμενε στο ξενοδοχείο για μια εβδομάδα για παράδειγμα, και έρχονταν και οι οικογένειες, κι εμένα με έπαιρναν οι παίκτες του Ολυμπιακού να πάμε σινεμά. Και ξέρεις άρχισα να λέω κι εγώ ότι η αγαπημένη μου ομάδα είναι ο Ολυμπιακός. Όλοι πάντα λέγανε, "εσύ πως έγινε Ολυμπιακός, ο μπαμπάς σου είναι Άρης". Και όταν ήρθε μια μέρα ο πατέρας μου σπίτι και ανακοίνωσε ότι θα κοουτσάρει τον Ολυμπιακό, στο σπίτι έκανα πάρτι».

- Ήταν αυστηρός ως πατέρας;
«Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν μου έλεγε τι να κάνω και πώς να το κάνω. Συμβουλές έδινε, αλλά δεν με πίεζε, δεν επέβαλε την άποψή του. Για την εποχή του, ήταν πολύ μπροστά».

- Θέλω να μας πείτε ιστορίες για τον μπαμπά σας από τον Άρη, τον Ολυμπιακό και την Εθνική

Το Αρειανό παιδί στη ΘεσσαλονίκηΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑΣ ΑΡΗΣ

«Ο μπαμπάς άρχισε να είναι προπονητής της Εθνικής το 73' και σε μια φάση για ένα χρόνο, πήγε προπονητής στον Άρη. Ήμουν Δ' δημοτικού και είχαμε μετακομίσει Θεσσαλονίκη. Θυμάμαι ότι τότε είχα πρωτοαρχίσει να σκέφτομαι ότι ο πατέρας μου ξέρει όλον τον κόσμο. Δεν είχα καταλάβει ότι στην ουσία δεν τους ήξερε εκείνος. Αυτοί τον γνώριζαν! Και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη... όπου πηγαίναμε, όπου μπαίναμε, αγκαλιές, φιλιά... Αυτό το Αρειανό παιδί στη Θεσσαλονίκη, πολλή αγάπη από τον κόσμο του Άρη, αυτό θυμάμαι, ως παιδί. Φυσικά ως παίκτη δεν τον έζησα. Το 2002 έγινε πρόεδρος του Άρη κι εγώ ήμουν Αμερική θυμάμαι ότι όταν παραιτήθηκε, είχε στεναχωρηθεί πάρα πολύ, το μόνο που ξέρω είναι ότι δε συμφωνούσε με κάποιες μεταγραφές. Δε ξέρω τι ακριβώς είχε γίνει, αλλά πάντοτε ήθελε το καλό της ομάδας».

Το «αουτσάιντερ» που αγάπησε και αγαπήθηκε στον Πειραιά

«Για τον Ολυμπιακό θυμάμαι πάρα πολλά. Θυμάμαι μια φορά έπαιζε στη Ρόδο. Ήταν γύρω στα γενέθλιά μου, είχαμε πάει όλη η οικογένεια μαζί. Και τελειώνει το ματς και μπαίνουμε στο πούλμαν να πάμε προς αεροδρόμιο. Κάτι γίνεται έξω από το πούλμαν με τους οπαδούς της ομάδας και ζητούσαν να μπουν και οι ίδιοι και ο πατέρας μου ήταν έξαλλος -γιατί όπως σας είπα δεν του άρεσαν καθόλου αυτά- και παρόλα αυτά είπε να ανοίξουν την πόρτα να μπουν μέσα, και μπαίνει ο πρώτος και μου λέει "γεια σου Δέσποινα" και το βλέμμα του μπαμπά μου δεν θα το ξεχάσω ποτέ!».

«Γενικώς από τον Ολυμπιακό θυμάμαι μόνο καλά χρόνια, καλές παρέες, καλοί άνθρωποι. Και ο πατέρας μου τον αγαπούσε πολύ τον Ολυμπιακό. Εκείνη την εποχή πρόεδρος ήταν ο Σταύρος ο Νταϊφάς και ο Μιλτιάδης ο Μαρινακης ήταν Γ.Αρχηγός. Και ο κ. Μαρινάκης και ο μπαμπάς μου έγιναν πολύ καλοί φίλοι. Για αουτσάιντερ που ήταν ο μπαμπάς μου, γιατί δεν ήταν από τον Πειραιά, είχε δουλέψει σε Εθνική και Άρη.. δεν ήταν παιδί του Ολυμπιακού ξέρω γω, τον αγάπησαν πάρα πολύ και του φέρθηκαν με σεβασμό...

Όταν ο μπαμπάς μου πήρε τη δουλειά στην εθνική Αμερικής ήταν στον Ολυμπιακό και δεν ξέρω πώς προέκυψε η Ομοσπονδία των ΗΠΑ να τού ζητήσει συνέντευξη,θυμάμαι όμως που είχε φύγει για την συνέντευξη. Κι εκείνη την εποχή δεν είχαμε ίντερνετ, δεν είχαμε κινητά, ήταν δύσκολο να κάνεις κλήση υπερατλαντική και θυμάμαι πήρε ο μπαμπάς μου τηλέφωνο τη μαμά μου να την ενημερώσει ότι πήρε τη δουλειά. Και η μαμά μου ενημέρωσε τον κ. Νταϊφά. Και μέχρι τώρα η μαμά μου λέει ότι "αντί ο Νταϊφάς να πει οχι [γιατί είχε ακόμα συμβόλαιο στον Ολυμπιακό], είπε είναι τιμή μας και τιμή του Ολυμπιακού να γίνει ο Αλκέτας προπονητής της εθνικής Αμερικής και βέβαια να πάει". Γι αυτό όταν έληξε το συμβόλαιό του με τις ΗΠΑ δύο χρονιά μετά, ξαναγύρισε».

εθνική

Κεφάλαιο Εθνικής Ελλάδος

«Για την Εθνική... στην πρόκριση του 1994 δεν ήμουν εδώ. Αλλά είχα πάει που παίξαμε με τη Ρωσία, ειχα πάει στο παιχνίδι στη Μόσχα. Νομίζω ήταν τον Μάη του 1993 τότε είχαμε αρχίσει να σκεφτόμαστε ότι το όνειρο μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Όταν προκριθήκαμε, δεν μου ήταν μεγάλη έκπληξη. Κάπως το ένιωθες μέσα στην ομάδα. Για το 94' έχω άσχημες αναμνήσεις...

Πριν το 94' μέχρι σε μια φάση... την επαγγελματική ζωή του μπαμπά μου την ήξερα από μέσα και από έξω. Ήξερα όλους τους παίκτες προσωπικά, ήξερα τι γινότανε, ποιος αρρώστησε, ποιος μάλωσε με τη φίλη του. Τα άκουγα στο τηλέφωνα, όλοι τον έπαιρναν να του πούνε. Με την ομάδα του 94' ζούσα στην Αμερική, δεν ήξερα πλέον κανέναν. Εμφανίστηκα σαν τουρίστρια να πάω στα παιχνίδια.

ΠΑΝΑΓΟΥΛΙΑΣ ΕΘΝΙΚΗ

Στο πρώτο ματς με την Αργεντινή... θυμάμαι τον μπαμπά μου να εξομολογείται ότι όταν οι παίκτες είχαν στηθεί στην ουρά, στη φυσούνα και ήταν μπροστά ο Μαραντόνα, όλοι οι διεθνείς μας τον χάζευαν. Κι εκείνος του φώναζε να μην μασάνε, αλλά δεν έβγαινε κανένας μπροστά και τότε σκέφτηκε από μέσα του...

Όταν "έφυγε" ο μπαμπάς έχω ακούσει πάρα πολλά και δεν ξέρω τι είναι αλήθεια και τι δεν είναι...

Εγώ πήγα στη Βοστώνη να δω το ματς με την Αργεντινή, γύρισα πίσω, πήγα στο Σικάγο να δω Νιγηρία και μετά ξαναπήγα Βοστώνη να δω Βουλγαρία. Στο τελευταίο παιχνίδι με τη Βουλγαρία μπαίνω μέσα στο ξενοδοχείο της Εθνικής και είναι το λόμπι και βλέπω τον μπαμπά μου να κάθεται μόνος του που μου φάνηκε πολύ περίεργο.Κι εκεί που καθόμασταν, κοιτούσε έξω από το παράθυρο και γυρνάει και ήταν δακρυσμένος. Τώρα πριν το παιχνίδι. Και δεν ήξερα κανένα στην ομάδα. Η προηγούμενη φουρνιά ήταν σαν αδέρφια μου θα μπορούσα να ρωτήσω τι γίνεται. Ήταν πολύ απογοητευμένος και πληγωμένος. Το μόνο που είπε: Δούλεψα πάρα πολύ για αυτή την ομάδα και κάποιοι πάνε να με καταστρέψουν. [σ.σ. όχι οι παίκτες του] Και εγώ έπαθα σοκ. Και 10 λεπτά μετά, έφυγαν για το γήπεδο.

Όταν τελικώς έφυγε από τη ζωή, διάφοροι δημοσιογράφοι μου είχαν πει (δεν ξέρω αν αληθεύουν όλα αυτά) ότι είχε γίνει μια συζήτηση... Ο μπαμπάς είχε κατέβει με τη Νέα Δημοκρατία, ευρωβουλευτής. Κι έχασαν τις εκλογές και η κυβέρνηση ήταν ΠΑΣΟΚ και μετά ήρθε η πρόκριση, και μου είπαν ότι έγιναν συζητήσεις στην κυβέρνηση, ότι "πως θα πάμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο με προπονητή Αμερικανό που στηρίζει τη Νέα Δημοκρατία".

Το μισό press ήταν ΠΑΣΟΚ και το άλλο ΝΔ, και γινόταν πόλεμος μέσω Παναγούλια. Αυτά ο μπαμπάς μου δεν τα μπορούσε καθόλου και άρχισαν κάποια "καρφιά", λέγονταν διάφορα... Τώρα το 1994 ήταν η αρχή του ίντερνετ, και ακομα τα νέα τα μαθαίναμε κάποιες μέρες μετά. Και ο μπαμπάς δηλαδή τα μάθαινε αργοπορημένα. Δεν ξέρω τώρα τι έγινε και τι γράφτηκε, αλλά από ότι καταλαβαίνω σε ένα press conference ο μπαμπάς μου απέκλεισε κάποιους δημοσιογράφους από την ομάδα και τα πράγματα έγιναν χειρότερα, γιατί και οι δημοσιογράφοι άρχισαν να πιάνουν παίκτες και οι παίκτες είχαν χωριστεί οι μισοί με τον Παναγούλια, οι άλλοι μισοί εναντίον του».

- Χάλασε μετά η εικόνα που είχε για τη χώρα;
«Κοίτα όλο αυτό τον πλήγωσε πάρα πολύ γιατί από τη δική του οπτική, πήγε η εθνική πρώτη φορά στο Παγκόσμιο Κύπελλο και αντί να είναι γιορτή και χαρά... Αυτό που μου έκανε εμένα μεγάλη εντύπωση είναι ότι δεν γύρισε πίσω με την αποστολή. Έμεινε στην Αμερική. Αλλά όχι, την Ελλάδα την αγαπούσε πάρα πολύ».

- Πώς και αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική;
«Ο μπαμπάς μου σπούδασε πολιτικές επιστήμες ήταν πάντα στην υπηρεσία του δημοσίου συμφέροντος και την εθνική την έβλεπε κάπως έτσι. Το έβλεπε ότι θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα. Και όλοι του έλεγαν ότι για πολιτικός δεν κάνεις, γιατί τα έλεγε έτσι όλα ευθέως... Και να σου πω την αλήθεια πάλι καλά που έχασε σε εκείνες τις εκλογές. Και δεν νομίζω ότι στεναχωρήθηκε».

Του άρεσε πολύ το ποδόσφαιρο γυναικών, δεν είπε ποτέ "οι γυναίκες αυτό, οι άντρες εκείνο"

-Παρακολουθείτε ποδόσφαιρο γυναικών στην Αμερική;
«Πάρα πολλές φορές και με τον μπαμπά μου. Του άρεσε πάρα πολύ. Η πρώτη μεγάλη σταρ ήταν η Μία Χαμ. Την ήξερε, ήταν από την περιοχή μας και του άρεσε γενικώς πάρα πολύ το ποδόσφαιρο γυναικών. Δεν είπε ποτέ "οι γυναίκες αυτό, οι άντρες εκείνο". Εκεί κάθε γειτονιά έχει και ομάδα και έπαιζε η ανιψιά μου, 8-9 χρονών και έχουμε πάει όλοι και βλέπουμε που παίζουνε.. Και ο μπαμπάς ήταν στην πλάγια γραμμή και σε κάποια φάση αρχίζει να της δίνει οδηγίες και γυρνάει ο προπονητής της και του λέει: σας παρακαλώ, μην επεμβαίνετε, και του απάνταει σόρρυ κόουτς. Και τον πλησιάζει κάποιος και του λέει, ρε συ ξέρεις ποιος είναι αυτός; Και ήρθε ο προπονητής και του ζητούσε συγγνώμη, αλλά ο μπαμπάς μου έλεγε "όχι, εγώ έκανα λάθος, εσείς είστε ο προπονητής"»

- Ποιος ήταν ο αγαπημένος του παίκτης;
«Έλεγε πάντα για τον Χατζηπαναγή, αλλά το έλεγε επειδή... ο Χατζηπαναγής έπαιξε στην εθνική μόνο μια φορά σε φιλικό και νομίζω ήταν επειδή δεν μπόρεσε ποτέ να τον χρησιμοποιήσει. Τους είχε όλους ειλικρινά σαν παιδιά του. Είχε μια θέαση πιο ρομαντική, πιο χολιγουντιανή».

Ακολούθησε το GWomen στο instagram

Στείλε μας νέα, ιδέες, προτάσεις, απορίες για τον γυναικείο αθλητισμό στο [email protected]