Το εν λόγω χωρίο από το άρθρο του Μάθιου Φάτερμαν στους «New York Times» προκάλεσε σάλο. Διαβάζοντάς το, θα έλεγε κανείς πως ακόμα κι αν κάποιος επιχειρούσε σκόπιμα να γεννήσει τέτοια αντιπαράθεση, δεν θα το πετύχαινε. Ο Φάτερμαν όχι απλά το πέτυχε, αλλά στην πράξη κατάφερε να θίξει μονομιάς κάθε γυναίκα του σήμερα. Μεγαλόσωμη και βραχύσωμη, μυώδη και μη. Αθλήτρια και μη.
Η Τζέσι Ντίγκινς είχε μόλις κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο στο σκι, στους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου. Δεν ήταν άγνωστη στο ευρύ κοινό, ούτε η ίδια, ούτε οι «μάχες» της. Αποτελεί, άλλωστε, την πιο επιτυχημένη σκιέρ των ΗΠΑ σε χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Πριν λίγα χρόνια, είχε μιλήσει ανοιχτά για τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπισε με τη διατροφή της. Συνεπώς, το να την αναφέρει ξαφνικά ένα Μέσο με την εμβέλεια των «Times» της Νέας Υόρκης ως «ξωτικό», ήταν η πιο απαίσια μνεία που θα μπορούσε να λάβει για τα αγωνιστικά της κατορθώματα μια ημέρα νωρίτερα.
Η εφημερίδα έσπευσε να δώσει εξηγήσεις για το ατυχές δημοσίευμα, υπερασπιζόμενη, μάλιστα, την επιλογή της σωματικής διάπλασης ως κριτήριο για την αξιολόγηση των αθλητικών επιδόσεων στα κείμενά της. Το ζήτημα, όμως, ξεφεύγει από την (όχι και τόσο) μικρή εικόνα ενός δημοσίευματος, που ούτως ή άλλως θα έπρεπε να έχει διαρθρωθεί χωρίς «φανφάρες» για να επαινέσει μια ολυμπιονίκη. Αυτή ήταν άλλωστε η αρχική του πρόθεση.
Ο σάλος που προκάλεσε το κείμενο για τη Ντίγκινς έφερε ξανά στην επιφάνεια το υπαρκτό θέμα της αντικειμενοποίησης του κορμιού των γυναικείων αθλητριών. Στην προκειμένη περίπτωση δεν επρόκειτο για σεξιστικό σχόλιο, όπως έχουμε δει πολλάκις στο παρελθόν. Δεν παύει, όμως, να αφορά ένα διπλότυπο στάνταρ που συναντάται κατά κόρον στον γυναικείο αθλητισμό.
Η εστίαση στο «σκαρί». Στο ότι «οι πλάτες και οι μηροί της είναι πολύ μεγάλοι» ή αντίστροφα «είναι μικροσκοπικοί». Ενώ το «body positivity» προάγεται όλο και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια μέσα από τις κοινωνικές πλατφόρμες, ο αθλητισμός και ειδικά ο γυναικείος αθλητισμός, γίνεται με τη σειρά του η πλατφόρμα στην οποία ο θεατής κριτικάρει το κορμί.
Το φαινόμενο δεν είναι πρόσφατο. Αυτή η εμμονή στο σώμα και η ρητορική περί πάχους, ύψους και αναλογιών στον γυναικείο αθλητισμό είναι που δημιουργεί εδώ και δεκαετίες μια νόρμα για τον «ορθό σωματότυπο». Στ' αλήθεια, τι πάει να πει αυτό; Ποιος τον ορίζει; Ο χρήστης του twitter ή ο αρθογράφος του όποιου Μέσου; Και κυρίως, πώς και γιατί μπορεί να μπαίνει στη μέση ως πρίσμα αξιολόγησης μιας άρτιας αθλητικής επίδοσης και αθλήτριας εν γένει; Μιας πρωταθλήτριας;
Στη βάση του ζητήματος ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι. Δεν πρόκειται απλά για μια συζήτηση περί ηθικής και πολιτικής ορθότητας. Φτάνει βαθύτερα, σε επίπεδα βιωσιμότητας του γυναικείου αθλητισμού, όπως και της υγείας των αθλητριών.
Έρευνα που παρουσίασε το βρετανικό Περιοδικό Ιατρικής στον Αθλητισμό ανέδειξε ότι το 45% των αθλητριών, πρωτίστως σε σπορ που δίνεται έμφαση στο «λιγνό» σώμα, υποφέρουν από διατροφική διαταραχή, μία πάθηση περισσότερο ψυχική και όχι οργανική που κατατάσσεται στην κορυφή της λίστας με τα υψηλότερα ποσοστά θνητότητας.
Τα ευρήματα της εν λόγω έρευνας συμπίπτουν με εκείνα μίας πρόσφατης και πάλι στο Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την οποία ένα εκατομμύριο κορίτσια χάνουν το ενδιαφέρον τους για τον αθλητισμό. Ποιες είναι οι αιτίες;
Από αυτά τα κορίτσια, το 68% υποστηρίζει φοβάται την αξιολόγηση και το πώς θα τις κρίνουν.
Από τις κοπέλες που είχαν ενασχόληση με τον αθλητισμό το 73% τονίζει πως δεν επιθυμεί καθόλου να τις βλέπουν οι άλλοι να αθλούνται.
Οι δείκτες αυτοί είναι ανησυχητικοί. Δύσκολα, όμως, προκαλούν έκπληξη, όταν μία χάλκινη ολυμπιονίκης μετά τη σπουδαιότερη στιγμή της καριέρας της προσδιορίζεται ως «ξωτικό» για τα λιγότερα κιλά της σε σχέση με τον μέσο όρο του αθλήματος. Τα κορίτσια αυτά δεν εγκαταλείπουν οικειοθελώς τον αθλητισμό. Τις εξωθούν σε αυτό και μία σειρά από στερεότυπα για το φύλο τους. Και είναι καιρός να πάψει αυτή η κατηγοριοποίηση, η οποία δεν υποβοηθά στο ελάχιστο την ρεπορταζιακή ανάλυση των επιδόσεων, παρά μόνο δημιουργεί ενοχές και «καπελώνει» τη δουλειά και τις διακρίσεις των γυναικών αθλητριών στο εκάστοτε τερέν.