Η Μαρίεκε Βέρβουρτ πέθανε σε ηλικία 40 ετών, την Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019 περίπου στις 20:15. Βρισκόταν στο σπίτι της στο Ντίεστ του βορειοανατολικού Βελγίου, με τους γονείς της και τα αγαπημένα της πρόσωπα στο κρεβάτι της, μετά από ένα μικρό πάρτι με φίλους. Όλα ήταν ακριβώς όπως τα είχε σχεδιάσει.
Η Βέρβουρτ, Παραολυμπιονίκης με παγκόσμιο ρεκόρ, υπέφερε από μία ανίατη, εκφυλιστική πάθηση που της προκαλούσε βασανιστικό πόνο και επέλεξε να πεθάνει εκμεταλλευόμενη τον βελγικό νόμο περί ευθανασίας. Τώρα ένα ντοκιμαντέρ που κυκλοφορεί στη γενέτειρά της, τη Φλάνδρα, αφηγείται την ιστορία των τελευταίων χρόνων της και πώς επέλεξε τη στιγμή του θανάτου της.
Όπως αναφέρει η Τζένιφερ Ράνκιν στον Guardian, η Πόλα Ράπαπορτ, μια γαλλοαμερικανίδα δημιουργός ντοκιμαντέρ και σκηνοθέτης, έπεσε πάνω στην ιστορία της Βέρβουρτ όταν διάβασε ένα άρθρο εφημερίδας για τη βελγίδα αθλήτρια κατά τη διάρκεια των Παραολυμπιακών Αγώνων του Ρίο το 2016. Η Βέρβουρτ είχε κερδίσει ένα ασημένιο και ένα χάλκινο μετάλλιο στο Ρίο στις κούρσες Τ52 400μ. και 100μ. με αναπηρικό αμαξίδιο, προσθέτοντάς τα στο χρυσό και στο ασημένιο μετάλλιο που είχε κατακτήσει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Πολλοί δημοσιογράφοι όμως ήθελαν να μάθουν μόνο πότε θα πέθαινε η αθλήτρια, αφού ο διεθνής Τύπος είχε ασχοληθεί με δημοσίευμα βελγικών μέσων ενημέρωσης που ανέφερε πως η ίδια είχε καταθέσει τα χαρτιά της για ευθανασία.
«Θα πάω για χρυσό και μετά θα αυτοκτονήσω» έγραφαν τίτλοι διάφορων μέσων ανά τον κόσμο. Η πραγματικότητα ήταν κάπως διαφορετική, εξήγησε ο Βέρβουρτ στα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης στο Ρίο. Δεν σκόπευε να πεθάνει μέσα σε δύο εβδομάδες από την αποχώρησή της από το βάθρο των μεταλλίων αλλά είχε υπογράψει τα χαρτιά της για ευθανασία το 2008, μια πράξη που, όπως είπε, την έσωσε από την αυτοκτονία. «Με την ευθανασία είσαι σίγουρος ότι θα έχεις έναν απαλό όμορφο θάνατο», δήλωσε στους δημοσιογράφους και συνέχισε: «Υπάρχει ένα αίσθημα γαλήνης, ένα αίσθημα ξεκούρασης στο σώμα μου ότι μπορώ να επιλέξω πόσο μακριά θα πάω».
Pour ne plus souffrir, elle a choisi l'euthanasie. La championne paralympique belge Marieke Vervoort vient de mourir à l'âge de 40 ans.
— Brut FR (@brutofficiel) October 24, 2019
Lors de ses derniers Jeux, elle avait expliqué son choix. pic.twitter.com/YRmmxTqDn4
«Συγκινήθηκα τόσο πολύ και μου κίνησε την περιέργεια κάποια νεαρή, όμορφη, μια καταπληκτική αθλήτρια, που έβλεπε ότι η ασθένειά της τελικά θα την οδηγούσε σε ένα σημείο όπου θα πέθαινε νεότερη από τους περισσότερους ανθρώπους», δήλωσε στον Guardian η Πάραπορτ: «Και είδε ότι το δικαίωμα να επιλέξει το πεπρωμένο της, όποιο κι αν είναι αυτό, της έδωσε τόση συναισθηματική απελευθέρωση, ώστε μπορούσε να ζήσει τη ζωή της πλήρως από αυτό το σημείο».
Η Βέρβουρτ ήταν 14 ετών όταν άρχισε για πρώτη φορά να εμφανίζει συμπτώματα αυτού που αργότερα θα διαγνωστεί ως μια ανίατη εκφυλιστική πάθηση της σπονδυλικής στήλης που προκαλεί παραπληγία. Στην ταινία, αφηγείται πώς σκέφτηκε να αυτοκτονήσει το 2007, καθώς η κατάστασή της επιδεινώθηκε, εμποδίζοντάς την να λάβει μέρος στους αγώνες Ironman και τρίαθλου «που ήταν η ζωή μου». Αφού πέρασε από μια χρονοβόρα διαδικασία, η οποία, όπως είπε, απαιτούσε τη συγκατάθεση τριών γιατρών και συζητήσεις με έναν ψυχίατρο, πήρε τα χαρτιά της για ευθανασία: «Ήταν σαν ένα βάρος να έφυγε από πάνω μου», αφηγείται στην ταινία. Έχεις τη ζωή σου στα χέρια σου και μπορείς να πεις πότε είναι αρκετά».
Το Βέλγιο είναι μία από τις ελάχιστες χώρες όπου ο υποβοηθούμενος θάνατος είναι νόμιμος. Οι προϋποθέσεις είναι αυστηρές: το άτομο πρέπει να βρίσκεται «σε ιατρική κατάσταση χωρίς ελπίδα» και σε κατάσταση «συνεχούς και αφόρητου» σωματικού ή ψυχολογικού πόνου που δεν μπορεί να απαλυνθεί. Πρέπει επίσης να αποδειχθεί ότι έχει τη διανοητική ικανότητα να λάβει την απόφαση και ότι δεν υπόκειται σε εξωτερικές πιέσεις. Το 2021, 2.700 άνθρωποι έδωσαν τέλος στη ζωή τους με ευθανασία, αν και σε αντίθεση με τη Βέρβουρτ η συντριπτική πλειοψηφία ήταν άνω των 60 ετών. Μόνο το 1,5% ήταν κάτω των 40 ετών. Αν και υποστηρίζεται ευρέως στο Βέλγιο, ο νόμος δεν στερείται επικριτών και ορισμένοι άνθρωποι έχουν προβεί σε νομικές προσφυγές όταν πιστεύουν ότι οι συγγενείς τους βοηθήθηκαν άδικα να πεθάνουν.
Η Ράπαπορτ πήγε με τον σύζυγό της και συνεργάτη της στην παραγωγή ταινιών, Βόλφγκανγκ Χελντ, στο σπίτι της Βέρβουρτ στο Ντίεστ της ανατολικής Φλάνδρας τον Δεκέμβριο του 2016 και μίλησαν για ώρες. Οι προκλήσεις και τα ηθικά διλήμματα της δημιουργίας του ντοκιμαντέρ διατυπώθηκαν σε εκείνη την πρώτη συνάντηση, όταν η Βέρβουρτ έπαθε κρίση και έχασε τις αισθήσεις της: «Είχε πρόβλημα με την αναπνοή της και δεν ήμουν σίγουρη αν ίσως πέθαινε μπροστά μας. Ήταν αρκετά τρομακτικό», είπε αργόοτερα η Ράπαπορτ. Τελικά, αφού κλήθηκε βοήθεια, η Βέρβουρτ επανήλθε και ξεκαθάρισε ότι ήθελε να γυριστεί μια ταινία που να περιλαμβάνει τέτοιες οδυνηρές και προσωπικές στιγμές. «Θα μας άφηνε να φτιάξουμε ένα αληθινό και πολύ βαθύ πορτρέτο της, όχι ένα κομμάτι για να την διαφημίσουμε. Είπε ναι από την πρώτη μέρα».
Doctors could never fully explain the disease that stole the use of Marieke Vervoort's legs and caused agonizing pain.
— The New York Times (@nytimes) December 6, 2019
But, she said, her decision to pursue euthanasia turned her life around. 11 years passed until she decided, this year, she was ready to die. pic.twitter.com/atVgp9sWdz
Τα γυρίσματα συνεχίστηκαν επί τρία χρόνια, όσο η κατάσταση της Βέρβουρτ επιδεινωνόταν. Σε ένα σημείο της ταινίας σημειώνει: «Τώρα είμαι 38 ετών, θα έπρεπε να βρίσκομαι στην ακμή της ζωής μου, αλλά όλες οι κινήσεις μου προκαλούν πόνο». Τυφλωνόταν επίσης και είχε όλο και πιο συχνές και εξουθενωτικές κρίσεις. Πίσω στο 2016 η Βέρβουρτ είχε δηλώσει στο BBC: «Μπορεί να αισθάνομαι πολύ, πολύ άσχημα, να παθαίνω επιληπτική κρίση, να κλαίω, να ουρλιάζω εξαιτίας του πόνου. Χρειάζομαι πολλά παυσίπονα, βάλιουμ, μορφίνη».
Το αποτέλεσμα είναι ένα 90λεπτο, φιλικό πορτρέτο της Βέρβουρτ, καθώς περνά τα τελευταία της χρόνια. Με ξανθά, κοντά μαλλιά, η Βέρβουρτ είναι αιχμηρή, περιπετειώδης και με «μαύρο» χιούμορ. «Το επόμενο πάρτι θα είναι η κηδεία μου», αστειεύεται με μερικούς από τους φίλους της ενώ παρακολουθούμε μερικές συναρπαστικές στιγμές της ζωής της: bungee-jumping με το αναπηρικό της αμαξίδιο, αλεξίπτωτο πλαγιάς σε κλειστό χώρο και αγώνες με Lamborghini με τον Βέλγο οδηγό Νίελς Λαγκράντζ, πίνοντας με φίλους. Υπάρχουν βέβαια και άλλες στιγμές που είναι δύσκολο να τις παρακολουθήσει κανείς: Η Βέρβουρτ χλωμή και αναίσθητη στον καναπέ της, καθώς οι ανήσυχοι γονείς της προσπαθούν να τη βοηθήσουν, ή στο νοσοκομείο συνδεδεμένη με μηχανήματα να παίρνει διάφορους μορφασμούς από τον πολύ πόνο.
Και τότε ξεδιπλώνονται οι τελευταίες ημέρες της. Από νωρίς είχε συμφωνηθεί ότι ο θάνατος της Βέρβουρτ δεν θα κινηματογραφούνταν. Στο τελευταίο αποχαιρετιστήριο πάρτι της, η Ράπαπορτ τοποθετεί την κάμερά της στο πίσω μέρος ενός δωματίου, καταγράφοντας τους τελευταίους αποχαιρετισμούς και τις αμήχανες σιωπές, και στη συνέχεια την άφιξη του γιατρού για να πραγματοποιήσει την τελευταία επιθυμία της Βέρβουρτ.
Για την κινηματογραφίστρια επρόκειτο για ένα μοναδικό πρότζεκτ. Ο θάνατος της Βέρβουρτ ήταν το τέλος του έργου, αλλά και η απώλεια κάποιου που είχε γνωρίσει ως φίλο: «Ναι, την ήξερα. Την αγαπούσα. Περάσαμε υπέροχες στιγμές μαζί», δήλωσε η Ράπαπορτ. Αλλά δεν ήταν μια τυπική φιλία: «Ολόκληρη η σχέση στηριζόταν σε αυτή την απόφαση που είχε πάρει... Ήταν πάντα στο παρασκήνιο των συζητήσεών μας, των γυρισμάτων μας, των πάντων. Εκεί κατευθυνόταν».
Η Ράπαπορτ, που είναι ήδη υποστηρικτής του δικαιώματος στο θάνατο, ελπίζει να μεταφέρει την ιστορία της Βέρβουρτ σε ένα διεθνές κοινό. Η σκηνοθέτης θεωρεί την ευθανασία ως ανθρώπινο δικαίωμα. «Οπωσδήποτε, οι άνθρωποι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να λένε αν θέλουν να τους βοηθήσει ένας γιατρός την τελευταία στιγμή. Αν πρόκειται να πεθάνουν ούτως ή άλλως, αυτό δεν είναι αυτοκτονία», δήλωσε.
Το δικαίωμα στο θάνατο έσωσε τη ζωή της Μαρίεκε Βέρβουρτ.