Μία γυναίκα που έχει δει μέσα από τα δικά της μάτια τι σημαίνει πρωταθλητισμός, έχει ζήσει μέσα στο τάε κβον ντο και γνωρίζει πολύ καλά τις προκλήσεις του αθλήματος. Πλέον από ένα νέο πόστο, αυτό της προπονήτριας, και ένα ακόμη κάπως διαφορετικό. Η Νάντια Καψουροπούλου έχει και μία ιδιαίτερη σχέση με την Ελληνίδα πρωταθλήτρια Ευρώπης και Ολυμπιονίκη του βάδην, Αντιγόνη Ντρισμπιώτη.
Φωτογραφίες: Τζίνα Σκανδάμη
«Η γυμναστική είναι η ζωή μου, είναι η αγάπη μου» είπε και το εξήγησε με τις ιστορίες της. Στον σύλλογό της, ΠΑΟ Ελληνορώσων "Ο Ανδριανός", και ενώ παιδάκια τριγύριζαν γύρω της και περιμένοντάς τη για να κάνουν μαζί προπόνηση, μας εξηγούσε πόσο αγαπά αυτό που κάνει και πως από την ενόργανη κατέληξε στο τάε κβον ντο.
«Στο τάε κβον ντο βρέθηκα τελείως τυχαία. Προήλθα από την ενόργανη, που δεν ήμουν βέβαια σε μεγάλο επίπεδο. Στην ενόργανη υπάρχει αυτό το μειονέκτημα, όταν ψηλώνει ένα παιδάκι θεωρείται πως ίσως δεν μπορεί να κάνει κάποια πράγματα. Εκείνη την περίοδο τουλάχιστον ίσχυε αυτο, παλιές εποχές βέβαια. Και λόγω αυτού μεταπήδησα στο τάε κβον ντο. Ξεκινήσαμε μαζί με τον αδερφό μου. Ο αδερφός μου ξεκίνησε πρώτος αλλά ήταν παιδί του διαβάσματος οπότε σταμάτησε και έμεινα εγώ. Με δανεική φόρμα, δανεικό εξοπλισμό, όλα δανεικά. Με κέρδισε το άθλημα αλλά αργότερα ήρθε η στιγμή που έπρεπε να σταματήσω. Περίπου στα 21 σταμάτησα να ασχολούμαι τόσο σοβαρά δυστυχώς και στα 24 σταμάτησα τις προπονήσεις για να γεννήσω. Αφού γέννησα ο δάσκαλός μου μου πρότεινε να δοκιμάσουμε το poomsae και όντως κατέβηκα δύο φορές σε αγώνες και πήρα δύο δεύτερες θέσεις αλλά μετά έφτασα στα 30 και ήμουν «μεγάλο παιδί», έπρεπε να κάνω και άλλα πράγματα. Δούλεψα στον Δήμο του Νέου Ψυχικού από το 1991, στο Λύκειον Αθηνά και μετά δούλευα σε αθλητικά γυμνάσια και λύκεια. Αργότερα δούλεψα πάνω στην οργάνωση και διοίκηση αθλητικών χώρων, που είχα κάνει και το μεταπτυχιακό μου, στη νέα γενιά Ζηρίδη μέχρι που το 2007 απολυθήκαμε. Και έτσι επέστρεψα στο τάε κβον ντο. Πριν έξι χρόνια έκανα το δικό μου βήμα, ανοίξαμε αυτό το σωματείο και δουλεύουμε και με αθλήματα της ΕΓΟ. Τα αθλητικά σχολεία, γυμνάσια και Λύκεια με κέρδισαν. Από τον πρωταθλητισμό μου έμεινε αυτή η πίκρα, για να μπορέσεις να κάνεις κάτι καλύτερο, αλλά όλα είναι μέσα στο παιχνίδι βέβαια».
Αφού βίωσε εκ των έσω τον πρωταθλητισμό και όλα τα δύσκολα και τα εύκολα του που έρχονται μαζί με αυτό και αφού, μαζί με τον τότε δάσκαλό της, έμαθε την προπονητική ξεκίνησε να ασχολείται με αυτό. Στους αγώνες πια δεν βρίσκεται εντός αγωνιστικού χώρου αλλά στην καρέκλα του προπονητή, σε μία θέση... διαφορετική. Μετά από τέσσερα παιδιά, όμως, έχει ακόμη μέσα της αυτή τη μοναδική θέληση που έχουν οι αθλητές. Θέλει ακόμη να αγωνιστεί, να δοκιμάσει τα όριά της και να δει αν αντέχει: «Στην Ελλάδα, λόγω του νέου αθλητικού νόμου, οι προπονητές δεν μπορούν να παίξουν σε πρωτάθλημα βετεράνων. Θα ήθελα να παίξω, όμως, να δω που βρίσκομαι».
Συνεχίζει όμως να ασχολείται με πολλή αγάπη με τους αθλητές της, με μία μοναδική εξαίρεση: «Όταν είσαι στην καρέκλα του προπονητή, όταν παίζει ο αθλητής σου μέσα, παίζεις κι εσύ μαζί. Αν δει κανείς, οι κινήσεις του προπονητή είναι αυτές που κάνει και ο αθλητής του μέσα. Θα ήθελα και τα παιδιά μου να τα δω να παίζουν σε διοργανώσεις. Αλλά δε θα ήθελα να χάσω τον ρόλο της μάνας, δηλαδή θα διαχώριζα τη θέση μου από αυτή του προπονητή γιατί είναι πολύ λεπτές οι γραμμές και νομίζω δεν θα επέλεγα να τα προπονώ εγώ. Κάθομαι στην καρέκλα και καμιά φορά όταν χτυπάνε το παιδί λίγο πιο δυνατά, πάνω στον αγώνα, πονάω κι εγώ. Είναι δύο ρόλοι διαφορετικοί, ως προπονητής πρέπει να δεις το παιδί σαν αθλητή σου και όταν φτάσεις σε ένα μεγάλο επίπεδο ο προπονητής θα διευκρινίσει τα λάθη, να διορθώσει, να μαλώσει. Ο γονέας πρέπει να δώσει τη συμβουλή: «άκου τον προπονητή σου». Είναι διαφορετικοί ρόλοι, είμαι πολύ συνειδητοποιημένη σε αυτό το κομμάτι. Ίσως κάποιος να σκεφτεί πως φταίει το ότι είμαι γυναίκα ή πως δεν μπορώ να προπονήσω αλλά καμία σχέση δεν έχει αυτό. Βέβαια τέτοια περιστατικά δεν με έχουν αγγίξει, δεν έχω ασχοληθεί ποτέ».
Η σχέση της με την πρωταθλήτρια του βάδην, Αντιγόνη Ντρισμπιώτη, είναι ιδιαίτερη. Μετά από την τυχαία συνάντησή τους στο πανεπιστήμιο, οι δυο τους αποφάσισαν να ακολουθήσουν κοινή πορεία στον αθλητισμό από δύο διαφορετικές θέσεις: «Με την Αντιγόνη γνωριστήκαμε πριν από δυο περίπου χρόνια όταν βρεθήκαμε συμφοιτήτριες στο ίδιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Οργάνωση και Διαχείριση Αθλητικών Δραστηριοτήτων για Άτομα με Αναπηρία», του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου στη Σπάρτη. Η φιλιά μας, γιατί αυτό νιώθω, προέκυψε μέσα από τους κοινούς στόχους που είχαμε ώστε να μπορέσουμε μέσα από μια πολύ δύσκολη περίοδο για όλους και φυσικά και για τον αθλητισμό (περίοδος Covid) να αναγεννηθούμε και να διεκδικήσουμε τα ίδια ή και καλύτερα αποτελέσματα. Εγώ, ως προπονήτρια του Ολυμπιακού αθλήματος τάε κβον ντο και η Αντιγόνη ως Ολυμπιονίκης στην Ολυμπιάδα του Τόκιο». Η Καψουροπούλου, ως μάνατζερ άλλων αθλητών, βοηθά και τη δική της καλή φίλη Αντιγόνη, ως διαμεσολαβήτρια μέσω των δικών της σχέσεων στον αθλητισμό.
«Αυτό που βλέπω δεν καλύπτεται από την έννοια προσπάθεια» λέει για όλα αυτά που κάνει η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη για να βρίσκεται σήμερα στο σημείο που έχει καταφέρει να φτάσει: «Είναι η «υπερπροσπάθεια» ενός ανθρώπου να ξεπεράσει τον ίδιο του τον εαυτό. Είναι η υπερπροσπάθεια ενός ανθρώπου που προσπαθεί το ακατόρθωτο με μόνη βοήθεια την οικογένεια της και τους ανθρώπους που την αγαπούν. Είναι η υπερπροσπάθεια μιας γυναίκας να υπερνικήσει την ελληνική νοοτροπία που υπάρχει στην κοινωνία μας και φυσικά στον ελληνικό αθλητισμό» εξηγεί και αφήνει το καλύτερο για το τέλος, εκθειάζοντας την Αντιγόνη και την προσωπικότητά της: «Η φιλία μου με την Αντιγόνη δεν έχει παίρνω και δίνω. Έχει προσφέρω, στηρίζω, βοηθάω, συμπαραστέκομαι αλλά πάνω από όλα αγαπάω τον άλλον για αυτό που είναι. Και αυτό που είναι η Αντιγόνη με κάνει να πιστεύω ότι οι δυνατότητες της είναι για εκπληκτικά επιτεύγματα. Πιστεύω πως το αστέρι της θετικής ενέργειας με το οποίο έχει γεννηθεί, μπορεί και έχει να μας δώσει πολλά».