Σαν σήμερα: Η επιστροφή του Γκιούλα Λόραντ στον ΠΑΟΚ (pics)
Ο άνθρωπος που την σεζόν 1975-76 οδήγησε τον ΠΑΟΚ στο πρώτο πρωτάθλημα της Ιστορίας του, επέστρεφε στον «Δικέφαλο» τον Απρίλιο του 1980 για να επαναλάβει το θαύμα. Όμως, η μοίρα, ενίοτε, παίζει άσχημα παιχνίδια, κάτι που συνέβη ένα χρόνο αργότερα με τον Γκιούλα Λόραντ.
Παθιασμένος με το ποδόσφαιρο, μέλος της υπερομάδας της εθνικής Ουγγαρίας τη δεκαετία του ’50, ξαναπάτησε το πόδι του στη Θεσσαλονίκη στις 29 Απριλίου του 1980, σαν σήμερα πριν από 40 χρόνια, ύστερα από ασφυκτικό πρέσινγκ των παραγόντων του «Δικεφάλου», που στο μεταξύ (φαίνεται να) είχαν μετανιώσει για το αποτέλεσμα της μετωπικής σύγκρουσης Παντελάκη - Λόραντ λίγο πριν την στέψη των «ασπρόμαυρων» σε πρωταθλητές Ελλάδας.
Ένα επεισόδιο στο ξενοδοχείο της ομάδας και η απαίτηση του Ούγγρου προπονητή για δημιουργία προπονητικών εγκαταστάσεων, ενίσχυσης στη μεταγραφική περίοδο ήταν οι (σοβαρές) αιτίες του διαζυγίου. Υπήρξαν κι άλλα μεμονωμένα επεισόδια, με τον Παρίδη και τον Αναστασιάδη, αλλά αυτά θα μπορούσαν να ξεπεραστούν.
Άφωνη η ποδοσφαιρική Ελλάδα έβλεπε τον διοικητικό ηγέτη του «Δικεφάλου» να απομακρύνει τον άνθρωπο που είχε οδηγήσει τον σύλλογο στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Μετά το τελευταίο παιχνίδι (Εθνικός – ΠΑΟΚ 0-4), αναχώρησε για την Κύπρο προκειμένου να δώσει ένα φιλικό υπέρ των προσφύγων κόντρα στον Απόλλωνα Λεμεσού, όπου ο Αναστασιάδης πέτυχε «χατ-τρικ».
Η αποστολή επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη την Πέμπτη 27 Μαΐου του 1976 και πάνω από 3.000 φίλοι του στήνουν γιορτή στο αεροδρόμιο της Μίκρας. Ο Λόραντ συνεχίζει να είναι ο ήρωας των φιλάθλων. Στον στολισμένο στα «ασπρόμαυρα» συνοικισμό του Φοίνικα σταμάτησαν το αυτοκίνητο και τον έβγαλαν έξω για να τον περιφέρουν στους ώμους.
Όμως, η απόφαση του Παντελάκη δεν άλλαξε…
Ο Μαγυάρος έκανε στις 2 Ιουνίου του 1976 την τελευταία του εμφάνιση στην Τούμπα, στο φιλικό κόντρα στον… Ολυμπιακό, όπου ο ΠΑΟΚ γιόρτασε την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Παρέλαβε το μετάλλιο, σήκωσε την «κούπα» και σχεδόν εξαφανίστηκε από προσώπου γης!
Τέσσερις μέρες αργότερα η διοίκηση οργανώνει γλέντι τίτλου στη «Θεσσαλονικιά», υπό τους ήχους και τα τραγούδια της Μαρινέλας, αλλά ο Γκιούλα δεν εμφανίζεται, ούτε στη γιορτή για τα 50 χρόνια του συλλόγου, που πραγματοποιήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1976 στο «Μακεδονία Παλλάς».
«Φέρτε τον πίσω…»
Κάποιοι παράγοντες και φίλοι της ομάδα είχαν φροντίσει να κρατήσουν επαφή με το Ούγγρο προπονητή, ο οποίος στο μεταξύ είχε επιστρέψει στη Γερμανία και είχε προλάβει να περάσει από τους πάγκους της Άιντραχτ Φρανκφούρτης, της Μπάγερν και της Σάλκε.
Στο Γκελζενκίρχεν έμεινε δέκα μήνες (Μάρτιος- Δεκέμβριος 1979) και η μοίρα τα’ φερε έτσι ώστε να είναι η τελευταία του ποδοσφαιρική δουλειά στη Γερμανία, μια χώρα στην οποία δε γεννήθηκε, αλλά λάτρεψε παράφορα. Έμαθε τις συνήθειες της, αγάπησε την ψυχρή λογική της, φροντίζοντας να βγάζει την εικόνα του σκληρού στο γήπεδο και στα αποδυτήρια, όπου ουδείς είχε πάνω απ’ αυτόν δύναμη και λόγο.
Με τη Σάλκε έφτασε να παίζει την κατηγορία σ’ ένα παιχνίδι κόντρα στην Αρμίνια Μπίλεφελντ, μπροστά σε 55.000 θεατές στο «Πάρκσταντιον». Ακόμη κι όταν βρέθηκε να χάνει (0-1) στο ημίχρονο δεν έχασε την ψυχραιμία του. Με μια κίνηση – ματ από τον πάγκο, οι «βασιλικοί μπλε» κέρδισαν με 4-1 και έσωσαν την παρτίδα. Όμως, είχε προλάβει να τσακωθεί με τον πρόεδρο και παλιά δόξα της ομάδας, Γκίντερ Σίεμπερτ, με αποτέλεσμα να απολυθεί.
Εκείνη η απόλυση το Δεκέμβριο του 1979 τον οδήγησε προσωρινά στην ανεργία, αλλά ουσιαστικά αποτέλεσε το διαβατήριο για το δεύτερο ταξίδι στην Ελλάδα. Ήταν και το τελευταίο του…
Οι παράγοντες του ΠΑΟΚ είχαν ενημερωθεί για την οδηγία των γιατρών να επιλέξει ένα θερμό κλίμα για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο αντιπρόεδρος της νεοσύστατης ΠΑΕ, Γιώργος Πετρίδης, βρέθηκε τον Απρίλιο του 1980 στη Γερμανία προκειμένου να τον πείσει για να επανέλθει στον πάγκο της ομάδας, από τον οποίο μόλις είχε αποχωρήσει ο Πολωνός, Εγκον Πίχατσεκ.
Η Ελλάδα φάνταζε ως μια ιδανική επιλογή, λόγω κλιματολογικών συνθηκών, για τον επιβαρυμένο οργανισμό του «σκληρού» Μαγυάρου. Το γνώριζε πολύ καλά, το έβλεπαν όσοι ήταν δίπλα του και τα πρώτα σημάδια είχαν φανεί μήνες νωρίτερα από εκείνη την τραγική Κυριακή το Μάη του 1981, αλλά ο ίδιος επέμενε να το κρύβει από την οικογένεια και τους συνεργάτες του.
Η ανταπόκριση του Λόραντ ήταν άμεση και έτσι προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης το απόγευμα της Τρίτης 29 Απριλίου του 1980, όπου τον περίμεναν 2.000 φίλοι του Δικεφάλου, τον συγκίνησαν και τον συνόδευσαν μέχρι το «Ηλέκτρα Παλλάς» όπου έμεινε εκείνο το βράδυ.
«Είμαι πραγματικά συγκινημένος από την υπέροχη υποδοχή. Πιστεύω ότι κανείς προπονητής μέχρι σήμερα δεν έζησε τέτοιες στιγμές! Ήταν μια υποδοχή που θα ταίριαζε σε γίγαντα, μια υποδοχή που μέχρι ενός σημείου την περίμενα αφού γνωρίζω ότι οι οπαδοί του ΠΑΟΚ είναι οι πιο ενθουσιώδεις στην Ελλάδα. Έμαθα ότι την ομάδα την έχει αναλάβει ο Αρίστος Φουντουκίδης και χαίρομαι που στο εξής θα τον φωνάζω "κύριε συνάδερφε". Θέλω να τονίσω ότι θα ερχόμουν στον ΠΑΟΚ οποιοσδήποτε και αν ήταν ο πρόεδρος. Εξάλλου έμαθα ότι ο τωρινός πρόεδρος έγινε πιο σωστός από ότι ήταν, όπως έγινα και εγώ ακόμη σωστότερος», έλεγε στους δημοσιογράφους που τον περίμεναν για τις πρώτες δηλώσεις στο λόμπι του ξενοδοχείου.
Νωρίτερα, κάποιοι ευρηματικοί ΠΑΟΚτσήδες είχαν ολοκληρώσει με επιτυχία την «επιχείρηση τενεκέδες» γράφοντας την επομένη μέρα τη δική τους ιστορία στα τσιμέντα του Καυτανζογλείου, κάτω από το ρολόι της θύρας 10.
Ο «Δικέφαλος» παρατάχθηκε μπροστά σε σχεδόν 40.000 κόσμο (34.641 εισιτήρια) με τον Λόραντ να κάθεται στην άκρη του πάγκου, αλλά όλη τη δουλειά να την κάνει ο αείμνηστος, επίσης, Αρίσταρχος Φουντουκίδης.
«Εγώ απλά μίλησα στα παιδιά πριν τον αγώνα και τους είπα να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό. Αυτό φάνηκε στην παράταση όταν οι παίκτες μας επιστράτευσαν όλες τους τις δυνάμεις και πήραν την πρόκριση», είπε μετά το ματς ο Μαγυάρος, που είδε στο 60ο λεπτό τον Σταύρο Σαράφη να ισοφαρίζει το σκορ του πρώτου αγώνα και στην παράταση (110’) τον Βασίλη Βασιλάκο να πετυχαίνει το γκολ της πρόκρισης.
Ο «ευφυής herr Lorant» επέστρεψε στην Τούμπα, για να αφήσει εκεί την τελευταία του πνοή στις 31 Μαΐου του 1981, σ’ ένα τελείως αδιάφορο βαθμολογικά για τον ΠΑΟΚ παιχνίδι, απέναντι στον Ολυμπιακό, λίγες μέρες πριν οι δύο ομάδες συναντηθούν στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας.
Ο Μαγυάρος άρχοντας, τον οποίο βρήκε ο χάρος στο φτερό στον πάγκο της Τούμπας, δεν πρόλαβε ποτέ να οδηγήσει το «Δικέφαλο» στον τελικό της Νέας Φιλαδέλφειας κόντρα στους «ερυθρόλευκους».
Πάντως, η Ελλάδα και ο ΠΑΟΚ ήταν το πεπρωμένο του. Το τελευταίο ταξίδι...
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.