Δίκη Τόσκο: «Ήμουν θολωμένη, δεν ήθελα να σκοτώσω κανέναν, ζητώ συγγνώμη από την οικογένεια»

Newsroom
Δίκη Τόσκο: «Ήμουν θολωμένη, δεν ήθελα να σκοτώσω κανέναν, ζητώ συγγνώμη από την οικογένεια»
Οι απολογίες των κατηγορουμένων ολοκληρώθηκαν και η δίκη θα συνεχιστεί τον επόμενο μήνα.

«Καλύτερα να έπεφτα μέσα στην θάλασσα, να μην έβλεπα τίποτα από όλα αυτά, και να μην γινόταν τίποτα». Με αυτά τα λόγια ολοκλήρωσε, η βασική κατηγορούμενη της υπόθεσης την απολογία της, σχετικά με τον τραγικό θάνατο, όταν μετά από τον άγριο ξυλοδαρμό που υπέστη από οπαδούς του ΠΑΟΚ, παρασύρθηκε από αυτοκίνητο, στις 5 Ιανουαρίου 2020.

Η κατηγορούμενη με δάκρυα στα μάτια, προσπαθούσε με λυγμούς να εξηγήσει πως όλο αυτό το γεγονός την έχει στιγματίσει, ότι την ακολουθεί σε όλη της την ζωή. «Έχω μια πολύ ήρεμη ζωή, δεν μπλέκομαι ποτέ με κανέναν. Δεν θα έκανα ποτέ κακό σε κανέναν, πόσω μάλλον να σκοτώσω άνθρωπο. Κάθε μέρα ζητάω συγγνώμη από την οικογένειά του και από τον Θεό».

Όπως εξήγησε η ίδια στο δικαστήριο, στην περιοχή του τραγικού συμβάντος, βρέθηκε με τον σύντροφό της, για γυναικολογικές εξετάσεις στην Γενική Κλινική, καθώς υποψιαζόταν πως ήταν έγκυος.

Πρόσθεσε δε, πως λόγω μιας παλαιότερης τραυματικής εμπειρίας με εγκυμοσύνη, ήταν ήδη πάρα πολύ ταραγμένη και αγχωμένη, οπότε αποφάσισε να πάει μια βόλτα με το αυτοκίνητο, κάτι που όπως αναφέρει η ίδια, έκανε συχνά, σύμφωνα με το thesstoday.gr.

 

«Δεν κατάλαβα πως πάτησα κάποιον, αν το καταλάβαινα θα γυρνούσα να τον περιθάλψω»

«Έπειτα δεν μπορούσα να βρω πάρκινγκ αλλά ούτε και γιατρό στην Γενική Κλινική, κι έτσι φύγαμε με τον Θοδωρή. Μου έλεγε να πάμε για καφέ και εγώ του έλεγα πως είναι αναίσθητος και τον ενδιαφέρει μόνο να δει το μπάσκετ. Καταλήξαμε στο σημείο που έγινε η συμπλοκή. Εκεί είδα δεκάδες μαυροφορεμένους, φορούσαν κράνη, κρατούσαν ρόπαλα, ταράχτηκα απίστευτα. Ο Θοδωρής βγήκε από το αυτοκίνητο και μου είπε να φύγω γιατί θα γίνει χαμός, κάλεσε και την αστυνομία. Επικρατούσε πανικός, πήδηξα κατευθείαν στην θέση του οδηγού ώστε να φύγω όσο πιο γρήγορα γίνεται».

Η κατηγορούμενη στην συνέχεια, πλέον στη θέση του οδηγού, προσπάθησε να κάνει αναστροφή, αλλά λόγω του δύσκολου δρόμου, έκανε ελιγμούς. «Όταν κατάφερα να μετακινηθώ, στα αριστερά μου παρατήρησα πως υπήρχε μια συμπλοκή, κι έτσι έφυγα δεξιά. Έβλεπα γύρω μου όλοι να χτυπιούνται, δεν ήξερα ποιος δέρνει ποιον, επικρατούσε το απόλυτο χάος. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι ήθελα να φύγω. Απέφυγα δύο συμπλοκές, μέχρι που έφτασα σε έναν δρόμο που υπήρχαν όρθιοι άνθρωποι, και πάτησα την κόρνα ώστε να κάνουν στην άκρη. Ήμουν περικυκλωμένη, έντρομη προσπαθούσα να κρατήσω την ψυχραιμία μου να μην πατήσω κανέναν, μου άνοιξαν τον δρόμο να φύγω, και αυτό έκανα κατευθείαν. Φοβήθηκα πάρα πολύ, ήθελα απλώς να σωθώ. Βρισκόμουν σε ένα κλίμα απόλυτου πανικού, δεν κατάλαβα πως έχω πατήσει κάποιον, αν το καταλάβαινα θα γυρνούσα να τον περιθάλψω. Δεν τον είδα. Δεν ήθελα να σκοτώσω κανέναν, δεν υπάρχει λόγος να κάνω κάτι τέτοιο. Ήμουν θολωμένη. Καλύτερα να έπεφτα στην θάλασσα και να μην γινόταν τίποτα από όλα αυτά».

Στη συνέχεια, σύμφωνα πάντα με την ίδια, οδηγήθηκε σε έναν άδειο δρόμο και όπως τόνισε «ένιωσα πως απελευθερώθηκα, έφυγα από το σημείο του τρόμου και της ταραχής, ήμουν παντελώς τρομοκρατημένη. Ούτε καν ήξερα που πήγαινα. Μίλησα με τον Θοδωρή στο τηλέφωνο και ήρθε να με βρει, δεν μου ανέφερε πως πέθανε κάποιος, αλλά μόνο ότι έγινε ένα οπαδικό επεισόδιο. Αργότερα στο σπίτι έμαθα τα δυσάρεστα, και εξηγούσα τον Θοδωρή πως δεν πάτησα κανέναν άνθρωπο, ήμουν σίγουρη για αυτό και δεν έκανα κακό σε κανέναν. Λιποθύμησα και πήγαμε για τοξικολογικές εξετάσεις στο Διαβαλκανικό. Είπα στον Θοδωρή να πάει στην αστυνομία και να ενημερώσει τον δικηγόρο πως εγώ οδηγούσα το συγκεκριμένο όχημα».

«Το χειρότερο λάθος της ζωής μου να αφήσω μόνη της την Δανάη»

Από την πλευρά του, ο κατηγορούμενος που βρισκόταν στο ίδιο αυτοκίνητο, ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν μπορεί να το χωρέσει ανθρώπινος νους όλο αυτό που συνέβη», στη συνέχεια τόνισε ακόμη πως θα τον στοιχειώνει για όλη του την ζωή, ενώ πρόσθεσε «από μια βλακεία μου μια κοπέλα μόλις 24 χρονών έφτασε σε σημείο να κατηγορείται για ανθρωποκτονία από δόλο».

Αφού περιέγραψε λεπτομερώς το περιστατικό, σημείωσε πως ήταν «ολέθριο λάθος», η περιέργειά του να αφήσει μόνη της την κατηγορούμενη στο αυτοκίνητο, και εκείνος να κατέβει ώστε να καταλάβει τι συμβαίνει.

«Ήταν το χειρότερο λάθος της ζωής μου στα 50 μου χρόνια. Περπάτησα ελάχιστα και έσπαγαν παντού αμάξια, γινόταν μια μάχη. Στη συνέχεια έφυγα μέσω του υπόγειου πάρκινγκ, όπου πριν αποχωρήσω, πήγα κοντά στο πλήθος και φώναξα «τι κάνετε ρε μ…ες, θα σκοτωθείτε! Δεν υπήρξε ανταπόκριση και είδα τις κλήσεις της Δανάης, οπότε και πήγα να την πάρω με ταξί. Ήταν εμφανώς ταραγμένη και τρομαγμένη. Φτάνουμε στο σπίτι και με παίρνει τηλέφωνο η εταιρεία του αυτοκινήτου, μου λένε πως «μία κοπέλα εμπλέκεται σε θανατηφόρο τροχαίο με το αυτοκίνητό σου».

Στη συνέχεια, χαρακτήρισε ως «αγκάθι» την στοχοποίηση της αστυνομίας στο πρόσωπό του, πως οργάνωσε, έστησε και ειδοποίησε τους οπαδούς στο περιστατικό. «Είναι ένα προσωπικό μου παράπονο. Επί μήνες συνεχόμενα ασχολούμαι μόνο με αυτή την υπόθεση. Κάθε μέρα σκέφτομαι και απορώ γιατί να στοχοποιηθω εγώ. Δεν γίνεται να έχω φανταστεί και να πραγματοποιήθηκαν όλα όσα εγώ υποτίθεται σχεδίαζα. Σε καμία των περιπτώσεων δεν έβαλα την Δανάη να σκοτώσει άνθρωπο, κι αυτή με την σειρά της να το κάνει επειδή της το είπα».