Η «Όμικρον» προκαλεί σχεδόν τριπλάσιες επαναλοιμώξεις Covid-19, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία

Newsroom
Η «Όμικρον» προκαλεί σχεδόν τριπλάσιες επαναλοιμώξεις Covid-19, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία
Ο κίνδυνος επαναλοίμωξης από την Όμικρον υπολογίστηκε ότι είναι τουλάχιστον 2,4 φορές μεγαλύτερος.

Ανησυχία για την ικανότητα της νέας παραλλαγής Όμικρον του κορονοϊού να διαφεύγει της φυσικής ανοσιακής προστασίας προκαλεί στους επιστήμονες η πρώτη σχετική μελέτη από τη Νότια Αφρική, που δείχνει ότι το νέο στέλεχος συνδέεται με πολύ μεγαλύτερο ποσοστό επαλοιμώξεων, σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με τα προηγούμενα επιδημικά κύματα. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τους επιστήμονες, ότι η ραγδαία εξάπλωση της Όμικρον οφείλεται και στην ικανότητά της να μολύνει ξανά ανθρώπους που είχαν περάσει Covid-19 στο παρελθόν.

Νοτιοαφρικανοί επιδημιολόγοι του Εθνικού Ινστιτούτου για τις Μεταδιδόμενες Νόσους (NICD) ανέφεραν ότι, αντίθετα με τις παραλλαγές Βήτα και Δέλτα, η Όμικρον δείχνει σημαντική δυνατότητα σε επίπεδο πληθυσμού για αποφυγή της φυσικής ανοσίας μετά από προηγούμενη λοίμωξη. Η μελέτη δεν εξέτασε, πάντως, κατά πόσο κάτι ανάλογο συμβαίνει με την εμβολιαστική ανοσία ή εάν οι επαναλοιμώξεις που προκαλεί η Όμικρον είναι πιο βαριές. Με βάση τις πρώτες ενδείξεις, τα υπάρχοντα εμβόλια φαίνεται να συνεχίζουν να προστατεύουν σημαντικά από σοβαρή νόσο Covid-19 και θάνατο.

Η μελέτη, που ακόμη δεν έχει δημοσιευθεί, σύμφωνα με τις βρετανικές «Financial Times» και «Guardian», βασίστηκε στην ανάλυση των αποτελεσμάτων των τεστ που είχαν γίνει στις 27 Νοεμβρίου σε ανθρώπους, οι οποίοι είχαν μολυνθεί τουλάχιστον πριν τρεις μήνες, συγκρίνοντας τον κίνδυνο μίας νέας μόλυνσης στο ίδιο άτομο με τον αντίστοιχο κίνδυνο επαναμόλυνσης από προηγούμενα στελέχη του κορονοϊού. Ο κίνδυνος επαναλοίμωξης από την Όμικρον υπολογίστηκε ότι είναι τουλάχιστον 2,4 φορές μεγαλύτερος.

Είναι ενδεικτικό ότι στη Νότια Αφρική, όπου η Όμικρον ανιχνεύθηκε τον Νοέμβριο, υπάρχει έκρηξη κρουσμάτων και πάνω από το 20% των τεστ κορονοϊού (ένα στα πέντε) βγαίνει ήδη θετικό, αν και αυτός ο υψηλός δείκτης θετικότητας εμφανίζεται σε μία χώρα όπου η εμβολιαστική κάλυψη είναι χαμηλή (μόνο το ένα τέταρτο του πληθυσμού και το 36% των ενηλίκων έχουν εμβολιαστεί πλήρως).